Την 26η Σεπτέμβρη 2022 συνέβη ένα εξαιρετικής σημασίας γεγονός που δεν είναι άλλο από τις τέσσερις εκρήξεις που σημειώθηκαν στους αγωγούς Nord Stream 1 και Nord Stream 2, εντός των εγχώριων υδάτων της Σουηδίας και της Δανίας. Υπάρχει βεβαιότητα ότι οι εκρήξεις αυτές είναι αποτέλεσμα κακόβουλων ενεργειών όπως αναγνωρίζει κάθε εμπλεκόμενη πλευρά (ΗΠΑ, Ρωσία, ΕΕ, άλλα ευρωπαϊκά κράτη) και σε καμία περίπτωση δεν θεωρείται ένα «αθώο» ατύχημα. Παρόλα αυτά, μέχρι σήμερα δεν είναι δυνατόν κανείς με ασφάλεια να προσδιορίσει ποιος «κρύβεται» πίσω από αυτή τη δολιοφθορά αλλά όπως όλα δείχνουν πρόκειται για κρατικό παράγοντα καθώς η συγκεκριμένη ενέργεια απαιτούσε εξελιγμένες τεχνικές και οργανωτικές δεξιότητες καθώς σύμφωνα με το γερμανικό Focus μόνο οι αγωγοί φυσικού αερίου υπέστησαν ζημιές, όχι όμως και τα τηλεπικοινωνιακά καλώδια που βρίσκονται δίπλα.

Ένα μήνα μετά τις εκρήξεις, βρίσκονται σε εξέλιξη έρευνες προκειμένου να καταλήξουν σε κάποια συμπεράσματα που θα μπορούσαν με μεγαλύτερη ασφάλεια να προσδιορίσουν την ταυτότητα του ηθικού αυτουργού που βρίσκεται πίσω από αυτή την ενέργεια. Όμως, εκτός από τις ανεξάρτητες τεχνικές εκθέσεις που αν είναι πράγματι ανεξάρτητες θα εξάγουν πολύ χρήσιμα συμπεράσματα, είναι σημαντικό να απαντηθεί το ερώτημα ποιος τελικά «επωφελείται» από αυτή την κακόβουλη ενέργεια που στόχο είχε να καταστήσει τον αγωγό ως μη λειτουργικό. Αυτό είναι άλλωστε το βασικό ερώτημα που τίθεται για την εξιχνίαση οποιασδήποτε κακόβουλης πράξης.

Για να δοθεί μια απάντηση στο παραπάνω ερώτημα οφείλουμε να ανατρέξουμε σε κάποια γεγονότα που διαδραματίστηκαν το διάστημα που προηγήθηκε και αφορούν τους δύο αγωγούς. Όπως είναι γνωστό ο αγωγός  Nord Stream 1, ο οποίος εγκαινιάστηκε το 2011 τροφοδοτούσε τη Γερμανία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες με φθηνό ρωσικό αέριο ενώ ο Nord Stream 2 που ολοκληρώθηκε κατασκευαστικά πριν ένα χρόνο δεν λειτούργησε ποτέ για γεωπολιτικούς λόγους.

Οι γεωπολιτικοί λόγοι που δεν επέτρεψαν τη λειτουργία του Nord Stream 2 αφορούσαν κυρίως την αντίθεση των ΗΠΑ, αλλά και κάποιων ευρωπαϊκών χωρών όπως αυτή εκφράστηκε από μια επιστολή προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή που είχαν στείλει το 2016. Η αντίθεση των ΗΠΑ σε σχέση με την λειτουργία του αγωγού είχε διατυπωθεί τόσο από τον Trump όσο κι από τον Biden αν κι είχαν διαφορετική προσέγγιση στο θέμα. Αξίζει να επισημάνουμε ότι η λειτουργία του αγωγού στο στάδιο που είχε φτάσει η κατασκευή του ήταν αποκλειστικά γερμανική υπόθεση καθώς μόνο η Γερμανία και καμία άλλη χώρα δεν έχει το δικαίωμα να εγκρίνει ή να απορρίψει τη λειτουργία αυτού του έργου υψίστης σημασίας.

Όπως αναφέρει ο αναλυτής Eugene Rumer από το Carnegie Endowment (2018) η αντίθεση του Trump αφορούσε κυρίως το εμπόριο με την ευρύτερη έννοια. Έβλεπε τις πωλήσεις υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) των ΗΠΑ στην Ευρώπη —ιδίως στη Γερμανία— ως τρόπο εξισορρόπησης των εμπορικών σχέσεων που θεωρούσε ότι λειτουργούν ενάντια στα συμφέροντα των ΗΠΑ και γι αυτό είχε επανειλημμένα επικρίνει την Merkel. Επιπλέον, ο Trump έβλεπε την εισαγωγές LNG των ΗΠΑ ως εναλλακτική λύση στην ευρωπαϊκή ενεργειακή εξάρτηση από τη Ρωσία. Παρόλα αυτά, η τροφοδότηση φυσικού αερίου μέσω των ρωσικών αγωγών πριν από την έναρξη της κρίσης ήταν περισσότερο ελκυστικό καθώς ήταν 25% φθηνότερο σε σχέση με το LNG των ΗΠΑ. Αλλά και σε σχέση με το υγροποιημένο φυσικό αέριο, το 2019, οι ευρωπαϊκές εισαγωγές LNG από τη Ρωσία ήταν στην πραγματικότητα μεγαλύτερες από εκείνες από τις ΗΠΑ.

Το Δεκέμβρη του 2019 κι ενώ ο Trump ήταν ακόμη πρόεδρος των ΗΠΑ, ενέκρινε αμυντικό νομοσχέδιο που περιλάμβανε κυρώσεις στις κατασκευαστικές εταιρείες του Nord Stream 2 κι ενώ είχε ήδη ολοκληρωθεί το 90% του συνολικού έργου. Τότε η κριτική που δέχθηκε ο Trump κυρίως από τους Δημοκρατικούς ήταν ότι οι κυρώσεις αυτές δεν ήταν αποτελεσματικός τρόπος για τη μη ολοκλήρωση του  αγωγού κι ότι οι κυρώσεις αυτές ελήφθησαν πολύ αργά αφού το έργο είχε σχεδόν ολοκληρωθεί. Ωστόσο, αξιωματούχοι των ΗΠΑ ανέφεραν ότι η ικανότητα της αμερικανικής κυβέρνησης να αποτρέψει τη λειτουργία του αγωγού είναι περιορισμένη, ακόμη και με πρόσθετες κυρώσεις. Εξέφρασαν επίσης την ανησυχία τους ότι οι πρόσθετες κυρώσεις των ΗΠΑ θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο τη συνεργασία ΗΠΑ-Γερμανίας και ΗΠΑ-Ευρωπαϊκής Ένωσης σε άλλους τομείς, συμπεριλαμβανομένης της αντιμετώπισης της ρωσικής επιθετικότητας. Είναι, λοιπόν, σαφές ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ είχε καταλήξει κάποια χρόνια πριν στο συμπέρασμα ότι οι επιπλέον κυρώσεις δεν θα επέφεραν το αναμενόμενο αποτέλεσμα για τις ΗΠΑ που είναι η μη λειτουργία του αγωγού. Είναι επίσης σαφές ότι η κοινοπραξία ευρωπαϊκών εταιριών και οι τράπεζες που στήριξαν την κατασκευή των δύο δικτύων αγωγών και δαπάνησε πολλές δεκάδες δις. ευρώ για να τους φτιάξει θα ήταν πολύ δύσκολο να δέχονταν να τους βάλουν διά παντός σε αχρηστία για να εξυπηρετήσουν τα αμερικανικά συμφέροντα.

Έτσι γεννιέται το εύλογο ερώτημα. Ποια άλλα «ειρηνικά» μέσα μπορεί να  διαθέτουν οι ΗΠΑ για να μην επιτρέψουν τη λειτουργία του Nord Stream 2; Μάλλον κανένα. Γι αυτό προκαλεί εντύπωση η απάντηση του Αμερικανού προέδρου Biden σε ερώτηση του δημοσιογράφου Andrea Shalal από το Reuters, κατά τη διάρκεια της κοινής συνέντευξης Biden- Scholz το Φεβρουάριο του 2022 όταν ο δεύτερος πραγματοποίησε επίσημη επίσκεψη στις ΗΠΑ.  Η ερώτηση του δημοσιογράφου αφορούσε το πώς ακριβώς θα σταματήσουν οι ΗΠΑ τη λειτουργία του αγωγού αφού το έργο και ο έλεγχος του ανήκει στη Γερμανία (με δεδομένο ότι οι κυρώσεις δεν είναι αποτελεσματικός τρόπος στην περίπτωση του αγωγού όπως αναφέρεται παραπάνω και αποτελεί πάγια θέση των δημοκρατικών). Η απάντηση του Αμερικανού προέδρου ήταν «Θα μπορέσουμε, σας υπόσχομαι, θα μπορέσουμε να το κάνουμε». Βέβαια, στην ίδια ερώτηση η απάντηση του Γερμανού καγκελάριου ήταν διαφορετική και αρκετά πιο μετριοπαθής.

Είναι επίσης σημαντικό να αναφερθεί ότι η κατασκευή και η λειτουργία του αγωγού Nord Stream 2 είχε προκαλέσει αντιδράσεις κι εντός Ευρώπης και κυρίως μεταξύ κάποιων χωρών που ανήκαν στο πρώην Σοβιετικό μπλοκ και μετά την πτώση της ΕΣΣΔ απέκτησαν προνομιακές και στενές σχέσεις με τις ΗΠΑ. Αυτό διατυπώνεται με επίσημο τρόπο στην επιστολή που εστάλη στις 7 Μαρτίου του 2016 (πηγή Reuters) από οκτώ χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης στον τότε πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ οι οποίες εναντιώνονταν στη Γερμανία με το επιχείρημα ότι ο Nord Stream 2 θα έχει «δυνητικά αποσταθεροποιητικές γεωπολιτικές συνέπειες». Στην ίδια επιστολή αναφέρεται ότι ο Nord Stream 2 θα επηρέαζε έντονα την ανάπτυξη της αγοράς φυσικού αερίου και τα πρότυπα διαμετακόμισης φυσικού αερίου στην περιοχή, κυρίως τη διαδρομή διέλευσης μέσω Ουκρανίας». Για την ακρίβεια, υπολογίζεται ότι η Ουκρανία θα έχανε περίπου  3 δις δολάρια ετησίως από την λειτουργία του νέου αγωγού. Η Ευρωπαϊκή επιτροπή ποτέ δεν επιβεβαίωσε επίσημα την ύπαρξη αυτής της επιστολή.

Όπως έχει γίνει γνωστό από το διεθνή τύπο στο πρόσφατο παρελθόν και πριν τις πρόσφατες εκρήξεις στους αγωγούς Nord Stream 1 και Nord Stream 2, εντός των εγχώριων υδάτων της Σουηδίας και της Δανίας υπήρχε περίεργη κινητικότητα. Άλλωστε η περιοχή της Βαλτικής θάλασσας έχει εξαιρετικά μεγάλη γεωπολιτική σημασία για τις ΝΑΤΟικές δυνάμεις,  ιδιαίτερα μετά την αυξανόμενη προσοχή των μεγάλων δυνάμεων του πλανήτη στον Αρκτικό Ωκεανό λόγω της κλιματικής αλλαγής.   Για παράδειγμα, το Νοέμβριο του 2015, το σουηδικό πολεμικό ναυτικό σε έλεγχο ρουτίνας που έκανε κατά μήκος των αγωγών Nord Stream 1, διαπίστωσε υποθαλάσσια την ύπαρξη ενός τηλεκατευθυνόμενου οχήματος που είχε παγιδευτεί με εκρηκτικά εντός των σουηδικών θαλάσσιων υδάτων δίπλα στη γραμμή αγωγού. Παρόμοιο περιστατικό έγινε γνωστό και τον Απρίλιο του 2021 όταν επιχειρήθηκε αποτυχημένο σαμποτάζ σε ρωσικά πλοία που μετέφεραν σωλήνες για το δίκτυο αγωγών Nord Stream 2 κοντά στο νησάκι Bornhorn. Μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει γνωστή η ταυτότητα της χώρας που ήταν πίσω από τις δύο αυτές προσπάθειες δολιοφθοράς.

Επιπλέον τον περασμένο Ιούνιο και Ιούλιο πραγματοποιήθηκε στην περιοχή της Βαλτικής η ΝΑΤΟϊκή άσκηση BALTOPS 2022. Στη συγκεκριμένη άσκηση μεταξύ άλλων ελέγχθηκαν και νέες τηλεκατευθυνόμενες συσκευές τοποθέτησης ναρκών, επιχειρήσεις παρακολούθησης, συλλογής μυστικών πληροφοριών και αναγνώρισης καθώς και η δοκιμή «μίας νέας τεχνολογίας». ‘Οπως αναφέρεται στο website του ΝΑΤΟ  για την ΝΑΤΟϊκή άσκηση BALTOPS 2022 επιστήμονες από πέντε χώρες χρησιμοποίησαν τα πλέον σύγχρονα μη επανδρωμένα υποβρύχια (Unmanned Underwater Vehicle-UUV) με αποστολή  «τη δοκιμή τεχνολογιών ειδικών για υποβρύχιες καταστροφές». Επίσης στα πλαίσια της ΝΑΤΟϊκής άσκησης, μέχρι τις 22 Σεπτεμβρίου βρίσκονταν στην περιοχή όπου πραγματοποιήθηκαν οι εκρήξεις στους αγωγούς τα αμερικανικά πλοία, «USS Kersarge» (ελικοπτεροφόρο), «USS Arlington» και «USS Gunston Hall»

Παρόλα αυτά για να απαντήσει κανείς με λογικά συμπεράσματα στο ερώτημα «ποιος επωφελείται» από αυτό το «ατύχημα» θα χρειαστεί να κάνει κάποιες υποθέσεις βασισμένες όμως σε επιβεβαιωμένα γεγονότα.

Ωφελείται η Ρωσία;

Με όρους γεωπολιτικούς, η Ρωσία δεν ωφελείται καθώς το δίκτυο των αγωγών Nord Stream της εξασφάλιζε εδώ και δεκαετίες σίγουρα και σταθερά κέρδη από την καλή γερμανική αγορά. Αντιθέτως, η Ρωσία είχε συμφέρον να διατηρήσει σε καλή κατάσταση τις υποδομές του Nord Stream 1 και να αποφασίζει εκείνη πότε θα «ανοίγει» και πότε θα «κλείνει» τη ροή φυσικού αερίου ώστε να τον χρησιμοποιεί ως «μοχλό» πίεσης στη Γερμανία ανάλογα με τις γεωπολιτικές συγκυρίες και τα συμφέροντα της. Επίσης σύμφωνα, με ρωσική πλευρά, που είναι εύκολο να διασταυρωθεί αν είναι ακριβής, οι διαρροές φυσικού αερίου στα ανοικτά των ακτών της Δανίας και της Σουηδίας σημειώθηκαν σε έδαφος που είναι «πλήρως υπό τον έλεγχο» των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών.

Ωφελείται η Γερμανία;

Η Γερμανία επίσης δεν είχε κανένα όφελος να σαμποτάρει τη δεδομένη χρονική στιγμή τους αγωγούς καθώς αυτό αποτελεί μεγάλο πλήγμα για τη βιομηχανία της. Είναι γνωστό ότι υπάρχουν αρκετά ρεαλιστικά σενάρια αναστολής της λειτουργίας πολλών γερμανικών εργοστασίων κατά τη διάρκεια του χειμώνα είτε λόγω ενεργειακής ανεπάρκειας, είτε λόγω ενεργειακής ακρίβειας (ή και των δύο). Ήδη ο πληθωρισμός που ανακοινώθηκε το Σεπτέμβρη πως ανέρχεται στο 10,9%. Επομένως, προς όφελος της Γερμανίας θα ήταν να βρίσκονται σε καλή λειτουργία οι αγωγοί.

Ωφελείται η Πολωνία;

Ο ρόλος της Πολωνίας σε αυτή την κρίση είναι καθοριστικός καθώς από πολύ νωρίς είχε εκφράσει έντονη αντίθεση στους αγωγούς Nord Stream. Το 2006, ο τότε υπουργός Άμυνας της Πολωνίας Ράντοσλαβ Σικόρσκι παρομοίασε τον πρώτο αγωγό Nord Stream με το Ναζιστικό-Σοβιετικό Σύμφωνο του 1939. Χαρακτηριστική έως και προκλητική ήταν η αντίδραση του Σικόρσκι (σήμερα ευρωβουλευτής) στο τουίτερ λίγες μέρες μετά την έκρηξη στους αγωγούς, ο οποίος αναφερόμενος στο συμβάν ένιωσε την ανάγκη να ευχαριστήσει τις ΗΠΑ. Η ανάρτηση αυτή αποσύρθηκε λίγες ώρες αργότερα λόγω της αρνητικής προβολής που έλαβε.

Η Πολωνία ανησυχούσε από πολύ νωρίς ότι ο Nord Stream 2 θα υπονομεύσει τα δικά της σχέδια για τερματικό σταθμό LNG και αγωγό φυσικού αερίου από τη Νορβηγία. Γι αυτό προκαλεί εντύπωση η σύμπτωση των εγκαινίων του Βαλτικού Αγωγού στις  27 Σεπτέμβρη (μόλις μία μέρα μετά τις εκρήξεις), τον οποίο οι πολωνικές αρχές προωθούν εδώ και χρόνια σαν απάντηση στην απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο, ο οποίος συνδέει τα νορβηγικά κοιτάσματα φυσικού αερίου με τη Δανία και την Πολωνία και θα λειτουργούσε πλήρως περίπου έναν μήνα μετά τις εκρήξεις μεταφέροντας ετησίως περίπου 10 δισ κυβικά μέτρα φυσικού αερίου. Όπως προκύπτει από τα γεγονότα, η Πολωνία λοιπόν θα είχε, ενδεχομένως, σοβαρούς λόγους να ευνοήσει ή και να διευκολύνει τις κινήσεις των σαμποτέρ, αλλά σίγουρα δεν διαθέτει την τεχνική υποδομή για να υλοποιήσει ένα τέτοιο σχέδιο μόνη της.

Ωφελείται το ΝΑΤΟ;

Το ΝΑΤΟ, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια έχει μετατρέψει τη Βαλτική Θάλασσα σε ΝΑΤΟϊκή λίμνη στο πλαίσιο της μακράς γεωπολιτικής και ενεργειακής αντιπαράθεσης με τη Ρωσική Ομοσπονδία. Το ΝΑΤΟ έχει συμφέρον από την κλιμάκωση της έντασης στην περιοχή καθώς τέτοια γεγονότα διασφαλίζουν και επιτείνουν την παρουσία του, ενώ ο φόβος ρωσικής αντίδρασης, αφενώς συσπειρώνει τις χώρες-μέλη γύρω από τις ΗΠΑ και κατ’επέκταση την αμερικανική πολεμική μηχανή που αποτελεί και την καρδιά της Βορειο-αντλαντικής Συμμαχίας, κι αφετέρου προσελκύει και νέα μέλη όπως φανερώνουν οι αιτήσεις για ένταξη που κατέθεσαν επισήμως τον περασμένο Μάιο η Σουηδία και η Φιλανδία. Επομένως, τα οφέλη που αποκομίζει το ΝΑΤΟ αποτελούν έμμεσα οφέλη για τον σκληρό πυρήνα του ΝΑΤΟ, με κυρίαρχο τις ΗΠΑ και συμπαραστάτη το Ηνωμένο Βασίλειο που επιθυμεί να έχει αναβαθμισμένο ρόλο στο ΝΑΤΟ ως αντιπρόσωπος των ΗΠΑ στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Το ΝΑΤΟ, και ιδιαίτερα κάποιες χώρες του στενού πυρήνα αναμφισβήτητα διαθέτουν και τα τεχνικά μέσα για να πραγματοποιήσουν ένα τέτοιο κτύπημα στους αγωγούς όπως αποδεικνύεται και από την πρόσφατη ΝΑΤΟική άσκηση στην περιοχή.

Ωφελούνται οι ΗΠΑ;

Οι ΗΠΑ έχουν δηλώσει με τον πλέον σαφή τρόπο την αντίθεση τους στους αγωγούς Nord Stream 1 και 2. Η αναγκαστική διακοπή λειτουργίας των αγωγών λόγω των εκρήξεων αποτελεί μια πολύ θετική εξέλιξη στην αμερικανική στρατηγική καθώς έτσι «κρατούν» τη Γερμανία και άλλες χώρες της Ε.Ε. από ενεργειακή (και όχι μόνο) άποψη «ομήρους» ενώ από άποψη παραγωγής καταφέρνουν καίριο πλήγμα στην ανταγωνιστική γερμανική βιομηχανία.  Ώσπου να αποδώσουν οι εφεδρικές πηγές ανεφοδιασμού από Σκανδιναβία και Μέση Ανατολή ή τα σχέδια και οι επενδύσεις «πράσινης οικονομίας», οι αμερικανικές εταιρίες LNG θα πουλούν άνετα τα πανάκριβα προϊόντα τους με αντάλλαγμα την δήθεν «απαραίτητη» ενεργειακή απεξάρτηση της Γερμανίας και της Ε.Ε. από το ρωσικό φυσικό αέριο και πετρέλαιο.

Η «ορφανή» μέχρι σήμερα κακόβουλη ενέργεια της 26ης Σεπτεμβρίου στους αγωγούς Nord Stream 1 και 2, θα μπορούσε να κρύβεται πίσω από την αινιγματική απάντηση του Αμερικανού προέδρου Biden τον Φεβρουάριο του 2022 “We will, I promise you, we’ll be able to do it,” .

Συμπέρασμα

Η 26η Σεπτέμβρη προκαλεί ενδιαφέρουσες εξελίξεις που είναι κομβικές στην ευρασιατική σκακιέρα ανταγωνισμών και συγκρούσεων μεταξύ ΗΠΑ-Ρωσίας αλλά κυρίως μεταξύ ΗΠΑ-Κίνας που διαμορφώνουν  νέες γεωπολιτικές και ενεργειακές ισορροπίες και συσχετισμούς περιφερειακών και διεθνών διαστάσεων. Μέσα από αυτή την αντιπαράθεση θα αναδειχθεί ένα νέο πολύ-πολικό σύστημα.

Οι ΗΠΑ στην προσπάθεια τους να παρατείνουν την παγκόσμια κυριαρχία τους και προκειμένου να θωρακίσουν τις ίδιες είναι διατεθειμένες να χρησιμοποιήσουν όλα τα μέσα  και να θυσιάσουν σε αυτή την παρτίδα ακόμη και μερικούς σημαντικούς ευρωπαίους συμμάχων τους, όπως π.χ. η Γερμανία και ορισμένες άλλες ισχυρές χώρες της Ε.Ε. (που είναι εκτός από σύμμαχοι και ανταγωνιστές) ή να αναδείξουν άλλους πιο χρήσιμους (π.χ. Πολωνία) για την υλοποίηση της στρατηγικής τους για τον 21ο αιώνα προκειμένου να περιορίσουν την εντεινόμενη γεωπολιτική ισχύ των αντιπάλων της. Μία διάσταση αυτής της νέας αμερικανικής προσέγγισης είναι να αποτρέψουν τη συνέχιση σε βάθος χρόνου όχι μόνον της στενής συνεργασίας των μεγάλων κεφαλαίων ανάμεσα στη Γερμανία και τη Ρωσία αλλά και ανάμεσα στην Ε.Ε. και την Κίνα. Η Ε.Ε. οφείλει άμεσα να λάβει αποφάσεις γιατί αυτό που διακυβεύεται σήμερα είναι η ίδια της η ύπαρξη.

*Η κ. Πελαγία Καρπαθιωτάκη είναι ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο του Πεκίνου