Κυριακή 28 Οκτωβρίου 2012

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΕΜΙΚΟ ΝΑΥΤΙΚΟ..Μία λέξη υπάρχει: ΑΗΤΤΗΤΟ..! Α΄ ΜΕΡΟΣ


Η ιστορία του Πολεμικού Ναυτικού δεν έχει συγκεκριμένο σημείο έναρξης. Οι ρίζες της χάνονται στα βάθη των αιώνων της ιστορίας του ανθρώπινου γένους. Σε ένα γεωγραφικό χώρο όπου κανένα σημείο δεν απέχει περισσότερο από 150 χλμ. από τη θάλασσα, οι Έλληνες από τα Προϊστορικά Χρόνια ανέπτυσσαν κοινωνίες κατά κανόνα παράκτιες. Εκεί έμαθαν να εκμεταλλεύονται τους θαλάσσιους πόρους και να αγαπούν τη θάλασσα. Αυτομάτως δημιουργήθηκε η ανάγκη για την προστασία και εξάπλωση των πολιτισμών που ανέπτυξαν, με αποτέλεσμα τη σταδιακή σύσταση των πρώτων οργανωμένων ναυτικών πολεμικών μονάδων του Ελλαδικού Χώρου.

Ο Τρωικός Πόλεμος, μία εκστρατεία που χάνεται στo σκoτάδι τoυ μύθoυ της Iλιάδας και της Οδύσσειας, ήταν η πρώτη πανελλαδική ναυτική επιχείρηση. Σημειωτέον πως τo ίδιo τo στρατόπεδo των Aχαιών ήταν φτιαγμένo από Ελληνικά πλοία τραβηγμένα στη ξηρά. Μετά την άλωση της Τροίας και το τέλος του δεκάχρονου πολέμου, άρχισαν οι περιπέτειες τoυ γυρισμoύ των ατρόμητων εκείνων ναυτικών στα πάτρια εδάφη τους. Είναι φανερό πως από τα Αρχαϊκά Χρόνια οι Έλληνες είχαν κιόλας αποκτήσει αξιόλογη τεχνογνωσία και εμπερία στη ναυπηγική. 'Ετσι ξεκινώντας με τη ναυσιπλοΐα στo Αιγαίo κατάφεραν να ανoίξουν καινoύργιoυς δρόμoυς σε άγνωστoυς τόπoυς: εξερεύνησαν όλη τη Μεσόγειo, έστησαν απoικίες από τις Ηρακλείδες Στήλες μέχρι τoν Eύξεινo Πόντo και πρoάσπισαν την ευημερία τoυς με την κυριαρχία τους πάνω στo υγρό στoιχείo.

Στα Κλασικά Χρόνια οι ναυτικές δραστηριότητες και τέχνες γνωρίζουν απαράμιλη άνθηση. Χαρακτηριστικά η φράση του Περικλή "Μέγα το της Θαλάσσης Κράτος", αναγράφεται αναλλοίωτη στο έμβλημα του σύγχρονου Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού. Αξιοπρόσεχτη η αποτελεσματικότητα του Αθηναϊκού Στόλου, με λαμπρότερο παράδειγμα την ένδοξη ναυμαχία της Σαλαμίνας κατά των Περσών. Κύριο όπλο των Αθηναίων οι ευέλικτες τριήρεις (πλοίο με τρεις σειρές κουπιά κι έμβολο στην πλώρη) που εξουδετέρωσαν τα βαρύτερα και πιο δυσκίνητα Περσικά και Φοινικικά καράβια. Έκτοτε το Ναυτικό φέρνει την Αθήνα επικεφαλής όλων των Ελλήνων, στη θέση του υπερασπιστή και αμύντορα των εθνικών δικαίων έναντι της Περσικής επιβολής. Από την Ελληνιστική Περίοδο αξίζει να αναφέρουμε πως όταν το 334 π.Χ. ο Μέγας Αλέξανδρος ξεκίνησε με το πεζικό και ιππικό του τη μεγάλη ανατολική εκστρατεία μέχρι τα σύνορα της Ινδίας, στο γυρισμό εμπιστεύθηκε πρωτίστως το στόλο του, με άξιο ηγέτη το ναύαρχο Νέαρχο. Η κάθοδος του Ινδού ποταμού και το μεγάλο ταξίδι από τις εκβολές του μέχρι τον Περσικό Κόλπο αποτελούν μια απ' τις μεγαλύτερες εποποιίες του Αρχαιοελληνικού Ναυτικού. Σύντομα θα ακολουθήσουν η εξερεύνηση των ακτών της Αραβίας και της Κασπίας, ενώ η Α. Μεσόγειος γίνεται Ελληνική λίμνη προστατευμένη από τα καράβια των Πτολεμαίων και των Σελευκιδών.

200 π.Χ. έως 1831 μ.Χ.

Οι Ρωμαίοι που επικρατούν αργότερα είναι οι συνεχιστές της ίδιας ναυτικής παράδοσης που θα ξαναζωντανέψει στα Βυζαντινά χρόνια με νέα όμως επιτεύγματα. Καινούργιοι τύποι καραβιών και πρωτοποριακά όπλα, όπως το υγρό πυρ, θα εξασφαλίσουν στην Κωνσταντινούπολη την κυριαρχία στη θάλασσα. Η παραμέληση όμως της ναυτικής της δύναμης υπήρξε παράγοντας για την εξασθένηση της στρατιωτικής υπεροχής της αυτοκρατορίας. Η άλωση του Βυζαντίου το 1453 απ' τους Οθωμανούς κλείνει μια ένδοξη εποχή για τον Ελληνισμό και βυθίζει τους Έλληνες στο σκοτάδι της σκλαβιάς. Εν τούτοις η υπεροχή των υπόδουλων Ελλήνων στη ναυτική τέχνη θα εξακολουθήσει να τους δίνει προβάδισμα, να εξυψώνει το βιοτικό τους επίπεδο και ιδίως μετά τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή ανάσα λευτεριάς να πνέει στα ελληνικά πελάγη.

Όταν το 1821 θα ξεσπάσει η επανάσταση, σημαντικότατο ρόλο θα διαδραματίσει το Ναυτικό. Οι Έλληνες νικήθηκαν αρκετές φορές στη ξηρά, αλλά ποτέ στη θάλασσα ενώ οι ατρόμητοι μπουρλοτιέρηδες με τα πυρπολικά τους ανέτρεπαν τη λογική της υπεροπλίας και των αριθμών, προξενώντας βαρύτατες απώλειες στην Τουρκική αρμάδα που προσπαθούσε να επέμβει στα μέτωπα της Επανάστασης. Δεν είναι τυχαίο ότι η Ελληνική ανεξαρτησία κερδήθηκε στη θάλασσα με μια ένδοξη ναυμαχία, τη ναυμαχία του Ναβαρίνου.

Από το 1831 μ.Χ. έως Σήμερα
Η ιστορία του στόλου του ελεύθερου Ελληνικού Κράτους αρχίζει το 1828. Όταν ο Καποδίστριας ανέλαβε Κυβερνήτης της απελευθερωμένης Ελλάδας, ο ελληνικός στόλος αριθμούσε λίγα πλοία, παλαίμαχα του αγώνα της ανεξαρτησίας. Πρώτος Υπουργός Ναυτικών διετέλεσε ο Ναύαρχος Κωνσταντίνος Κανάρης. Το ισχυρότερο πλοίο του στόλου της εποχής, η φρεγάτα «ΕΛΛΑΣ», είχε ναυπηγηθεί στην Αμερική κατά τα τελευταία χρόνια της Επανάστασης πυρπολήθηκε όμως από το Ναύαρχο Α. Μιαούλη στον Πόρο κατά την αποστασία των Υδραίων (1831).

Με την κάθοδο του Όθωνα στην Ελλάδα, το 1832, ο πολεμικός στόλος περιλάμβανε μια κορβέτα, μία γαβάρα, τρία μπρίκια, έξι γολέτες, δύο κανονιοφόρους, δύο ατμόπλοια και μερικά ακόμη μικρά κότερα. Ο ναύσταθμος είχε εγκατασταθεί από την εποχή του Καποδίστρια στον Πόρο και επικεφαλής του ναυτικού Διευθυντηρίου ήταν ο Ανδρέας Μιαούλης. Παρά τα περιορισμένα μέσα της εποχής, ξεκίνησε η ναυπήγηση σειράς καινούριων πλοίων στον ίδιο το ναύσταθμο ενώ, παράλληλα, τα παλαιά πλοία σταδιακά αποσύρονταν. Επίσης, καταβάλλονταν συνεχείς προσπάθειες για τη μόρφωση των αξιωματικών : οι νέοι που προορίζονταν για δόκιμοι εκπαιδεύονταν αρχικά στη στρατιωτική σχολή των Ευελπίδων και στη συνέχεια μετατάσσονταν στο Ναυτικό, καθώς δεν υπήρχε ακόμα ναυτική σχολή. Η πρώτη ναυτική σχολή ιδρύθηκε το 1846 πάνω στην κορβέτα «ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ» και διευθυντής της ορίστηκε ο Λεωνίδας Παλάσκας. Η ελλιπής εκπαίδευση των αξιωματικών στην Ελλάδα, η σύγκρουση των φορέων του νέου πνεύματος στη ναυτική τέχνη, που έφερναν όσοι κατόρθωναν να εκπαιδευτούν στο εξωτερικό, κυρίως στη Γαλλία και την Αγγλία, με την παλαιά παράδοση των έμπειρων θαλασσομάχων του Αγώνα, καθώς και οι εθνικές περιπέτειες της εποχής συντέλεσαν στην περιορισμένη και σε σαθρές βάσεις οργανωμένη δράση του ναυτικού, που αρκούνταν σε κρατικές μεταφορές, στην αστυνόμευση της θάλασσας και την καταδίωξη της πειρατείας.

Αργότερα, ο στόλος ενισχύθηκε με περισσότερα πλοία και το 1855 παραγγέλθηκαν τα πρώτα σιδερένια ελικοκίνητα πλοία από την Αγγλία, οι ατμοημιολίες «ΠΑΝΟΠΗ», «ΠΛΗΞΑΥΡΑ», «ΑΦΡΟΕΣΣΑ» και «ΣΦΕΝΔΟΝΗ».

Ο Μιαούλης Κατά την Κρητική Επανάσταση (1866) τα πλοία του στόλου βρέθηκαν ανέτοιμα να κατορθώσουν κάτι το αξιόλογο. Η αποτυχία αυτή αφύπνισε τους ιθύνοντες και απέδειξε την ορθότητα του δόγματος ότι «το ναυτικόν, απαραίτητον όπλον δια την Ελλάδα, δια τον πόλεμο μόνον πρέπει να παρασκευάζηται και εις αυτόν μόνον να αποβλέπη». Έτσι, ο στόλος ενισχύθηκε με νέα και μεγαλύτερα πλοία, ενώ από το 1885 με τη χρήση του σιδήρου στη ναυπηγία, την καθολική εφαρμογή του ατμού, την αυλάκωση των πυροβόλων, τη θωράκιση των πλοίων και την εμφάνιση της τορπίλης η όψη του ναυτικού άλλαξε και σημειώθηκε σταθμός στην εξέλιξη του. Εν τω μεταξύ, από το 1878, λόγω του Ρωσσοτουρκικού πολέμου και για λόγους ασφαλείας, ο ναύσταθμος είχε εγκατασταθεί στην περιοχή της Φανερωμένης της Σαλαμίνας και λίγα χρόνια μετά μεταφέρθηκε στη θέση Αράπης, όπου βρίσκεται και σήμερα. Παράλληλα, ιδρύθηκε η Ναυτική Σχολή Δοκίμων με τη φωτισμένη διεύθυνση του Ηλία Κανελλόπουλου, ενώ αποστολή από τη Γαλλία, υπό το Ναύαρχο Λεζέν, έθεσε τις πρώτες επιστημονικές βάσεις για την οργάνωση του ναυτικού και τη μεθοδική εκπαίδευση του κατώτερου προσωπικού : καθιερώθηκε η υπηρεσία των κληρωτών, η εκπαίδευση των οποίων γινόταν στα παλαιά κτίρια του ναυστάθμου του Πόρου, και το κέντρο ονομάστηκε Κεντρικόν Προγυμναστήριον.

Κατά την πρωθυπουργία του Χ. Τρικούπη, το 1889, ο στόλος ενισχύθηκε περαιτέρω με την παραγγελία των θωρηκτών «ΥΔΡΑ», «ΣΠΕΤΣΑΙ» και «ΨΑΡΑ» από την Γαλλία. Έτσι η Ελλάδα αντιμετώπισε τον αποδυναμωμένο Τουρκικό στόλο στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, εξασφαλίζοντας την κυριαρχία στο Αιγαίο, αδυνατώντας όμως να επιδράσει αποτελεσματικότερα στην έκβαση του πολέμου που οδήγησε σε εθνική ταπείνωση. Μετά τον πόλεμο του 1897, ο τουρκικός στόλος ενισχύθηκε και το 1909, σε απάντηση της ενίσχυσης αυτής, μεταξύ άλλων, αγοράστηκε από την Ιταλία το υπό κατασκευή θωρηκτό καταδρομικό «Γ. ΑΒΕΡΩΦ». Το 1907 ιδρύθηκε το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού με πρώτο Αρχηγό τον Ναύαρχο Κουντουριώτη. Το 1910 μετακλήθηκε αγγλική αποστολή, με πρόεδρο το Ναύαρχο Τόφνελ, με σκοπό την αρτιότερη οργάνωση και εκπαίδευση του ναυτικού η επιτροπή συντέλεσε αποφασιστικά για την υιοθέτηση των τρόπων και των μεθόδων της αγγλικής διοίκησης, εκπαίδευσης και οργάνωσης, και ιδιαίτερα στους τομείς της στρατηγικής τακτικής και στη σήμανση.

Αβέρωφ Ο Βαλκανικός Πόλεμος του 1912 βρήκε τον ελληνικό στόλο συγκροτούμενο από το «ΑΒΕΡΩΦ», τα τρία παλαιά θωρηκτά «ΥΔΡΑ», «ΣΠΕΤΣΑΙ» και «ΨΑΡΑ», οκτώ αντιτορπιλικά του τύπου «ΘΥΕΛΛΑ» και «ΝΙΚΗ», πέντε παλαιά γερμανικά τορπιλοβόλα, τις κανονιοφόρους «ΑΚΤΙΟΝ», «ΑΜΒΡΑΚΙΑ», «Α» και «Δ», τέσσερις ατμομυοδρόμωνες τύπου «ΑΧΕΛΩΟΣ» και άλλα βοηθητικά πλοία. Στις παραμονές του πολέμου αγοράστηκαν από την Γερμανία ακόμα δύο αντιτορπιλικά («ΝΕΑ ΓΕΝΕΑ» και «ΚΕΡΑΥΝΟΣ») και από την Αγγλία τέσσερα ανιχνευτικά («ΑΕΤΟΣ», «ΙΕΡΑΞ», «ΛΕΩΝ», «ΠΑΝΘΗΡ»). Τέλος, κατέπλευσε το πρώτο από τα δύο υποβρύχια («ΔΕΛΦΙΝΙ» και «ΞΙΦΙΑΣ») που είχαν παραγγελθεί από τη Γαλλία. Με αυτή τη σύνθεση, ο ελληνικός στόλος κυριάρχησε στο Αιγαίο και συνέτριψε τον Τουρκικό στις ναυμαχίες τις Έλλης και της Λήμνου και απελευθερώθηκαν όλα τα νησιά του Β και ΒΑ Αιγαίου, υπό την ηγεσία του ναυάρχου Κουντουριώτη.

Με την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου, η Αγγλία προέβη σε κατάσχεση των υπό κατασκευή τουρκικών και ελληνικών θωρηκτών και ευδρόμων αντιτορπιλικών, που βρίσκονταν στα αγγλικά ναυπηγεία. Ο ελληνικός στόλος συμμετείχε στις ναυτικές επιχειρήσεις στο Αιγαίο, στο πλευρό των συμμάχων, με ελαφρά πλοία στα οποία ανατέθηκαν πυκνές περιπολίες, συνοδείες νηοπομπών και άλλες πολεμικές αποστολές. Μετά την ανακωχή, ο ελληνικός και συμμαχικός στόλος εισήλθαν στην Προποντίδα, αγκυροβόλησαν στην Κωνσταντινούπολη και Νικομήδεια και συμμετείχαν στις επιχειρήσεις στη Ρωσία. Αργότερα, αρχικά με τη βοήθεια των συμμάχων και κυρίως των Άγγλων, ενώ στη συνέχεια μόνος ο ελληνικός στόλος συμμετείχε στις επιχειρήσεις καλύψεως της Θράκης και της Μικρασιατικής εκστρατείας.

Κατσώνης Μετά την εκστρατεία στην Μ. Ασία (1922), καταβλήθηκε προσπάθεια ανακαίνισης των περισσότερων πολεμικών μονάδων τα «ΑΒΕΡΩΦ» και «ΕΛΛΗ» επισκευάστηκαν στη Γαλλία, τα τέσσερα αντιτορπιλικά στην Αγγλία, ενώ όλα τα υπόλοιπα στην Ελλάδα. Για πρώτη φορά με την εκχώρηση ενός εμπορικού, ο στόλος ενισχύθηκε με πλωτό συνεργείο, στο οποίο δόθηκε το όνομα «ΗΦΑΙΣΤΟΣ», ενώ παραγγέλθηκαν και έξι υποβρύχια στη Γαλλία, από τα οποία αξίζει να σημειωθούν τα «ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ» και «ΚΑΤΣΩΝΗΣ». Η εκπαίδευση των αξιωματικών ενισχυόταν περιοδικά με αγγλικές αποστολές. Η θητεία των κληρωτών ναυτών ορίστηκε σε 18μήνη και η δύναμη του ναυτικού συμπληρωνόταν με λίγους εθελοντές.

Από το 1928, με την πρωθυπουργία του Ε. Βενιζέλου, εμπεδώνεται ο γενικότερος φιλειρηνικός προσανατολισμός της περιόδου, με την οριστική εγκατάλειψη της Μεγάλης Ιδέας και την αισθητή μείωση των δαπανών για την άμυνα. Μετά την πτώση του, το 1932, την πολιτική αναστάτωση της εποχής διέκοψαν το φιλοβενιζελικό στρατιωτικό κίνημα του 1935 και ασφαλώς, η διδακτορία του Ι. Μεταξά, που άλλαξε άρδην το στρατιωτικό σκηνικό. Παραγγέλθηκαν στην Αγγλία δύο αντιτορπιλικά, τα «Β. ΓΕΩΡΓΙΟΣ» και «Β. ΟΛΓΑ», αγοράστηκαν τέσσερα ναρκαλιευτικά, δώδεκα υδροπλάνα και ένα πετρελαιοφόρο και άρχισε η εκπόνηση επιτελικών σχεδίων και προγραμμάτων για την ενίσχυση του ΠΝ και την προετοιμασία του για τον επερχόμενο πόλεμο. Πράγματι, οργανώθηκε η παράκτια άμυνα σύμφωνα με την κατανομή των ακτών της χώρας σε έξι Ναυτικές Αμυντικές Περιοχές, οι οποίες με πενιχρά οικονομικά μέσα, επάνδρωσαν οχυρωματικά και έργα αντιαεροπορικής άμυνας στην ξηρά και οργάνωσαν πεδία ναρκών και ανθυποβρυχιακά φράγματα για προστασία ζωτικών λιμένων και βάσεων σε όλη την επικράτεια, με αποτέλεσμα την ικανοποιητική τους χρησιμοποίηση με την έναρξη του πολέμου. Μετά την ύπουλη βύθιση του «ΕΛΛΗ» στο λιμάνι της Τήνου, στις 15-8-1940, από το Ιταλικό υποβρύχιο «DELFINO», το ΓΕΝ προέβη στην επίσπευση της συμπλήρωσης των προκαταρκτικών φάσεων της πολεμικής κινητοποίησης. Η βασική επιλογή τακτικής για το ναυτικό υπήρξε η απόκρουση κάθε προσπάθειας για επιδρομικές ή αποβατικές ενέργειες του εχθρού, τουλάχιστον μέχρι την άφιξη του Αγγλικού στόλου στην περιοχή.

Βασίλισσα Όλγα Η έναρξη του πολέμου βρήκε επομένως, το ναυτικό έτοιμο για πολεμικές επιχειρήσεις. Αρχικά τα πλοία συνόδευαν νηοπομπές με πολεμοφόδια, καύσιμα και τρόφιμα για το στρατό που μαχόταν στο μέτωπο της Αλβανίας. Επιπλέον, τα υποβρύχια μας ανέλαβαν δράση κατά των θαλασσίων συγκοινωνιών του εχθρού στην Αδριατική και σημείωσαν λαμπρές επιτυχίες. Όταν όμως η Γερμανία έθεσε σε εφαρμογή το σχέδιο Μπαρμπαρόσσα, τα αεροσκάφη της Luftwaffe , ξεκινώντας από τις βάσεις στο βουλγαρικό έδαφος, άρχισαν ανελέητη επίθεση εναντίον των ελληνικών πολεμικών και εμπορικών πλοίων, καθώς και των εγκαταστάσεων στην ξηρά σε όλη τη χώρα ο απολογισμός για το στόλο είναι τραγικός : εικοσιπέντε πλοία κάθε κατηγορίας βυθίστηκαν στο διάστημα 4-25 Απριλίου 1941. Ο Αρχηγός ΓΕΝ, ναύαρχος Α. Σακελλαρίου, λαμβάνει την απόφαση, ακολουθώντας την πολιτική ηγεσία της χώρας, για συνέχιση του αγώνα. Αρχίζει έτσι η σταδιακή αποχώρηση των πλοίων που απέμειναν, αρχικά προς τη Σούδα της Κρήτης και έπειτα στην Αλεξάνδρεια. Στο τέλος του Απρίλη του 1941, στον όρμο της Αλεξάνδρειας βρίσκονταν δεκαεπτά ελληνικά πλοία (ένα θωρηκτό, έξι αντιτορπιλικά, τρία τορπιλοβόλα, πέντε υποβρύχια και ένα βοηθητικό), τα μόνα που ενώθηκαν με τον Αγγλικό στόλο και που αποτελούσαν το μόνο ελεύθερο ελληνικό έδαφος.
 

Δεν υπάρχουν σχόλια: