Χιλιάδες στρέμματα γόνιμης παραγωγικής γης αλλάζουν χρήση και στην θέση τους ξεφυτρώνουν φωτοβολταϊκοί σταθμοί, μάλιστα εκτιμάται ότι με την νομοθετική διάταξη του 2020 στο σύνολο της Επικράτειας 320.000 στρέμματα γεωργικής γης υψηλής παραγωγικότητας σύντομα θα απωλεσθούν.
Καμπανάκι για την άκριτη διασπορά φωτοβολταϊκών σταθμών, χτυπάει το Παράρτημα Κεντρικής Μακεδονίας του ΓΕΩΤΕΕ, σύμφωνα με το οποίο η συνταγματικώς επιβεβλημένη προστασία της γης υψηλής παραγωγικότητας αυτού του μη ανανεώσιμου φυσικού πόρου είναι κατ΄ ουσίαν ανύπαρκτη.
Σύμφωνα με το ΓΕΩΤΕΕ Κεντρικής Μακεδονίας παρατηρείται διασπορά φωτοβολταϊκών σταθμών ακόμη και μέσα σε περιοχή αναδασμού που με κόπο και χρόνο δημιουργήθηκε ή μέσα σε συλλογικά αρδευτικά δίκτυα της πεδιάδας της Θεσσαλονίκης για τα οποία επενδύθηκαν για δεκαετίες τα χρήματα του Έλληνα φορολογούμενου. «Η σημερινή άναρχη και παράλογη ανάπτυξη φωτοβολταϊκών σταθμών χωρίς κεντρικό σχεδιασμό και χωροθέτηση θα αποβεί μεσομακροπρόθεσμα καταστροφική», τονίζει.
Η γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας, τονίζει το ΓΕΩΤΕΕ, αποτελεί φυσικό πόρο μη ανανεώσιμο, που βρίσκεται ήδη σε ανεπάρκεια στη χώρα μας. Πάνω από 500 χρόνια απαιτούνται για να δημιουργηθούν δύο (2) μόλις εκατοστά επιφανειακού γόνιμου εδάφους με φυσικές διαδικασίες, ενώ η απώλεια γόνιμων εδαφών με την διάβρωση και την ερημοποίηση είναι μη αναστρέψιμη και η διαδικασία της εδαφογένεσης δεν μπορεί πλέον να επαναληφθεί στις ίδιες τοποθεσίες.
«Σε μια χώρα που η βάση της πολυπόθητης οικονομικής ανάπτυξης είναι η πρωτογενής παραγωγή θα πρέπει πρώτα από όλα να διασφαλισθεί η επάρκεια των φυσικών πόρων και ειδικότερα της ποιοτικής γεωργικής γης και του αρδευτικού νερού. Η ταυτόχρονη ανάπτυξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας είναι ζωτικής σημασίας για μία βιώσιμη ανάπτυξη, αλλά θα πρέπει να γίνεται με σωστό σχεδιασμό και ορθή χωροθέτηση που δεν θα ανταγωνίζεται άλλους φυσικούς πόρους και την πρωτογενή παραγωγή. Σε αυτήν την κατεύθυνση, θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στην εγκατάσταση των Α.Π.Ε. για την υποστήριξη των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων, των αγροτοβιομηχανιών, καθώς και των εγκαταστάσεων μεταποίησης και συντήρησης νωπών και μεταποιημένων τροφίμων. Θα πρέπει, επίσης, να αξιοποιηθούν για την εγκατάσταση Α.Π.Ε. περιοχές μη παραγωγικές, όπως εγκαταλελειμμένα ορυχεία λιγνιτών της ΔΕΗ κ.α. Τότε μόνο θα έχουμε εκπληρώσει τους στόχους μίας ισόρροπης περιφερειακής και εθνικής πολιτικής.», καταλήγει.
«ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΚΗΣ ΓΗΣ ΥΨΗΛΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑΣ ΟΡΘΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΤΗΣ ΧΩΡΟΘΕΤΗΣΗΣ ΤΩΝ ΦΩΤΟΒΟΛΤΑΪΚΩΝ ΣΤΑΘΜΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ»
Αξιότιμοι κύριοι,
Γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας είναι τα εδάφη που η γεωργική τους χρήση επιφέρει υψηλή παραγωγικότητα λόγω των βέλτιστων φυσικοχημικών ιδιοτήτων εξαιτίας της ειδικής σύστασης και μορφολογίας τους ή λόγω της δυνατότητας άρδευσής τους ή λόγω του βέλτιστου μικροκλίματος της περιοχής ή λόγω της θέσης τους (π.χ. αναδασμός ή ειδικές και παραδοσιακές καλλιέργειες). Η γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας αποτελεί φυσικό πόρο μη ανανεώσιμο, που βρίσκεται ήδη σε ανεπάρκεια στη χώρα μας. Πάνω από 500 χρόνια απαιτούνται για να δημιουργηθούν δύο (2) μόλις εκατοστά επιφανειακού γόνιμου εδάφους με φυσικές διαδικασίες, ενώ η απώλεια γόνιμων εδαφών με την διάβρωση και την ερημοποίηση είναι μη αναστρέψιμη και η διαδικασία της εδαφογένεσης δεν μπορεί πλέον να επαναληφθεί στις ίδιες τοποθεσίες. Γι΄αυτό η γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας αποτελεί πραγματικό εθνικό πλούτο που δεν το δημιουργήσαμε εμείς, αλλά το δανειστήκαμε από όλες τις επόμενες γενεές.
Κατά συνέπεια, η γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας προστατεύεται: (α) από το Σύνταγμα της Ελλάδας (άρθρο 24, παρ.1) στα πλαίσια της προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος, (β) από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή που έχει αναπτύξει μια θεματική στρατηγική για την προστασία του εδάφους (COM (2006) 231) και (γ) από τον ΟΗΕ μέσω της Agenda 21, η οποία επιβάλλει την καταγραφή και συστηματική διαχείριση της γεωργικής γης, απαγορεύει την υποβάθμισή της και συνιστά την ανάκτησή της. Ειδικότερα, όσον αφορά στη συνταγματική προστασία και σύμφωνα με τη νομολογία του ΣτΕ (Ε΄ Τμήμα αποφ. 3698/2000) προκύπτει ότι «…φυσικό περιβάλλον εμπίπτον στην προστασία του άρθρ. 24 παρ. 1 του Συντάγματος, αποτελούν όχι μόνον τα φυσικά οικοσυστήματα αλλά και τα τεχνητά, ιδίως δε η γεωργική γη… Ταύτα ισχύουν κατά μείζονα λόγον προκειμένου περί κατ' εξοχήν της γεωργικής γης υψηλής παραγωγικότητας, της οποίας η κατ' αρχήν διατήρηση και προστασία είναι συνταγματικώς επιβεβλημένη…».
Ως συνέπεια των ανωτέρω, με τις διατάξεις του άρθρου 56 του ν. 2637/1998 (ΦΕΚ Α΄ 200) όπως τροποποιήθηκε και ισχύει θεσπίστηκε (στην παρ. 1 του άρθρου 56) η έκδοση σχετικής ΚΥΑ για τον καθορισμό των κριτηρίων με τα οποία διαβαθμίζεται σε ποιότητες και κατατάσσεται σε κατηγορίες παραγωγικότητας η γεωργική γη (εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 168040/3-9-2010 ΦΕΚ Β΄ 1528 ΚΥΑ όπως τροποποιήθηκε και ισχύει) και η έκδοση (στην παρ. 2 του άρθρου 56) σχετικής ΚΥΑ ανά νομό μετά από εισήγηση της Δ/νσης Αγροτικής Ανάπτυξης των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων για τον καθορισμό των γεωγραφικών ορίων της γεωργικής γης υψηλής παραγωγικότητας (δεν έχουν εκδοθεί οι σχετικές ΚΥΑ ανά νομό και οι ανωτέρω υπηρεσίες ορίστηκαν αρμόδιες για το χαρακτηρισμό των αγροτεμαχίων ως γης υψηλής παραγωγικότητας μέχρι τον καθορισμό γεωγραφικών ορίων), ενώ απαγορεύθηκε (στην παρ. 6 του άρθρου 56) στα αγροτεμάχια που χαρακτηρίζονται από τη Διεύθυνση Αγροτικής Ανάπτυξης του οικείου νομού ως γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας, η άσκηση οποιασδήποτε άλλης δραστηριότητας, εκτός από τη γεωργική εκμετάλλευση και την υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από σταθμούς Α.Π.Ε. Φυσικά, η απαγόρευση αυτή δεν αφορά σε έργα μεγάλου εθνικού συμφέροντος και στη μεταποίηση των αγροτικών προϊόντων.
Με την πρόσφατη, όμως, τροποποίηση της περ. α΄ της παρ. 6 του άρθρου 56 του ν. 2637/1998 (ΦΕΚ Α΄ 200) με το άρθρο 7 του ν. 4711/2020 (ΦΕΚ Α΄ 145): «… η παραγωγή ενέργειας από φωτοβολταϊκούς σταθμούς εγκατεστημένης ισχύος μικρότερης ή ίσης του 1 MW επιτρέπεται σε αγροτεμάχια που χαρακτηρίζονται ως αγροτική γη υψηλής παραγωγικότητας… υπό την προϋπόθεση ότι οι φωτοβολταϊκοί σταθμοί, για τους οποίους χορηγούνται δεσμευτικές προσφορές σύνδεσης από τον αρμόδιο Διαχειριστή, καλύπτουν αγροτικές εκτάσεις που αθροιζόμενες με τις αγροτικές εκτάσεις που καλύπτουν φωτοβολταϊκοί σταθμοί που έχουν ήδη τεθεί σε λειτουργία ή έχουν χορηγηθεί δεσμευτικές προσφορές σύνδεσης και τις εκτάσεις που καλύπτουν φωτοβολταϊκοί σταθμοί που εγκαθίστανται σύμφωνα με την παρ. 11 του άρθρου 51 του ν. 4178/2013 (Α' 174), δεν υπερβαίνουν το 1% του συνόλου των καλλιεργούμενων εκτάσεων της κάθε Περιφερειακής Ενότητας».
Κατ΄ αρχάς, οποιαδήποτε ποσοτικοποίηση της καταπάτησης της συνταγματικής προστασίας της γεωργικής γης υψηλής παραγωγικότητας με την αλλαγή χρήσης της θα έπρεπε να θεωρείται αδιανόητη σε μια ευνομούμενη πολιτεία, όπως θα θεωρούνταν απαράδεκτη η νομοθέτηση της δυνατότητας αλλαγής χρήσης π.χ. του 1% της έκτασης των δασών της Ελλάδας…
Επιπροσθέτως, η διάταξη αυτή εντέχνως παραπλάνησε τους βουλευτές που την υπερψήφισαν τον Ιούλιο του 2020 ως προς το ποσοστό συμμετοχής της γεωργικής γης υψηλής παραγωγικότητας στη συνολική έκταση εγκατάστασης φωτοβολταϊκών σταθμών παραγωγής ενέργειας, καθώς το 1% φαντάζει μεν μικρό ως ποσοστό, αλλά δεν θεσπίζεται στο σύνολο της γεωργικής γης υψηλής παραγωγικότητας (άλλωστε σε πολλούς νομούς της χώρας συμπεριλαμβανομένου του νομού Θεσσαλονίκης δεν έχει ποτέ καθοριστεί το σύνολο της γεωργικής γης υψηλής παραγωγικότητας), αλλά στο σύνολο της αγροτικής γης όλων των κατηγοριών.
Μετά από ένα χρόνο εφαρμογής, όμως, «ο βασιλιάς είναι γυμνός» και η αλήθεια ήδη μας έδειξε το σκληρό πρόσωπό της. Στη Μητροπολιτική Ενότητα Θεσσαλονίκης και στις Περιφερειακές Ενότητες Ημαθίας και Κιλκίς, οι οποίες είχαν τη μεγαλύτερη ζήτηση στην Κεντρική Μακεδονία για το χαρακτηρισμό της γεωργικής γης με σκοπό την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών σταθμών η εικόνα είναι η εξής:
1.Στην Περιφερειακή Ενότητα Ημαθίας κατά το έτος 2020 εκδόθηκαν από την αρμόδια Περιφερειακή Επιτροπή Χωροταξίας Περιβάλλοντος (Π.Ε.ΧΩ.Π.) συνολικά 196 γνωμοδοτήσεις για την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών σταθμών. Από αυτές οι 97 εκδόθηκαν για γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας (ποσοστό 50% επί του συνόλου), οι 77 είναι μέσα σε Γ.Π.Σ. ή Σ.Χ.Ο.Α.Π ή Ζ.Ο.Ε (τα Γ.Π.Σ. και τα ΣΧΟΑΠ της Ημαθίας επιτρέπουν σε περιοχές που τις ονομάζουν «γεωργική γη πρώτης προτεραιότητας» δηλ. στην ουσία υψηλής παραγωγικότητας, τις εγκαταστάσεις ΑΠΕ ανεβάζοντας έτι περεταίρω το ποσοστό κάλυψης σε γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας), μόνο 11 εκδόθηκαν για απλή γεωργική γη (χαμηλής παραγωγικότητας) και 11 ήταν για γη δασικού χαρακτήρα. Η ίδια εικόνα παραμένει για το 2021.
- Στη Μητροπολιτική Ενότητα Θεσσαλονίκης κατά το έτος 2020 εκδόθηκαν από την αρμόδια Περιφερειακή Επιτροπή Χωροταξίας Περιβάλλοντος (Π.Ε.ΧΩ.Π.) συνολικά 703 γνωμοδοτήσεις για την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών σταθμών. Από αυτές οι 278 εκδόθηκαν για γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας (ποσοστό 40% επί του συνόλου) και οι υπόλοιπες 425 για απλή γεωργική γη (χαμηλής παραγωγικότητας), ενώ στη Θεσσαλονίκη τα εγκεκριμένα Γ.Π.Σ. ή Σ.Χ.Ο.Α.Π ή Ζ.Ο.Ε δεν περιέχουν χαρακτηρισμό της γεωργικής γης ως προς την παραγωγικότητά της. Η ίδια εικόνα παραμένει για το 2021.
3.Στη Περιφερειακή Ενότητα Κιλκίς κατά το έτος 2020 εκδόθηκαν από την αρμόδια Περιφερειακή Επιτροπή Χωροταξίας Περιβάλλοντος (Π.Ε.ΧΩ.Π.) συνολικά 1.339 γνωμοδοτήσεις και από αυτές οι γνωμοδοτήσεις για γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας αφορούσαν σε ποσοστό 26% του συνόλου της έκτασης της αγροτικής γης για την οποία εκδόθηκαν γνωμοδοτήσεις. Ειδικότερα, στο Κιλκίς διαθέτουμε τις εκτάσεις των αγροτεμαχίων για τα οποία εκδόθηκαν οι γνωμοδοτήσεις και διαπιστώνουμε ότι οι γνωμοδοτήσεις σε γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας αφορούσαν σε 11.693 στρέμματα για το 2020, ενώ τα στρέμματα υψηλής παραγωγικότητας για τα οποία εκδόθηκαν γνωμοδοτήσεις ήταν 9.010 για το 2019, δηλαδή συνολικά 20.703 στρέμματα σε γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας τη διετία, ενώ υπάρχει ίδια εικόνα μέχρι στιγμής για το 2021. Συνεπώς, και αν λάβουμε υπόψη τα στοιχεία του σχετικού Πίνακα της με αρ. ΥΠΕΝ/ΔΑΠΕΕΚ/74123/2971/2020 (ΦΕΚ Β΄ 3149) ΚΥΑ, στον οποίο το 1% του συνόλου των καλλιεργούμενων εκτάσεων της Περιφερειακής Ενότητας Κιλκίς έχει καθοριστεί σε μόλις 10.415 στρέμματα, προφανώς είτε έχει δημιουργηθεί μια «βιομηχανία» παραγωγής αιτήσεων και φακέλων για διασύνδεση φωτοβολταϊκών σταθμών σε γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας που τελικά θα απορριφθούν (ταλαιπωρώντας τις υπηρεσίες και την Π.Ε.ΧΩ.Π. με άσκοπο φόρτο εργασίας), είτε έχουν πληροφόρηση για ενδεχόμενη μελλοντική αύξηση του ποσοστού αυτού σε τιμή άνω του 1%.
Από τα παραπάνω στοιχεία προκύπτει το συμπέρασμα ότι υπάρχει μία σαφής προτίμηση για αιτήσεις δημιουργίας φωτοβολταϊκών σταθμών σε γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας και στην πράξη η συνταγματικώς επιβεβλημένη προστασία αυτού του μη ανανεώσιμου φυσικού πόρου είναι κατ΄ ουσίαν ανύπαρκτη. Πολλοί αγρότες, μπροστά στο εύκολο και υψηλό κέρδος, δεν διστάζουν να χαλάσουν τα γονιμότερα και αποδοτικότερα χωράφια τους και να καταστρέψουν το φυσικό περιβάλλον, στερώντας τη χώρα από ένα μη ανανεώσιμο φυσικό πόρο στρατηγικής σημασίας για την αυτάρκεια και την ανεξαρτησία της. Πολλές φορές γινόμαστε μάρτυρες στην διασπορά φωτοβολταϊκών σταθμών μέσα σε περιοχή αναδασμού που με κόπο και χρόνο δημιουργήθηκε ή μέσα σε συλλογικά αρδευτικά δίκτυα της πεδιάδας της Θεσσαλονίκης για τα οποία επενδύθηκαν για δεκαετίες τα χρήματα του Έλληνα φορολογούμενου. Η σημερινή άναρχη και παράλογη ανάπτυξη φωτοβολταϊκών σταθμών χωρίς κεντρικό σχεδιασμό και χωροθέτηση θα αποβεί μεσομακροπρόθεσμα καταστροφική. Αυτή η θλιβερή εικόνα της αλλαγής χρήσης σε μυριάδες στρέμματα της γόνιμης παραγωγικής γης της Μακεδονίας δείχνει έναν άκρατο καιροσκοπισμό που υποθηκεύει το μέλλον των παιδιών μας.
Η αντισυνταγματική κατά τη γνώμη μας νομοθετική διάταξη (αρμόδιο για την τελική κρίση είναι το Συμβούλιο της Επικρατείας που έχει, όμως, ήδη εκδόσει σχετικές αποφάσεις για την προστασία της γεωργικής γης υψηλής παραγωγικότητας) της περ. α΄ της παρ. 6 του άρθρου 56 του ν. 2637/1998 (ΦΕΚ Α΄ 200) όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 7 του ν. 4711/2020 (ΦΕΚ Α΄ 145), η οποία επιτρέπει την αλλαγή χρήσης της γεωργικής γης υψηλής παραγωγικότητας κατά την θέληση και την κρίση του κάθε νόμιμου κατόχου και μάλιστα σε έκταση χιλιάδων στρεμμάτων σε κάθε Περιφερειακή Ενότητα που φθάνουν στο σύνολο της Επικράτειας σε 320.000 στρέμματα γεωργικής γης υψηλής παραγωγικότητας που σύντομα θα απωλεσθούν (σύμφωνα με την ΚΥΑ με αρ. ΥΠΕΝ/ΔΑΠΕΕΚ/74123/2971/2020 - ΦΕΚ Β΄ 3149), θα πρέπει άμεσα να καταργηθεί, όχι μόνο για λόγους συνταγματικής νομιμότητας και σεβασμού των διεθνών υποχρεώσεων της χώρας, αλλά και για τους λόγους ουσίας της ορθολογικής πολιτικής, του στρατηγικού σχεδιασμού, της σωστής χωροθέτησης δράσεων και της βιώσιμης ανάπτυξης της χώρας.
Με το ίδιο ακριβώς σκεπτικό θα πρέπει να καταργηθεί και η κατ΄ εξαίρεση δόμηση σε ακίνητα εντός εκτάσεων γεωργικής γης υψηλής παραγωγικότητας εφόσον αυτά έχουν πρόσωπο σε εθνικές, επαρχιακές και δημοτικές οδούς ή και βρίσκονται εντός αποστάσεως διακοσίων (200) μέτρων από τον άξονα εθνικών, επαρχιακών οδών και εκατόν πενήντα (150) μέτρων από τον άξονα των δημοτικών οδών που προβλέφθηκε με το άρθρο 51, παρ. 11α του ν. 4178/2013 (ΦΕΚ Α΄ 174). Εάν συνυπολογίσουμε ότι σε κάθε αγρόκτημα υπάρχουν 4 ή 5 επαρχιακοί ή δημοτικοί δρόμοι με μέσο μήκος 3 ή 4 χιλιόμετρα και εφαρμοσθεί η ζώνη όπου επιτρέπεται η δόμηση πλάτους 300 ή 400 μέτρων, τότε κατά μέσο όρο θα μπορούν να δομηθούν 4.000 στρέμματα σε κάθε αγρόκτημα και με μέσο όρο συνολικής έκτασης τα 13.000 περίπου στρέμματα ανά αγρόκτημα, γίνεται αντιληπτό ότι με τις παραπάνω διατάξεις μπορεί να δομηθεί χωρίς κανένα περιορισμό ως προς την κατηγορία παραγωγικότητας της γεωργικής γης το 30% περίπου της έκτασης των ελληνικών αγροκτημάτων. Συνεπώς, θα πρέπει άμεσα να καταργηθεί η εν λόγω διάταξη που επεκτείνει την εξαίρεση προστασίας της γεωργικής γης υψηλής παραγωγικότητας και στις επαρχιακές και δημοτικές οδούς.
Τέλος, η ορθή χωροθέτηση της εγκατάστασης φωτοβολταϊκών σταθμών παραγωγής ενέργειας θα πρέπει, ως προς τον γενικότερο σχεδιασμό της παραγωγικής κατεύθυνσης, να συνυπολογίζει κι άλλες δύο παραμέτρους:
- Η Ελλάδα είναι ελλειμματική ως προς τη ζωική παραγωγή σε σχέση με τη μέση ευρωπαϊκή αναλογία φυτικής προς ζωική παραγωγή, αλλά και σε σχέση με την αντίστοιχη εθνική κατανάλωση ζωικών προϊόντων, γεγονός που οδηγεί σε ένα σοβαρό έλλειμμα εμπορικού ισοζυγίου. Συγκριτικό μειονέκτημα της ελληνικής ζωικής παραγωγής είναι το υψηλό κόστος ζωοτροφών και η ανύπαρκτη διαχείριση των βοσκήσιμων εκτάσεων. Για αυτό το λόγο θα πρέπει άμεσα να εκπονηθούν και στη συνέχεια να εφαρμοσθούν, τα Διαχειριστικά Σχέδια Βόσκησης, στο πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων του ν. 4351/2015 (ΦΕΚ 164 Α') όπως αυτός έχει τροποποιηθεί και ισχύει. Μία πιθανή μείωση των ήδη ελλειμματικών βοσκήσιμων εκτάσεων στη χώρα μας θα δημιουργήσει και απώλεια ευρωπαϊκών επιδοτήσεων στον τομέα της κτηνοτροφίας και συνεπώς, θα πρέπει υποχρεωτικά να συνεκτιμάται το ποσοστό κάλυψης των αναγκών σε βοσκήσιμη γη σε κάθε αγρόκτημα για την επιλογή ανάλογων εκτάσεων που δεν θα είναι άκρως απαραίτητες για την τοπική κτηνοτροφία για την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών σταθμών.
- Και η απλή γεωργική γη (χαμηλής παραγωγικότητας) χρήζει στοιχειώδους προστασίας σύμφωνα με τα ανωτέρω και συνεπώς προτείνεται η νομοθέτηση και εφαρμογή της σχετικής πρότασης της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Γεωτεχνικών Δημοσίων Υπαλλήλων (Π.Ο.ΓΕ.Δ.Υ.) για τη θεσμοθέτηση μέγιστων ποσοστών χρήσης της απλής γεωργικής γης για εγκατάσταση Α.Π.Ε σε επίπεδο Τοπικής/Δημοτικής Κοινότητας, Δήμου και Περιφερειακής Ενότητας κατά φθίνουσα σειρά (π.χ. 1 % για Τοπική/Δημοτική Κοινότητα, 0,5 % για σύνολο του Δήμου και 0,3 % για το σύνολο της Περιφερειακής Ενότητας).
Σε μια χώρα που η βάση της πολυπόθητης οικονομικής ανάπτυξης είναι η πρωτογενής παραγωγή θα πρέπει πρώτα από όλα να διασφαλισθεί η επάρκεια των φυσικών πόρων και ειδικότερα της ποιοτικής γεωργικής γης και του αρδευτικού νερού. Η ταυτόχρονη ανάπτυξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας είναι ζωτικής σημασίας για μία βιώσιμη ανάπτυξη, αλλά θα πρέπει να γίνεται με σωστό σχεδιασμό και ορθή χωροθέτηση που δεν θα ανταγωνίζεται άλλους φυσικούς πόρους και την πρωτογενή παραγωγή. Σε αυτήν την κατεύθυνση, θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στην εγκατάσταση των Α.Π.Ε. για την υποστήριξη των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων, των αγροτοβιομηχανιών, καθώς και των εγκαταστάσεων μεταποίησης και συντήρησης νωπών και μεταποιημένων τροφίμων. Θα πρέπει, επίσης, να αξιοποιηθούν για την εγκατάσταση Α.Π.Ε. περιοχές μη παραγωγικές, όπως εγκαταλελειμμένα ορυχεία λιγνιτών της ΔΕΗ κ.α. Τότε μόνο θα έχουμε εκπληρώσει τους στόχους μίας ισόρροπης περιφερειακής και εθνικής πολιτικής. Στο πλαίσιο του θεσμικού μας ρόλου στα θέματα της πρωτογενούς παραγωγής και των φυσικών πόρων είμαστε στη διάθεσή σας για κάθε απαραίτητη διευκρίνιση.
Με τιμή,
Για την Διοικούσα Επιτροπή του Παραρτήματος Κεντρικής Μακεδονίας του ΓΕΩΤ.Ε.Ε.
Ο Πρόεδρος
Δρ. Αθανάσιος Σαρόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου