Η Αλεξανδρούπολη αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη γεωπολιτική αξία στα μάτια της Αμερικής και της Ρωσίας, που διεκδικούν εκεί ερείσματα, παρουσία και επιρροή.
Αλεξανδρούπολη: μια πόλη σχετικά «νέα», που ενσωματώθηκε στην ελληνική επικράτεια το 1920. Αριθμεί περίπου 60 χιλιάδες κατοίκους και ξεκίνησε ως ψαροχώρι με την ονομασία Δεδέαγατς, προτού βαφτιστεί Νεάπολη και έπειτα αποκτήσει το σημερινό της όνομα προς τιμήν του βασιλιά Αλέξανδρου (όχι του Μεγάλου Αλεξάνδρου της Μακεδονίας, αλλά του υιού του Κωνσταντίνου Α΄, βασιλιά της Ελλάδας από το 1913 ως το 1922).
«Η πόλη εξελίσσεται με γρήγορους ρυθμούς», διαβάζουμε στον επίσημο ιστότοπο του δήμου Αλεξανδρούπολης. Πράγματι, η πρωτεύουσα του νομού Έβρου εξελίσσεται πια με αξιοσημείωτο ρυθμό, πολύ δε περισσότερο τα τελευταία χρόνια, αποκτώντας όμως παράλληλα και ολοένα μεγαλύτερη γεωπολιτική αξία στα μάτια των «έξω» που ανταγωνίζονται αλλήλους – μιλάμε κυρίως για τους Ρώσους και τους Αμερικανούς, που διεκδικούν εκεί ερείσματα, παρουσία, επιρροή.
Η Αλεξανδρούπολη είχε την τιμητική της και στα δύο πρωτόκολλα τροποποίησης της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (MDCA) που έχουν υπογράψει Αθήνα και Ουάσιγκτον τα τελευταία χρόνια: τον Οκτώβριο του 2019 και τον Οκτώβριο του 2021.
Σύμφωνα με το κείμενο της συμφωνίας του 2019, «…χορηγείται στην Κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών καθεστώς προτεραιότητας (ανεμπόδιστη πρόσβαση και χρήση) σε περιοχές» όπως είναι μεταξύ άλλων και ο Λιμένας Αλεξανδρούπολης. Ενώ με το δεύτερο πρωτόκολλο τροποποίησης του 2021, εντάσσεται πια και το Στρατόπεδο Γιαννούλη της Αλεξανδρούπολης στις τοποθεσίες όπου μπορεί «η Κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών να διατηρεί και να λειτουργεί στρατιωτικές και βοηθητικές Ευκολίες εντός των εγκαταστάσεων των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων».
Κι αυτό για ένα διάστημα τουλάχιστον πέντε ετών. Σύμφωνα άλλωστε με τις νέες τροποποιήσεις, η ελληνοαμερικανική Συμφωνία Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας έχει καταστεί πια πενταετής, από ετήσια που ήταν, και οδεύει προς αορίστου χρόνου, «εκτός εάν τερματιστεί από κάποιο από τα Μέρη με γραπτή ειδοποίηση προς το άλλο Μέρος δύο χρόνια πριν, δια της διπλωματικής οδού», όπως σημειώνεται στο Άρθρο Ι του τροποποιητικού πρωτοκόλλου που υπεγράφη στις 14 Οκτωβρίου στην Ουάσιγκτον, από τους υπουργούς Εξωτερικών της Ελλάδας, Νίκο Δένδια, και των Ηνωμένων Πολιτειών, Άντονι Μπλίνκεν.
«Η επιλογή της Αλεξανδρούπολης υποδηλώνει μεταξύ άλλων την αμερικανική βούληση ενίσχυσης της ασφάλειας της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, αλλά με παράκαμψη των Στενών, με ό,τι οφέλη αυτό συνεπάγεται για την περιοχή του Έβρου και ευρύτερα της Θράκης», εξηγούσαν στις 14 Οκτωβρίου ελληνικές διπλωματικές πηγές.
«Η επιλογή στρατοπέδου πλησίον της Αλεξανδρούπολης (σ.σ.: του Στρατοπέδου Γιαννούλη) στη συνέχεια των γεγονότων του Έβρου και των προκλήσεων της Τουρκίας (σ.σ.: όσων είχαν προηγηθεί στον Έβρο την περίοδο Φεβρουαρίου-Μαρτίου 2020 με τις κατευθυνόμενες από την τουρκική πλευρά μεταναστευτικές πιέσεις στα χερσαία ελληνικά σύνορα), ενισχύει το αμερικανικό αποτύπωμα σε περιοχές καίριας σημασίας για τη χώρα μας», συνέχιζαν οι ίδιες πηγές.
Σύμφωνα με τον υπουργό Εξωτερικών Νίκο Δένδια, έτσι πλέον ανοίγει ο δρόμος και για την προσέλκυση μεγαλύτερων και περισσότερο μακροπρόθεσμων αμερικανικών επενδύσεων για τον εκσυγχρονισμό των στρατιωτικών εγκαταστάσεων που θα χρησιμοποιούνται από την αμερικανική πλευρά εντός των ελληνικών συνόρων, με την υποσημείωση όμως ότι αυτές «οι εγκαταστάσεις αυτές θα χρησιμοποιούνται και από τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, άρα οι (σ.σ.: αμερικανικές) επενδύσεις που θα γίνουν ωφελούν κατά βάση την ελληνική πλευρά», όπως διευκρινίζει ο Έλληνας ΥΠΕΞ, στο πλαίσιο συνέντευξης που παραχώρησε στην Καθημερινή της Κυριακής.
Παράλληλα, η ηγεσία του ελληνικού ΥΠΕΞ εκτιμά πως με τις νέες συμφωνίες διαμορφώνονται και προϋποθέσεις αποτελεσματικότερης θωράκισης της Ελλάδας έναντι εξωτερικών απειλών, διότι όποιος «σχεδιάσει να μας επιτεθεί» θα πρέπει πρώτα να λάβει σοβαρά υπόψη του ότι «εδώ σταθμεύουν αμερικανικά στρατεύματα», όπως σημειώνει χαρακτηριστικά ο κ. Δένδιας. Τι λένε όμως οι Αμερικανοί για όλα αυτά; Και πώς αντιδρούν οι Ρώσοι;
«Είμαι βέβαιος ότι επισκέφθηκα την Αλεξανδρούπολη περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο πρεσβευτή των ΗΠΑ στην Ελλάδα και αυτό αντικατοπτρίζει την κρίσιμη γεωπολιτική σημασία αυτής της πόλης ως πύλης προς τις περιοχές της Μαύρης Θάλασσας και των Βαλκανίων. Η Αλεξανδρούπολη αποτελεί κρίσιμο κρίκο για την ενεργειακή ασφάλεια στην Ευρώπη, την περιφερειακή σταθερότητα και την οικονομική ανάπτυξη, οπότε είναι λογικό οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ελλάδα να την επιλέξουν για να συνεργαστούν για την προώθηση της κοινής μας ασφάλειας και των οικονομικών μας συμφερόντων», δήλωνε ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Ελλάδα, Τζέφρι Πάιατ, τον Σεπτέμβριο του 2019, από το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης.
«Χαίρομαι που επιστρέφω», θα επαναλάμβανε ο ίδιος Αμερικανός διπλωμάτης περίπου έναν χρόνο μετά, το καλοκαίρι του 2020, από το ίδιο σημείο, υπογραμμίζοντας και πάλι «τον στρατηγικό ρόλο αυτής της πόλης ως περιφερειακού κόμβου ενέργειας, μεταφορών και εμπορίου».
Στο μεσοδιάστημα, μεταξύ 2019 και 2020, οι ΗΠΑ έβαλαν το χέρι στην τσέπη, καταβάλλοντας περίπου 2,3 εκατομμύρια δολάρια (σύμφωνα με τις επίσημες ανακοινώσεις) προκειμένου να ανελκυστεί και να απομακρυνθεί η βυθοκόρος «Όλγα» (βυθοκόρος: πλωτό μηχανικό σύστημα που χρησιμοποιείται σε υποβρύχιες εκσκαφές) που είχε βυθιστεί κοντά στην προβλήτα του λιμανιού της Αλεξανδρούπολης, μη επιτρέποντας έτσι την από άκρη σε άκρη χρήση και πλήρη αξιοποίηση αυτού.
«Η φορτηγίδα “Όλγα” ήταν μία βυθοκόρος, η οποία βυθίστηκε κοντά στην προβλήτα το 2010 […] Με το πέρασμα των ετών πολλές προσπάθειες που έχουν γίνει για την ανέλκυση του ναυαγίου έχουν αποτύχει με αποτέλεσμα ένα μεγάλο μέρος της προβλήτας να μην χρησιμοποιείται… Οι Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ κατανοούν τη σημασία της προβλήτας και της πλήρους χρήσης αυτής. Για αυτόν το λόγο οι Ηνωμένες Πολιτείες αποφάσισαν να παρέχουν τους πόρους ώστε να ανελκυστεί η βυθοκόρος», σημείωνε η πρεσβεία των ΗΠΑ στην Αθήνα, στο πλαίσιο ενημερωτικού δελτίου που έδωσε στη δημοσιότητα τον Σεπτέμβριο του 2019.
Σύμφωνα με το ίδιο δελτίο, «το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης βρίσκεται σε κατάλληλη γεωγραφική τοποθεσία για την υποστήριξη (σ.σ.: στρατιωτικών) ασκήσεων στην περιοχή λόγω της υπάρχουσας υποδομής και της στρατηγικής του θέσης. Καθώς τα συμμαχικά και συνεργαζόμενα κράτη συνεχίζουν τα προγράμματα εκπαίδευσης στην περιοχή, τα λιμάνια στην Ελλάδα έχουν μεγάλη σημασία για τη ροή του προσωπικού και του εξοπλισμού».
Και πράγματι, με το εμπόδιο της «Όλγας» να έχει πια απομακρυνθεί από το λιμάνι, τα αμερικανικά στρατεύματα παρακάμπτουν τον Βόσπορο και περνούν από την Αλεξανδρούπολη τα τελευταία χρόνια, στον δρόμο τους προς τις περιοχές της Βουλγαρίας, της Ρουμανίας, της Ουγγαρίας αλλά και ευρύτερα των Βαλκανίων και του Εύξεινου Πόντου, όπου πραγματοποιούνται στρατιωτικά γυμνάσια με τη συμμετοχή των ΗΠΑ.
Ενδεικτικά, μέσω Αλεξανδρούπολης έχουν διέλθει αμερικανικές δυνάμεις για να πάρουν μέρος σε ασκήσεις όπως ήταν οι: Saber Guardian 2019, Decisive Strike 2019, Atlantic Resolve και, κυρίως, η DEFENDER-Europe 21. «Να σας υπενθυμίσω ότι μία από τις μεγαλύτερες στρατιωτικές ασκήσεις των ΗΠΑ στην Ευρώπη φέτος έλαβε χώρα στη Θράκη τον περασμένο Μάιο», δήλωνε ο κ. Δένδιας στην Καθημερινή της Κυριακής, αναφερόμενος στην άσκηση DEFENDER, ενώ το τελευταίο δεκαήμερο του Οκτωβρίου του 2021 είχε «δέσει» στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης και το κολοσσιαίων διαστάσεων μεταγωγικό USNS YUMA του αμερικανικού Πολεμικού Ναυτικού, προετοιμάζοντας έτσι το έδαφος και για την επικείμενη έλευση του αμερικανικού –επίσης μεταγωγικού-οχηματαγωγού– ARC Endurance τον ερχόμενο Νοέμβριο.
Τι είναι αυτό όμως που μεταφέρουν πλοία όπως τα USNS YUMA και ARC Endurance (τα οποία έχουν μάλιστα ξαναπεράσει από την Αλεξανδρούπολη τα τελευταία χρόνια, με το ARC Endurance να είναι και το μεγαλύτερο σε μέγεθος πλοίο που έχει ποτέ δέσει στο συγκεκριμένο λιμάνι); Οπλικά συστήματα και στρατιώτες, για να πάρουν μέρος στα γυμνάσια που αναμένεται να πραγματοποιηθούν το προσεχές διάστημα στη νοτιοανατολική Ευρώπη.
Κρίνοντας, δε, από όσα αναφέρονται και στα τροποποιητικά πρωτόκολλα της ελληνοαμερικανικής Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας, θα πρέπει να περιμένουμε πως αυτού του είδους οι επιχειρήσεις θα καταστούν περισσότερο συχνές τα επόμενα χρόνια.
Από την πλευρά των ΗΠΑ λοιπόν, η Αλεξανδρούπολη έχει αξία ως διαμετακομιστικός κόμβος (που συνδέεται με την Εγνατία Οδό, με το αεροδρόμιο της Αλεξανδρούπολης αλλά και με τα σιδηροδρομικά δίκτυα της Ευρώπης), στο πλαίσιο μιας υπό ανάπτυξη εφοδιαστικής αλυσίδας που εξασφαλίζει στους Αμερικανούς εξαγωγείς υγροποιημένου φυσικού αερίου προοπτικές μεγαλύτερης πρόσβασης στην ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας (διαφοροποιώντας έτσι τις πηγές εφοδιασμού στην Ευρώπη με στόχο τον περιορισμό της εξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο), και στα αμερικανικά στρατεύματα διευκολύνσεις απρόσκοπτης πρόσβασης στις περιοχές δυτικά της Μαύρης Θάλασσας, κατά παράκαμψη των τουρκικών Στενών.
Κι όλα αυτά, ενώ την ίδια ώρα η κατ’ όνομα νατοϊκή Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κοντράρεται με τις ΗΠΑ (F-35), ενισχύοντας παράλληλα τους δεσμούς της με τη Ρωσία του Βλαντίμιρ Πούτιν (S-400).
Σημειωτέον πως στο ίδιο πλαίσιο, οι Αμερικανοί έχουν εκδηλώσει έντονο ενδιαφέρον (μέσω της Black Summit Financial Group που συμμετέχει στην κοινοπραξία International Port Investments Alexandroupolis αλλά και μέσω της επίσης αμερικανικής Quintana Infrastructure & Development) και για το 67% του Οργανισμού Λιμένος Αλεξανδρούπολης (ΟΛΑ Α.Ε.), που οδεύει προς ιδιωτικοποίηση, με την προοπτική μάλιστα «εντός του 2022» να έχουμε και την «εγκατάσταση του επενδυτή στο λιμάνι», όπως δήλωσε πρόσφατα ο διευθύνων σύμβουλος του ΤΑΙΠΕΔ, Δημήτρης Πολίτης.
Παράλληλα όμως, τρέχει ως έργο και το Ανεξάρτητο Σύστημα Φυσικού Αερίου Αλεξανδρούπολης (ΑΣΦΑ Αλεξανδρούπολης), με την προοπτική να είναι έτοιμο και λειτουργικό έως τα τέλη του 2023. Στο πλαίσιο του εν λόγω έργου, που θα τροφοδοτεί με φυσικό αέριο την ελληνική αγορά αλλά και την αγορά της νοτιοανατολικής Ευρώπης, πρόκειται να κατασκευαστούν: Πλωτή Μονάδα Προσωρινής Αποθήκευσης και Αεριοποίησης Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (FSRU) σε απόσταση 17,6 χλμ. από την Αλεξανδρούπολη, και αγωγός φυσικού αερίου (υποθαλάσσιο τμήμα μήκους 24 χλμ και χερσαίο τμήμα μήκους 4 χλμ) που θα συνδέει την Πλωτή Μονάδα με τον αγωγό του εθνικού συστήματος μεταφοράς φυσικού αερίου στο τμήμα «Κήπων-Κομοτηνής».
Το ΑΣΦΑ Αλεξανδρούπολης ωστόσο δεν θα έπρεπε να ιδωθεί ως κάτι μεμονωμένο. Αντιθέτως, όπως σημειώνει στην ιστοσελίδα της η Gastrade Α.Ε. (Κοπελούζος, GasLog Cyprus, ΔΕΠΑ, Bulgartransgaz) που είναι και ο φορέας υλοποίησης του συγκεκριμένου έργου, εκείνο «λειτουργεί συμπληρωματικά με τα άλλα υφιστάμενα ή προγραμματισμένα μεγάλα έργα υποδομών φυσικού αερίου στην περιοχή, όπως η διασύνδεση Ελλάδας-Βουλγαρίας (IGB), o Διαδριατικός Αγωγός φυσικού αερίου (TAP), η διασύνδεση Βουλγαρίας-Σερβίας (IBS), η διασύνδεση Ελλάδας-Βόρειας Μακεδονίας, η υπόγεια αποθήκη φυσικού αερίου στην Καβάλα καθώς και ο τερματικός σταθμός LNG της Ρεβυθούσας».
Ποιο είναι το κοινό χαρακτηριστικό όλων αυτών των έργων; Ότι δημιουργούν προοπτικές απεξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο, πράγμα που φυσικά δεν αρέσει καθόλου στη Μόσχα. Ειδικά οι κινήσεις των ΗΠΑ στη βόρεια Ελλάδα έχουν προκαλέσει την ενόχληση της ρωσικής πλευράς.
Ενδεικτικά είναι όσα δήλωνε ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ ήδη από τον Ιανουάριο του 2018: «…οι ΗΠΑ προχωρούν στον ανέντιμο συναγωνισμό, στην άσκηση πολιτικών πιέσεων, έτσι ώστε να αναγκάσουν τις ευρωπαϊκές χώρες να κατασκευάσουν τις απαραίτητες ενεργειακές εγκαταστάσεις (σ.σ.: FSRU στην Αλεξανδρούπολη) και να λαμβάνουν πιο ακριβό φυσικό αέριο (σ.σ.: από το ρωσικό). Αυτό αποτελεί επιλογή των ευρωπαϊκών χωρών. Θεωρούμε ότι οι ίδιοι πρέπει να κατανοούν τα οικονομικά τους συμφέροντα. Εφόσον είναι πρόθυμοι να δαπανήσουν περισσότερο στην παρούσα κατάσταση, αυτή είναι η απόφασή τους.»
Πιο «σκληρός» ήταν όμως πρόσφατα στις δηλώσεις του ο πρέσβης της Ρωσικής Ομοσπονδίας στην Ελλάδα, Αντρέι Μάσλοβ. «Η Ρωσία τάσσεται κατά της επέκτασης του ΝΑΤΟ προς Ανατολάς. Το πλησίασμα των στρατιωτικών υποδομών του ΝΑΤΟ προς τη Ρωσία θα προκαλέσει τα απαραίτητα ρωσικά στρατιωτικά αντίμετρα. Θεωρούμε την πολιτική της Δύσης εσφαλμένη και κοντόφθαλμη», δήλωσε ο Ρώσος πρέσβης στις 13 Οκτωβρίου στην τηλεόραση του Star (συμφερόντων ομίλου Βαρδινογιάννη, όπως και τα Διυλιστήρια Κορίνθου-Motor Oil), όταν κλήθηκε να μοιραστεί τις σκέψεις του για «την αμερικανική βάση στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης». Οι δηλώσεις ήρθαν ακριβώς την ώρα ο Νίκος Δένδιας μετέβαινε στην Ουάσιγκτον για να υπογράψει τη νέα τροποποίηση της ελληνοαμερικανικής αμυντική συμφωνίας.
Αξίζει να σημειωθεί ωστόσο ότι πέρα από τον κύριο Πάιατ, τον οποίον ειρήσθω εν παρόδω αναμένεται να διαδεχθεί ο ελληνοαμερικανός επιχειρηματίας Τζορτζ Τζέιμς Τσούνης ως νέος πρέσβης των ΗΠΑ στην Αθήνα, και ο Ρώσος πρέσβης έχει επισκεφθεί την Αλεξανδρούπολη τα τελευταία χρόνια. Εκεί, στην «φιλόξενη Αλεξανδρούπολη» όπως σημειώνει η ρωσική πλευρά, βρίσκεται άλλωστε και το Επίτιμο Προξενείο της Ρωσίας για την περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης που εγκαινίασε η Μόσχα προ διετίας, τον Νοέμβριο του 2019, με επίτιμο πρόξενο τον επιχειρηματία Κωνσταντίνο Παλακίδη.
Ενδεικτικά ήταν όσα είχε δηλώσει ο Ρώσος πρέσβης Αντρέι Μάσλοβ τότε, στα τέλη του 2019, από την Αλεξανδρούπολη, κατά τον χαιρετισμό που είχε απευθύνει στο πλαίσιο των εγκαινίων του επίτιμου προξενείου: «…εδώ στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη, στην Αλεξανδρούπολη υπάρχει διαχρονική ρωσική παρουσία. Κατά τον ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1877-1878 ο ρωσικός στρατός απελευθέρωσε την πόλη και την ευρύτερη περιοχή από τον τουρκικό ζυγό. Στη συνέχεια οι Ρώσοι στρατιωτικοί μηχανικοί σχεδίασαν την σύγχρονη ωραία ρυμοτομία της Αλεξανδρούπολης […] Εκτιμούμε ιδιαίτερα την υποστήριξη της διαιώνισης της μνήμης των πεσόντων Ρώσων στρατιωτών με σημείο αναφοράς το Μνημείο που ανεγέρθηκε το 2011 στο προαύλιο χώρο του Καθεδρικού Ναού του Αγίου Νικολάου […] Είμαι πεπεισμένος ότι το Επίτιμο Προξενείο θα γίνει σημείο αναφοράς στην προάσπιση των νόμιμων δικαιωμάτων και συμφερόντων των Ρώσων πολιτών στην περιοχή […]»
Το μνημείο στο οποίο αναφέρθηκε ο Ρώσος πρέσβης ανεγέρθηκε το 2011 στη μνήμη των δεκάδων Ρώσων που δεν έπεσαν σε κάποια μάχη, αλλά από επιδημία τύφου, στην Αλεξανδρούπολη, στα τέλη του 19ου αιώνα.
Κατά τα λοιπά, οι αναφορές του Ρώσου διπλωμάτη περί «νομίμων δικαιωμάτων και συμφερόντων των Ρώσων πολιτών στην περιοχή» είναι μάλλον ενδεικτικές της ρωσικής προσέγγισης. Διότι οι Αμερικανοί μπορεί να μιλούν για συμφέροντα (νατοϊκά, δυτικά, αμερικανικά, οικονομικά, ενεργειακά, εμπορικά) επικαλούμενοι τις τρέχουσες γεωπολιτικές συνθήκες (τις «απειλές» της Ρωσίας και της Κίνας), αλλά και τις αξίες της φιλελεύθερης δυτικής δημοκρατίας (τις οποίες έχουν επιχειρήσει μεν να εξαγάγουν, αλλά με αξιοσημείωτη αποτυχία), πλην όμως οι Ρώσοι μιλούν για «νόμιμα δικαιώματα και συμφέροντα» τα οποία, σύμφωνα με τη δική τους ανάγνωση, απορρέουν από το ιστορικό παρελθόν της ρωσικής εμπλοκής σε περιοχές της Ελλάδας, όπως είναι για παράδειγμα η Αλεξανδρούπολη και η Λήμνος.
Σημαντική σημείωση ως προς αυτό: η ουσία αυτής της ρωσικής ιστορικής εμπλοκής ενίοτε αμφισβητείται. Η ρωσική πλευρά έχει κατηγορηθεί κατά καιρούς, με άλλα λόγια, πως ενίοτε υπερθεματίζει με απώτερο σκοπό να κατοχυρώσει για τον εαυτό της έναν εξιδανικευμένο ιστορικό ρόλο που θα της επιτρέπει να διεκδικεί φαινομενικώς «δικαιολογημένα» ερείσματα επιρροής στο παρόν και στα εσωτερικά (εκκλησιαστικά κ.ά.) άλλων χωρών.
Υπενθυμίζεται πως «το ήσυχο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης στη Βόρεια Ελλάδα» είχε γίνει θέμα και στους Financial Times το καλοκαίρι του 2018, με την ανταποκρίτρια της εφημερίδας στην Ελλάδα, Κέριν Χόουπ, να παρουσιάζει την Αλεξανδρούπολη ως «το νέο επίκεντρο των προσπαθειών για επέκταση της ρωσικής επιρροής στη νοτιοανατολική Ευρώπη, ενάντια στη διεύρυνση του ΝΑΤΟ και της ΕΕ», επικαλούμενη ελληνικές πηγές, μεταξύ άλλων και ανώτερες διπλωματικές.
Ήταν το καλοκαίρι που υπογράφηκε η συμφωνία των Πρεσπών, την οποίαν οι Αμερικανοί μεν προώθησαν και οι Ρώσοι (ανεπισήμως) πολέμησαν. Υπενθυμίζεται πως το ίδιο καλοκαίρι, του 2018, η τότε ελληνική κυβέρνηση είχε προχωρήσει και στην απέλαση δύο Ρώσων διπλωματών και στην απαγόρευση εισόδου στην Ελλάδα άλλων δύο, με την κατηγορία ότι συμμετείχαν σε παράνομες ενέργειες εντός της ελληνικής επικράτειας (απόπειρες αλίευσης και διακίνησης πληροφοριών, απόπειρες χρηματισμού κρατικών λειτουργών), παρεμβαίνοντας έτσι στις εσωτερικές ελληνικές υποθέσεις.
Εάν μάλιστα πιστέψουμε τα δημοσιεύματα της εποχής, μεγάλο μέρος εκείνης της «παράνομης ρωσικής δράσης» είχε λάβει χώρα στην περιοχή της Αλεξανδρούπολης, όπου έχει άλλωστε την έδρα του και ο «πολιτιστικός σύλλογος» «Ρωσικό Σπίτι», μια από τις «βάσεις του Πούτιν στην Ελλάδα» όπως έγραφε χαρακτηριστικά μακροσκελές δημοσίευμα στο Βήμα, τον Ιούλιο του 2018.
Κάτι παραπάνω από τρία χρόνια μετά, ο αμερικανορωσικός ανταγωνισμός καλά κρατεί, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά ακόμη περισσότερο εκτός των ελληνικών συνόρων.
Αμερικανοί διπλωμάτες έχουν, κατά καιρούς, υποβαθμίσει την απειλή της Ρωσίας υποστηρίζοντας πως είναι μια χώρα σε παρακμή, με δομικά –και ως εκ τούτου σοβαρά– οικονομικά, δημογραφικά και κοινωνικά προβλήματα, σε αντίθεση με την Κίνα που συνιστά για την Ουάσιγκτον αναδυόμενη απειλή.
Επί του πρακτέου ωστόσο, η Ρωσία εξακολουθεί να ταλαιπωρεί τη Δύση, όχι μόνο στο μέτωπο της Ουκρανίας ή μέσω Λευκορωσίας, αλλά πλέον και στο μέτωπο της ενέργειας, ενώ παράλληλα Ρώσοι και νατοϊκοί συγκρούονται ανταλλάσσοντας πυρά υπό μορφή απελάσεων και αναστολής εργασιών.
Παράλληλα ωστόσο, μέσα σε όλα αυτά, υπάρχουν και φωνές που (προ)βλέπουν την πιθανότητα αμερικανορωσικών συγκλίσεων στη σκιά της σινοαμερικανικής κόντρας που όντως οξύνεται.
Η σινοαμερικανική κόντρα έχει, βέβαια, και εκείνη απολήξεις στην Ελλάδα, για τις οποίες έχουμε ξαναγράψει στο inside story – απολήξεις που ξεκινούν από το λιμάνι του Πειραιά και φτάνουν –κι εκείνες– έως το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης. Διότι ένα από τα σχήματα που διεκδικεί το πλειοψηφικό πακέτο του τελευταίου στην εν εξελίξει διαδικασία ιδιωτικοποίησης είναι και εκείνο του Οργανισμού Λιμένος Θεσσαλονίκης, στον οποίον όμως δραστηριοποιούνται και κινεζικά συμφέροντα (μέσω της SEGT-Terminal Link στην οποία συμμετέχει και η China Merchant Port).
Σημειωτέον πως έπειτα από μια περίοδο κρίσης στις σινοελληνικές σχέσεις, οι Κινέζοι δείχνουν σαν να «επιστρέφουν» στην Ελλάδα. Πλέον, έχουν έναν νέο πρέσβη στη χώρα μας, τον Σιάο Τζουντσένγκ, που διαδέχθηκε την Ζανγκ Τσιγιούε, η οποία είχε «φύγει νύχτα» από την Αθήνα τον περασμένο Απρίλιο χωρίς να «χαιρετήσει», ενώ και ο κινέζος υπουργός Εξωτερικών Γουάνγκ Γι πραγματοποίησε επίσημη επίσκεψη στην Αθήνα στις 27 Οκτωβρίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου