Του Λεωνίδα Στεργίου
Στην εξάντληση όλων των δυνατοτήτων που έχουν οι διαχειριστές δανείων για περισσότερες ρυθμίσεις, αλλά και στην αναζήτηση νέων εργαλείων και βελτιώσεων του θεσμικού πλαισίου που μπορεί να οδηγήσει σε μόνιμη εξυγίανση δανείων, συμφώνησαν servicer και Τράπεζα της Ελλάδος.
Από τα διαθέσιμα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος και της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Αρχής (EBA) προκύπτει ότι η ευελικία των εταιρειών διαχείρισης έχει αυξήσει τις μακροπρόθεσμες και βιώσιμες ρυθμίσεις. Ωστόσο, παρατηρούνται κατηγορίες δανείων που επιδέχονται μεγαλύτερες ρυθμίσεις, όπως αυτές των επιχειρηματικών δανείων, των καταναλωτικών και εκείνων που παραμένουν στους ισολογισμούς των τραπεζών.
Ήδη, οι εταιρείες διαχείρισης προχωρούν σε κουρέματα για το 65-70% των δανείων, κυρίως στα στεγαστικά και τα επιχειρηματικά, με τον δείκτη αθέτησης να κυμαίνεται γύρω στο 25%. Στο σύνολο των δανείων, δηλαδή αυτών που βρίσκονται και στις τράπεζες, το ποσοστό αυτό έχει βελτιωθεί, αλλά κυμαίνεται γύρω στο 17-18%. Επίσης, αρκετά υψηλό είναι το ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων που βρίσκονται σε κάποιο καθεστώς προστασίας, αλλά και εκείνων που παρουσιάζουν καθυστερήσεις άνω του ενός έτους. Ακόμη, τα στοιχεία δείχνουν ότι τα μισά από τα εξυπηρετούμενα δάνεια είναι ρυθμισμένα.
Οι εταιρείες διαχείρισης επανέλαβαν την πρόθεσή τους να εξαντλήσουν όλες τις δυνατότητες για ακόμα πιο μακροπρόθεσμες ρυθμίσεις, δίνοντας μηδενική ανοχή στις μη βιώσιμες περιπτώσεις και στους στρατηγικούς κακοπληρωτές. Στο πλαίσιο αυτό πρόκειται να αξιοποιηθούν υφιστάμενα εργαλεία, αλλά και νέα με παράλληλη βελτίωση του θεσμικού πλαισίου, προκειμένου οι servicer να αποκτήσουν μεγαλύτερη ευελιξία και πηγές ρευστότητας. Ειδικότερα:
Πρώτον, αύξηση του ποσοστού κουρέματος, μείωση επιτοκίων και μεγαλύτερη διάρκεια. Η λύση αυτή οδηγεί σε δημιουργία ρευστότητας του οφειλέτη, λόγω μείωσης κόστους εξυπηρέτησης του δανείου, με αποτέλεσμα τη βιώσιμη ρύθμιση. Το μοντέλο αυτό εφαρμόζεται κυρίως στα επιχειρηματικά δάνεια.
Δεύτερον, στα δάνεια που βρίσκονται στους ισολογισμούς των τραπεζών, αλλά τα διαχειρίζονται οι servicer δεν υπάρχει πάντα η ίδια ευελιξία, λόγω της εποπτείας. Η πρόταση προβλέπει την αναχρηματοδότηση του δανείου, δηλαδή την πληρωμή της οφειλής στην τράπεζα, ώστε να αναλάβει το δάνειο η εταιρεία διαχείρισης. Εδώ, το πρόβλημα σχετίζεται με το κόστος χρήματος και ρευστότητας των εταιρειών διαχείρισης, καθώς δεν λαμβάνουν καταθέσεις. Ωστόσο, με τη δημιουργία της αυτοχρηματοδότησης, της πώλησης κόκκινων δανείων στη δευτερογενή αγορά και στην επιστροφή "θεραπευμένων” δανείων στις τράπεζες, δίνεται ο χρόνος και η ωριμότητα στα χαρτοφυλάκια και τα κεφάλαια των εταιρειών διαχείρισης να εισέλθουν στην αναχρηματοδότηση. Σημειώνεται ότι όποια εταιρεία διαχείρισης θα προβεί σε αναχρηματοδοτήσεις θα πρέπει να λάβει άδεια από την ΤτΕ. Αυτό εκτιμάται ότι θα το δούμε σε περίπου δύο χρόνια, αν και μία εταιρεία διαχείρισης η οποία συνεργάζεται με μία συστημική, δήλωσε κατά τη συνάντηση στην ΤτΕ ότι εξετάζει τρόπους μείωσης του κόστους χρηματοδότησης.
Τρίτον, οι εταιρείες διαχείρισης ζήτησαν να επανεξεταστεί το πλαίσιο που διέπει τα "θεραπευμένα” δάνεια. Σήμερα, ένα δάνειο το οποίο ρυθμίζεται και παραμένει ενήμερος για ένα ή δύο χρόνια θεωρείται "forborne”. Πλήρως θεραπευμένο και "πράσινο” γίνεται στην τριετία. Αυτό το δάνεια, στα πρώτα δύο χρόνια, αν επιστρέψει πίσω στην τράπεζα, τότε κατατάσσεται στην κατηγορία υψηλού κινδύνου (stage 2), δηλαδή απαιτούνται υψηλότερες προβλέψεις. Με την επιστροφή ενός θεραπευμένου δανείου στην τράπεζα κερδίζουν (δανειολήπτης διότι το δάνειο ρυθμίστηκε), η τράπεζα διότι λαμβάνει ένα δάνειο το οποίο θα πληρώνει δόσεις και η εταιρεία διαχείρισης διότι το πουλά σε υψηλότερη τιμή από ό,τι το αγόρασε. Εδώ, όμως, το θεσμικό πλαίσιο, όχι μόνο προβλέπει τρία χρόνια "θεραπείας”, αλλά απαγορεύει να πουληθεί το δάνειο στην ίδια τράπεζα από την οποία μεταφέρθηκε στην εταιρεία διαχείρισης. Σε αυτό το σημείο, οι servicer ζητούν σε πρώτη φάση από την εποπτεία να περιορίσει το διάστημα των 2-3 ετών σε 1 έως 2 το πολύ (για forborne ή πλήρως "πράσινο”). Ωστόσο, υπάρχει και η άποψη ότι δεν έχει νόημα ο περιορισμός της μη επιστροφής στην τράπεζα από την οποία πουλήθηκε.
Τέταρτον, μεγαλύτερα κουρέματα και μείωση κόστους δανείου σε στεγαστικά και στα καταναλωτικά. Σημειώνεται ότι στα στεγαστικά δεν γίνονται τόσο μεγάλα κουρέματα όσο στα καταναλωτικά και τις κάρτες.
Πέμπτον, μεγαλύτερη χρήση του εξωδικαστικού μηχανισμού και της 2ης ευκαιρία με πτώχευση, στις μη βιώσιμες περιπτώσεις. Εδώ εξετάζονται ζητήματα επιτάχυνσης διαδικασιών σε υποθηκοφυλακεία, δικαστήρια κά. Επιπλέον, ο νέος πτωχευτικός δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς τη συγκατάθεση του οφειλέτη. Επομένως, θα πρέπει να υπάρξει ειδική νομική διαδικασία από τους πιστωτές.
Έκτον, δημιουργία συμπράξεων και συνεργασιών μεταξύ επιχειρήσεων, των οποίων τα δάνεια βρίσκονται από διαχείριση. Δηλαδή, οι ίδιοι οι servicer θα εντοπίζουν πιθανούς συνεργάτες και με κατάλληλη αναδιάρθρωση (πχ πώληση ενός ακινήτου) και με συμπράξεις θα προκύπτει εξυγίανση των επιχειρήσεων.
Τα κόκκινα δάνεια σε αριθμούς
-40% η μείωση των κόκκινων δανείων από την αρχή της πανδημίας.
-55,6% των μη εξυπηρετούμενων δανείων δεν έχει ρυθμιστεί. Τα ποσοστά για τα στεγαστικά, καταναλωτικά και επιχειρηματικά δάνεια ανέρχονται σε 56,7%, 65,7% και 53%, αντίστοιχα.
-1 στα 3 μη εξυπηρετούμενα δάνεια θεωρείται αβέβαιης είσπραξης (9,9 δισ. ευρώ)
-1 στα 3 μη εξυπηρετούμενα δάνεια παρουσιάζουν καθυστέρηση άνω των 90 ημερών (9,1 δισ. ευρώ)
-6,1 δισ. ευρώ παρουσιάζουν καθυστέρηση άνω του ενός έτους. Τα περισσότερα είναι επιχειρηματικά.
-9 δισ. ευρώ δάνεια βρίσκονται ακόμα σε κάποιο καθεστώς προστασίας ή διευκόλυνσης (Γέφυρα, step up τραπεζών κλπ).
-15% των δανείων σε καθεστώς προστασίας ή με κρατική εγγύηση παρουσιάζει καθυστέρηση άνω των 90 ημερών.
-131 δισ. ευρώ δάνεια βρίσκονται υπό τη διαχείριση των servicer.
-83% των δανείων των servicer βρίσκονται σε καθυστέρηση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου