Παναγιώτης Ι. Ξυδώνας
Αναπληρωτής Καθηγητής Χρηματοοικονομικής, ESSCA Grande École
Μια φορά κ έναν καιρό, κάποιοι προδότες υπέγραφαν μνημόνια, τρομοκρατώντας τον κόσμο για τη ζωή εκτός ευρώ. Μια μέρα κάποιοι ήρωες τους ανέτρεψαν. Υπέγραψαν ένα νέο μνημόνιο και σώσαν τον τόπο από την καταστροφή εκτός ευρώ. Ας πάρουμε όμως την ιστορία από την αρχή. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι, η συμφωνία που πέτυχε η ελληνική κυβέρνηση, όντας διαπραγματευόμενη για έξι ολόκληρους μήνες, αποτιμάται τελικώς ως πολύ χειρότερη εκείνης που θα εδύνατο να αποσπάσει, αν δεν διαπραγματευόταν καν. Το τελικό εξαγόμενο; Aντί κατάργησης του μνημονίου με ένα νόμο και ένα άρθρο, ζητήσαμε εσχάτως ένα νέο μνημόνιο, ίσως το χείριστο όλων των προηγούμενων.
Ζούμε στη χώρα όπου από το 1981 έχει δεχθεί 650 δισ. ευρώ δάνεια, 300 δισ. ευρώ καθαρές επιδοτήσεις και 25 δισ. ευρώ άτοκες επενδυτικές χορηγήσεις.Ζούμε δυστυχώς στη χώρα όπου, κόβονται οι συντάξεις για να χρηματοδοτούνται οι πρόωρες συνταξιοδοτήσεις. Ζούμε στη χώρα όπου, με τους νέους συντελεστές φορολογίας, σε μια επιχείρηση με 4 εταίρους και ετήσια κερδοφορία 500 χιλιάδων ευρώ, η τελική πρόσοδος για κάθε έναν από αυτούς είναι μόλις 12,5 χιλιάδες ευρώ, δηλαδή ένα έσοδο ενδεχομένως πιο χαμηλό και από τις ετήσιες αποδοχές ενός δημοσίου υπαλλήλου. Έτσι, αντί να προάγεται η ιδιωτική πρωτοβουλία και να επιβραβεύεται η ανάληψη επιχειρηματικού κινδύνου, καλλιεργείται η ιδέα της φοροαποφυγής και της με κάθε τόπο ενσωμάτωσης στο άρμα του δημοσίου. Ζούμε στη χώρα όπου ο δημόσιος τομέας είναι η ύψιστη ιερή αγελάδα. Στη χώρα όπου 1,5 εκατομμύριο Έλληνες είναι άνεργοι και 250 χιλιάδες έχουν μεταναστεύσει. Άραγε, πόσοι εξ' αυτών ήταν δημόσιοι υπάλληλοι;
Ζούμε στη χώρα όπου από το 1981 έχει δεχθεί 650 δισ. ευρώ δάνεια, 300 δισ. ευρώ καθαρές επιδοτήσεις και 25 δισ. ευρώ άτοκες επενδυτικές χορηγήσεις. Αλλά που παρόλα αυτά, μια μερίδα κόσμου επιζητά διακαώς την επιστροφή στη δραχμή. Το επιχείρημα τους είναι ότι μια τέτοια επιλογή θα βελτιώσει την εγχώρια ανταγωνιστικότητα. Ένας ακόμα μεγάλος μύθος. Το 1980 η ισοτιμία δραχμής δολαρίου προσδιοριζόταν στο 1 δολάριο προς 43 δραχμές. Το 2000 η ίδια ισοτιμία έκλεινε στο 1 δολάριο προς 309 δραχμές. Ήτοι, εντός μιας εικοσαετίας η δραχμή απώλεσε κρίσιμη αξία σε σχεσιακή δολαριακή βάση. Από την άλλη πλευρά, στην εικοσαετία αυτή, το ύψος των εξαγωγών διπλασιάστηκε οριακά, δηλαδή από τα 5 δισ. δολάρια στα 10 δισ. δολάρια. Επιπλέον, το εμπορικό έλλειμμα, από τα 6 δισ. δολάρια το 1980, προσέγγισε τα 19 δισ. το 2000. Τεκμαίρεται καταφανώς με τον τρόπο αυτό, ότι η απαξίωση της δραχμής, σε καμία περίπτωση, δεν κατέστη εφικτό να μεγεθύνει την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.
«Ειπώθηκαν ψέματα που ντράπηκαν και τα ίδια, μιας και δεν ντράπηκαν τα στόματα που τα λέγαν», έγραψε κάποτε ο Μενέλαος Λουντέμης. Και η ρήση αυτή έγινε δυστυχώς κανόνας για κάποιους, στα χρόνια που πέρασαν. Και από την άλλη, οι ένθερμοι υποστηρικτές της δραχμής, χωρίς να έχουν να παρουσιάσουν καν ένα ενδελεχές εναλλακτικό σχέδιο, εστιάζουν μόνον στο αδιέξοδο της εξόδου από το ευρώ. Δεν μας είπαν ποτέ, ποια παιδεία θέλουν, ποια δικαιοσύνη και ποιο κράτος. Στο τέλος της ημέρας, η λύση για τον τόπο είναι μόνον μια: Αρραγής εθνικός συνασπισμός, σύνθεση δημιουργικών δυνάμεων, απομόνωση των άκρων.
Aκολούθησε τον Παναγιώτης Ι. Ξυδώνας Twitter: www.twitter.com/PanosXidonas
huffingtonpost.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου