Τα στοιχεία σοκ, που παρουσιάζει σήμερα
η «Κ», αποτυπώνουν το μεγάλο πρόβλημα της «διαρροής εγκεφάλων» από την
Ελλάδα, προοιωνιζόμενα ίσως τα χειρότερα. Συνολικά και σε όλους τους
τομείς, πάνω από 100.000 Ελληνες επιστήμονες, στην πλειονότητα νέοι,
βρίσκονται στο εξωτερικό, είτε έχοντας εδραιωθεί επαγγελματικά είτε
αναζητώντας μία καλή θέση εργασίας. Επίσης, ακόμη 30.000 Ελληνες
σπουδάζουν σε πανεπιστήμια του εξωτερικού, πολλοί εκ των οποίων
προσβλέπουν σε αναζήτηση εργασίας ώστε να μείνουν μόνιμα στην ξένη χώρα.
Και οι διαστάσεις του προβλήματος διευρύνονται. Στο εξωτερικό αρχίζουν
να αναζητούν την τύχη τους και έμπειροι πανεπιστημιακοί και ερευνητές,
που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της επιστημονικής έρευνας, αλλά και της
«διεκδίκησης» ευρωπαϊκών κονδυλίων. Πρόσφατα, διευθυντής Ερευνητικού
Ινστιτούτου μετανάστευσε στη Σιγκαπούρη, ενώ πολλοί έλαβαν άδεια άνευ
αποδοχών γιατί βρήκαν (καλύτερη) δουλειά στο εξωτερικό. «Τα πανεπιστήμια
και ευρύτερα η ελληνική ερευνητική κοινότητα όχι μόνο δεν μπορούν να
πάρουν νέο αίμα, αλλά ούτε να κρατήσουν το έμπειρο προσωπικό τους. Οι
επιπτώσεις του προβλήματος θα είναι οξύτατες για τη χώρα εάν
αναλογισθούμε την αναπτυξιακή διάσταση που έχουν τα πανεπιστήμια και τα
ΤΕΙ», τονίζει στην «Κ» η Εύη Σαχίνη, διευθύντρια του Εθνικού Κέντρου
Τεκμηρίωσης (ΕΚΤ) του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών. Τα οικονομικά και
ποιοτικά στοιχεία καταδεικνύουν ότι η ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση
βρίσκεται στα πρόθυρα μείζονος κρίσης.
Ειδικότερα, με βάση τα συμπεράσματα της έρευνας του καθηγητή του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας κ. Λόη Λαμπριανίδη, πάνω από 100.000 Ελληνες επιστήμονες (γιατροί, μηχανικοί, οικονομολόγοι, νομικοί κ.ά.) έως 40 ετών βρίσκονται στο εξωτερικό. Ευρύτερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΗΕ, ο αριθμός των Ελλήνων επιστημόνων κάθε ηλικίας οι οποίοι βρίσκονται στο εξωτερικό προσεγγίζει τις 150.000. Πιο συγκεκριμένα, η μετανάστευση των νέων επιστημόνων εντάθηκε την τελευταία πενταετία λόγω της οικονομικής κρίσης και της υψηλής ανεργίας, η οποία ξεπερνάει το 50% στους νέους έως 25 ετών, ενώ παραμένει ιδιαίτερα υψηλή στους νέους 25-29 ετών (40% ) και στην εξίσου δυναμική ηλικιακή ομάδα των 30-44 ετών (25,5%). Με βάση έρευνα του Πανεπιστημίου Μακεδονίας (Μονάδα Περιφερειακής Ανάπτυξης και Πολιτικής) οι νέοι που αναζητούν την τύχη τους στο εξωτερικό έχουν υψηλά ακαδημαϊκά προσόντα. Το 73% έχει μεταπτυχιακό τίτλο, το 51,2% διδακτορικό, το 41% έχει σπουδάσει σε πολύ καλό πανεπιστήμιο. Σε αυτούς πρέπει να προστεθούν και οι περίπου 30.000 Ελληνες φοιτητές σε ξένα ΑΕΙ, πολλοί εκ των οποίων επέλεξαν να κάνουν μεταπτυχιακές σπουδές στο εξωτερικό όχι μόνο για να ενισχύσουν τα ακαδημαϊκό τους οπλοστάσιο στη μάχη για μια θέση στην αγορά εργασίας, αλλά και διότι ελπίζουν ότι μετά την αποφοίτησή τους θα βρουν δουλειά στη χώρα των σπουδών τους. Και για πολλούς αυτός είναι και ο βασικός λόγος της μετανάστευσης.
Τα στοιχεία αυτά είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά για την τριτοβάθμια εκπαίδευση της χώρας, η οποία δεν ανανεώνεται και σταδιακά οδηγείται στο τέλμα και στην οπισθοδρόμηση σε σχέση με τις διεθνείς εξελίξεις. Είναι χαρακτηριστικά τα στοιχεία του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης για το European Research Council (ERC) –ευρωπαϊκό όργανο που έχει στόχο να ενισχύσει την υψηλής ποιότητας έρευνα στην Ευρώπη μέσω ανταγωνιστικής χρηματοδότησης– το οποίο χρηματοδοτεί ερευνητικά προγράμματα με κονδύλια έως και 2 εκατ. ευρώ. Στα τρέχοντα χρηματοδοτούμενα από το ERC προγράμματα μετέχουν 41 Ελληνες επιστήμονες υψηλού κύρους, εκ των οποίων οι 27 είναι νέοι και όλοι μένουν εκτός Ελλάδας. «Η χρηματοδότηση από το ERC γίνεται με πολύ υψηλά κριτήρια και η επιλογή ενός προγράμματος είναι σαν ένα μικρό Νομπέλ. Το ERC αξιολογεί ιδέες και στην ουσία ψάχνει τα καινούργια μυαλά της Ευρώπης. Ολοι κατανοούμε, λοιπόν, ότι τα στοιχεία καταδεικνύουν την ποιοτική διάσταση του προβλήματος», λέει η κ. Σαχίνη.
Παράλληλα, το προσωπικό των πανεπιστημίων δεν ανανεώνεται. Ενδεικτικό είναι ότι, με βάση τα στοιχεία της ομοσπονδίας πανεπιστημιακών (ΠΟΣΔΕΠ) έως το 2016 θα αποχωρήσουν περίπου 1.100 πανεπιστημιακοί, δηλαδή ο ένας στους οκτώ από τους 9.149 σήμερα. Επίσης, υπάρχει κίνδυνος να μην πραγματοποιοηθεί μεγάλο μέρος του εκπαιδευτικού έργου, αφού έχουν περικοπεί δραστικά οι πιστώσεις για προσλήψεις συμβασιούχων νέων πανεπιστημιακών. Χαρακτηριστικά, το σχετικό κονδύλι, από 18 εκατομμυρία ευρώ που ήταν το 2011, μειώθηκε σε 5 εκατομμύρια για το 2013, ενώ για το ακαδημαϊκό έτος 2014-2015 υπάρχουν πιστώσεις μόνο για 100 συμβασιούχους.
«Το ελληνικό πανεπιστήμιο βρίσκεται σε δυσχερή θέση. Το ανθρώπινο δυναμικό φεύγει, ενώ οι οξύτατες παθογένειες επιβαρύνονται από την έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού. Και το ερώτημα είναι θεμελιώδες: Θέλουμε ένα ΑΕΙ που να υποστηρίζει το σύγχρονο αναπτυξιακό μοντέλο;».
«Φεύγει» η έρευνα
Ενας 43χρονος πανεπιστημιακός σε ελληνικό ΑΕΙ βρήκε πρόσφατα θέση σε ερευνητικό κέντρο της Γαλλίας, ένας άλλος –διευθυντής ινστιτούτου– το εγκατέλειψε βρίσκοντας δουλειά στη Σιγκαπούρη. Την ίδια στιγμή, υπάρχουν πανεπιστημιακοί που παίρνουν άδεια άνευ αποδοχών (έως τρία χρόνια) για να εργαστούν στο εξωτερικό. «Πρόκειται για πολύ δυναμικό ερευνητικό προσωπικό που μπορούσε να διεκδικήσει, μέσω ερευνητικών προγραμμάτων, ανταγωνιστικά κεφάλαια από τη διεθνή αγορά. Αυτά τα προγράμματα δημιουργούν κατά μέσον όρο περί τις τέσσερις νέες θέσεις εργασίας. Κατανοείτε, λοιπόν, τις επιπτώσεις που προκαλεί η μετανάστευση ενός έμπειρου ερευνητή», τόνισε στην «Κ» ο Μπάμπης Σαββάκης, καθηγητής Μοριακής Βιολογίας και Γενετικής στην Ιατρική Σχολή Κρήτης. Και η ανησυχία είναι έκδηλη, καθώς η χρηματοδότηση από τον τακτικό προϋπολογισμό προς τα ΑΕΙ για έρευνα μειώνεται (από 321,2 εκατ. ευρώ το 2012 σε 253,7 το 2013) και η βασική πηγή είναι τα ευρωπαϊκά κονδύλια μέσω ΕΣΠΑ (από 49,8 εκατ. ευρώ το 2012 αυξήθηκαν στα 114,1 εκατ. το 2013). «Εως τώρα, τα δύο πρώτα χρόνια μετά την έναρξη κάθε νέας περιόδου ΕΣΠΑ είχαμε μικρές απορροφήσεις. Ετσι, το ζητούμενο είναι να ξεκινήσει γρήγορα η απορρόφηση κονδυλίων από το νέο ΕΣΠΑ», λέει η κ. Εύη Σαχίνη από το ΕΚΤ.
Ειδικότερα, με βάση τα συμπεράσματα της έρευνας του καθηγητή του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας κ. Λόη Λαμπριανίδη, πάνω από 100.000 Ελληνες επιστήμονες (γιατροί, μηχανικοί, οικονομολόγοι, νομικοί κ.ά.) έως 40 ετών βρίσκονται στο εξωτερικό. Ευρύτερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΗΕ, ο αριθμός των Ελλήνων επιστημόνων κάθε ηλικίας οι οποίοι βρίσκονται στο εξωτερικό προσεγγίζει τις 150.000. Πιο συγκεκριμένα, η μετανάστευση των νέων επιστημόνων εντάθηκε την τελευταία πενταετία λόγω της οικονομικής κρίσης και της υψηλής ανεργίας, η οποία ξεπερνάει το 50% στους νέους έως 25 ετών, ενώ παραμένει ιδιαίτερα υψηλή στους νέους 25-29 ετών (40% ) και στην εξίσου δυναμική ηλικιακή ομάδα των 30-44 ετών (25,5%). Με βάση έρευνα του Πανεπιστημίου Μακεδονίας (Μονάδα Περιφερειακής Ανάπτυξης και Πολιτικής) οι νέοι που αναζητούν την τύχη τους στο εξωτερικό έχουν υψηλά ακαδημαϊκά προσόντα. Το 73% έχει μεταπτυχιακό τίτλο, το 51,2% διδακτορικό, το 41% έχει σπουδάσει σε πολύ καλό πανεπιστήμιο. Σε αυτούς πρέπει να προστεθούν και οι περίπου 30.000 Ελληνες φοιτητές σε ξένα ΑΕΙ, πολλοί εκ των οποίων επέλεξαν να κάνουν μεταπτυχιακές σπουδές στο εξωτερικό όχι μόνο για να ενισχύσουν τα ακαδημαϊκό τους οπλοστάσιο στη μάχη για μια θέση στην αγορά εργασίας, αλλά και διότι ελπίζουν ότι μετά την αποφοίτησή τους θα βρουν δουλειά στη χώρα των σπουδών τους. Και για πολλούς αυτός είναι και ο βασικός λόγος της μετανάστευσης.
Τα στοιχεία αυτά είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά για την τριτοβάθμια εκπαίδευση της χώρας, η οποία δεν ανανεώνεται και σταδιακά οδηγείται στο τέλμα και στην οπισθοδρόμηση σε σχέση με τις διεθνείς εξελίξεις. Είναι χαρακτηριστικά τα στοιχεία του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης για το European Research Council (ERC) –ευρωπαϊκό όργανο που έχει στόχο να ενισχύσει την υψηλής ποιότητας έρευνα στην Ευρώπη μέσω ανταγωνιστικής χρηματοδότησης– το οποίο χρηματοδοτεί ερευνητικά προγράμματα με κονδύλια έως και 2 εκατ. ευρώ. Στα τρέχοντα χρηματοδοτούμενα από το ERC προγράμματα μετέχουν 41 Ελληνες επιστήμονες υψηλού κύρους, εκ των οποίων οι 27 είναι νέοι και όλοι μένουν εκτός Ελλάδας. «Η χρηματοδότηση από το ERC γίνεται με πολύ υψηλά κριτήρια και η επιλογή ενός προγράμματος είναι σαν ένα μικρό Νομπέλ. Το ERC αξιολογεί ιδέες και στην ουσία ψάχνει τα καινούργια μυαλά της Ευρώπης. Ολοι κατανοούμε, λοιπόν, ότι τα στοιχεία καταδεικνύουν την ποιοτική διάσταση του προβλήματος», λέει η κ. Σαχίνη.
Παράλληλα, το προσωπικό των πανεπιστημίων δεν ανανεώνεται. Ενδεικτικό είναι ότι, με βάση τα στοιχεία της ομοσπονδίας πανεπιστημιακών (ΠΟΣΔΕΠ) έως το 2016 θα αποχωρήσουν περίπου 1.100 πανεπιστημιακοί, δηλαδή ο ένας στους οκτώ από τους 9.149 σήμερα. Επίσης, υπάρχει κίνδυνος να μην πραγματοποιοηθεί μεγάλο μέρος του εκπαιδευτικού έργου, αφού έχουν περικοπεί δραστικά οι πιστώσεις για προσλήψεις συμβασιούχων νέων πανεπιστημιακών. Χαρακτηριστικά, το σχετικό κονδύλι, από 18 εκατομμυρία ευρώ που ήταν το 2011, μειώθηκε σε 5 εκατομμύρια για το 2013, ενώ για το ακαδημαϊκό έτος 2014-2015 υπάρχουν πιστώσεις μόνο για 100 συμβασιούχους.
«Το ελληνικό πανεπιστήμιο βρίσκεται σε δυσχερή θέση. Το ανθρώπινο δυναμικό φεύγει, ενώ οι οξύτατες παθογένειες επιβαρύνονται από την έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού. Και το ερώτημα είναι θεμελιώδες: Θέλουμε ένα ΑΕΙ που να υποστηρίζει το σύγχρονο αναπτυξιακό μοντέλο;».
«Φεύγει» η έρευνα
Ενας 43χρονος πανεπιστημιακός σε ελληνικό ΑΕΙ βρήκε πρόσφατα θέση σε ερευνητικό κέντρο της Γαλλίας, ένας άλλος –διευθυντής ινστιτούτου– το εγκατέλειψε βρίσκοντας δουλειά στη Σιγκαπούρη. Την ίδια στιγμή, υπάρχουν πανεπιστημιακοί που παίρνουν άδεια άνευ αποδοχών (έως τρία χρόνια) για να εργαστούν στο εξωτερικό. «Πρόκειται για πολύ δυναμικό ερευνητικό προσωπικό που μπορούσε να διεκδικήσει, μέσω ερευνητικών προγραμμάτων, ανταγωνιστικά κεφάλαια από τη διεθνή αγορά. Αυτά τα προγράμματα δημιουργούν κατά μέσον όρο περί τις τέσσερις νέες θέσεις εργασίας. Κατανοείτε, λοιπόν, τις επιπτώσεις που προκαλεί η μετανάστευση ενός έμπειρου ερευνητή», τόνισε στην «Κ» ο Μπάμπης Σαββάκης, καθηγητής Μοριακής Βιολογίας και Γενετικής στην Ιατρική Σχολή Κρήτης. Και η ανησυχία είναι έκδηλη, καθώς η χρηματοδότηση από τον τακτικό προϋπολογισμό προς τα ΑΕΙ για έρευνα μειώνεται (από 321,2 εκατ. ευρώ το 2012 σε 253,7 το 2013) και η βασική πηγή είναι τα ευρωπαϊκά κονδύλια μέσω ΕΣΠΑ (από 49,8 εκατ. ευρώ το 2012 αυξήθηκαν στα 114,1 εκατ. το 2013). «Εως τώρα, τα δύο πρώτα χρόνια μετά την έναρξη κάθε νέας περιόδου ΕΣΠΑ είχαμε μικρές απορροφήσεις. Ετσι, το ζητούμενο είναι να ξεκινήσει γρήγορα η απορρόφηση κονδυλίων από το νέο ΕΣΠΑ», λέει η κ. Εύη Σαχίνη από το ΕΚΤ.
"Κ"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου