Τότε που η Ελλάδα ήταν έρμαιο της γεωστρατηγικής των Μεγάλων Δυνάμεων, η πολιτική των Ιταλών που ήρθαν στη Ρόδο αν και δεν ήταν η πρώτη τους προτίμηση, έχει μεγάλη σημασία για να πέσει φως σε σελίδες της ιστορίας που διαμορφώνουν μέχρι σήμερα το σκηνικό.
Ο Νίκος Φαρμακίδης, είναι ο ερευνητής που δεν έχει διαβάσει μόνο τα αρχεία από την Ιταλική περίοδο, αλλά μερικές χιλιάδες έγγραφα και το άρωμα αυτής της ανάγνωσης και βαθιάς γνώσης, καταθέτει σήμερα. Είναι η πρώτη προσέγγιση και θα ακολουθήσει η επόμενη ώστε να μάθουμε τα «πώς» και τα «γιατί» που έχουν τεθεί εκ νέου το τελευταίο διάστημα στο τραπέζι της διεθνούς πολιτικής σκηνής.
Ζούμε σε μια εποχή η οποία παρότι δεν είναι διαφορετική από εκείνη δεν μπορούμε να καταλάβουμε εκείνη, μου λέει. Έχουμε μια Ελλάδα που δημιουργείται το 1830 και μια Ιταλία που δημιουργείται το 1860. Η Ιταλία ωστόσο θέλει να αναλάβει ρόλο μεγάλης παγκόσμιας δύναμης.
Χάρτης απόβασης των ιταλών στη Ρόδο
Γιατί επέλεξαν να καταλάβουν τη Ρόδο και τα Δωδεκάνησα, ποιος ήταν ο στόχος τους;
Ήρθανε στη Δωδεκάνησο από «λάθος». Ήθελαν ως υπερδύναμη να δημιουργήσουν αποικίες. Εκείνη την περίοδο είχαμε την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και δίπλα τους, απέναντι στην Ιταλία, υπήρχε η Λιβύη την οποία πήγαν να πάρουν ώστε να αποκτήσουν την πρώτη τους αποικία. Πήγαν, αλλά δεν τα κατάφεραν γιατί οι Τούρκοι που την κατείχαν και οι ντόπιοι, αντιστάθηκαν. Για αντιπερισπασμό στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, θέλησαν να βομβαρδίσουν τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου: Xίο, Σάμο και άλλα. Όμως, οι Ιταλοί την περίοδο εκείνη ήταν σύμμαχοι με την Αυστρία και τη Γερμανία και οι χώρες αυτές δεν ήθελαν κάτι τέτοιο. Έτσι, κατέληξαν σε μια συμφωνία: να καταλάβει η Ιταλία τη Ρόδο και την Κάρπαθο για να χρησιμοποιήσει τα νησιά αυτά ως βάση της, η οποία θα αποτρέπει τους Τούρκους από το να τροφοδοτούν τη Λιβύη.
Ήρθανε στη Δωδεκάνησο από «λάθος». Ήθελαν ως υπερδύναμη να δημιουργήσουν αποικίες. Εκείνη την περίοδο είχαμε την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και δίπλα τους, απέναντι στην Ιταλία, υπήρχε η Λιβύη την οποία πήγαν να πάρουν ώστε να αποκτήσουν την πρώτη τους αποικία. Πήγαν, αλλά δεν τα κατάφεραν γιατί οι Τούρκοι που την κατείχαν και οι ντόπιοι, αντιστάθηκαν. Για αντιπερισπασμό στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, θέλησαν να βομβαρδίσουν τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου: Xίο, Σάμο και άλλα. Όμως, οι Ιταλοί την περίοδο εκείνη ήταν σύμμαχοι με την Αυστρία και τη Γερμανία και οι χώρες αυτές δεν ήθελαν κάτι τέτοιο. Έτσι, κατέληξαν σε μια συμφωνία: να καταλάβει η Ιταλία τη Ρόδο και την Κάρπαθο για να χρησιμοποιήσει τα νησιά αυτά ως βάση της, η οποία θα αποτρέπει τους Τούρκους από το να τροφοδοτούν τη Λιβύη.
Δηλαδή, η Λιβύη ήταν ο αρχικός στόχος, κι όχι εμείς! Ωστόσο προχώρησαν στην κατάληψη των νησιών. Πώς το κατάφεραν;
Οι Ιταλοί, δεν ήξεραν καν τι σημαίνει Ρόδος και Κάρπαθος. Γενικά θεωρούσαν ότι ήταν νησιά οχυρωμένα από τους Τούρκους και επομένως έπρεπε να κάνουν πόλεμο για να τα κατακτήσουν. Ξεκίνησαν από την Αστυπάλαια η οποία ήταν πιο μικρή και απομακρυσμένη από τον κορμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Την κατέλαβαν όχι μόνο χωρίς να κάνουν πόλεμο, αλλά οι ντόπιοι τους υποδέχτηκαν με δοξολογίες! Μετά απ’ αυτή την εξέλιξη, οι Ιταλοί έμαθαν ότι κάπως έτσι θα τους υποδέχονταν και τα υπόλοιπα νησιά της Δωδεκανήσου, πλην ίσως της Ρόδου στην οποία υπήρχαν μερικές χιλιάδες στρατιώτες, Ροδίτες και Τούρκοι. Δεν είχαν ούτε έναν χάρτη της Ρόδου. Αποφασίζουν να κάνουν την απόβαση στον όρμο της Καλλιθέας, μακριά δηλαδή από την πόλη. Βγαίνοντας, κι εδώ οι Καλυθενοί τους υποδέχτηκαν με δοξολογίες. Αυτό συνέβαινε γιατί οι ντόπιοι τότε ήταν πολύ φοβισμένοι από την Οθωμανική Αυτοκρατορία και θεωρούσαν ότι οι Ιταλοί είχαν έρθει ως ελευθερωτές. Στη Ρόδο λοιπόν απέναντί τους τελικά στάθηκαν μόνο 2.000 -3.000 Οθωμανοί στρατιώτες. Οι Οθωμανοί, λόγω του εύρους της στρατιωτικής παρέμβασης των Ιταλών στην πραγματικότητα κρύφτηκαν στην Ψίνθο και δόθηκε εκεί μία μικρή μάχη. Αυτή ήταν η κατάληψη της Ρόδου που είχε διάρκεια μόλις τρεις με τέσσερις μέρες. Ο Ιταλός στρατιωτικός διοικητής Αμέλιο, μπήκε θριαμβευτής στη Ρόδο από την πύλη Κοσκινού, όπως λεγόταν η «Κόκκινη Πόρτα». Από την ίδια πύλη δηλαδή που μπήκε ο Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής όταν κατέλαβε τη Ρόδο και μετά την έκλεισε για να μην μπει άλλος κατακτητής. Η κατάληψη των άλλων νησιών έγινε με τον ίδιο τρόπο.
Οι Ιταλοί, δεν ήξεραν καν τι σημαίνει Ρόδος και Κάρπαθος. Γενικά θεωρούσαν ότι ήταν νησιά οχυρωμένα από τους Τούρκους και επομένως έπρεπε να κάνουν πόλεμο για να τα κατακτήσουν. Ξεκίνησαν από την Αστυπάλαια η οποία ήταν πιο μικρή και απομακρυσμένη από τον κορμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Την κατέλαβαν όχι μόνο χωρίς να κάνουν πόλεμο, αλλά οι ντόπιοι τους υποδέχτηκαν με δοξολογίες! Μετά απ’ αυτή την εξέλιξη, οι Ιταλοί έμαθαν ότι κάπως έτσι θα τους υποδέχονταν και τα υπόλοιπα νησιά της Δωδεκανήσου, πλην ίσως της Ρόδου στην οποία υπήρχαν μερικές χιλιάδες στρατιώτες, Ροδίτες και Τούρκοι. Δεν είχαν ούτε έναν χάρτη της Ρόδου. Αποφασίζουν να κάνουν την απόβαση στον όρμο της Καλλιθέας, μακριά δηλαδή από την πόλη. Βγαίνοντας, κι εδώ οι Καλυθενοί τους υποδέχτηκαν με δοξολογίες. Αυτό συνέβαινε γιατί οι ντόπιοι τότε ήταν πολύ φοβισμένοι από την Οθωμανική Αυτοκρατορία και θεωρούσαν ότι οι Ιταλοί είχαν έρθει ως ελευθερωτές. Στη Ρόδο λοιπόν απέναντί τους τελικά στάθηκαν μόνο 2.000 -3.000 Οθωμανοί στρατιώτες. Οι Οθωμανοί, λόγω του εύρους της στρατιωτικής παρέμβασης των Ιταλών στην πραγματικότητα κρύφτηκαν στην Ψίνθο και δόθηκε εκεί μία μικρή μάχη. Αυτή ήταν η κατάληψη της Ρόδου που είχε διάρκεια μόλις τρεις με τέσσερις μέρες. Ο Ιταλός στρατιωτικός διοικητής Αμέλιο, μπήκε θριαμβευτής στη Ρόδο από την πύλη Κοσκινού, όπως λεγόταν η «Κόκκινη Πόρτα». Από την ίδια πύλη δηλαδή που μπήκε ο Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής όταν κατέλαβε τη Ρόδο και μετά την έκλεισε για να μην μπει άλλος κατακτητής. Η κατάληψη των άλλων νησιών έγινε με τον ίδιο τρόπο.
Εκείνη την περίοδο πώς ήταν η Ρόδος και η πόλη της; Σε τι κατάσταση τη βρήκαν οι Ιταλοί;
Η πόλη της Ρόδου τότε ήταν μια εγκαταλελειμμένη, ανατολίτικου τύπου πόλη, με κατοίκους Οθωμανούς, Εβραίους και κάποιους Έλληνες, στα Μαράσια.
Το γενικό πλαίσιο ποιο ήταν, τι συνέβαινε στον υπόλοιπο κόσμο, και τι ρόλο έπαιζαν οι Ιταλοί σ’ αυτό;
Αμέσως μετά το 1914-15, ξεκίνησε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος όπου οι Ιταλοί εγκαταλείπουν τους συμμάχους τους Αυστριακούς και Γερμανούς και ενώνουν τις δυνάμεις τους με αυτές της Αντάντ που την αποτελούσαν Άγγλοι, Γάλλοι Ρώσοι και αργότερα το 1917 οι ΗΠΑ. Σε αντάλλαγμα για την ένταξή τους στην Αντάντ, οι Εγγλέζοι υπόσχονται στην Ιταλία τη Νοτιοδυτική Μικρά Ασία που είναι η Καρία, η Λυκία και γενικά οι περιοχές από τη Σμύρνη και κάτω, δηλαδή μεταξύ Κύπρου και Καστελορίζου.
Η πόλη της Ρόδου τότε ήταν μια εγκαταλελειμμένη, ανατολίτικου τύπου πόλη, με κατοίκους Οθωμανούς, Εβραίους και κάποιους Έλληνες, στα Μαράσια.
Το γενικό πλαίσιο ποιο ήταν, τι συνέβαινε στον υπόλοιπο κόσμο, και τι ρόλο έπαιζαν οι Ιταλοί σ’ αυτό;
Αμέσως μετά το 1914-15, ξεκίνησε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος όπου οι Ιταλοί εγκαταλείπουν τους συμμάχους τους Αυστριακούς και Γερμανούς και ενώνουν τις δυνάμεις τους με αυτές της Αντάντ που την αποτελούσαν Άγγλοι, Γάλλοι Ρώσοι και αργότερα το 1917 οι ΗΠΑ. Σε αντάλλαγμα για την ένταξή τους στην Αντάντ, οι Εγγλέζοι υπόσχονται στην Ιταλία τη Νοτιοδυτική Μικρά Ασία που είναι η Καρία, η Λυκία και γενικά οι περιοχές από τη Σμύρνη και κάτω, δηλαδή μεταξύ Κύπρου και Καστελορίζου.
Παραχωρήσεις στην Ιταλία
Ήταν τότε δηλαδή που μοιράζονταν τα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής, είχε κατακτήσει τον τότε μισό γνωστό κόσμο!
Μοίραζαν μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα οπότε και σταμάτησαν το μοίρασμα αφού ο Κεμάλ Αττατούρκ, κατάφερε να τα βρει με τους Ευρωπαίους. Έτσι αναβλήθηκε η επόμενη μοιρασιά και τα υπόλοιπά της είναι που διεκδικούν μέχρι σήμερα οι Μεγάλες Δυνάμεις και αντιστέκονται οι Τούρκοι (Κουρδικό κράτος, Αρμενία, Συρία). Άρα λοιπόν οι Ιταλοί, σκέφτονται ότι η Δωδεκάνησος θα μπορούσε να παίξει πολλαπλό ρόλο για τη διείσδυσή τους στην Ανατολία (Μικρά Ασία). Σκέφτηκαν, σε αντίθεση και σε αντιπαράθεση με τις άλλες Μεγάλες Δυνάμεις, να κάνουν μια πολιτική και πολιτισμική διείσδυση και όχι μόνο δια τον όχλο. Σκέφτηκαν ότι θα μπορούσαν να χρησιμοποιούν γενικότερα τους Δωδεκανήσιους για να διεισδύσουν, κυρίως εμπορικά στην Ανατολή γιατί μέχρι εκείνη τη στιγμή ήταν οι Έλληνες που είχαν ένα μεγάλο κομμάτι αυτού του εμπορίου. Έβλεπαν λοιπόν ότι για να διεισδύσουν στην Ανατολή, η Ρόδος ήταν το μέσον για να μπορούν να είναι φιλικοί προς τον κόσμο, με δεδομένο ότι στη Λιβύη φάγανε τα μούτρα τους, πηγαίνοντας με το άγριο.
Η διείσδυση στην οποία αναφέρεστε, πώς επετεύχθη στη Ρόδο;
Στη Ρόδο βρήκαν από κάτι να πιαστούν. Βρήκαν την Παλιά Πόλη, την οποία ανέδειξαν ως Μεσαιωνική Πόλη), η οποία κατ’ επέκταση τους έδινε το δικαίωμα να θεωρούν εαυτούς ως κληρονόμους αυτής της πόλης. Προσπάθησαν λοιπόν να την οικειοποιηθούν. Και θέλησαν να δημιουργήσουν μία μάζα ανθρώπων που μ’ αυτούς θα μπορούσαν να κάνουν τη διείσδυση στην Ανατολή. Αυτοί έρεπε να είναι ένα ανάμεικτο εθνοτικά σύνολο, δηλαδή (Ιταλοί, Έλληνες, Εβραίοι και Μουσουλμάνοι) οι οποίοι είχαν ως βάση την κοινωνία της Ρόδου που είχε τους δικούς της νόμους και κανόνες και παρόλο που συνυπήρχαν ειρηνικά ο καθένας διατηρούσε τις παραδόσεις του, την καθημερινότητα και τη γλώσσα του. Η Ομάδα όμως που είχαν σκοπό να δημιουργήσουν, θα έπρεπε να αποτελείται από φανατικούς δηλαδή ανθρώπους που θα είχαν προσχωρήσει στα ιδεώδη των Ιταλών. Ταυτόχρονα η Ιταλική Διοίκηση άρχισε να κυνηγά, με διάφορα μέσα, όσους ήταν αντίθετοι με την Ιταλική λογική. Στη Δωδεκάνησο υπήρχαν δύο υπηκοότητες: η λεγόμενη «μεγάλη» και η «μικρή». Τη «μικρή» την είχαν όλοι οι κάτοικοι της Δωδεκανήσου που δεν είχαν κάποιες υποχρεώσεις απέναντι στο Ιταλικό κράτος (στρατιωτική θητεία). Για παράδειγμα, δεν πήγαιναν φαντάροι τότε οι Δωδεκανήσιοι, αλλά μόνο όσοι είχαν τη «μεγάλη» υπηκοότητα. Παρόλα αυτά οι Ιταλοί για πολλούς λόγους, δεν κατάφεραν τελικά να δημιουργήσουν την Ομάδα αυτή. Ένας από τους λόγους ήταν και οι ρατσιστικοί νόμοι της Ιταλίας του 1936. Η Ρόδος, την πρώτη περίοδο των Ιταλών 1912-23 είχε κυρίως στρατιωτικούς διοικητές γιατί ήταν μία περιοχή υπό κατοχή.
Στη Ρόδο βρήκαν από κάτι να πιαστούν. Βρήκαν την Παλιά Πόλη, την οποία ανέδειξαν ως Μεσαιωνική Πόλη), η οποία κατ’ επέκταση τους έδινε το δικαίωμα να θεωρούν εαυτούς ως κληρονόμους αυτής της πόλης. Προσπάθησαν λοιπόν να την οικειοποιηθούν. Και θέλησαν να δημιουργήσουν μία μάζα ανθρώπων που μ’ αυτούς θα μπορούσαν να κάνουν τη διείσδυση στην Ανατολή. Αυτοί έρεπε να είναι ένα ανάμεικτο εθνοτικά σύνολο, δηλαδή (Ιταλοί, Έλληνες, Εβραίοι και Μουσουλμάνοι) οι οποίοι είχαν ως βάση την κοινωνία της Ρόδου που είχε τους δικούς της νόμους και κανόνες και παρόλο που συνυπήρχαν ειρηνικά ο καθένας διατηρούσε τις παραδόσεις του, την καθημερινότητα και τη γλώσσα του. Η Ομάδα όμως που είχαν σκοπό να δημιουργήσουν, θα έπρεπε να αποτελείται από φανατικούς δηλαδή ανθρώπους που θα είχαν προσχωρήσει στα ιδεώδη των Ιταλών. Ταυτόχρονα η Ιταλική Διοίκηση άρχισε να κυνηγά, με διάφορα μέσα, όσους ήταν αντίθετοι με την Ιταλική λογική. Στη Δωδεκάνησο υπήρχαν δύο υπηκοότητες: η λεγόμενη «μεγάλη» και η «μικρή». Τη «μικρή» την είχαν όλοι οι κάτοικοι της Δωδεκανήσου που δεν είχαν κάποιες υποχρεώσεις απέναντι στο Ιταλικό κράτος (στρατιωτική θητεία). Για παράδειγμα, δεν πήγαιναν φαντάροι τότε οι Δωδεκανήσιοι, αλλά μόνο όσοι είχαν τη «μεγάλη» υπηκοότητα. Παρόλα αυτά οι Ιταλοί για πολλούς λόγους, δεν κατάφεραν τελικά να δημιουργήσουν την Ομάδα αυτή. Ένας από τους λόγους ήταν και οι ρατσιστικοί νόμοι της Ιταλίας του 1936. Η Ρόδος, την πρώτη περίοδο των Ιταλών 1912-23 είχε κυρίως στρατιωτικούς διοικητές γιατί ήταν μία περιοχή υπό κατοχή.
Πότε είπε ο Μουσολίνι «τη Δωδεκάνησο τη θέλω εγώ»;
Με τις Συνθήκες που υπογράφηκαν, η Δωδεκάνησος αποδίδεται στην Ιταλία (Μικρασιατική Καταστροφή και άλλα), κι αυτό οδήγησε σε μία νέα κατάσταση η οποία ήταν βασική επιδίωξη του Μουσολίνι, σε αντίθεση με τους προηγούμενους πολιτικούς της Ιταλίας οι οποίοι είχαν υπογράψει τη συμφωνία με την Ελλάδα, με πρωθυπουργό τότε τον Ελευθέριο Βενιζέλο, για να γίνει δημοψήφισμα στη Δωδεκάνησο, για το πού θα πήγαινε τελικά η Δωδεκάνησος. Ήταν η συμφωνία Βενιζέλου-Τιττόνι (Υπουργού Εξωτερικών της Ιταλίας) που υπεγράφη στις 29 Ιουλίου 1919. Ο Μουσολίνι λοιπόν καταφέρνει και την παίρνει, με κύριο διαπραγματευτή το Μάριο Λάγκο, διπλωμάτη του Υπουργείου Εξωτερικών της Ιταλίας, τον οποίο έστειλε και ως διοικητή για να εφαρμόσει συγκεκριμένη πολιτική. Ο Μάριο Λάγκο, ήρθε στις 16 Νοεμβρίου 1922 και διοίκησε έως τις 2 Δεκεμβρίου 1936, οπότε εφαρμόζεται για πρώτη φορά η πολιτική των Ιταλών, με συγκεκριμένες δράσεις.
Με τις Συνθήκες που υπογράφηκαν, η Δωδεκάνησος αποδίδεται στην Ιταλία (Μικρασιατική Καταστροφή και άλλα), κι αυτό οδήγησε σε μία νέα κατάσταση η οποία ήταν βασική επιδίωξη του Μουσολίνι, σε αντίθεση με τους προηγούμενους πολιτικούς της Ιταλίας οι οποίοι είχαν υπογράψει τη συμφωνία με την Ελλάδα, με πρωθυπουργό τότε τον Ελευθέριο Βενιζέλο, για να γίνει δημοψήφισμα στη Δωδεκάνησο, για το πού θα πήγαινε τελικά η Δωδεκάνησος. Ήταν η συμφωνία Βενιζέλου-Τιττόνι (Υπουργού Εξωτερικών της Ιταλίας) που υπεγράφη στις 29 Ιουλίου 1919. Ο Μουσολίνι λοιπόν καταφέρνει και την παίρνει, με κύριο διαπραγματευτή το Μάριο Λάγκο, διπλωμάτη του Υπουργείου Εξωτερικών της Ιταλίας, τον οποίο έστειλε και ως διοικητή για να εφαρμόσει συγκεκριμένη πολιτική. Ο Μάριο Λάγκο, ήρθε στις 16 Νοεμβρίου 1922 και διοίκησε έως τις 2 Δεκεμβρίου 1936, οπότε εφαρμόζεται για πρώτη φορά η πολιτική των Ιταλών, με συγκεκριμένες δράσεις.
Πώς θα χαρακτηρίζατε εσείς την περίοδο της διοίκησης, από το Μάριο Λάγκο;
Η περίοδος του Μάριο Λάγκο, χαρακτηρίζεται από την ήπια προσέγγιση, μ ε βασικό μέλημα την πειθώ. Βέβαια, χρησιμοποιήθηκαν εργαλεία που δεν φαίνονταν με την πρώτη ματιά, αλλά λειτούργησαν και η διείσδυσή τους φαίνεται μέχρι σήμερα: αυτονομία στην οικονομική διαχείριση των νησιών, μεταφορά εποίκων από την Ιταλία σε τέσσερα χωριά της Ρόδου και ένα της Κω και πολλά άλλα.
Η περίοδος του Μάριο Λάγκο, χαρακτηρίζεται από την ήπια προσέγγιση, μ ε βασικό μέλημα την πειθώ. Βέβαια, χρησιμοποιήθηκαν εργαλεία που δεν φαίνονταν με την πρώτη ματιά, αλλά λειτούργησαν και η διείσδυσή τους φαίνεται μέχρι σήμερα: αυτονομία στην οικονομική διαχείριση των νησιών, μεταφορά εποίκων από την Ιταλία σε τέσσερα χωριά της Ρόδου και ένα της Κω και πολλά άλλα.
Ποια ήταν τα Ιταλικά χωριά στη Ρόδο και ποιοι τα κατοικούσαν;
Στη Ρόδο τα χωριά ήταν τα εξής: To 1935-6 το Κάμπο Κιάρο (Ελεούσα), το 1938 το Σαν Μπενεδέτο (Κολύμπια), το 1929 το Πεβεράνιo (Καλαμώνας), το 1936 το Σαν Πάολο (Κατταβιά) και στην Κω το Λινοπότι που μέχρι σήμερα έχει το ίδιο όνομα. Έφεραν από την Ιταλία να τα κατοικήσουν Ιταλοί από φτωχές περιοχές οι οποίοι είχαν πολιτικά φρονήματα που δεν συμφωνούσαν με το φασιστικό πολιτικό καθεστώς. Τα Ιταλικά χωριά, ήταν στην πραγματικότητα εταιρείες (με τη συμμετοχή της Ιταλικής διοίκησης) αγροτικών προϊόντων διαφόρων ειδών. Για να στηρίξουν τους εποίκους δημιούργησαν και γεωργικούς πειραματικούς σταθμούς όπως στο Παραδείσι (Βιλανόβα), αλλά και στο σημερινό Φυτώριο. Μεταξύ πολλών ακόμα προχώρησαν σε έρευνες για παράδειγμα για λιγνίτη, φέρνοντας στη Ρόδο αυτόν που στη συνέχεια και επιστρέφοντας στην Ιταλία, έγινε ο πιο εξειδικευμένος στην έρευνα υδρογονανθράκων. Ο Μάριο Λάγκο ήθελε να κάνει κι ένα μεγάλο πανεπιστημιακό νοσοκομείο που θα αναλάμβανε όλους τους ασθενείς που είχαν συγκεκριμένα προβλήματα από την Ανατολική Μεσόγειο. Το έφτιαξαν δίπλα σ’ ένα παλιό τούρκικο που υπήρχε, απαλλοτριώνοντας όλες τις εκτάσεις. Κι έτσι δημιουργήθηκε το παλιό νοσοκομείο της Ρόδου, στην οδό Παπαλουκά.
Στη Ρόδο τα χωριά ήταν τα εξής: To 1935-6 το Κάμπο Κιάρο (Ελεούσα), το 1938 το Σαν Μπενεδέτο (Κολύμπια), το 1929 το Πεβεράνιo (Καλαμώνας), το 1936 το Σαν Πάολο (Κατταβιά) και στην Κω το Λινοπότι που μέχρι σήμερα έχει το ίδιο όνομα. Έφεραν από την Ιταλία να τα κατοικήσουν Ιταλοί από φτωχές περιοχές οι οποίοι είχαν πολιτικά φρονήματα που δεν συμφωνούσαν με το φασιστικό πολιτικό καθεστώς. Τα Ιταλικά χωριά, ήταν στην πραγματικότητα εταιρείες (με τη συμμετοχή της Ιταλικής διοίκησης) αγροτικών προϊόντων διαφόρων ειδών. Για να στηρίξουν τους εποίκους δημιούργησαν και γεωργικούς πειραματικούς σταθμούς όπως στο Παραδείσι (Βιλανόβα), αλλά και στο σημερινό Φυτώριο. Μεταξύ πολλών ακόμα προχώρησαν σε έρευνες για παράδειγμα για λιγνίτη, φέρνοντας στη Ρόδο αυτόν που στη συνέχεια και επιστρέφοντας στην Ιταλία, έγινε ο πιο εξειδικευμένος στην έρευνα υδρογονανθράκων. Ο Μάριο Λάγκο ήθελε να κάνει κι ένα μεγάλο πανεπιστημιακό νοσοκομείο που θα αναλάμβανε όλους τους ασθενείς που είχαν συγκεκριμένα προβλήματα από την Ανατολική Μεσόγειο. Το έφτιαξαν δίπλα σ’ ένα παλιό τούρκικο που υπήρχε, απαλλοτριώνοντας όλες τις εκτάσεις. Κι έτσι δημιουργήθηκε το παλιό νοσοκομείο της Ρόδου, στην οδό Παπαλουκά.
Και μετά άλλαξαν όλα στην Ιταλία που έστειλε ως νέο διοικητή, τον Ντε Βέκκι!
Το 1936 η Ιταλία καταλαμβάνει την Αβησσυνία και αυτοανακηρύσσεται «Αυτοκρατορία». Το Δεκέμβρη του ίδιου έτους έρχεται ο Ντε Βέκκι, για να εφαρμόσει μία τελείως διαφορετική πολιτική που είναι η επιβολή όλων των δογμάτων της Ιταλικής Πολιτικής, κάτι που είχε πολλές επιπτώσεις σε διάφορα πεδία (αρχιτεκτονική κτηρίων, παιδεία, διοίκηση και άλλα). Η Δωδεκάνησος, άρχισε να γίνεται πια και στρατιωτικό κέντρο της περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου, με βασικό κέντρο τη Λέρο. Επί Ντε Βέκκι έγινε και το Κέντρο Φασισμού, (σημερινό Δημαρχείο).
Το 1936 η Ιταλία καταλαμβάνει την Αβησσυνία και αυτοανακηρύσσεται «Αυτοκρατορία». Το Δεκέμβρη του ίδιου έτους έρχεται ο Ντε Βέκκι, για να εφαρμόσει μία τελείως διαφορετική πολιτική που είναι η επιβολή όλων των δογμάτων της Ιταλικής Πολιτικής, κάτι που είχε πολλές επιπτώσεις σε διάφορα πεδία (αρχιτεκτονική κτηρίων, παιδεία, διοίκηση και άλλα). Η Δωδεκάνησος, άρχισε να γίνεται πια και στρατιωτικό κέντρο της περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου, με βασικό κέντρο τη Λέρο. Επί Ντε Βέκκι έγινε και το Κέντρο Φασισμού, (σημερινό Δημαρχείο).
Αυτό είναι το πλαίσιο κι αυτή είναι η πολιτική, με την οποία οι Ιταλοί δημιούργησαν μία Ιταλική πόλη όπως είναι αυτή της Ρόδου, για την οποία θα μιλήσουμε τις επόμενες μέρες.
Το ιταλικό χωριό S Benedetto, τα σημερινά Κολύμπια
Ο διοικητής AMELIO
Ο Νίκος Φαρμακίδης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου