Ένα ακόμα έργο των Σακελλάριου-Γιαννακόπούλου μεταφέρθηκε στο σινεμά τη χρυσή εποχή του ελληνικού κινηματογράφου και έμεινε στην ιστορία.
«Η Ρένα εξώκειλε» όπως ήταν ο πρωτότυπος τίτλος γράφτηκε για το θίασο του Βασίλη Λογοθετίδη, ωστόσο ο ίδιος δεν συμμετείχε στην κινηματογραφική μεταφορά γιατί απεβίωσε νωρίτερα. Τη θέση του πήρε ο Νίκος Σταυρίδης, ενώ της Λιβυκού η Μάρθα Καραγιάννη. Στον ρόλο της νεαρής υπηρέτριας εμφανίζεται η Μάρθα Βούρτση, λίγα χρόνια πριν χαρακτηριστεί η βασίλισσα του μελό.
Η υπόθεση αφορά στον Ορέστη έναν πλούσιος κύριος, που ζηλεύει παθολογικά τη νεαρή όμορφη γυναίκα του και υποπτεύεται πως κάποιοι περίεργοι μουστακαλήδες παραμονεύουν έξω από το σπίτι του γι’ αυτήν. Από την άλλη, η υπηρέτρια του, Τούλα, διατηρεί κρυφό δεσμό με έναν μουστακαλή ταξιτζή.
Κάποια στιγμή η υπηρέτρια, ο ταξιτζής, ο ζηλιάρης σύζυγος, μια γειτόνισσα που έχει δανειστεί από τη γυναίκα του Ορέστη τα ρούχα της, και ο αρραβωνιαστικός της γειτόνισσας βρίσκονται σε ένα καφενείο έξω από την Αθήνα. Από εκείνη τη στιγμή αρχίζει να ξετυλίγεται ένα κουβάρι παρεξηγήσεων, που μόνο ο ίδιος ο Ορέστης μπορεί να ξεδιαλύνει.
Παρόλο που η ταινία είχε έξυπνο σενάριο και ,μεγάλες προσωπικότητες του εγχώριου σινεμά δεν έτυχε την ανταπόκριση που αναμενόταν. «Τα κίτρινα γάντια» έκοψαν μόνο 27.787 στην πρώτη προβολή του.
Σίγουρα από την ταινία αξέχαστος έχει μείνει ο Γιάννης Γκιωνάκης και ο θρυλικός διάλογος του με τον Νίκο Σταυρίδη. Η ατάκα «Άχου και δεν με νοιάζει» αλλά και το «Πορτοκαλάδα, από πορτοκάλια;» χρησιμοποιούνται ακόμα και σήμερα.
Ο Γκιωνάκης στον μικρό ρόλο του Γιάννη Μπρίλη δίνει τις καλύτερες απαντήσεις και σύμφωνα με πληροφορίες ο ηθοποιός μιμήθηκε έναν χαζούλη τύπο που κυκλοφορούσε τότε στα καμαρίνια των ηθοποιών.