Παρασκευή 21 Ιουνίου 2019

Διάκριση εξουσιών ( του Σαράντη Μιχαλόπουλου )



Οι ελληνικές κυβερνήσεις συγκροτούνται από υπουργούς, που στη συντριπτική τους πλειοψηφία είναι βουλευτές. Είναι σπάνιο να ορισθούν «εξωκοινοβουλευτικοί» υπουργοί. Οι τελευταίοι, όταν υπάρξουν, χαρακτηρίζονται συνήθως ως «τεχνοκράτες», δηλαδή άτομα που γνωρίζουν πολύ καλά το περιεχόμενο των αρμοδιοτήτων ενός υπουργείου.

Σε πολλές περιπτώσεις, αρχηγοί κομμάτων υπόσχονται πριν από εκλογές «ολιγομελές υπουργικό συμβούλιο», θέλοντας με αυτό να πουν στους ψηφοφόρους ότι θα δημιουργήσουν μία ευέλικτη, άρα και πιο αποτελεσματική, διοικητική μηχανή, που θα επιλύει γρήγορα τα διάφορα προβλήματα.
Η συνήθης όμως εικόνα είναι να προκύπτουν υπουργικά συμβούλια με μεγάλο αριθμό υπουργών, αναπληρωτών υπουργών, υφυπουργών, υπουργών «άνευ χαρτοφυλακίου», κλπ., όπου πάνω από το ένα τρίτο των βουλευτών του κυβερνώντος κόμματος υπουργοποιείται.
Γενικά, στα πολιτικά πράγματα της χώρας μας έχει επικρατήσει η αντίληψη ότι οι εκλεγόμενοι από τον λαό βουλευτές είναι αυτοί που θα γίνουν και υπουργοί. Το ερώτημα όμως είναι αν οι δύο διαφορετικοί ρόλοι, του βουλευτή και του υπουργού μπορούν να συνυπάρχουν στο ίδιο πρόσωπο.
Με βάση την αρχή διάκρισης των εξουσιών, οι βουλευτές αποτελούν την νομοθετική εξουσία, ενώ οι υπουργοί αποτελούν την εκτελεστική. Θεωρητικά λοιπόν θα έπρεπε οι βουλευτές να μην ορίζονται υπουργοί.
Ας δούμε όμως τι προβλέπει το Σύνταγμα σχετικά με τους βουλευτές και τους υπουργούς.
Στο άρθρο 26 του Συντάγματος διαβάζω :
Η νομοθετική λειτουργία ασκείται από την Βουλή και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας
Η εκτελεστική λειτουργία ασκείται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και την Κυβέρνηση.
Η δικαστική λειτουργία ασκείται από τα δικαστήρια. Οι αποφάσεις τους εκτελούνται στο όνομα του Ελληνικού Λαού.
Στο άρθρο 51 αναφέρεται :
Οι βουλευτές αντιπροσωπεύουν το Έθνος.
Στο άρθρο 73 αναφέρεται :
Το δικαίωμα πρότασης νόμων ανήκει στη Βουλή και την Κυβέρνηση.
Στο άρθρο 81 διαβάζω :
Κανένας δεν μπορεί να οριστεί μέλος της Κυβέρνησης ή Υφυπουργός αν δεν συγκεντρώνει τα προσόντα που ορίζει το άρθρο 55 για τον βουλευτή.
Τα προσόντα αυτά καθορίζονται ως εξής :
Για να εκλεγεί κανείς βουλευτής απαιτείται να είναι Έλληνας πολίτης, να έχει τη νόμιμη ικανότητα να εκλέγει και να έχει συμπληρώσει το εικοστό πέμπτο έτος της ηλικίας του την ημέρα της εκλογής.

Παράλληλα, στη Βικιπαίδεια διαβάζω :

Βουλευτής (<αρχ. ελλ. βουλεύομαι "αποφασίζω") ονομάζεται ο εκπρόσωπος των ψηφοφόρων μιας χώρας που έχει εκλεχθεί για να τον εκπροσωπήσει στο Κοινοβούλιο για ένα χρονικό διάστημα.

Υπουργός (ετ. Υπό + Έργο) είναι ο επικεφαλής ενός υπουργείου. Σε χώρες όπως στις ΗΠΑ στο Ηνωμένο Βασίλειο στο Πουέρτο Ρίκο και σε άλλες αναφέρεται ο όρος Γραμματέας.
Με την ονομασία Υπουργείο χαρακτηρίζεται ανώτατη κεντρική υπηρεσία της Δημόσιας Διοίκησης της οποίας προΐσταται Υπουργός, που τυγχάνει πρόσωπο της απολύτου εμπιστοσύνης του Πρωθυπουργού της χώρας.
Κάθε χώρα διατηρεί κάποιο αριθμό υπουργείων ανάλογα των αναγκών της Δημόσιας Διοίκησης όπου κάθε ένα έχει εξειδικευμένο τομέα δράσης. Τα υπουργεία των διαφόρων χωρών ποικίλλουν πολύ μεταξύ τους, αν και τις περισσότερες φορές απαντώνται ως κοινά, κυρίως τα βασικά όπως των Εξωτερικών, Οικονομικών, της Εθνικής Άμυνας, κ.λπ. Μερικές χώρες όπως η Ελβετία, οι Φιλιππίνες και οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής δεν χρησιμοποιούν το όρο υπουργείο για τις κυβερνητικές υπηρεσίες τους αλλά απλά τα καλούν «τμήματα». Στο Χονγκ Κονγκ χρησιμοποιείται ο όρος "γραφείο".
Από τα παραπάνω δεν προκύπτει συνταγματικά «ασυμβίβαστο» μεταξύ βουλευτή και υπουργού. Όμως, με δεδομένο ότι «οι βουλευτές αντιπροσωπεύουν το Έθνος» και ότι «η νομοθετική λειτουργία ασκείται από την Βουλή (δηλαδή το σύνολο των βουλευτών) και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας», θα έλεγε κανείς ότι είναι εύλογο οι βουλευτές να παραμείνουν απερίσπαστοι στο έργο «έκφρασης των επιθυμιών και των προτάσεων των πολιτών», ασκώντας ταυτόχρονα έλεγχο της Διοίκησης και να μην εμπλέκονται στο καθαρά διοικητικό έργο συντονισμού και εποπτείας των υπηρεσιών του Κράτους.
Παίρνοντας το παράδειγμα των ιδιωτικών επιχειρήσεων, ένας υπουργός προσομοιάζει περισσότερο με έναν «Εκτελεστικό Διοικητή» (CEO = Chief Executive Officer), ο οποίος οφείλει να λειτουργεί την επιχείρηση, στα πλαίσια των αρχών και των κατευθύνσεων του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρίας. Υπό την έννοια αυτή, θα ήταν καλύτερο οι υπουργοί να είναι «τεχνοκράτες», δηλαδή καλοί γνώστες του συγκεκριμένου αντικειμένου ενός υπουργείου και όχι απλοί βουλευτές που, μπορεί να συμβαίνει να είναι και τεχνοκράτες (π.χ. Οικονομολόγος για του Υπουργείο Οικονομικών, Ανώτατος Δικαστικός για το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Μηχανικός για το Υπουργείο Υποδομών, Γιατρός για το Υπουργείο Υγείας, κλπ.), αλλά πολλές φορές δεν έχουν γνώση άσκησης διοίκησης.
Με ένα τέτοιο σκεπτικό, θα μπορούσε κάλλιστα ο εκάστοτε Πρωθυπουργός να δημιουργεί ένα «Συμβούλιο» δικών του ανθρώπων που θα συντόνιζαν, τόσο το νομοθετικό έργο, όσο και το εποπτικό της σωστής λειτουργίας των Υπουργείων. Το «Συμβούλιο» αυτό (αντίστοιχο με το Διοικητικό Συμβούλιο μίας επιχείρησης) θα μπορούσε κάλλιστα να απαρτίζεται από βουλευτές, χωρίς όμως εκτελεστικές αρμοδιότητες.
Ένα τέτοιο σύστημα θα μείωνε πολύ το λεγόμενο «πελατειακό κράτος» και θα έδινε πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες στους βουλευτές να είναι «οι εκπρόσωποι του Έθνους». Αντίθετα σήμερα, πολλοί Υπουργοί - Βουλευτές, κάτω από το βάρος των διοικητικών του καθηκόντων, γνωρίζουν πολύ λίγα για τα συμβαίνοντα στα άλλα Υπουργεία, κάτι που δεν μπορεί να το καλύψει επαρκώς η λειτουργία ενός «Υπουργικού Συμβουλίου» ή μία διάσκεψη της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του κυβερνώντος κόμματος.  

 


Δεν υπάρχουν σχόλια: