Την περίοδο της Επανάστασης του 1821 η Εκκλησία είχε αναλάβει και καθήκοντα επιβολής της κοινωνικής τάξης, καθώς τα δικαστήρια και η ανύπαρκτη αστυνομία αδυνατούσαν να καλύψουν και αυτό τον τομέα.
Ουσιαστικά, το υπουργείο της Θρησκείας επιχειρούσε μέσω του θρησκευτικού στιγματισμού να προλάβει ή να καταστείλει άνομες κοινωνικές συμπεριφορές.
Ένα μέσο για να το επιτύχει αυτό ήταν τα επιτίμια ή αφοριστικά. Πρόκειται για θρησκευτικές διαταγές που στηλίτευαν μια αντικοινωνική ή ασεβή συμπεριφορά, απειλώντας τους δράστες με τη Θεία τιμωρία.
Τα επιτίμια δεν απευθύνονταν ονομαστικά σε όσους διέπρατταν το αδίκημα, αλλά στοχοποιούσαν όλους όσοι υπέκυπταν σε κατακριτέες πράξεις, όπως ο τζόγος στην προκειμένη περίπτωση.
Το φαινόμενο της χαρτοπαιξίας και των άλλων τυχερών παιχνιδιών στους καφενέδες και σε άλλους δημόσιους χώρους της Τριπολιτσάς είχε λάβει διαστάσεις μάστιγας το 1823 και το υπουργείο της Θρησκείας εξέδωσε το ακόλουθο φρικτό για τους παραβάτες επιτίμιο.
*«Ταύτα τα παιχνίδια, τα χαρτιά, η ντάμα, το τάβλι, τα μάγγαλα, κουμάρια και άλλα όμοια, επληροφορήθει το ιερόν υπουργείον τούτο της Θρησκείας ότι μεταχειρίζονται με υπερβολήν εις τους καβενέδες και εις τα εργαστήρια ταύτης της πόλεως και ακολούθως συμβαίνουσιν από αυτά φιλονικίαι, ύβρεις, μάχαι και τελευταίον δαρμοί, ώστε κινδυνεύουσι να ακολουθήσουν φονικά και όχι μόνον εις άλλους καιρούς ενεργούνται αυτά τα διαβολικά παιγνίδια, αλλά και εις αυτήν την ώρα της ακολουθίας της αγίας λειτουργίας, έργον ασεβέστατον και αθεώτατον.»
Το υπουργείο, επικαλούμενο τους Αγίους Αποστόλους και τις Άγιες Συνόδους, αναφέρει ότι για να εμποδίσει τα κακά αποτελέσματα, εξέδωσε το ακόλουθο φρικτό επιτίμιο:
«Όθεν, όποιος εις το εξής ή μικρός ή μεγάλος ή πολιτευόμενος ή ιδιώτης τολμήσει να παίξη αυτά τα παιγνίδια και όποιος εργαστηριώτης έχει αυτά εις το εργαστήριόν του, ομοίως και όποιος ανοίγει καβενέν, πριν απολύση η λειτουργία, ούτοι πάντες αφωρισμένοι έστωσαν από Θεού, κυρίου Παντοκράτορος, κατηραμένοι, ασυγχώρητοι μετά θάνατον άλυτοι και τυμπανιαίοι. Αί πέτραι και ο σίδηρος λυθειήσαν, αυτοί δε μηδαμώς. Κληρονομήσετε την λέπρα του Γιεζί και την αγχόνη του Ιούδα. Η οργή του Θεού είη επί ταις κεφαλαίς αυτών και προκοπήν μη ίδοιεν εφ΄ οίς εργάζονται. Επί πάσι τούτοις έχοιεν και τας αράς πάντων των απ΄ αιώνων αγίων Πατέρων της Εκκλησίας.»
Πέρα από τις μεταθανάτιες κυρώσεις, οι τζογαδόροι απειλούνταν και με ποινές από τη διοίκηση. Όπως καταλήγει το επιτίμιο:
«Προς τούτοις, εάν φανούν απειθείς εις το εκκλησιαστικόν τούτο εππιτίμιον και φωράθωσιν ότι μεταχειρίζονται αυτά τα παιγνίδια, θέλουν παιδευθή και πολιτικώς παρά της Διοικήσεως.»
Στο τέλος της νεκρώσιμης ακολουθίας πάντως υπάρχει ευχή συγχώρεσης που αναφέρει: « Εί δεσμόν άλυτο εδέξατο…είτε υπό αρχιερέως, βαρυτάτω αφορισμώ περιέπεσε…» Τα επιτίμια συνεχίστηκαν και μετά την απελευθέρωση, αλλά κρίθηκε πως γινόταν κατάχρηση και έτσι καταργήθηκαν με απόφαση της Ιεράς Συνόδου στις 14 Ιουλίου 1853. Για τη χαρτοπαιξία και τον τζόγο, ούτε λόγος.
*Υπουργός της Θρησκείας ήταν ο Ιωσήφ Ανδρούσης και η διαταγή με ημερομηνία 15 Αυγούστου 1823 και αριθμό πρωτοκόλλου 810 που κοινοποιήθηκε στους ιερείς και τους προύχοντες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου