Τετάρτη 4 Νοεμβρίου 2015

Ο πολιτισμός είναι επένδυση, ακόμα και σε περίοδο κρίσης


Επτά στους δέκα πιστεύουν ότι ο πολιτισμός μπορεί να βοηθήσει στην έξοδο της χώρας από την ύφεση 
Η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών, δηλαδή το 86%, θεωρούν ότι ο πολιτισμός μπορεί να αποτελέσει μοχλό ανάπτυξης για τη χώρα και πρέπει να επενδύσουμε σε αυτόν. Σε ποσοστό 71,4% (δηλαδή εφτά στους δέκα πολίτες) πιστεύουν ότι ο πολιτισμός μπορεί να βοηθήσει στην έξοδο της χώρας από την οικονομική κρίση, ενώ 6 στους 10 θεωρούν ότι η ανάμιξη της Αμάλ Αλαμουντίν-Κλούνεϊ δεν βοήθησε ιδιαίτερα στην ελληνική εκστρατεία για την επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα.
Πρόκειται για τρία από τα πολλά ερωτήματα που έθεσε στο κοινό η έρευνα «Σφυγμός Πολιτισμού». Παρουσιάστηκε χθες, στο 1ο Διεθνές Συνέδριο Πολιτισμού – Επενδύοντας στον Πολιτισμό το οποίο διοργανώθηκε από το Ελληνο-Αμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο σε συνεργασία με τις Διεθνείς Σχέσεις Πολιτισμού, υπό την αιγίδα του Προέδρου της Δημοκρατίας, Προκόπη Παυλοπούλου.
Στο πλαίσιο του συνεδρίου παρουσιάστηκε η μοναδική στο είδος της πανελλαδική στατιστική έρευνα, που αφορά την καταγραφή της πολιτιστικής συμπεριφοράς του ευρύτερου κοινού όλων των ηλικιών και των οικονομικών στρωμάτων, επιχειρήσεων-μελών του Ελληνο-Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου, ανθρώπων που ασχολούνται επαγγελματικά, άμεσα ή έμμεσα, με πολιτιστικές δραστηριότητες κ.ά.
Η έρευνα επιχειρεί να αποτυπώσει τη γνώμη του κοινού σε θέματα που αφορούν όλους τους τομείς του πολιτισμού. Στο ερώτημα«Θεωρείτε ότι η Ελλάδα πρέπει να επενδύσει στον πολιτισμό ακόμα και σε περιόδους οικονομικής κρίσης;» το 60,1% απαντά «πολύ-αρκετά», το 25,5% «μάλλον ναι», το 8,4% «μάλλον όχι», μόλις το 3,7% «όχι» και το 2% «δεν ξέρω, δεν απαντώ».
Στο ερώτημα «Υπάρχει δυνατότητα συνεισφοράς του πολιτισμού στην έξοδο της χώρας από την κρίση;», το 71,4% απαντά «πολύ-αρκετά», το 14% «μέτρια», το 12,3% «λίγο-καθόλου» και το 2,3% «δεν ξέρω, δεν απαντώ».
Απογοητευτικές ωστόσο είναι οι απαντήσεις στο ερώτημα «της συνεισφοράς του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος στη δημιουργία πολιτιστικής συνείδησης». Το 24,9% απαντά «μέτρια», το 37,2% «λίγο-καθόλου» και το 34,9% «πολύ-αρκετά», ενώ το 3% «δεν ξέρω, δεν απαντώ».
Ορισμένα από τα πρώτα συμπεράσματα που προκύπτουν από την έρευνα είναι:
  • Οι Ελληνες πολίτες πιστεύουν, κατά πλειοψηφία, ότι από τα πιο ελκυστικά πολιτιστικά στοιχεία της χώρας για τους τουρίστες είναι η γαστρονομία, τα τοπικά προϊόντα, αλλά και τα έθιμα και οι παραδόσεις. Σημαντικό έδαφος φαίνεται να κερδίζει ο γαστρονομικός τουρισμός, αφού ξεχωρίζει από άλλα είδη, όπως ο θρησκευτικός, ο ιαματικός κ.λπ. Στην πρώτη θέση βρίσκεται, πάντα, ο αρχαιολογικός τουρισμός.
  • Οι ερωτηθέντες θεωρούν σημαντική την προβολή της χώρας μας στο εξωτερικό μέσα από τον πολιτισμό, αλλά οι περισσότεροι εκτιμούν ότι δεν λειτουργούν σωστά οι δομές προώθησής του. Eνδεικτικά, λιγότεροι από το 15% γνωρίζουν το Ελληνικό Ιδρυμα Πολιτισμού και ακόμα λιγότεροι τις δραστηριότητές του.
  • Το ευρύ κοινό αλλά και οι άνθρωποι που ασχολούνται έμμεσα ή άμεσα με τον πολιτισμό, κατά πλειοψηφία θεωρούν ότι το παραδοσιακό τρίπτυχο «ήλιος, θάλασσα, αρχαία» στο οποίο επένδυσε η Ελλάδα για την προσέλκυση ξένων επισκεπτών εξακολουθεί να είναι συντριπτικό πλεονέκτημα, γι' αυτό πρέπει να συνεχίσουμε να το προωθούμε. Ωστόσο θεωρούν ότι πρέπει να χρησιμοποιηθούν περισσότερο οι νέες τεχνολογίες, που μέχρι στιγμής δεν φαίνεται να αξιοποιούνται επαρκώς.
  • Μεγάλο ποσοστό θεωρεί ότι περισσότερο εισάγουμε παρά εξάγουμε πολιτισμό. Τα ποσοστά είναι αποθαρρυντικά καθώς όλοι πιστεύουν ότι πολλά από τα πολιτιστικά γεγονότα που γίνονται στην Ελλάδα, αλλά και το ανθρώπινο δυναμικό που απασχολείται, θα μπορούσαν να έχουν διεθνή απήχηση και μεγάλη επιτυχία.
  • Οι πολίτες φαίνεται να ενημερώνονται για τις πολιτιστικές εκδηλώσεις κυρίως από την τηλεόραση, το ραδιόφωνο και το internet. Χαμηλά είναι τα ποσοστά για τις εφημερίδες, τα περιοδικά και την υπαίθρια διαφήμιση. Οπως σημειώνεται, τα τελευταία πέντε χρόνια το internet έχει διπλασιάσει τα ποσοστά του σε αντίθεση με τις εφημερίδες και τα περιοδικά που χάνουν έδαφος.
  • Το κοινό θεωρεί ότι τα πιο «ακριβά» πολιτιστικά προϊόντα είναι ο κινηματογράφος, το θέατρο και οι συναυλίες και τα πιο «οικονομικά» οι αρχαιολογικοί χώροι και τα μουσεία. Τα ίδια συμπεράσματα είχαν προκύψει και από την έρευνα του 2010. Επίσης ενδιαφέρον παρουσιάζει ότι οι πολίτες κρίνουν «κανονικό» το αντίτιμο όλων των δραστηριοτήτων και όχι «ακριβό», όπως πριν από πέντε χρόνια.
Τις εργασίες του συνεδρίου άνοιξε ο υπουργός Πολιτισμού Αριστείδης Μπαλτάς και την έρευνα παρουσίασε η Πέπη Θεοδώρου, διευθύντρια της Εταιρείας Στατιστικών Ερευνών «Αποψις». Κεντρικοί ομιλητές ήταν ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων Werner Hoyer και η πρόεδρος της Ελληνικής Ενωσης Τραπεζών Λούκα Κατσέλη.
Τα κύρια θέματα που συζητήθηκαν ήταν: η πολιτιστική διπλωματία, οι νέες τεχνολογίες και ο αυτοχρηματοδοτούμενος πολιτισμός, πώς ο πολιτισμός πυροδοτεί την περιφερειακή ανάπτυξη, ο ρόλος των πολιτιστικών ιδρυμάτων στην εθνική πολιτιστική ανάπτυξη, προτάσεις από τον κόσμο του πολιτισμού για τον σχεδιασμό και τη στρατηγική στον πολιτισμό.
Ανάμεσα στους ομιλητές ήταν οι: Κατερίνα Δασκαλάκη πρ. επικεφαλής της Μόνιμης Αντιπροσωπείας της Ελλάδας στην Unesco, Δέσποινα Κλαβανίδου αν. πρύτανης Προγραμματισμού και Ανάπτυξης του ΑΠΘ, Σταύρος Μπένος πρόεδρος του Σωματείου «Διάζωμα», Στάθης Λιβαθινός σκηνοθέτης-καλλιτεχνικός διευθυντής Εθνικού Θεάτρου, Δημήτρης Δασκαλόπουλος ιδρυτής Πολιτιστικού Οργανισμού «ΝΕΟΝ», Ράνια Οικονομίδου ηθοποιός, Κατερίνα Ευαγγελάκου σκηνοθέτις και άλλοι.

Συντάκτης: 


Δεν υπάρχουν σχόλια: