Δευτέρα 18 Μαΐου 2015

Η Μεγαλη Χίμαιρα: Φωκική ανάπτυξη στην προοπτική της ρήξης


του Ηλία Τσίγκα

"Η συμφωνία με τους δανειστές πρέπει να κλείσει. Αυτό είναι προφανές" ήταν το κεντρικό συμπέρασμα της χθεσινής ομιλίας του Αλέξη Τσίπρα στο συνέδριο του Economist, προοικονομώντας για άλλη μια φορά την επιλογή της "έντιμης συμφωνίας" (ή "έντιμης υποχώρησης κατ' άλλους). Την ίδια ώρα οι θιασώτες της στρατηγικής της ρήξης στο εσωτερικό του μείζονος κυβερνητικού εταίρου επιμένουν στην αναγκαιότητα της απόρριψης του περιεχομένου της συμφωνίας με ευρωπαίους και Δ.Ν.Τ και οργανώνονται με κύριο άξονα έκφρασης την Πρόεδρο της Βουλής, Ζωή Κωνσταντοπούλου, προβάλλοντας τα οφέλη που θα έχει σε βάθος χρόνου η απεμπλοκή της χώρας από τη νομισματική ένωση και τον αστερισμό του "σκληρού" νομίσματος.
 
Για το όλο ζήτημα, τη ρήξη ή μη, το ευρώ ή το διπλό νόμισμα ή τη δραχμή, έχουν ειπωθεί και γραφεί πολλά το τελευταίο διάστημα και όχι μόνο. Σε εκείνο, ωστόσο, που δεν έχουν φροντίσει πολλοί στα καθ' ημάς να σταθούν είναι η συνάρθρωση του τοπικού παράγοντα με τις εθνικές στρατηγικές και ειδικότερα οι αναπτυξιακές προοπτικές της Φωκίδας, στην περίπτωση που συνειδητά ή από τυχόν "ατύχημα" η χώρα έρθει σε ρήξη με τους ευρωπαίους εταίρους και τους δανειστές της. Διάλογο που θα όφειλε πριν από όλους να έχει εκκινήσει η μερίδα των υποστηρικτών της συγκυβέρνησης στον νομό που είναι υπέρ του εθνικού νομίσματος, αλλά και ο ίδιος ο Βουλευτής που στο επίμαχο θέμα, που αποτελεί και κορυφαίο επίδικο ζήτημα του κόμματός του, δεν έχει μέχρι τώρα ανοίξει με τρόπο σαφή τα χαρτιά του ούτε έχει κάνει γνωστές τις προθέσεις του.
 
Μεταξύ άλλων όσοι προκρίνουν τη στρατηγική της ρήξης, κινούμενοι είτε από ιδεολογική αφετηριακή βάση είτε επειδή έτσι σταθμίζουν το πραγματικό συμφέρον της χώρας, θεωρούν ότι μια αποποίηση των δεσμεύσεων και των περιορισμών που επιβάλλει το "ανελαστικό ευρώ" θα καταστήσει διεθνώς ανταγωνιστικότερα τα ελληνικά προϊόντα του πρωτογενούς τομέα. Ότι χρειάζεται έως και μια "σταυροφορία" προκειμένου να γίνει συνείδηση της ελληνικής κοινωνίας η αναγκαιότητα πλήρους και άμεσης προσήλωσης στα διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα, που θα περιορίσει δραστικά το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο και τις απότοκες αρνητικές συνέπειες για την ελληνική κοινωνία, είναι πέρα για πέρα αληθές. Αν αυτό μπορεί να γίνει αποτελεσματικότερα σε καθεστώς ευρώ ή εθνικού νομίσματος είναι θέμα που εκφεύγει από το παρόν κείμενο. Αυτό που πρέπει να υπολογίσει κανείς, ωστόσο, είναι η περίπτωση της Φωκίδας.
 
Στον τομέα της γεωργίας βασικό προϊόν που μπορεί να καταταχθεί στα διεθνώς εμπορεύσιμα είναι η ελιά. Η απαξίωσή του ως πλουτοπαραγωγικής πηγής τις τελευταίες δεκαετίες είναι γνωστή σε όλους. Το ερώτημα, εν τούτοις, είναι εάν τα προβλήματα που εντοπίζονται στην εμπορευσιμότητά του εν τέλει εδράζονται στο νόμισμα. Αν, δηλαδή, πωλούμενο σε υποτιμημένο νόμισμα σε σχέση με το ευρώ και άρα πιο φθηνό στις διεθνείς αγορές θα αποτελέσει το έναυσμα για την αποτελεσματικότερη αξιοποίηση του διαρκώς φθίνοντος ελαιώνα.
 
Θαρρώ πως ούτε η τιμή που έχει σήμερα ούτε τα ζητήματα τυποποίησης (;) ούτε η παντελής έλλειψη συνεργατικού-συνεταιριστικού πνεύματος που μας διακρίνει ως παραγωγούς ούτε τα υπόλοιπα προβλήματα θα τα "θεραπεύσει" η μετάπτωση σε εθνικό νόμισμα. Αντίθετα, το πιθανότερο είναι πως χωρίς συνολικότερη στρατηγική αξιοποίησης και ανάπτυξης σε αυτόν τον τομέα η εξέλιξη θα βαδίζει διαρκώς επί τα χείρω, ακολουθώντας τη συνολικότερη υποτίμηση της αγοραστικής δύναμης των Ελλήνων και απομειώνοντας έως εξαφάνισης τις επενδύσεις έστω και μικρής κλίμακας που γίνονται τώρα, υστερώντας, κατά συνέπεια, στο εγγύς και μεσοπρόθεσμο μέλλον ακόμα δραματικότερα των υπολοίπων παραγωγών χωρών του ευρωπαϊκού νότου. Για να μην επεκταθούμε σε ζητήματα επένδυσης σε γενικότερα θέματα αιχμής περί του εμπλουτισμού της τεχνογνωσίας πάνω στη συνολικότερη διαχείριση του προϊόντος.
 
Ένα πρόσθετο εδραίο επιχείρημα των θιασωτών της επιστροφής στο εθνικό νόμισμα συνιστά η ώθηση που θα δοθεί στην ανάπτυξη του τουρισμού. Υπηρεσίες του κλάδου που θα παρέχονται σε κατά πολύ φθηνότερο κόστος προβάλλεται ότι θα πείσουν πολύ περισσότερους ξένους να επιλέγουν την Ελλάδα ως τόπο των διακοπών τους. Υπόθεση εργασίας: Έστω ότι ισχύει. Και επιπλέον έστω ότι αφήνουμε κατά μέρος το είδος των τουριστών που στοχεύουμε να φέρουμε στην Ελλάδα, πέρα από τα 22-25 εκ. τέτοιους που κατά προσέγγιση επισκέπτονται τη χώρα μας κατ' έτος τα τελευταία χρόνια.
 
Η Φωκίδα πώς προβλέπεται να ωφεληθεί από αυτό; Πρόκειται μήπως για πραγματικά τουριστικό νομό; Η αναπόδραστη πραγματικότητα είναι πως, παρά τις επικοινωνιακές πομφόλυγες και τις προεκλογικές-ψηφοθηρικές κορώνες που εκτοξεύονται έως σήμερα, ο τουρισμός για τη Φωκίδα αποτελεί έναν ακόμα μύθο από αυτούς που συστηματικά έχουν διακινηθεί τις τελευταίες δεκαετίες, όπως οι δήθεν περιορισμοί του δελφικού τοπίου, η αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων των Δελφών και της θάλασσας και άλλα πολλά παρόμοια. Στη Φωκίδα της εξορυκτικής "μονοκαλλιέργειας", όπως τη θέσπισαν πάντες οι ασκήσαντες ή ασκούντες εξουσία μέχρι και αυτή την ώρα, αυτοδιοικητικού ή βουλευτικού τύπου καθώς και τμήμα των διαχρονικά insiders της περιοχής, τα εργατικά συνδικάτα δια της σιωπής τους, ο τουρισμός απλά κατ' ουσίαν δεν υφίσταται ως πλουτοπαραγωγική πηγή. Ποιό, επομένως, είναι το σχετικό όραμα όσων διακονούν το απολυτίκιο της επιστροφής στη δραχμή; Οι φθηνές τουριστικές υπηρεσίες, που θα καταστήσουν την Ιτέα, το Γαλαξίδι, την Ερατεινή και το Μοναστηράκι προορισμούς τύπου "Ίος της δεκαετίας του '80", γεμάτα από irish bars και τόπο για να ζει το όργιό της και το μύθο της η "νοσοκόμα από το Μάντσεστερ";
 
Στην προοπτική, παράλληλα, της ρήξης και της επαναδραχμοποίησης της χώρας ακυρώνεται αυτόχρημα τόσο ο εναλλακτικός τουρισμός που μπορεί να αναπτύξει ο νομός στους ορεινούς όγκους -και πάλι υπό την αίρεση της μεταλλευτικής προτεραιότητας- όσο και οι πολλές μορφές θεματικού τέτοιου (αθλητικός-αναρρίχηση, παρά πέντε, μηχανοκίνητος, καταδυτικός, ιστιοπλοϊκός- θρησκευτικός, πολιτιστικός, κα.), που μπορούν να τεθούν σε σύντομο χρονικό διάστημα σε εφαρμογή μέσω στοχευμένων και στρατηγικά σχεδιασμένων επενδύσεων και προταγμάτων με μικρό έως ελάχιστο κόστος και να αποφέρουν αντιστρόφως ανάλογα μεγαλύτερο προστιθέμενο οικονομικό και όχι μόνο όφελος για τον τόπο. Μόνο που αυτές οι μορφές στηρίζονται σε ικανό βαθμό και στον εσωτερικό τουρισμό, στους Έλληνες επισκέπτες που όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια στρέφονταν προς τέτοιες κατευθύνσεις.
 
Με την επιστροφή στη δραχμή ποιοί και πόσοι Έλληνες θα διαθέτουν την πολυτέλεια για τουρισμό, αποδράσεις και δράσεις τέτοιου τύπου; Με την ακαριαία και κάθετη υποτίμηση των εισοδημάτων για παραθερισμό θα πηγαίνουν όσοι είχαν αυτή την "πολυτέλεια" και τη δεκαετία του 50. Και θα έχουν να επιλύσουν και το πρόσθετο βαρύ και ασήκωτο δίλημμα για βουνό ή θάλασσα. Σε λατσουδοκαλύβες στο Μοναστήρι στη Σεγδίτσα ή στο μακρινό και εξωτικό Γαλαξίδι; Για τους υπόλοιπους θα απομείνει η "περηφάνια και η αξιοπρέπεια" τουλάχιστον...
 
* Η φωτογραφία είναι από το αρχείο Φώτη Καλλία και είναι αναρτημένη στο Facebook, από όπου και αντλήθηκε. Απεικονίζει σαλωνίτες τη δεκαετία του 50 στην ταβέρνα Γιάννη Πρασσά στην Άμφισσα. Σε περίοδο διακοπών άραγε;
 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια: