Τετάρτη 10 Αυγούστου 2022

Δημήτρης Τζιόβας: «Θέλουμε να ζούμε με μύθους και ένας από αυτούς είναι ότι έχουμε την ομορφότερη χώρα»




Ο Δημήτρης Τζιόβας είναι καθηγητής Νεοελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ και συγγραφέας πολλών βιβλίων στα ελληνικά και στα αγγλικά. Φέτος του απονεμήθηκε βραβείο για τη συνολική του προσφορά στα γράμματα και κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Gutenberg το εξαιρετικό του σύγγραμμα «Η Ελλάδα από τη χούντα στην κρίση - Η κουλτούρα της Μεταπολίτευσης». Μάλιστα, η αγγλική έκδοση του βιβλίου επελέγη από την αρμόδια επιτροπή για τη βραχεία λίστα του βραβείου Runciman.

Η Μεταπολίτευση αποτέλεσε μια βαθιά τομή, ένα καθοριστικό γεγονός στην πολιτική ζωή της χώρας, σηματοδοτώντας την αρχή της πιο ειρηνικής περιόδου της ελληνικής ιστορίας. Σαράντα οκτώ χρόνια μετά, η Ελλάδα έχει ανοιχτεί στον κόσμο, δείχνοντας μια πρωτοφανή πολιτισμική εξωστρέφεια. Στο βιβλίο του ο καταξιωμένος καθηγητής επιδιώκει να παρουσιάσει μια πολύπλευρη εικόνα της περιόδου αυτής προκειμένου να αναδειχθούν οι πολυάριθμες πτυχές της. Συζητά μια σειρά από σημαντικά θέματα, όπως η αρχαιότητα, η θρησκεία, η γλώσσα, η λογοτεχνία, τα μέσα ενημέρωσης, ο κινηματογράφος, η νεολαία, το φύλο και η σεξουαλικότητα, και εξετάζει κρίσιμα ζητήματα στην προσπάθεια χαρτογράφησης του ελληνικού πολιτισμικού γίγνεσθαι τα τελευταία πενήντα χρόνια. Πρόκειται για μια καθηλωτική και επιστημονικά τεκμηριωμένη μελέτη αλλά και για μια σπουδή στο συλλογικό φαντασιακό της περιόδου της Μεταπολίτευσης.  

Ο Δημήτρης Τζιόβας ανήκει στους σημαντικότερους Έλληνες διανοούμενους και έχει διανύσει σημαντική πορεία στον χώρο των ιδεών και των γραμμάτων. Την περίοδο 2000-2003 διετέλεσε διευθυντής του Κέντρου Βυζαντινών, Οθωμανικών και Νεοελληνικών Σπουδών του πανεπιστημίου του, σήμερα διευθύνει τη σειρά μεταφρασμένης νεοελληνικής λογοτεχνίας που εκδίδει το Κέντρο, ενώ έχει διδάξει ως επισκέπτης καθηγητής σε πολλά πανεπιστήμια της Ευρώπης και της Αμερικής.

Θέλουμε να ζούμε με μύθους και ένας από αυτούς είναι ότι ζούμε στην ομορφότερη χώρα του κόσμου. Μια τέτοια αντίληψη καλλιεργεί έναν άγονο εθνοκεντρισμό γιατί προσπαθεί να καταστήσει τα δικά μας κριτήρια ομορφιάς οικουμενικά. Ενίοτε επίσης αυτή η μεγαλαυχία φέρνει το αντίθετο αποτέλεσμα, γιατί προκαλεί σε μια μερίδα Ελλήνων τη θυμωμένη απαξίωση της χώρας ως αντίδραση.

Στη συνομιλία μας διακρίνω μια ευγενική προσωπικότητα, μια πνευματική φυσιογνωμία αλλά και έναν σύγχρονο διανοητή που με τις εύστοχες παρατηρήσεις του συμβάλλει όχι μόνο στον προβληματισμό πάνω σε μια σειρά θεμελιωδών ζητημάτων ιδεολογίας, ταυτότητας και πολιτικής ιστορίας αλλά ερμηνεύει και νέα κεφάλαια ενός ραγδαία μεταβαλλόμενου κόσμου.   

— Τι τίτλο θα δίνατε στην εποχή μας και γιατί; 
Ζούμε στην εποχή του «μετά» (μετα-δημοκρατία, μετα-καπιταλισμός, μεταμοντερνισμός, μετα-μνήμη, μετα-ιστορία) και του «διά» (διασυνδεσιμότητα, διαθεματικότητα, διεπιστημονικότητα). Εν ολίγοις, η εποχή μας χαρακτηρίζεται από τον αναστοχασμό και την παραδοχή ότι όλα συνδέονται. Είμαστε σε διαρκή αναθεωρητική διάθεση και χάρη στην τεχνολογία συνεχώς δικτυωμένοι μπροστά σε μια οθόνη. Το connectivity έχει γίνει η καθημερινότητά μας και το κριτήριο της εποχής μας, με αποτέλεσμα να κυριαρχεί η εικόνα και να υποχωρεί ο γραπτός λόγος. 

Δημήτρης Τζιόβας: «Θέλουμε να ζούμε με μύθους και ένας από αυτούς είναι ότι ζούμε στην ομορφότερη χώρα του κόσμου»

Facebook Twitter
 Τη σημασία της λογοτεχνίας την καταλαβαίνουμε σε καιρούς κρίσης. Τότε όλοι στρέφονται στα λογοτεχνικά κείμενα για να κατανοήσουν τι συμβαίνει. Το βλέπουμε αυτό και στην περίπτωση της Ουκρανίας, καθώς, μέσα από τη λογοτεχνία, επιχειρείται η γνωριμία και η κατανόηση μιας χώρας. Το ίδιο συνέβη ως ένα βαθμό και με την ελληνική κρίση.

— Πριν από λίγες μέρες λάβατε το Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων. Τι σηματοδοτεί αυτή η βράβευση για εσάς;
Το βραβείο έχει ιδιαίτερη σημασία για μένα γιατί, εκτός από επιβράβευση του έργου μου, αποτελεί και αναγνώριση του αγώνα όλων των νεοελληνιστών ανά τον κόσμο για τη μελέτη και ανάδειξη του ελληνικού πολιτισμού. Διδάσκοντας εκτός Ελλάδας αναγκάζεσαι να δεις την ευρύτερη εικόνα και με μια διαφορετική ματιά το ακαδημαϊκό σου πεδίο, να κάνεις συγκρίσεις και διεπιστημονικές συνδέσεις, να ξεφύγεις από τα στενά εθνικά όρια, παρακολουθώντας τις διεθνείς εξελίξεις και τάσεις. Δεν αρκείσαι σε καθιερωμένες πρακτικές, αλλά βρίσκεσαι σε διαλογική σχέση με το τι γίνεται εντός και εκτός Ελλάδας. Δυστυχώς, μελέτες για την Ελλάδα που έχουν κυκλοφορήσει σε ξένες γλώσσες δεν μπορούν να είναι υποψήφιες για κρατικό ή άλλο βραβείο, έστω και αν μεταφραστούν στα ελληνικά. Ως εκ τούτου, όσες Ελληνίδες και όσοι Έλληνες δημοσιεύουν σε ξένες γλώσσες βιβλία για την Ελλάδα το μόνο βραβείο που ενδέχεται να τους απονεμηθεί είναι το Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων.

tziovas
Δημήτρης Τζιόβας, Η Ελλάδα από τη χούντα στην κρίση - Η κουλτούρα της Μεταπολίτευσης, εκδόσεις Gutenberg

— Στο βιβλίο σας «Από τη χούντα στην κρίση» καταγράφετε την κουλτούρα της Μεταπολίτευσης. Γιατί πιστεύετε ότι το πιο χαρακτηριστικό της γνώρισμα είναι ο εμβληματικός ρόλος των ταυτοτήτων; 
Όπως γράφω και στον πρόλογο της ελληνικής έκδοσης, μετά την πτώση της χούντας συντελείται η μετατόπιση από την πολιτική στην κουλτούρα με μια ευρύτερη έννοια, γι’ αυτό ο όρος «Μεταπολίτευση» δεν είναι ικανοποιητικός για μια πολιτισμική προσέγγιση της περιόδου και τη θεώρησή της ως εποχής ταυτοτήτων. Η έντονη πολιτικοποίηση των πρώτων χρόνων της Μεταπολίτευσης δίνει σταδιακά τη θέση της στην έμφαση σε θέματα ταυτότητας και το πέρασμα από την άρνηση της εθνικοφροσύνης στον προβληματισμό γύρω από την έννοια της ελληνικότητας ή της ρωμιοσύνης. Στις ταυτότητες φαίνεται να συμπυκνώνονται τα ποικίλα διακυβεύματα μετά το 1974 και σε αυτές παραπέμπει μια σειρά κοινωνικών και πολιτισμικών εξελίξεων. Μια τέτοια θεώρηση συνάδει και με τις διεθνείς τάσεις και με την επικράτηση της πολιτικής της ταυτότητας. Στη Μεταπολίτευση το έθνος αρχίζει να αντιμετωπίζεται και ως αισθητικό αντικείμενο, ενώ η διαμόρφωση της ελληνικής πολιτισμικής ταυτότητας συνδέθηκε περισσότερο από κάθε άλλη φορά με τη γενιά του ’30.

— Πού το στηρίζετε αυτό; 
Ας λάβουμε υπόψη ότι τα δοκίμια, τα ημερολόγια και η αλληλογραφία των κυριότερων εκπροσώπων της δημοσιεύτηκαν σε συγκεντρωτικούς τόμους κυρίως μετά το 1974, έτσι η συζήτηση δεν περιορίστηκε μόνο στα λογοτεχνικά κείμενα αλλά επεκτάθηκε και στις ιδέες τους και τη σχέση της Ελλάδας με τον ευρωπαϊκό πολιτισμό. Επομένως, η προοπτική της εισόδου στην ευρωπαϊκή κοινότητα και οι διχογνωμίες σχετικά με την ένταξη προκάλεσαν, εκτός των άλλων, και συζητήσεις ταυτότητας. Το «ανήκομεν εις την Δύσιν» του Καραμανλή δεν είναι μόνο μια πολιτική δήλωση αλλά και δήλωση πολιτισμικής ταυτότητας. Το ίδιο και το σλόγκαν του Παπανδρέου «η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες». Αυτός ο αρχικός προβληματισμός περί ταυτότητας και ελληνικότητας συμπληρώθηκε τη δεκαετία του 1990 με έναν ευρύτερο τον οποίο προκάλεσαν το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, η μετανάστευση και η παγκοσμιοποίηση. Ανακαλύπτονται οι μειονότητες και αναδεικνύονται οι έμφυλες ταυτότητες, προβάλλονται τα λογοτεχνικά κείμενα περί ετερότητας και η σύνδεση της γλώσσας με την ταυτότητα, ενώ επανέρχεται η πολιτισμική διάσταση της Ορθοδοξίας και η σχέση με τα Βαλκάνια. Στη Μεταπολίτευση συνυπάρχει η αυτοπεποίθηση της πολιτικής σταθερότητας και της ανόδου του βιοτικού επιπέδου με την πολιτισμική ανασφάλεια του ευάλωτου έθνους και αυτή η αμφίρροπη συνθήκη παράγει ταυτοτική αβεβαιότητα. Για όλους αυτούς τους λόγους θα πρότεινα η περίοδος από τη χούντα ως την κρίση να χαρακτηριστεί ως «εποχή των ταυτοτήτων» και όχι απλώς «Μεταπολίτευση». Η ταυτότητα είναι αυτή που ενώνει τις δύο περιόδους της Μεταπολίτευσης. Μέχρι το 1990 κυριαρχεί η κρίση ταυτότητας λόγω Ευρώπης και μετά λόγω παγκοσμιοποίησης και μετανάστευσης, αλλά και στις δύο το ζήτημα της ελληνικότητας και της υπέρβασης των στερεοτύπων είναι πάντα ζωντανό, με τα σχετικά άρθρα και τις μελέτες να πληθαίνουν. 

Δημήτρης Τζιόβας: «Θέλουμε να ζούμε με μύθους και ένας από αυτούς είναι ότι ζούμε στην ομορφότερη χώρα του κόσμου»Facebook Twitter
 Ο Ανδρέας Παπανδρέου καταθέτει στη δίκη της χούντα. Φωτ.: Αρ. Σαρρηκώστας - Αρχείο ΕΡΤ Α.Ε.

— Αν κάνατε την ανατομία της ταυτότητας του Νεοέλληνα, τι θα εμπεριείχε; 
Η ουσιοκρατική έννοια της εθνικής συνείδησης τέθηκε υπό αμφισβήτηση από την κονστρουκτιβιστική και σχετικιστική έννοια της ταυτότητας. Η ταυτότητα δεν νοείται πια ως κάτι δεδομένο που ανακαλύπτουμε και ενστερνιζόμαστε αλλά ως μια υβριδική και πολυσχιδής σύνθεση. Για να σας δώσω ένα παράδειγμα, έχουμε παρατηρήσει πόσοι χριστιανικοί ναοί στην Αθήνα, στη Σύρο, στην Κέρκυρα και αλλού υιοθετούν νεοκλασικά αρχιτεκτονικά στοιχεία ή πως στο λογότυπο του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης συνυπάρχουν ο Άγιος Δημήτριος και ο Αριστοτέλης; Η ταυτότητα δεν σημαίνει καθαρότητα αλλά συνύπαρξη διαφορετικών και ενίοτε αντιφατικών στοιχείων σε μια συνθήκη είτε έντασης είτε αθόρυβης συνύπαρξης.

Το έθνος-κράτος, παρά την έξαρση του εθνικισμού, πιέζεται από τις δύο αυτές κατηγορίες: τις περιφερειακές αυτονομήσεις ή τις μικρο-ομάδες με τη δική τους ατζέντα αφενός και τα συμπαντικά διακυβεύματα ή τα πολυεθνικά συγκροτήματα αφετέρου.

— Τι σας ενοχλεί στη δημόσια σφαίρα;
Το ότι δεν ανεχόμαστε εύκολα τη γνώμη των άλλων και δεν τους δίνουμε τον χώρο να τη διατυπώσουν. Δείτε τις συζητήσεις στα τηλεοπτικά πάνελ, με τους συμμετέχοντες να προσπαθούν να αποστομώσουν και να επιβληθούν στους συνομιλητές τους, μη επιτρέποντάς τους να ολοκληρώσουν την άποψή τους. Το «μη με διακόπτετε» συνοψίζει αυτή την πρακτική και έχει γίνει η εθνική ατάκα.

— Πόσο Ευρωπαίοι είναι οι Έλληνες; Τι θα μας λέγατε;
Άραγε υπάρχει κάποιο μέτρο με το οποίο αποτιμάται η ευρωπαϊκότητα των λαών; Θέτουν άλλοι λαοί ανάλογα ερωτήματα και με τι τρόπο; Η Ευρώπη είναι κυρίως θεσμοί και αξίες, κάτι που δεν αναιρεί τις διαφορές, τα συμφέροντα και τις επιδιώξεις των επιμέρους χωρών, ενώ η στάση των Ελλήνων απέναντί της ήταν πάντα αντιφατική. Ας μη ξεχνάμε ότι από τη μια προβάλλεται η άποψη ότι η Ελλάδα ήταν ένα από τα θεμέλια του ευρωπαϊκού πολιτισμού και από την άλλη κυκλοφορεί η θεωρία ότι η Ελλάδα υπήρξε μια ευρωπαϊκή πολιτισμική κατασκευή και ότι η Δύση ασκούσε ένα είδος πολιτισμικού κρυπτο-αποικιοκρατισμού στη χώρα.

— Στην εποχή της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης ποιο είναι το περιεχόμενο της νέας εθνικής μας αυτογνωσίας;
Να παρακολουθούμε τις εξελίξεις όσο πιο καλά μπορούμε και να έχουμε επίγνωση του τι και πώς αλλάζει. Η υπέρβαση της αδράνειας θα είναι πάντα το ζητούμενο μιας εθνικής στρατηγικής, γιατί η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση απαιτεί διανοητική εγρήγορση και διαρκή εξωστρέφεια.

— Η οικονομική κρίση θεωρείτε ότι λειτούργησε ως κίνητρο για αναστοχασμό; Ή ακόμα πορευόμαστε με τις ίδιες αντιλήψεις και συμπεριφορές που όξυναν την κρίση; 
Σαφώς λειτούργησε ως κίνητρο αναστοχασμού και αναθεώρησης, αλλά υπήρξαν και υπάρχουν ακόμη σοβαρές διαφωνίες για το πώς μπορεί να ερμηνευτεί η κρίση. Ως φαινόμενο που έχει τις ρίζες του στην ελληνική κακοδαιμονία ή ένα ευρύτερο γεγονός που αντιπροσωπεύει την κρίση του καπιταλισμού; Σε αυτό το ερώτημα οι απαντήσεις ποικίλλουν και ως εκ τούτου παράγουν αντιθέσεις και συζητήσεις. 

Δημήτρης Τζιόβας: «Θέλουμε να ζούμε με μύθους και ένας από αυτούς είναι ότι ζούμε στην ομορφότερη χώρα του κόσμου»Facebook Twitter
 Προσπαθούμε να βελτιώσουμε την ανώτατη εκπαίδευση από τα πάνω προς τα κάτω παρά το αντίστροφο. Προτιμότερο είναι να σκύψουμε στα καθημερινά και «μικρά» ζητήματά της παρά στα «μεγάλα», όπως ο τρόπος διοίκησης των πανεπιστημίων.

— Τι είναι αυτό που χρειάζεται η Ελλάδα σήμερα για να ξεφύγει από το παρελθόν;
Τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα δεν ξεφεύγει από το παρελθόν αλλά το συζητά και το αναθεωρεί. Αναγνωρίζεται πια ότι έχει πολλά παρελθόντα (αρχαιοελληνικό, βυζαντινό, οθωμανικό, βαλκανικό, ενετικό) και όχι απλώς ένα. Όπως τονίζω και στο βιβλίο, η κακοποίηση της Ιστορίας και του πατριωτισμού από τη χούντα είχε ως αποτέλεσμα η χώρα στη Μεταπολίτευση να ζει και να συζητά συνεχώς το παρελθόν. Αρχικά ως αντίδραση προς αυτή την κακοποίηση καλλιεργείται η κριτική, ειρωνική και εναλλακτική στάση απέναντι στο παρελθόν που φέρνει ορισμένους ιστορικούς και αρχαιολόγους σε αντίθεση με το ευρύτερο κοινό. Η διεκδίκηση της αρχαιότητας, λόγω του Μακεδονικού και των γλυπτών του Παρθενώνα, αποκτά διεθνείς διαστάσεις, ενώ η αμφιλεγόμενη και ταραγμένη δεκαετία του 1940 έρχεται όχι μόνο στο προσκήνιο των ιστορικών συζητήσεων αλλά και στο έργο συγγραφέων και κινηματογραφιστών. Ο Εμφύλιος επιβιώνει και αναβιώνει ακόμη σε πολλά επίπεδα, ενώ τα βιβλία για την κριτική θεώρηση του παρελθόντος αλλά και του ρόλου επιστημών όπως η Αρχαιολογία αυξάνονται ιδιαίτερα στον εικοστό πρώτο αιώνα. Η διάσταση μεταξύ κοινού και διανοουμένων ή ιστορικών σε θέματα δημόσιας ιστορίας, ιστορικής μνήμης ή διαχείρισης της αρχαιότητας χαρακτηρίζει τις τελευταίες δεκαετίες και τούτο οδηγεί στη χρήση της λέξης «κοινό» σε πληθυντικό αριθμό. Δεν υπάρχει πια ένα εθνικό κοινό που τραγουδάει τους ποιητές του αλλά διαφορετικά ακροατήρια ή κοινότητες αναγνωστών, ένδειξη της αυξανόμενης διαφορετικότητας και του πλουραλισμού.

— Υπάρχει ελπίδα κάποια στιγμή να μην είμαστε δέσμιοι της παντοδυναμίας της διαφθοράς και του υπερτροφικού και μη παραγωγικού κράτους;
Για να αντιμετωπιστεί η διαφθορά ή η μη παραγωγικότητα ενός κράτους χρειάζεται να εξεταστούν οι μηχανισμοί του από έξω (όχι απαραίτητα από το εξωτερικό) και όχι από μέσα. Οι εσωτερικές μεταρρυθμίσεις δεν φέρνουν συνήθως ριζικές και αποδοτικές αλλαγές αλλά συμβιβασμούς και ημίμετρα. Μόνο μια μελέτη των πρακτικών ενός συστήματος, μεθοδικά προετοιμασμένη από ειδικούς που δεν συμμετέχουν στο ίδιο το σύστημα, αλλά γνωρίζουν τις αδυναμίες του, μπορεί να φέρει αποτελέσματα αλλά και έντονες αντιδράσεις. Αρκεί οι όποιες προτάσεις για αλλαγές να είναι ανοιχτές σε διαβούλευση και συζήτηση και να μην επιβάλλονται άκριτα.

— Αν σας έλεγα να ξεχωρίσετε μια συλλογική αντίληψη για την Ελλάδα που να επηρέασε αρνητικά την εθνική μας εξέλιξη, ποια θα μου αναφέρατε;
Θέλουμε να ζούμε με μύθους και ένας από αυτούς είναι ότι ζούμε στην ομορφότερη χώρα του κόσμου. Μια τέτοια αντίληψη καλλιεργεί έναν άγονο εθνοκεντρισμό γιατί προσπαθεί να καταστήσει τα δικά μας κριτήρια ομορφιάς οικουμενικά. Ενίοτε επίσης αυτή η μεγαλαυχία φέρνει το αντίθετο αποτέλεσμα, γιατί προκαλεί σε μια μερίδα Ελλήνων τη θυμωμένη απαξίωση της χώρας ως αντίδραση.

Η ταυτότητα δεν σημαίνει καθαρότητα αλλά συνύπαρξη διαφορετικών και ενίοτε αντιφατικών στοιχείων σε μια συνθήκη είτε έντασης είτε αθόρυβης συνύπαρξης.

— Γιατί πάντοτε για όλα φταίνε οι άλλοι; Τα συλλογικά στερεότυπα τροφοδότησαν την άρνηση και την οργή της κοινωνίας μας;
Τις τελευταίες δεκαετίες υπήρξε μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τα εθνικά στερεότυπα και το λεγόμενο national (re)branding. Η εθνική εικόνα και το πώς κατασκευάζεται έστρεψαν το ενδιαφέρον στον ρόλο των ξένων ΜΜΕ και τούτο συχνά προκάλεσε αντιδράσεις και αντιπαραθέσεις. Ας μην ξεχνάμε ότι η ανάδειξη και η υπέρβαση των πολιτισμικών στερεοτύπων για την Ελλάδα είναι ένα μεταδικτατορικό φαινόμενο, όταν αρχίζουν να απασχολούν ιδιαίτερα τα δυτικά στερεότυπα σχετικά με τη νεότερη Ελλάδα. Η παράδοξη συνύπαρξη αφενός της ανερχόμενης ετερότητας και αφετέρου της ανασφάλειας λόγω της παγκοσμιοποίησης οδήγησαν σε αναζητήσεις ταυτότητας και σε συζητήσεις για τις σχέσεις με τους άλλους.

— Ποια είναι η γνώμη σας για το επίπεδο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στη χώρα μας; Πολλοί μιλούν για παραγωγή πτυχιούχων χωρίς αντίκρισμα. Ποιες διαφορές διακρίνετε ως πανεπιστημιακός που εργάζεται στο εξωτερικό; 
Προσπαθούμε να βελτιώσουμε την ανώτατη εκπαίδευση από τα πάνω προς τα κάτω παρά το αντίστροφο. Προτιμότερο είναι να σκύψουμε στα καθημερινά και «μικρά» ζητήματά της παρά στα «μεγάλα», όπως ο τρόπος διοίκησης των πανεπιστημίων. Νομίζω ότι τρία είναι τα βασικά προβλήματα που δεν αντιμετωπίζονται ουσιαστικά: η ανισότητα μεταξύ κεντρικών και περιφερειακών πανεπιστημίων, η μαζικότητα της εκπαίδευσης που οδηγεί σε τεράστια ακροατήρια, ξεπερασμένα σε άλλες χώρες, και, τέλος, η συνύπαρξη στο ίδιο τμήμα εξαιρετικών και πολύ αδύνατων φοιτητών, που προκαλεί σοβαρές δυσλειτουργίες. 

Δημήτρης Τζιόβας: «Θέλουμε να ζούμε με μύθους και ένας από αυτούς είναι ότι ζούμε στην ομορφότερη χώρα του κόσμου»Facebook Twitter
 24 Ιουλίου 1974, Ορκωμοσία Κωνσταντίνου Καραμανλή ως πρωθυπουργός οικουμενικής κυβέρνησης. Φωτ.: Αριστοτέλης Σαρρηκώστας - Αρχείο ΕΡΤ Α.Ε.

— Ποια ελληνική παθογένεια σάς ενοχλεί; 
H αναβλητικότητα, που προωθεί μια κουλτούρα παράτασης και παραπέμπει στην ιδιαίτερη σχέση του Νεοέλληνα με τον χρόνο. Οι προθεσμίες δεν τηρούνται σχεδόν ποτέ και συνεχώς δίνονται παρατάσεις από τις φορολογικές δηλώσεις μέχρι τα δημόσια έργα που δεν ολοκληρώνονται στην ώρα τους.

— Έχει χαθεί η σκέψη στις μέρες μας; Μπορείς να στοχαστείς όταν σκρολάρεις συνεχώς στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης; 
Στοχάζεσαι με άλλους ρυθμούς και άλλους τρόπους. Ο στοχασμός δεν είναι κάτι αργό, που χρειάζεται χρόνο ή απομόνωση, αλλά προσαρμόζεται κι αυτός στις εξελίξεις. Και η κοινωνική δικτύωση μπορεί να δώσει γόνιμες αφορμές για στοχασμό και διάλογο.

— Τι ρόλο παίζει η λογοτεχνία στη ζωή μας; 
Τη σημασία της λογοτεχνίας την καταλαβαίνουμε σε καιρούς κρίσης. Τότε όλοι στρέφονται στα λογοτεχνικά κείμενα για να κατανοήσουν τι συμβαίνει. Το βλέπουμε αυτό και στην περίπτωση της Ουκρανίας, καθώς, μέσα από τη λογοτεχνία, επιχειρείται η γνωριμία και η κατανόηση μιας χώρας. Το ίδιο συνέβη ως ένα βαθμό και με την ελληνική κρίση.

— Τι θα λέγατε ότι είναι επαναστατικό σήμερα; 
Η τεχνολογία δίνει σημαντικό προβάδισμα στους νέους και ανατρέπει την παλιά ιεραρχία των γενεών. Όσο η τεχνολογία εξελίσσεται ραγδαία τόσο το χάσμα μεταξύ νέων και ηλικιωμένων θα διευρύνεται. Αυτό θα έχει αντίκτυπο στην επικοινωνία, στην απασχόληση, στην κοινωνική συνοχή αλλά και στην ψυχική υγεία, καθώς οι μεσήλικες θα αισθάνονται εύκολα παροπλισμένοι και ανίκανοι να παρακολουθήσουν τις τεχνολογικές εξελίξεις. Η πρόκληση της τεχνητής νοημοσύνης είναι το πώς οι άνθρωποι δεν θα αισθάνονται ότι μένουν αβοήθητοι, απαξιωμένοι ή ότι απειλούνται από την ηλεκτρονική επανάσταση.

— Σε μια εποχή που τρέχει ιλιγγιωδώς, πώς μπορεί ένας άνθρωπος να ανακαλύψει την πληρότητα;
Ο άνθρωπος προσαρμόζεται όλο και πιο εύκολα, όπως συνέβαινε και παλαιότερα με τους ανθρώπους των χωριών που μετανάστευαν στις μεγαλουπόλεις και άλλαζε ριζικά ο ρυθμός της ζωής τους. Το πρόβλημα προκύπτει όταν οι αλλαγές δεν προϋποθέτουν απλώς ταχύτητα αλλά και νέα γνώση που δεν είναι εύκολο να αποκτηθεί. 

— Διακρίνετε κάποια πυξίδα στο μέλλον που να μας κατευθύνει σε έναν νέο, εθνικό προσανατολισμό;
Τα συλλογικά οράματα και οι προσανατολισμοί έχουν ατονήσει, καθώς η ιδέα του εθνικού συνόλου υποχωρεί και κινούμαστε μεταξύ τοπικότητας και παγκοσμιοποίησης. Το έθνος-κράτος, παρά την έξαρση του εθνικισμού, πιέζεται από τις δύο αυτές κατηγορίες: τις περιφερειακές αυτονομήσεις ή τις μικρο-ομάδες με τη δική τους ατζέντα αφενός και τα συμπαντικά διακυβεύματα ή τα πολυεθνικά συγκροτήματα αφετέρου.

— Τι θεωρείτε σημαντικό στη ζωή; 
Την ειλικρίνεια.

Δεν υπάρχουν σχόλια: