Τετάρτη 1 Απριλίου 2020

" ΣΗΜΕΡΑ ΚΡΙΝΟΝΤΑΙ ΟΛΟΙ ΚΑΙ ΟΛΑ " ( Σαράντη Μιχαλόπουλου , Ιτέα )


Οι κρίσεις, εκτός από τα προβλήματα και τα δεινά που επισύρουν, έχουν και ένα καλό, το καλό ότι λειτουργούν σαν το παλιό ρητό «ο χρυσός στη φωτιά δοκιμάζεται». Όλοι και όλα κρίνονται. Πολιτικοί, πολίτες, πολιτικές, ιδεολογίες, συστήματα, πρακτικές. 


Εκείνο όμως που έχει σημασία, ώστε αυτή η κριτική να είναι χρήσιμη, είναι να δούμε τα κριτήρια που ο καθένας χρησιμοποιεί. Και εδώ υπάρχει ένας μεγάλος κίνδυνος και ίσως ένα σημαντικό κενό.
Πολλοί άνθρωποι έχουν σαν αφετηρία της σκέψης τους κάποια δικά τους «πιστεύω», αυτά που συνηθίζουμε να ονομάζουμε στερεότυπα. Οι γιατροί είναι φοροφυγάδες, οι πολιτικοί είναι «διαπλεκόμενοι», οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι τεμπέληδες, οι εφοριακοί «τα πιάνουν» κ.ο.κ. 
Κανείς δεν σκέφτεται ότι τέτοια στερεότυπα προκύπτουν από μία γενίκευση που, ακόμη και όταν έχει κάποια βάση, σίγουρα δεν αφορά όλους όσους ανήκουν στις συγκεκριμένες ομάδες. Έτσι, η κρίση καταλήγει άδικη, διότι δεν αφήνει περιθώρια σε ένα άτομο να υπερασπισθεί τον εαυτό του, επικαλούμενος πραγματικά περιστατικά ή, έστω, κάποια δικά του επιχειρήματα.
Όμως, ένα πολύ μεγαλύτερο «έλλειμμα» της συνήθους κριτικής είναι ότι δεν αναζητείται το βαθύτερο αίτιο μίας συμπεριφοράς ή μίας πράξης. 
Παίρνω σαν παράδειγμα, ένα σχόλιο φίλου μου, με αφορμή την πρόσφατη διαφωνία σε επίπεδο Ε.Ε. για την έκδοση ή μη «ευρο-ομολόγων», στο οποίο έγραψε «Η Γερμανία, ακόμα και στις σημερινές τραγικές στιγμές για την ανθρωπότητα, επιμένει εμμονικά στο μοντέλο της λιτότητας που εγκλώβισε την Ευρώπη στην κρίση».
Στην προκείμενη περίπτωση, πέρα από μία διαπίστωση και ένα βιαστικό συμπέρασμα («επιμένει εμμονικά»), το σημαντικότερο θα ήταν να απαντήσει κανείς στο ερώτημα «γιατί η Μέρκελ το είπε αυτό ; Είναι άραγε απλή εμμονή της τελευταίας σε ένα μοντέλο λιτότητας ; Υπάρχει μήπως ένα σκεπτικό στο οποίο στηρίζει αυτή την εμμονή ;». 
Αν ψάξουμε αυτά τα «μοντέλα» που κάθε χώρα φαίνεται να υιοθετεί και να προβάλλει, εκείνο που θα δούμε είναι ότι όλες οι τοποθετήσεις ουσιαστικά εντάσσονται σε μία «νομοτέλεια», αυτή που καθορίζει η θεωρία του Maslow ! Δηλαδή τη νομοτέλεια της επιβίωσης ως πρώτιστης ανάγκης του ανθρώπου. Μίας επιβίωσης, η οποία όταν απειλείται, παραμερίζει κάθε άλλη ανάγκη, όπως αυτή της κοινωνικότητας (να ανήκουμε σε ομάδα), πολύ δε περισσότερο της κορυφής της πυραμίδας αναγκών, δηλαδή της αυτοπραγμάτωσης, δηλαδή της αυτογνωσίας και της συναίσθησης του ποιος είναι ο "σκοπός" ύπαρξής μας στη ζωή. Και ακριβώς αυτή τη νομοτέλεια γνωρίζουν πολύ καλά και οι πολιτικοί κάθε χώρας. 
Για όσους δεν έτυχε να ακούσουν για αυτή την «πυραμίδα αναγκών του Maslow», παραθέτω την παρακάτω απεικόνιση 



Με βάση αυτή τη θεωρία, όπως αναφέρθηκε, όταν δημιουργούνται συνθήκες κρίσης, πολλοί άνθρωποι ξεχνούν τον όποιο «πολιτισμό» ή «ανθρωπισμό» και προσπαθούν να επιβιώσουν με κάθε μέσο. Έτσι, τρέχουν, για παράδειγμα , στα Σουπερμάρκετ και αδειάζουν τα ράφια, αδιαφορώντας για τους άλλους. 
Οι πολιτικοί, ξέρουν περισσότερο από τον καθένα τι θέλουν οι πολίτες και επειδή από την ψήφο τους εξαρτάται η δική τους εκλογή, προσπαθούν να «προστατεύσουν» αυτά που οι πολίτες βάζουν κάθε φορά σαν προτεραιότητα.
Σε καιρούς που χαρακτηρίζονται από μία γενικότερη ευμάρεια, οι ισχυροί είναι «φιλεύσπλαχνοι» και δέχονται να μοιράσουν λίγο από το δικό τους «περίσσευμα» και στους πιο αδύναμους. Όταν όμως αισθανθούν ότι διακυβεύεται το δικό τους επίπεδο διαβίωσης, αρνούνται να δείξουν την οποιαδήποτε αλληλεγγύη.
Έτσι, η κ. Μέρκελ, γνωρίζοντας πολύ καλά ότι ο μέσος Γερμανός δεν θέλει να παραχωρήσει τίποτε από αυτά που σήμερα κατέχει, αρνείται την υιοθέτηση από την Ε.Ε. ενός συστήματος στήριξης των οικονομιών των κρατών – μελών, που στην ουσία θα σημαίνει υποστήριξη των αδύναμων οικονομιών από τις ισχυρές. 
Το ίδιο φυσικά συμβαίνει και στην δική μας κοινωνία. Σαφέστατα υπάρχουν διαφορετικές ιδεολογίες ή μοντέλα για την οργάνωση των κοινωνιών (φιλελεύθερη οργάνωσης, οργάνωση με προτεραιότητα στον άνθρωπο, οργάνωση με μεγαλύτερη ή και απόλυτη κρατική παρέμβαση, κλπ.). Όμως, και αυτές οι ιδεολογίες προσαρμόζονται στο «ακροατήριο» κάθε πολιτικού κόμματος και, κυρίως, αλλάζουν, περισσότερο ή λιγότερο, ανάλογα με τις αλλαγές των συνθηκών που επικρατούν κάθε εποχή.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι, τόσο το «ριζοσπαστικό» ΠΑΣΟΚ της πρώτης εποχής, που θα έφευγε και από την ΕΟΚ και από το ΝΑΤΟ, αλλά και ο πρόσφατος «ανατρεπτικός» ΣΥΡΙΖΑ, που θα «έσκιζε» τα μνημόνια. 
Σήμερα, τα βασικά κόμματα που συγκεντρώνουν μία πολύ μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού, προσπαθούν να εκφράσουν έναν, υποτίθεται, πιο ρεαλιστικό λόγο, κάτω όμως από τον μανδύα της δικής τους, ξεχωριστής για το καθένα, ιδεολογίας.
Εκείνο που πρέπει εμείς, σαν απλοί πολίτες, να κάνουμε είναι να προσπαθούμε να δούμε πόσο πραγματικά το κάθε κόμμα αλλά και κάθε επώνυμος ή ανώνυμος εκφραστής απόψεων (επιστήμονας, δημοσιογράφος, δημοτικός άρχοντας, συνδικαλιστής, εκπρόσωπος ενός φορέα, κλπ.), διατυπώνει ρεαλιστικές και εφαρμόσιμες προτάσεις ή αντίθετα παρασύρεται σε ένα λαϊκίστικο ή δημαγωγικό λόγο, για να εξυπηρετήσει δικές του σκοπιμότητες.
Παίρνω σαν παράδειγμα, το Εθνικό Σύστημα Υγείας, που, λόγω των ημερών, είναι στο επίκεντρο των σχολίων και των κριτικών.
Κάποιοι λένε ότι η Δημόσια Υγεία είναι σήμερα παραμελημένη, λόγω ιδεοληπτικής προτίμησης της Κυβέρνησης στην λεγόμενη ιδιωτική πρωτοβουλία. Κάποιοι άλλοι λένε ότι εκείνοι κάποτε δημιούργησαν το ΕΣΥ, πράγμα που δίνει το στίγμα της σημασίας που έδινε στην κοινωνία και τον πολίτη το δικό τους κόμμα. Κάποιοι άλλοι απαντούν ότι «στήσατε το ΕΣΥ για να βολέψετε δικούς σας», ενώ κάποιοι άλλοι βρίσκουν την ευκαιρία να θυμίσουν «αυτούς που χρεωκόπησαν τη χώρα» και υποβάθμισαν το ΕΣΥ.
Μία πιο ψύχραιμη και απαλλαγμένη από κομματικές σκοπιμότητες και μικροψυχίες προσέγγιση θα ήταν κατά τη γνώμη μου η εξής :
Σήμερα, το ΕΣΥ είναι μία δεδομένη πρόνοια της Πολιτείας και το μόνο ζητούμενο πρέπει να είναι το πώς θα καταφέρει να εκπληρώσει τον σκοπό του, δηλαδή την εξασφάλιση του πολύτιμου αγαθού της Υγείας σε όλους τους πολίτες της χώρας. 
Το τι έγινε ή δεν έγινε τα χρόνια που πέρασαν μπορούμε να το συζητήσουμε και να το κρίνουμε, χωρίς όμως αυτό να μειώνει σε τίποτε τη σημαντικότητα της ύπαρξής του. Αντίθετα, η ανάδειξη αδυναμιών και λαθών του παρελθόντος είναι η καλύτερη συμβολή στην προσπάθεια βελτίωσής του, καθώς οδηγεί σε μία «συμφωνία» των πολιτών στις βασικές αρχές οργάνωσης και λειτουργίας, όχι μόνο του Συστήματος Υγείας, αλλά και κάθε πτυχής λειτουργίας του Κράτους.
Για παράδειγμα, αν η κατανομή των δομών Υγείας δεν έγινε σωστά ή αν χρειάζεται σήμερα μία αναθεώρηση με βάση τα νέα δεδομένα κατανομής του πληθυσμού, το ίδιο πιθανότατα ισχύει και για τις υπηρεσίες Παιδείας, Ασφάλειας, κλπ.
Αν επίσης η στελέχωση της Υγείας είναι ανεπαρκής ή έγινε στο παρελθόν, όπως κάποιοι καταγγέλλουν, με «ρουσφετολογικά» κριτήρια και χρειάζεται σήμερα επανεξέταση και ενίσχυση, το ίδιο πρέπει να γίνει και στις άλλες δομές εξυπηρέτησης του πολίτη, τόσο σε κεντρικό, όσο και σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο.
Με λίγα λόγια, η ιστορική μνήμη είναι απαραίτητη, και για τα κακά αλλά και για τα καλά, όμως η κριτική πρέπει να γίνεται πάντα σε θετική κατεύθυνση, δηλαδή στο τι πρέπει να διορθώσουμε και όχι γιατί δεν κάναμε σωστά το ένα ή το άλλο.
Σήμερα, όλοι και όλα κρίνονται. Και αυτοί που χειρίζονται τις υποθέσεις της Πολιτείας, και αυτοί που έχουν ταχθεί να ελέγχουν τους πρώτους. Ας αρθούν όλοι στο ύψος των περιστάσεων, διότι οι καιροί είναι χαλεποί και όχι μόνο στο πεδίο της Υγείας. Ας δούμε τι συμβαίνει με τα λεγόμενα «κυριαρχικά» μας δικαιώματα, ας δούμε τι συμβαίνει με την οικονομία που αποτελεί τη βάση για να χτίσουμε ένα «κοινωνικό» κράτος, ας δούμε τι συμβαίνει με την αλληλεγγύη των λαών, ας δούμε τι συμβαίνει και με όλα αυτά που εξορκίζουμε, όπως τον άκρατο εθνικισμό, τον φασισμό, τον θρησκευτικό φανατισμό αλλά και τόσα άλλα.
Ας είμαστε σίγουροι ότι τίποτε από τα παραπάνω δεν λύνεται με συνθήματα ή ευχές. Λύνεται με συστηματική προσπάθεια και κυρίως με ομοψυχία και προσήλωση στο σκοπό που πρέπει να έχουμε και όχι με αντιπαραθέσεις. Και για μένα ο μόνος σκοπός που πρέπει όλοι να βάλουμε είναι ο ανθρωπισμός, που λέει «όχι στο εγώ και ναι στο εμείς». Και το «εμείς», χωρίς σύνορα και διακρίσεις. Πραγματικός "πανανθρωπισμός". Ουτοπία ; Ίσως. Αλλά και βάλσαμο στις αγωνίες και τα ερωτηματικά του ανθρώπου «γιατί τα πράγματα γίνονται έτσι».

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Διαπιστώσεις...