Τρίτη 23 Ιουνίου 2020

Οι κρίσεις και τα διδάγματά τους ( Του Σαράντη Μιχαλόπουλου )





Διαβάσω στη σελίδα (σε Μέσο Κοινωνικής Δικτύωσης) του Αγροτικού Συνεταιρισμού Μεσολογγίου Ναυπακτίας (στον οποίο θήτευσα ως Σύμβουλος – Διευθυντής για μία διετία και επομένως έχω ιδία αντίληψη των πραγμάτων) το παρακάτω :
Σε απόγνωση οι παραγωγοί Ελιάς Καλαμών της Αιτωλοακαρνανίας
Στο νομό Αιτωλοακαρνανίας παράγεται η μισή πανελλήνια παραγωγή ελιάς Καλαμών. Σημαντικό ποσοστό του αγροτικού πληθυσμού της περιοχής μας στηρίζεται στην Ελιά Καλαμών αποκλειστικά.
Η πανδημία του Covid-19 σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες δημιούργησε ένα εκρηκτικό κοκτέιλ που οδήγησε σε ελάχιστη ζήτηση ακόμη και σε πολύ χαμηλές τιμές (υποδιπλάσιες της αντίστοιχης περσινής περιόδου).
Οι παραγωγοί της Ελιάς Καλαμών έχουν αδιάθετη την παραγωγή τους και βρίσκονται σε απόγνωση. Παράλληλα τα καλλιεργητικά έξοδα παραμένουν υψηλά οδηγώντας πολλούς στην ελλιπή φροντίδα των δέντρων τους, θέτοντας σε κίνδυνο την τρέχουσα καλλιεργητική περίοδο.

Η πολιτεία πρέπει να δει το θέμα που έχει προκύψει, κάνοντας τις απαραίτητες ενέργειες προκειμένου να στηριχτούν οι ελαιοπαραγωγοί της Ελιάς Καλαμών της περιοχής μας, ώστε να παραμείνει ζωντανή η Καλλιέργεια της Ελιάς Καλαμών.

Η ανακοίνωση αυτή έχει δύο πτυχές. Η μία είναι η επίπτωση της πρόσφατης κρίσης του κορωνοϊού, όχι μόνο στη γεωργική παραγωγή, αλλά και σε όλη την οικονομία. Η δεύτερη είναι το πώς οργανώνεται ο αγροτικός πληθυσμός και κυρίως πως λειτουργούν οι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί.
Η αγροτική παραγωγή έχει γνωστές αδυναμίες στη χώρα μας. Το πρώτο είναι ότι, όπως και σε όλο τον κόσμο, είναι ευάλωτη και σε πολύ μεγάλο βαθμό εξαρτώμενη από καιρικές συνθήκες. Το δεύτερο είναι ότι είναι κατακερματισμένη και με κόστος παραγωγής που την κάνει σε πολλές περιπτώσεις πολύ αδύνατη ως προς τον ανταγωνισμό.  
Από την άλλη μεριά είναι επίσης αναμφισβήτητο ότι η αγροτική παραγωγή έχει μεγάλη δυναμική, και για λόγους κλιματολογικούς, αλλά και για λόγους ότι η διατροφική αλυσίδα είναι η πρώτη ως προς την κάλυψη αναγκών του ανθρώπου. Εκτός όλων αυτών, η αγροτική παραγωγή θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «αέναη», με την έννοια ότι η γη υπάρχει και παράγει συνεχώς, υπό την προϋπόθεση φυσικά να μην την υποβαθμίζουμε ή καταστρέφουμε.
Ξαναγυρνώντας στην κρίση του κορωνοϊού, θα πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας ότι μία, τόσης έκτασης, αλλά και σε μεγάλο βαθμό απρόσμενη ανατροπή των δεδομένων της ζωής μας, δεν είναι η μόνη που μπορεί να επηρεάσει δραματικά την αγροτική παραγωγή. Ας θυμηθούμε, για παράδειγμα, τις οικονομικές κυρώσεις στη Ρωσία ή τον «αποκλεισμό» της Ουκρανίας που έπληξε και μάλλον εξακολουθεί να πλήττει σημαντικούς κλάδους της αγροτικής παραγωγής, όπως τους ροδακινοπαραγωγούς.
Από την άλλη μεριά, μία κρίση άλλης μορφής, π.χ. με την Τουρκία, μπορεί να επηρεάσει εξίσου σοβαρά την αγροτική παραγωγή, καθώς κάποια τμήματά της σχετίζονται με την τουριστική κίνηση (πρόσφατα άκουσα παραγωγούς καρπουζιών και πεπονιών να παραπονούνται ότι η παραγωγή τους δεν απορροφάται από τα ξενοδοχεία που είναι κλειστά, σήμερα λόγω κορωνοϊού, αύριο πιθανότατα λόγω ενός θερμού επεισοδίου με την Τουρκία, που θα έπληττε καίρια τον τουρισμό μας).
Με λίγα λόγια, όλοι αυτοί οι παράγοντες «ανασφάλειας» υπήρχαν και θα υπάρχουν πάντα. Και το ερώτημα είναι πως αντιμετωπίζονται, αν φυσικά μπορούν να αντιμετωπιστούν.
Ας έρθουμε όμως στην ανακοίνωση του Α.Σ. Μεσολογγίου – Ναυπακτίας. Γράφει : «Οι παραγωγοί της Ελιάς Καλαμών έχουν αδιάθετη την παραγωγή τους και βρίσκονται σε απόγνωση. Παράλληλα τα καλλιεργητικά έξοδα παραμένουν υψηλά οδηγώντας πολλούς στην ελλιπή φροντίδα των δέντρων τους, θέτοντας σε κίνδυνο την τρέχουσα καλλιεργητική περίοδο».
Ας πάρουμε την πρώτη παράμετρο, την αδιάθετη παραγωγή. Οι ελιές είναι ένα προϊόν το οποίο μπορεί να αποθηκευτεί για μεγάλο χρονικό διάστημα (ακόμη και πάνω από ένα χρόνο) και έτσι δεν κινδυνεύει από άμεση καταστροφή, σε αντίθεση με άλλα προϊόντα (π.χ. φρούτα λαχανικά), τα οποία, αν δεν διατεθούν άμεσα, ή πρέπει να μπουν σε ψυγεία, ή να πεταχτούν.
Στην πρώτη περίπτωση (ελιές) υπάρχει «αναβολή» είσπραξης εισοδήματος των αγροτών. Στη δεύτερη περίπτωση και συγκεκριμένα όταν τα προϊόντα καταστρέφονται, υπάρχει «οριστική» απώλεια εισοδήματος.
Και στις δύο περιπτώσεις, οι αγρότες που δεν έχουν προβλέψει να έχουν κάποια «αποταμίευση» για ώρα ανάγκης, είναι ξεκρέμαστοι και αντιμετωπίζουν πραγματικό πρόβλημα επιβίωσης. Πολύ περισσότερο, αν από τα εισοδήματα που ανέμεναν να έχουν κάποιοι από αυτούς, ήταν προγραμματισμένο να πληρωθούν υποχρεώσεις, όπως λιπάσματα, ηλεκτρικό ρεύμα αντλιοστασίων, καύσιμα γεωργικών μηχανημάτων, ασφαλιστικές εισφορές, φόροι, κλπ.
Στην περίπτωση καταστροφών της παραγωγής, υπάρχει ο ΕΛΓΑ (Οργανισμός Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων). Προσωπικά, δεν γνωρίζω το καθεστώς αποζημίωσης των αγροτών, εκείνο όμως που ακούω είναι ότι σχεδόν πάντα υπάρχουν μεγάλες καθυστερήσεις στην καταβολή των αποζημιώσεων.
Όπως συμβαίνει και με άλλα ασφαλιστικά προγράμματα, οι «αποζημιώσεις» που δίνονται είναι ανάλογες με τις ασφαλιστικές εισφορές. Τις περισσότερες φορές, οι ασφαλιζόμενοι επιλέγουν «μερικές καλύψεις», για να μην είναι υψηλά (και επομένως «δυσβάσταχτα») τα ασφάλιστρα.
Στην περίπτωση ασφαλιστικών οργανισμών ή ασφαλιστικών εταιριών, η λειτουργία των τελευταίων στηρίζεται σε μία πρόβλεψη ότι «από τους 100 ασφαλισμένους, στατιστικά θα ζητήσουν αποζημιώσεις οι - ας πούμε – 10, οπότε με τα ασφάλιστρα των 100 καλύπτονται οι αποζημιώσεις των 10 και μένει και ένα «κέρδος» στον ασφαλιστικό οργανισμό ή την ασφαλιστική εταιρία.
Όμως, εκτός από αυτού του είδους τα προγράμματα, υπάρχουν και κάποια άλλα, όπου κάθε ασφαλισμένος δημιουργεί έναν «προσωπικό λογαριασμό», δηλαδή αποταμιεύει κατά κάποιο τρόπο μόνος του και η ασφαλιστική εταιρία διαχειρίζεται για λογαριασμό του, μαζί φυσικά με πολλούς άλλους παρόμοιους λογαριασμούς, το «κεφάλαιο» που συγκεντρώνεται.
Η ασφάλιση αυτή είναι ένα είδος «αυτασφάλισης» και ενδείκνυται για κάλυψη, όχι μίας ολικής απώλειας της παραγωγής, αν μιλάμε για αγρότες, αλλά ενός ελάχιστου ετήσιου εισοδήματος, αν συμβεί η ολική απώλεια της παραγωγής. Με άλλα λόγια, δημιουργείται ένας «κουμπαράς» για αντιμετώπιση έκτακτων καταστάσεων, όπως αυτές που προαναφέραμε.
Μία τέτοια κίνηση ενός αγρότη δεν είναι τίποτε άλλο παρά η συνετή διαχείριση του «καλού νοικοκύρη», που δεν θεωρεί διαθέσιμο εισόδημα για κάθε μορφής κατανάλωση ή επένδυση (σπίτι, αυτοκίνητο, κλπ.) όσα χρήματα του μένουν κάθε χρόνο από την παραγωγή της χρονιάς. Είναι κάτι αντίστοιχο με αυτό που προβλέπεται στις επιχειρήσεις να δημιουργούν ένα «αποθεματικό», που δεν διανέμεται μαζί με τα κέρδη, αλλά παραμένει σαν ένα κεφάλαιο, με το οποίο θα μπορέσουν να αντιμετωπίσουν μία μελλοντική δυσκολία.
Καταλαβαίνω βέβαιο ότι το πρώτο που θα ακούσω σαν απάντηση είναι ότι δεν υπάρχουν περιθώρια «αποταμίευσης» από τους παραγωγούς, διότι το καθαρό εισόδημα που τους μένει μόλις τους φτάνει για να ζήσουν.
Εδώ όμως είναι το μεγάλο θέμα : Είναι έτσι τα πράγματα ; Εγώ θα ξεκινήσω από την παραδοχή ότι είναι έτσι. Όμως, το καθαρό εισόδημα προκύπτει σαν αποτέλεσμα έσοδα μείον έξοδα.
Για τα έξοδα, η συζήτηση είναι μεγάλη και θα έπρεπε να αναφερθούν πολλά πράγματα. Ας πάρουμε λοιπόν εμείς τον άλλο παράγοντα, τα έσοδα.
Οι παραγωγοί της ελιάς τύπου Καλαμών της Αιτωλοακαρνανίας (όπως και όλοι οι αντίστοιχοι παραγωγοί στην Ελλάδα) γνωρίζουν ότι το προϊόν αυτό είναι στην κορυφή των προτιμήσεων των καταναλωτών παγκοσμίως. Γνωρίζουν επίσης ότι όταν το πωλούν «χύμα» και χωρίς επεξεργασία, η τιμή είναι μικρή. Εκεί παρεμβάλλονται οι έμποροι, οι οποίοι το μεταπωλούν, είτε με απλή είτε με πιο σύνθετη επεξεργασία, σε τιμές σαφώς υψηλότερες (σε κάποιες περιπτώσεις, πολύ υψηλότερες).
Το ρόλο του «εμπόρου» παίζουν σε ορισμένες περιπτώσεις οι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί, άλλοτε με επιτυχία και άλλοτε χωρίς επιτυχία. Στην πρώτη περίπτωση, τα μέλη του Συνεταιρισμού εξασφαλίζουν ένα καλύτερο εισόδημα, ενώ στη δεύτερη τα μέλη συμπαρασύρονται και αυτά στην αποτυχία.
Θα μπορούσαν όλοι οι Συνεταιρισμοί να είναι πετυχημένοι ; Και βέβαια θα μπορούσαν, διότι οι κανόνες της επιτυχημένης δραστηριότητας είναι απλοί και μπορεί ο καθένας να τους εφαρμόσει.
Πόσοι τέτοιοι πετυχημένοι Συνεταιρισμοί υπάρχουν ; Μάλλον λίγοι. Γιατί οι υπόλοιποι αποτυγχάνουν ; Πρωτίστως διότι δεν λειτουργούν επαγγελματικά και επίσης διότι τις περισσότερες φορές δεν ασκείται από τα μέλη ο σωστός έλεγχος προς τις διοικήσεις.
Θα δώσω ένα συγκεκριμένο παράδειγμα. Στον ΑΣ Μεσολογγίου – Ναυπακτίας έγινε κάποια στιγμή μία σωστή επενδυτική κίνηση, δηλαδή κατασκευάστηκε μία γραμμή παραγωγής στην οποία οι ελιές θα συσκευάζονταν σε βαζάκια. Η τιμή της συσκευασμένης ελιάς θα ήταν πολλαπλάσια εκείνης της πώλησης σε μεταλλικά δοχεία των 18 (περίπου) κιλών.
Η γραμμή αυτή έμεινε για πολλά χρόνια εκτός λειτουργίας, λόγω γενικότερων οικονομικών προβλημάτων του Συνεταιρισμού, άσχετων με την εμπορία της ελιάς. Το σημαντικότερο όμως ήταν ότι ο Συνεταιρισμός δεν ήταν πραγματικά «συνεταιρισμός» των παραγωγών ελιάς, αλλά ένας «έμπορος», που αγόραζε τις ελιές από τους παραγωγούς και τις πουλούσε χωρίς να δίνει σε αυτούς «μέρισμα», όταν φυσικά προέκυπτε όφελος από αυτή την πώληση. Αντίθετα, λειτουργούσε σαν μία οποιαδήποτε επιχείρηση, που, ναι μεν δεν ήταν «κερδοσκοπική», με την έννοια οφέλους προς κάποιους «μετόχους», αλλά από την άλλη ήταν και αυτός ένας «έμπορος» σαν τους άλλους ιδιώτες εμπόρους, μόνο που δεν ήταν το ίδιο «παραγωγικός» με αυτούς τους τελευταίους για λόγους καθαρά νοοτροπίας.
Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι ο ίδιος Συνεταιρισμός έπαιζε έναν εντελώς διαφορετικό ρόλο σε ένα άλλο προϊόν που διαχειριζόταν, το βαμβάκι. Εκεί, έπαιρνε το προϊόν από τους παραγωγούς, το επεξεργαζόταν (διέθετε εκκοκκιστήριο) και το πουλούσε σε εμπόρους μίας διεθνούς αγοράς βαμβακιού (λειτουργεί χρηματιστήριο βαμβακιού). Από τη διαδικασία αυτή, ο Συνεταιρισμός παρακρατούσε ένα ποσό που κάλυπτε τα έξοδά τους και μία συμμετοχή στα γενικά έξοδα του Συνεταιρισμού και το υπόλοιπο το μοίραζε στους παραγωγούς.
Σε αυτή τη δεύτερη περίπτωση, ο Συνεταιρισμός λειτουργούσε πραγματικά στο όνομα των παραγωγών και το τελικό όφελος για όλους ήταν συνάρτηση μόνο της αποδοτικής ή μη λειτουργίας του.
Γιατί αυτή η διαφορά λειτουργίας του Συνεταιρισμού ; Απλούστατα, διότι η όλη αγορά του βαμβακιού ρυθμιζόταν παγκοσμίως μέσω χρηματιστηρίου και οι τιμές διαμορφώνονταν με βάση προσφορά και ζήτηση, πάντα φυσικά σε σχέση και με την ποιότητα του προϊόντος.
Στο βαμβάκι ο Συνεταιρισμός έδινε «εξετάσεις». Στις ελιές ήταν απλώς «αφεντικό» που δεν έδινε λογαριασμό, αφού οι παραγωγοί το μόνο που μπορούσαν να σκεφθούν, αν δεν ήταν ευχαριστημένοι μία χρονιά, ήταν ότι «του χρόνου δεν θα δώσω τις ελιές στον Συνεταιρισμό αλλά στον τάδε έμπορο».
Θα μπορούσα να αναφέρω και πολλές άλλες λεπτομέρειες από αυτή την προσωπική και άμεση εμπειρία. Θα μπορούσα να αναφέρω για παράδειγμα πως αναζητιούνται οι πελάτες και αν πρέπει να μένει κανείς σε μία μόνο αγορά, όσο καλή και αν φαίνεται αυτή, ή πρέπει να επεκτείνεται και σε άλλες αγορές, ώστε να υπάρχει εξασφάλιση ότι το κλείσιμο μίας αγοράς (π.χ. πανδημία, πόλεμος, οικονομικά μέτρα, κλπ.) δεν θα σταματήσει τη δραστηριότητα κάποιου.
Θα μπορούσα επίσης να αναφέρω το ρόλο που παίζει η ποιότητα, η αξιοπιστία, η μεταποίηση, η προβολή, η συνένωση δυνάμεων, και πολλά άλλα παρόμοια που ισχύουν φυσικά σε κάθε παραγωγική και εμπορική δραστηριότητα. Αντίστοιχα, θα μπορούσα να αναφερθώ και στο θέμα του κόστους παραγωγής, τις γραφειοκρατικές διαδικασίες, τη χρηματοδότηση (αν και στον τομέα αυτό οι κοινοτικές χρηματοδοτήσεις παίζουν καίριο και αποφασιστικό ρόλο), τους μηχανισμούς διαχείρισης των επιδοτήσεων, κλπ.
Όμως για μένα, το σημαντικότερο όλων είναι η σωστή οργάνωση των αγροτών, με βάση απλούς κανόνες. Το πρώτο είναι η πρόνοια για το μέλλον με όρους σημερινούς και όχι όρους της εποχής των θαλασσοδανείων. Το δεύτερο είναι η συνένωση των προσπαθειών μέσω συνεργατικών δράσεων. Και το τρίτο είναι η καθαρή εικόνα για το οικονομικό περιβάλλον και την παγκόσμια αγορά.
Ως προς τον πρώτο κανόνα, δηλαδή την «πρόνοια», αφού το υπάρχον σύστημα ασφάλισης (ΕΛΓΑ) δεν είναι ικανοποιητικό, ας δημιουργήσουν οι αγρότες ένα Κεφάλαιο Έκτακτης Ανάγκης, σε μικρές στην αρχή ομάδες, τοπικής εμβέλειας και κάτω από τη σκέπη ενός σωστού συνεταιρισμού.
Γράφει η ανακοίνωση : «Η πολιτεία πρέπει να δει το θέμα που έχει προκύψει, κάνοντας τις απαραίτητες ενέργειες προκειμένου να στηριχτούν οι ελαιοπαραγωγοί της Ελιάς Καλαμών της περιοχής μας».
Η δική μου απάντηση είναι ότι πριν από την Πολιτεία, υπάρχετε εσείς οι ίδιοι. Θα συμφωνήσω ότι μία σωστή Πολιτεία πρέπει να στηρίζει τους παραγωγούς, αλλά, αν δεν το κάνει, πρέπει οι ίδιοι οι παραγωγοί να κινητοποιηθούν μόνοι τους.
Ας ξεκινήσουν, για παράδειγμα, 100 παραγωγοί και ας πάρουν από 20.000 € δάνειο ο καθένας, με εγγύηση τις μελλοντικές επιδοτήσεις τους. Για πενταετή αποπληρωμή του δανείου, θα χρειάζονται χοντρικά 4.000 € ετησίως. Θα κάνουν λοιπόν τον προϋπολογισμό τους μη υπολογίζοντας αυτό το ποσό. Αν τα εισοδήματά τους δεν επαρκούν για τέτοια ετήσια εξοικονόμηση, τότε θα πάρουν αναλόγως μικρότερο δάνειο.
Τα πέντε πρώτα χρόνια θα είναι δύσκολα. Όμως, με τον τρόπο αυτό θα έχουν δημιουργήσει από τον πρώτο κιόλας χρόνο ένα κεφάλαιο 2.000.000 €, το οποίο, αφενός θα αποφέρει κάποιο κέρδος με μία συνετή επενδυτική διαχείριση, αφετέρου δε θα λειτουργεί σαν μία βέβαιη εξασφάλιση για απρόβλεπτες καταστροφές, καθώς κάθε ένας που χάνει το εισόδημα της χρονιάς λόγω μίας φυσικής ή άλλης καταστροφής, αντί να περιμένει τον ΕΛΓΑ, θα αντλεί από το δικό του «λογαριασμό» όσα χρειάζεται για να ζήσει, δεσμευόμενος φυσικά να αντικαταστήσει τα επόμενα χρόνια αυτά που χρησιμοποίησε.
Ως προς τον δεύτερο κανόνα, δηλαδή τη συνεργατική δράση, επειδή οι μικροί παραγωγοί δεν μπορούν να προσεγγίσουν μεγαλύτερες αγορές, πρέπει να συνενώσουν τις δυνάμεις τους, είτε σε ομοειδείς ομάδες, είτε σε ομάδες διαφορετικών προϊόντων, που όμως μπορούν να καλύψουν μία ευρύτερη γκάμα απαιτήσεων ενός π.χ. μεγάλου πελάτη. Και αυτή η κίνηση μπορεί να γίνει καλύτερα στα πλαίσια ενός συνεταιρισμού.
Στο Συνεταιρισμό Μεσολογγίου – Ναυπακτίας, όταν προσεγγίσαμε κάποιους εμπόρους στη Γερμανία για την προώθηση της ελιάς, το πρώτο πράγμα που ρώτησαν ήταν τι άλλα προϊόντα μπορούμε να τους προμηθεύσουμε. Και επειδή ο Συνεταιρισμός διακινούσε μόνο τις ελιές, κάναμε μία κίνηση προς μικρούς παραγωγούς της περιοχής με διαφορετικά προϊόντα (αυγοτάραχο, κρασί, μαρμελάδα, μέλι, κάστανα, κλπ.) και τους ρωτήσαμε αν θέλουν να προωθούμε και τα δικά τους προϊόντα, μαζί με τις δικές μας τις ελιές. Και βέβαια, οι παραγωγοί δέχτηκαν με χαρά, διότι αυτό τους εξασφάλιζε μεγαλύτερες  πωλήσεις, χωρίς καμία ουσιαστική επιβάρυνση (ο Συνεταιρισμός δεν θα έπαιρνε «προμήθεια», διότι ο σκοπός του δεν ήταν κάποιο εμπορικό κέρδος αλλά η προώθηση των συμφερόντων των παραγωγών, είτε ήταν μέλη του, είτε όχι).  
Τέλος, ως προς την τρίτη αρχή, δηλαδή της σωστής προσαρμογής στο ευρύτερο οικονομικό περιβάλλον και τις συνεχώς μεταβαλλόμενες συνθήκες μίας παγκόσμιας αγοράς, επειδή ακριβώς αυτό το οικονομικό περιβάλλον ενέχει μεγάλες αβεβαιότητες και ρίσκα, πρέπει αντίστοιχα και η αγροτική παραγωγή να μη περιορίζεται κατά το δυνατόν σε μία μόνο καλλιέργεια, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση («σημαντικό ποσοστό του αγροτικού πληθυσμού της περιοχής μας στηρίζεται στην Ελιά Καλαμών αποκλειστικά»), αλλά να επεκταθεί και σε άλλες καλλιέργειες ή δραστηριότητες, που θα λειτουργούν συμπληρωματικά και εξισορροπητικά, ώστε να καλύπτουν σε κάποιο βαθμό τις ατυχείς εξελίξεις σε ένα τομέα.
Δεν ξέρω αν το παράδειγμα που θα αναφέρω είναι ατυχές ή όχι, αλλά συζητώντας με ένα φίλο που έχει μελίσσια, μου είπε ότι η δραστηριότητα αυτή δεν απαιτεί μεγάλη επένδυση, ούτε πολύ εργασία, και μπορεί να προσφέρει ένα συμπληρωματικό εισόδημα σε κάποιον, όχι μάλιστα κατ’ ανάγκη αγρότη. Εκείνο λοιπόν που σκέφθηκα είναι, γιατί οι ελαιοπαραγωγοί που «στηρίζονται αποκλειστικά στις ελιές» να μην έχουν και 100 μελίσσια που μπορεί να τους αποφέρουν, ας πούμε, 5.000 € εισόδημα, αυτό δηλαδή που είπαμε στο προηγούμενο παράδειγμα ότι απαιτείται για τη δημιουργία του «Κεφαλαίου Έκτακτης Ανάγκης».
Τελειώνοντας, και μια και μιλήσαμε για συνεταιρισμούς, καλό είναι να ανατρέξει κάποιος σε ένα παγκοσμίως γνωστό παράδειγμα, τους συνεταιριστές της Μοντραγκόν, στη χώρα των Βάσκων. Είμαι βέβαιος ότι θα διδαχθεί πολλά, μαζί φυσικά και με τα διδάγματα των τελευταίων κρίσεων. Καλή η «ιδιωτική πρωτοβουλία», καλά τα παραδείγματα των επιτυχημένων επιχειρηματιών, αλλά οι καιροί και οι κρίσεις απαιτούν μία άλλη τακτική πλέον.

   

Δεν υπάρχουν σχόλια: