Η μέρα έμεινε γνωστή ως η «Κόκκινη Κυριακή». Οι άντρες μεταφέρθηκαν σε φυλακές στην Άγκυρα, όπου βασανίστηκαν και εκτελέστηκαν.
Λίγοι τυχεροί κατάφεραν να δραπετεύσουν με τη βοήθεια ισχυρών φίλων τους από το εξωτερικό.
Οι συλλήψεις δεν έγιναν τυχαία.
Εξυπηρετούσαν το στόχο της κυβέρνησης, που ήταν η εξόντωση των Αρμενίων.
Την 24η Απριλίου, οι Τούρκοι επιτέθηκαν στο «κεφάλι», την πνευματική αφρόκρεμα του λαού.
Σειρά είχαν όλοι οι υπόλοιποι.
Η αρμένικη απειλή
Το 1915 η οθωμανική αυτοκρατορία κατέρρεε.
Η μία ήττα διαδεχόταν την άλλη και η αυτοκρατορία είχε χάσει τεράστιο μέρος των εδαφών της.
Εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες συνέρρεαν στην Τουρκία από τα απολεσθέντα εδάφη και το κράτος αδυνατούσε να τους φροντίσει.
Φτώχεια, πείνα και κακουχίες βασίλευαν στην οθωμανική αυτοκρατορία.
Η αντίδραση των Τούρκων ήταν ένας φανατικός εθνικισμός, που στρεφόταν εναντίον οποιασδήποτε μειονότητας έκρινε ως απειλή. Το 1915 ήρθε η ώρα για την εξόντωση των Αρμενίων.Αφορμή ήταν η ήττα των Τούρκων στη μάχη του Σαρακαμίς, όπου πολέμησαν εναντίον των Ρώσων.
Με τους αντιπάλους, είχαν ταχθεί μερικές χιλιάδες Ρωσο-Αρμένιοι και αρκετοί Αρμένιοι που επισήμως ήταν πολίτες της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Η επίσημη γραμμή της τουρκικής κυβέρνησης ήταν ότι η ήττα του στρατού οφειλόταν αποκλειστικά στους Αρμένιους, οι οποίοι σκόπευαν να επαναστατήσουν εναντίον της Τουρκίας.
Στις 25 Φεβρουαρίου του 1915, ο Υπουργός Αμύνης Εμβέρ Πασάς, διέταξε να σταλούν στα κάτεργα, όλοι οι Αρμένιοι που υπηρετούσαν στον οθωμανικό στρατό.
Στις 19 Απριλίου, ο διοικητής της πόλης Βαν, ζήτησε να στρατολογηθούν 4 χιλιάδες Αρμένιοι.
Η εντολή ήταν απλώς ένα πρόσχημα για να συγκεντρώσουν και να σφαγιάσουν όλους τους άντρες, που θα μπορούσαν να τους αντισταθούν.
Οι Αρμένιοι αντιλήφθηκαν την απειλή και έστειλαν μόνο 500 άντρες και κάποια χρήματα.
Οι τουρκικές αρχές απάντησαν με προκλητικές επιθέσεις που εξόργισαν τους Αρμένιους, οι οποίοι ξεσηκώθηκαν εναντίον τους.
Η πόλη Βαν περικυκλώθηκε από Τούρκους που προσπαθούσαν να σπάσουν τον κλοιό των Αρμενίων, οι οποίοι αντιστέκονταν με σθένος.
Η πολιορκία της πόλης έληξε στις 6 Μαΐου, όταν ρώσικες ενισχύσεις βοήθησαν τους πολιορκούμενους.
Όμως, ήταν ήδη πολύ αργά.
Οι αναταραχές στη Βαν χρησιμοποιήθηκαν ως δικαιολογία από την τουρκική κυβέρνηση, η οποία ενέτεινε τις προσπάθειες δίωξης και έθεσε σε εφαρμογή την «Κόκκινη Κυριακή».
Στις 27 Μαΐου, ψηφίστηκε ο νόμος περί αναγκαστικών εκτοπίσεων και ξεκίνησαν οι μαζικές απελάσεις του αρμένικου πληθυσμού.
Λίγους μήνες μετά, στις 13 Σεπτεμβρίου, ψηφίστηκε και ο νόμος που επέτρεπε στους Τούρκους να κατάσχουν τις περιουσίες που άφηναν πίσω τους οι εξόριστοι.
Διαβάστε επίσης: Τα τάγματα εργασίας των Τούρκων που οδήγησαν στο θάνατο 250 χιλιάδες Έλληνες. Τα εφιαλτικά Αμελέ Ταμπουρού (βίντεο)…
Πορεία θανάτουΟι Αρμένιοι ταξίδευαν με δύο τρόπους, είτε με τα πόδια είτε με το τρένο.
Όσοι «τυχεροί» βρέθηκαν στο τελευταίο, αναγκάστηκαν από την κυβέρνηση να αγοράσουν το εισιτήριό που τους έστελνε στην εξορία.
Ο κόσμος υπάκουσε, γιατί ταυτόχρονα η κυβέρνηση υποσχόταν ότι οι μετακινήσεις ήταν προσωρινές και σύντομα θα επέστρεφαν όλοι στα σπίτια τους.
Δεν γύρισε κανείς.
Σε κάθε βαγόνι στοιβάζονταν 80 με 100 άνθρωποι και πολλοί κατέληγαν να ποδοπατούνται.
Όσοι πεζοπορούσαν, είχαν να αντιμετωπίσουν τη βαναυσότητα των Τούρκων φρουρών.
Στόχος της τουρκικής κυβέρνησης δεν ήταν να απελάσει τους Αρμένιους από τη χώρα, αλλά να τους εξοντώσει ολοσχερώς.
Έπρεπε να διανύσουν 60 χιλιόμετρα δύσβατου δρόμου με καύσωνα, χωρίς φαγητό, νερό ή ξεκούραση.
Οι οδηγοί επίτηδες πήραν τον μακρύτερο δρόμο και πολλές φορές έκαναν άσκοπους κύκλους για να τους εξαντλήσουν.
Οι πιο αδύναμοι, οι ηλικιωμένοι, τα παιδιά και οι έγκυες γυναίκες, πέθαναν από πείνα και κούραση. Όσοι αρρώσταιναν, εκτελούνταν και όσοι άντεχαν τις κακουχίες, ξυλοκοπούνταν για να αποδυναμωθούν. Οι δρόμοι γέμισαν με πτώματα και ο Ευφράτης έγινε κόκκινος απ’ το αίμα.
Εκτελεστικά Αποσπάσματα
Οργανώθηκαν εκτελεστικά αποσπάσματα που σκότωναν όσους Αρμένιους αρνούνταν να αποχωρήσουν ή δεν είχαν προλάβει να εγκαταλείψουν τις οικίες τους.
Δε συμμετείχαν μόνο Νεότουρκοι, αλλά και Κούρδοι, Καυκάσιοι και οποιοσδήποτε άλλος ωφελούνταν από το θάνατο των Αρμενίων.
Οι ιμάμηδες εξέφραζαν την προπαγάνδα της κυβέρνησης και υπόσχονταν μια θέση στον Παράδεισο, σε όποιον στρεφόταν εναντίον των διωκόμενων.
Συγκέντρωναν τους Αρμένιους μέσα σε κτίρια και τους έκαιγαν ζωντανούς.
Τουλάχιστον 5 χιλιάδες εξοντώθηκαν με μαζικούς εμπρησμούς και οι Τούρκοι στρατιώτες διηγούνταν, ότι μύριζε καμένη σάρκα για μέρες.
Στην Τραπεζούντα, έπνιγαν γυναίκες και παιδιά στη Μαύρη Θάλασσα.
Στα νοσοκομεία, ορισμένοι γιατροί θανάτωσαν Αρμένιους ασθενείς χορηγώντας τους υπερβολική δόση μορφίνης.
Τουλάχιστον σε δύο σχολεία, οι μαθητές εξοντώθηκαν με χημικά αέρια.
Οι εκτελεστές βίαζαν όποια γυναίκα έβρισκαν στο διάβα τους, από μικρά κορίτσια μέχρι ηλικιωμένες γυναίκες.
Ο Πρόεδρος των Η.Π.Α., Θίοντορ Ρούσβελτ, αποκάλεσε τη γενοκτονία των Αρμενίων «το χειρότερο έγκλημα πολέμου».
Υπολογίζεται ότι έχασαν τη ζωή τους περισσότεροι από 1 εκατομμύριο άνθρωποι.
Η δίκη
Το 1919 το τούρκικο κακουργιοδικείο δίκασε τους «υπεύθυνους» της αρμένικης γενοκτονίας.
Η «τριανδρία» που ηγούνταν της εξόντωσης, καταδικάστηκε σε θάνατο.
Ήταν οι Εμβέρ Πασάς, Τζεμάλ Πασάς και Ταλαάτ Πασάς, που είχαν εγκαταλείψει την Τουρκία προ πολλού.
Στις 15 Μαρτίου του 1921, ο Ταλαάτ Πασάς δολοφονήθηκε από τον αρμένιο φοιτητή, Σόγκομον Τεϊλιριάν στη Γερμανία. Το δικαστήριο τον αθώωσε.
Στις 21 Ιουλίου του 1922, ο Τζεμάλ Πασάς δολοφονήθηκε στην Τυφλίδα από τον αρμένιο Στεπάν Ντζαγκιγιάν.
Στις 4 Αυγούστου του 1922, ο Εμβέρ Πασάς σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια επίθεσης Σοβιετικών, στο σημερινό Τατζικιστάν.
Οι Τούρκοι δεν έχουν αναγνωρίσει τη γενοκτονία των Αρμενίων.
Της Αθηνάς Τζίμα
ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου