Κυριακή 30 Ιανουαρίου 2022

«Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΤΗΣ » (του Δρ Κωνσταντίνου Λυμπερόπουλου*)



ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ

Μετά τους εορτασμούς για τα 200 χρόνια της απελευθέρωσης της Χώρας μας πρέπει να διερωτηθούμε εάν φθάνει η εθνική μας απελευθέρωση για να μπορέσουμε να ισχυρισθούμε ότι αισθανόμαστε πράγματι ελεύθεροι, ακόμη κι’ αν ως προϋπόθεση της ελευθερίας μας προσθέταμε και την έννοια της κοινωνικής απελευθέρωσης.  

Η λέξη ‘ελευθερία’ προκύπτει από το «ελεύθειν όπου ερά τις» δηλαδή να πηγαίνει κάποιος όπου αγαπά, να βαδίζει σύμφωνα με ό,τι του προκαλεί έρωτα και κατ’ επέκταση ενθουσιασμό (που αποτελεί τη βασικότερη προϋπόθεση δημιουργίας), ενώ η λέξη ‘βούληση’  υποδηλώνει τη δυνατότητα του ατόμου να θέτει στόχους και να αποφασίζει για τους τρόπους επίτευξής τους.

Στο άρθρο αυτό θα επιχειρηθεί η εξέταση των διαστάσεων και των περιορισμών της ελευθερίας της βούλησης, ξεκινώντας από τις έννοιες της αιτιοκρατίας και της απροσδιοριστίας στα φυσικά φαινόμενα και τις αναλογίες τους, που αφορούν τις μορφές εξωτερικής και εσωτερικής ελευθερίας του ανθρώπου.  Μετά από μια σύντομη επιλεκτική ιστορική αναφορά θα αναφερθούμε στους εξωτερικούς προς το άτομο καταναγκασμούς και δεσμεύσεις και θα επικεντρωθούμε κυρίως στους ψυχολογικούς παράγοντες που εμποδίζουν την ελευθερία της βούλησης.

ΑΙΤΙΟΚΡΑΤΙΑ - ΑΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΤΙΑ

Πριν από την ανάλυση της ελευθερίας της βούλησης θεωρείται σκόπιμο να γίνει αναφορά πρώτα στη συμπεριφορά των ατόμων της ύλης και στις έννοιες Determinismus και Indeterminismus.  Determinismus σημαίνει πως κάθε φαινόμενο είναι καθορισμένο από τις αιτίες που το παράγουν, οπότε κάθε κατάσταση αναγκαία προέρχεται από τις προϋπάρχουσες αιτίες (αιτιοκρατία).  Υπάρχει δηλαδή απόλυτη προβλεψιμότητα αιτίου και αποτελέσματος (Ηράκλειτος, Δημόκριτος, Αριστοτέλης, Σοπενάουερ, Νίτσε, Μαρξ, κ.ά.π.).  Κατ’ επέκταση και οι ανθρώπινες πράξεις θεωρούνται καθορισμένες από τις προϋπάρχουσες αιτίες, οπότε δεν υπάρχει ελεύθερη βούληση.

Στον αντίποδα, οι οπαδοί του Indeterminismus δεν πιστεύουν στην απόλυτη  νομοτέλεια, αλλά στην απροσδιοριστία (Πυθαγόρας, Επίκουρος, Χαϊντεγκερ, Γιάσπερς, Σαρτρ, Μαξ Πλανκ, κ.ά.π.).  Θεωρήθηκε δηλαδή ότι κάθε γεγονός δεν είναι απαραίτητα αποτέλεσμα μίας και μόνης συγκεκριμένης αιτίας.  Από τους σύγχρονους φυσικούς υποστηρίζεται ότι οι κινήσεις των υποατομικών σωματιδίων μπορούν να υπολογιστούν μόνο στοχαστικά – πιθανολογικά.  Η συμπεριφορά της ύλης είναι δηλαδή στατιστικά ντετερμινιστική, ενώ κάθε υποατομικό σωματίδιο έχει περιθώρια ελευθερίας.  Η ελευθερία για τον άνθρωπο είναι το σύστημα απροσδιοριστίας του κεντρικού νευρικού συστηματος, που ενώ είναι γνωστό το ερέθισμα, δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι για τον τρόπο ανταπόκρισης σ’ αυτό.

Η ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ

Σχετικές με τις θεωρίες της αιτιοκρατίας και της απροσδιοριστίας είναι και οι διάφορες θεωρίες για την ελευθερία της βούλησης.  Εάν το μέλλον είναι προκαθορισμένο ήδη από την αρχική πράξη της δημιουργίας και δεν μπορεί ν’ αλλάξει, τότε προκύπτει θέμα για την ευθύνη του ανθρώπου για τις πράξεις του.

Σε κοινωνικό επίπεδο, ως ελευθερία μπορεί να ορισθεί η δυνατότητα αυτοκαθορισμού ομάδων, κοινωνιών και εθνών χωρίς εξωτερικούς καταναγκασμούς.  Όταν οι συσχετισμοί κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων δεν προσφέρουν αυτήν την δυνατότητα και τα άτομα δεν είναι αυτόνομα, αλλά ετερονομούμενα, επιδιώκεται η αυθόρμητη ή οργανωμένη απελευθέρωσή τους και η διεκδίκηση εθνικής ανεξαρτησίας, ανεξιθρησκείας, κοινωνικής απελευθέρωσης, λαϊκής κυριαρχίας και νέων τρόπων οργάνωσης των πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών τους δραστηριοτήτων που θα είναι σε θέση να μειώσουν την φτώχεια και τη δυστυχία.

Σε ατομικό επίπεδο ως ελευθερία γενικά θεωρείται η κατάσταση ενός ατόμου που διαθέτει τη δυνατότητα να συμπεριφέρεται σύμφωνα με τη φυσική του προδιάθεση, χωρίς καταναγκασμούς και δεσμεύσεις, περιοριζόμενο μόνο από τη νομοτέλεια της φύσης του, η οποία αποτελεί και το όριο της ελευθερίας του (φυσικές δυνατότητες και βιοχημεία  του είδους, πνευματικές δυνάμεις και ψυχική ισορροπία κάθε ατόμου.

ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ

Για την εξωτερική ελευθερία απαιτούνται κατάλληλες ιστορικές συγκυρίες και  ευνοϊκοί πολιτικοί συσχετισμοί, ενώ για την εσωτερική ελευθερία απαιτείται ένας αδιάκοπος εσωτερικός αγώνας.

Ελευθερία της βούλησης φυσικά δεν σημαίνει ανεξαρτησία από την αναγκαιότητα των φυσικών νόμων, αλλά για να είναι αποτελεσματική πρέπει να είναι ευθέως ανάλογη της γνώσης, η οποία μας προσφέρει τη δυνατότητα ορθολογικής επιλογής μεταξύ των διαθεσίμων εναλλακτικών λύσεων.  

Ως βασικότερους παράγοντες που αποτελούν τα όρια της ελευθερίας της βούλησης κάθε ατόμου μπορούμε να θεωρήσουμε την ιστορική στιγμή της κοινωνικοποίησής του μέσα στην κοινωνία που γεννήθηκε, αναπτύχθηκε, έδρασε και δημιούργησε, τις κοινωνικοοικονομικές δομές και τις πολιτικές συγκυρίες, καθώς και τα ισχύοντα αισθητικά, ηθικά και θρησκευτικά πρότυπα.  Η ελευθερία της βούλησης επηρεάζεται επίσης από βιολογικούς-οργανικούς, ψυχολογικούς και πνευματικούς παράγοντες που προσδιορίζουν την προσωπικότητα κάθε ατόμου.

ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ

Ο Πυθαγόρας διεκήρυσσε ότι είναι αδύνατον να είναι κάποιος ελεύθερος εάν είναι δούλος των παθών του.  Ο Σωκράτης είχε την πεποίθηση ότι ελεύθερος είναι όποιος πράττει σύμφωνα με τη λογική, ενώ δούλος είναι αυτός που οι πράξεις του ακολουθούν τις παρορμήσεις των παθών του.  Ο Πλάτων δεχόταν κι’ αυτός τη σχετική ελευθερία που πηγάζει από τη λογική και τη φρόνηση που περιορίζονται από την κληρονομικότητα, την άγνοια και την κακή αγωγή.  Ο Αριστοτέλης δεν πίστευε όπως ο Σωκράτης ότι: «ουδείς εκών κακός», (και ο Χριστός πολλά χρόνια αργότερα: «ου γαρ οίδασι τι ποιούσι»), δηλαδή ότι αρκεί η γνώση για να είμαστε καλοί, αλλά υποστήριζε ότι η σωστή γνώση είναι απαραίτητο να ακολουθείται από τη σωστή βούληση για να οδηγηθούμε σε κάποια αρετή (μεσότητα μεταξύ υπερβολής και έλλειψης: της ανδρείας, της αυτοκυριαρχίας, της γεναιοδωρίας, της μεγαλοψυχίας, της πραότητας, της δικαιοσύνης, της σωφροσύνης κ.ά.).  Η ορθολογική επιλογή των αρετών με ελεύθερη βούληση μπορεί να οδηγήσει στην ευδαιμονία.

Σύμφωνα με τον Επίκουρο, δεν πρέπει να κάνεις κάτι που θα σου δημιουργήσει άγχος αν το μάθει ο πλησίον σου.  Ως ύψιστο αγαθό θεωρούσε τη γαλήνη της ψυχής, την αταραξία και τη μετρημένη απόλαυση αγαθών.  Προϋπόθεση της ελευθερίας θεωρούσε την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αυτάρκεια και γι’ αυτό συμβούλευε ότι: αν θες να κάνεις πλούσιο κάποιον μην του δίνεις περισσότερα πράγματα.  Ελάττωσε τις επιθυμίες του.  

Ο Χριστιανισμός επεδίωξε να περικλείσει την ελευθερία της συνείδησης και της βούλησης μέσα στις ηθικές αξίες της ταπεινοφροσύνης, της πραότητας, της ειρήνης, της αδελφοσύνης και της αγάπης.  Ο στωικός Επίκτητος υποστήριζε ότι δεν μπορείς να λέγεσαι ελεύθερος, εάν δεν είσαι κύριος του εαυτού σου.

Ο Χέγκελ πίστευε ότι η ελευθερία της βούλησης περιορίζεται στη λήψη αποφάσεων ύστερα από ενδελεχή γνώση των αναγκαιοτήτων που επιβάλλουν οι φυσικοί νόμοι.  Η ελευθερία μπορεί να αποκτηθεί μέσω της αντίληψης της πραγματικότητας και της γνώσης της αναγκαιότητας.  Ο Σοπενάουερ πίστευε  ότι ο εχθρός της ύπαρξης, που είναι ο θάνατος, ηττάται προσωρινά από τον έρωτα.  Ο έρωτας περιορίζει την ελευθερία της βούλησης χρησιμοποιώντας την ηδονή ως παγίδα της φύσης για να εξασφαλισθεί η διαιώνιση του είδους.

Σύμφωνα με τον υπαρξισμό όλα τα συστήματα επιδιώκουν να απαλλάξουν το άτομο από το βάρος των ευθυνών του, το οποίο μεταφέρουν στους μύθους, στους μηχανισμούς και στις ιδεολογίες.  Οι υπαρξιστές (Κίρκεγκωρ, Χαϊντεγκερ, Γιάσπερς, Σαρτρ) δέχονται ότι κάθε άνθρωπος δημιουργεί την προσωπικότητά του με την ελεύθερη επιλογή των αξιών που ακολουθεί.  Δεν είναι όμως ελεύθερος να μην είναι ελεύθερος.   Είναι καταδικασμένος δηλαδή να είναι ελεύθερος και να επιλέγει συνεχώς με ότι αυτό συνεπάγεται (άγχος, ανασφάλεια, αβεβαιότητα, κλπ.).

Σε τελευταία ανάλυση η ελευθερία της βούλησης πρέπει να στηρίζεται κυρίως στη λογική, έχοντας απομονώσει τα πάθη και τα συναισθήματα.  Ελευθερία της βούλησης φυσικά δεν σημαίνει ανεξαρτησία από την αναγκαιότητα των φυσικών νόμων.  Η προϋπόθεση όμως αυτή  για να είναι αποτελεσματική πρέπει να βρίσκεται σε ευθεία αναλογία με τη γνώση.  Αυτή μόνο μπορεί να προσφέρει τη δυνατότητα λογικής επιλογής μεταξύ των διαθέσιμων εναλλακτικών λύσεων.

Περιορισμοί στις λογικές επιλογές βέβαια μπαίνουν από τους κανόνες της εκάστοτε κυρίαρχης ηθικής.  O κύριος περιορισμός της ελευθερίας μας πρέπει να είναι ο σεβασμός της ελευθερίας των άλλων.  Σύμφωνα με τον Kant: «Πράττε σαν οι αρχές της βούλησής σου να μπορούν να ισχύσουν ως βάση μιας καθολικής νομοθεσίας» (π.χ. η κλοπή, ο φόνος, η ψευδομαρτυρία, κλπ. γενικευμένες θα διέλυαν τα θεμέλια κάθε κοινωνίας).  Σύμφωνα μ’ αυτήν τη λογική, κάθε άνθρωπος με κάθε πράξη του  δεν έχει την ευθύνη μόνο της δικής του υπόστασης, αλλά ταυτόχρονα και όλων των άλλων ανθρώπων.  Δεν μπορείς δηλαδή να θέλεις τη δική σου ελευθερία, αλλά να αρνείσαι την ελευθερία άλλων ανθρώπων.  Ο Kant επίσης διεκύρηξε ότι σε κάθε πράξη μας δεν θα πρέπει να υπολογίζουμε τον άνθρωπο ως μέσο, αλλά πάντα ως απόλυτο σκοπό (ήδη από την Αναγέννηση είχε αρχίσει στη Δύση η στροφή στον Ανθρωπισμό).

ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΟΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ

Γενικά, τα ψυχολογικά δεσμά που μας επιβάλλει η συνείδησή μας αφορούν κυρίως το ασυνείδητο/υποσυνείδητο, δηλαδή τις απόκρυφες πλευρές της προσωπικότητάς μας, που επηρεάζουν σημαντικά τη συμπεριφορά μας, χωρίς να το συνειδητοποιούμε.  Η εσωτερική εξουσία που ασκεί η συνείδησή μας είναι ορισμένες φορές αυστηρότερη οποιασδήποτε εξωτερικής εξουσίας.  Αυτή παίρνει τις μορφές του καθήκοντος, της συνείδησης και των προτύπων που επιβάλλει το υπερεγώ.  Ψυχολογικοί αναστολείς των γνωστικών μας λειτουργιών που έρχονται σε αντίθεση με την κοινή λογική και εμποδίζουν την ελευθερία της βούλησής μας είναι ενδεικτικά οι ακόλουθοι:

  • Η ύπαρξη ψυχικών διαταραχών.  Ο άνθρωπος σ’ αυτήν την περίπτωση μπορεί να είναι ελεύθερος από κοινωνικούς καταναγκασμούς, αλλά οι πράξεις του καθορίζονται κυρίως από τα ορμέμφυτά του, χωρίς κανένα έλεγχο της λογικής.  Ζει στον ονειρικό και φανταστικό κόσμο του υποσυνείδητου με απουσία της λογοκρισίας της συνείδησής του από το υπερεγώ και από τη λογική.  Ο νευρωτικός άνθρωπος που κυριαρχείται από άγχος και ακραία απαισιοδοξία μπορεί να φθάσει σε φαντασιώσεις και ιδεοληπτικούς ψυχαναγκασμούς που τον αποξενώνουν από την αυτονομία της σκέψης του.  Τέλος, στο στάδιο της υστερίας, ο διαταραγμένος άνθρωπος φθάνει σε απώλεια ελέγχου των νοητικών του λειτουργιών, οπότε φυσικά στερείται κάθε ελευθερίας της βούλησής του που στηρίζεται στη λογική.


  • Η ελευθερία της βούλησης αναστέλλεται και για τον άνθρωπο που βρίσκεται μέσα στην ανωνυμία της μάζας, όπου χάνεται ο ορθολογισμός και η αυτοκυριαρχία κάθε πολιτισμένου ανθρώπου.  Ο άνθρωπος της μάζας μοιάζει στην ορμητικότητα, στον ενθουσιασμό και στον ηρωισμό με μέλος βαρβαρικής ορδής (Le Bon). Όποιος θέλει να επηρεάσει τη μάζα δεν χρειάζεται να υπολογίζει τη λογική συνέπεια των επιχειρημάτων του, αλλά πρέπει να ζωγραφίζει με τα πιο εντυπωσιακά χρώματα και να επαναλαμβάνει συνεχώς τα ίδια απλοϊκά συνθήματα που απευθύνονται κυρίως στο θυμικό και όχι στη λογική.  Η μάζα, σύμφωνα με τον Le Bon,  επιθυμεί να κυριαρχηθεί και να υποταχθεί στην εκπεμπόμενη δύναμη του κυρίου της, που φυσικά δεν είναι άνθρωπος της σκέψης αλλά κυρίως  της δράσης.


  • Μερική αναστολή της ελευθερίας της βούλησης συναντάται και στον άνθρωπο που είναι μέλος μιας μικρής ομάδας.  Συνήθως στις επιχειρήσεις η απόδοση της ομάδας που κερδίζει είναι μεγαλύτερη από το άθροισμα των επιμέρους αποδόσεων των μελών της, δημιουργείται δηλαδή μια ομαδική συνείδηση που μεταφράζεται σε αλληλοϋποστήριξη, συναδελφικότητα και αλληλεπενέργεια και κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις σε δημιουργικότητα.  Σε πολλές περιπτώσεις όμως, ασκούνται πιέσεις στους διαφωνούντες για να προσαρμοσθούν χωρίς επιφυλάξεις στην κοινή γραμμή της πλειοψηφίας, τα μέλη της οποίας αυτολογοκρίνονται για να μην εκφράσουν απόψεις αντίθετες από τα κοινά πρότυπα με ανταμοιβή την ασφάλεια, την αναγνώριση και την προστασία που τους παρέχει η ομάδα.  Ο αντιρρησίας στην ομάδα συνήθως στο τέλος προτιμά να αποφύγει μια ενδεχόμενη ριζική διαφωνία με την πλειοψηφία (λόγω φόβου της απομόνωσης), ακόμη κι’ αν το τίμημα της συμφωνίας είναι η διαστρέβλωση της πραγματικότητας.


  • Η υπερβολική συστολή και η άκριτη υποταγή σε οποιαδήποτε πρόσωπα εξουσίας, καθώς και μια κυρίαρχη αναχρονιστική ηθική μπορεί να οδηγήσουν σε τυφλή πίστη και φανατισμό και σε αναστολή της ελευθερίας της βούλησης με τη λογική.  Ως ηθικό βέβαια θεωρούμε ό,τι ωφελεί ένα κοινωνικό σύνολο και προάγει τη συνοχή του.  Στο διευρυμένο κοινωνικό σύνολο που αφορά την ανθρωπότητα, ως ηθικό ορίζουμε επιπλέον και ό,τι περιλαμβάνεται στην έννοια του ανθρωπισμού.  Φυσικά η ηθική μεταβάλλεται σύμφωνα με τις κοινωνικοοικονομικές και πολιτικές εξελίξεις και ανάλογα πρέπει να αναπροσαρμόζονται και οι ηθικοί κανόνες.  Σε κάθε περίπτωση όμως και η ηθική αποτελεί κάποιον περιοριστικό παράγοντα της ελευθερίας της βούλησης.


  • Η γοητεία των λεγομένων χαρισματικών ηγετών (που σε πολλές περιπτώσεις αποδεικνύονται χαρισματικοί δημαγωγοί-απατεώνες) στηρίζεται κυρίως σε συναισθηματικά κριτήρια και όχι σε λογικά επιχειρήματα, περιορίζοντας κατ’αυτόν τον τρόπο την ελευθερία της βούλησης και αφήνοντας περιθώρια μανιχαϊστικών μόνο επιλογών: άσπρου-μαύρου.  Αυτοί έχουν την ικανότητα να δημιουργούν ανεδαφικούς αλλά εύληπτους και ευχάριστους μύθους, που απευθύνονται στο θυμικό, για ελπίδα, αισιοδοξία και οράματα για ένα λαμπρό μέλλον.  Τα συναισθηματικά κριτήρια επιλογής ηγέτη είναι τις περισσότερες φορές ισχυρότερα από τα λογικά.  Εξάλλου, εάν απορρίπτουμε κάποιον συναισθηματικά, είναι πολύ δύσκολο να πεισθούμε από τα λογικά του επιχειρήματα, ενώ εάν τον αποδεχόμαστε, έχουμε μια προδιάθεση αποδοχής των θέσεών του.  Δεν θα πρέπει λοιπόν να παρασυρόμαστε από τις επικοινωνιακές ικανότητες ενός πολιτικού ηγέτη ή ενός ιδιοτελούς κομματανθρώπου, αλλά να αναλύουμε μόνο λογικά τις διακηρύξεις τους.  Ιδανικά βέβαια καλό θα ήταν να είχαμε κατά νου ότι «σωτηρία θα πει να λυτρωθείς απ’ όλους τους σωτήρες» (Ν. Καζαντζάκης).  


  • Οι ιδεολογίες και η έντονη θρησκευτικότητα σε οποιαδήποτε πίστη, η οποία αποκαλύπτει τη μία και μοναδική αλήθεια και η οποία πηγάζει από κάποιον θεό ή από μυστηριώδεις δυνάμεις ή από τους νόμους της ιστορίας ή από τη μοίρα κάποιου ευλογημένου έθνους, σημαίνουν ότι δεν ανήκουμε ολοκληρωτικά στον εαυτό μας, αλλά είμαστε ολοκληρωτικά αφοσιωμένοι στην επίτευξη κάποιου ανώτερου σκοπού, πέραν των προσωπικών μας στόχων.  Επομένως, και σ’ αυτήν την περίπτωση υπάρχει οικειοθελής περιορισμός της λογικής και της ελευθερίας της βούλησής μας.  Σύμφωνα με τον Νίτσε κάθε πίστη είναι αδιάψευστη γιατί εκπληρώνει αυτό που ο πιστός ελπίζει να βρει σ’ αυτήν.  Θέλεις να επιδιώξεις ψυχική ηρεμία; Τότε πίστευε.  Θέλεις να είσαι απόστολος της αλήθειας; Τότε αναζήτησέ την.  Ελευθερία σημαίνει να έχεις τη θέληση και τη δύναμη να αναλάβεις την ευθύνη του εαυτού σου.


  • Τα στερεότυπα, οι προλήψεις, τα ταμπού, οι προκαταλήψεις, οι δεισιδαιμονίες, οι ψυχαναγκασμοί και οι φανατισμοί διαστρεβλώνουν την κρίση μας και περιορίζουν την ελευθερία της βούλησής μας, οδηγώντας μας σε ανορθολογισμό ή ακόμη και σε μισαλλοδοξία, δηλαδή σε άδικες, παράλογες και εχθρικές συμπεριφορές, απέναντι στα μέλη άλλων μικρών ή μεγάλων ομάδων (αλλοδαποί, αλλόθρησκοι, όσοι έχουν άλλες αρχές και ιδεολογίες, κλπ.), απλά και μόνο λόγω της υπαγωγής ή και της συμμετοχής τους σ’ αυτές.  Μπορούν να φθάσουν στο ρατσισμό, στο σεξισμό, στο δογματισμό και σε ορισμένες περιπτώσεις σε ακραία επιθετικότητα πέραν πάσης λογικής.


  • Η ματαίωση της επίτευξης ατομικών ή ομαδικών στόχων οδηγεί σε επιθετικότητα εναντίον υπαιτίων ή όταν αυτό είναι ανέφικτο λόγω ανεπαρκούς ισχύος, εναντίον αναιτίων, όπου αναμένεται η μικρότερη δυνατή αντίσταση (Εβραίοι, μαύροι, γυναίκες, παιδιά, ζώα, κλπ., καθώς και  προϊστάμενοι σε υφισταμένους, όταν οι πρώτοι έχουν νεύρα από απογοητεύσεις ή άλλες άσχετες αιτίες, κλπ.).


  • Η αλλοτρίωση (Μαρξ) σημαίνει αποξένωση από τα προϊόντα της εργασίας του εργάτη, από την παραγωγική διαδικασία, από τους συνανθρώπους του, από τη φύση του και από τον ίδιο του τον εαυτό.  Δεν έχει την ελευθερία της βούλησης να αναπτύξει στην εργασία του τη φυσική του ενεργητικότητα και τις πνευματικές του ικανότητες, περιοριζόμενος σε κάποια αδιάφορη, βαρετή εκτελεστική εργασία χωρίς ίχνος πρωτοβουλίας και δημιουργικότητας.  Η αλλοτρίωση του σύγχρονου ανθρώπου επεκτείνεται και στον ελεύθερο χρόνο του, όταν αυτόν επιλέγει να τον διαθέσει για την ικανοποίηση τεχνητών καταναλωτικών αναγκών ή την παθητική παρακολούθηση οποιουδήποτε θεάματος απαιτεί ελάχιστη σωματική και πνευματική συμμετοχή.  Μέσα στην πλήξη του ισχυρίζεται ότι δεν έχει χρόνο για την αυτομόρφωση και την αυτιογνωσία του, για αθλητικές δραστηριότητες, για ουσιαστική ανθρώπινη επικοινωνία, ανιδιοτελή φιλία, πραγματική αγάπη ή δημιουργική απασχόληση στον ελεύθερο χρόνο του.  Βέβαια ιστορικά αποδείχθηκε ότι η αλλαγή των παραγωγικών σχέσεων δεν είναι ικανή συνθήκη για την άρση των αλλοτριωτικών δομών της κοινωνίας.  Ο οποιασδήποτε μορφής σοσιαλισμός, δηλαδή, δεν παρουσίασε κάποιας μορφής ανοσία στην αλλοτρίωση.


  • Η προσπάθεια αποφυγής της γνωστικής διαφωνίας μεταξύ των εδραιωμένων πεποιθήσεων ενός ατόμου και των νέων πληροφοριών που δέχεται, αντιμετωπίζεται ψυχολογικά με το μηχανισμό της επιλεκτικής αντίληψης.  Αυτό σημαίνει ότι αντιλαμβανόμαστε, ερμηνεύουμε ή διαστρεβλώνουμε επιλεκτικά τις νέες πληροφορίες που δεχόμαστε και τις αναλύουμε όχι ορθολογικά, αλλά ανάλογα με τις προηγούμενες επιλογές ή τις εδραιωμένες πεποιθήσεις μας (π.χ. αρνούμαστε να δεχθούμε πληροφόρηση από πολιτικές εφημερίδες διαφορετικών από εμάς πολιτικών επιλογών).  Χαρακτηριστικό επίκαιρο παράδειγμα είναι η πεισματική παράλογη επιμονή των αρνητών εμβολιασμού, οι οποίοι έχουν εδραιωμένες αρχικές πεποιθήσεις διαμορφωμένες από μοναχούς, παλαιοημερολογίτες, φανατικούς ακροδεξιούς ή ακροαριστερούς που ανορθολογικά αρνούνται να αποδεχθούν οποιαδήποτε νέα πληροφορία, έστω κι αν αυτή προέρχεται από τους πλέον ειδικούς επιστήμονες.




Ο ΕΤΕΡΟΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ

Ο σύγχρονος δυτικός άνθρωπος, παρόλο που σε εθνικό και κοινωνικό επίπεδο μπορεί να είναι απελευθερωμένος, σε ατομικό επίπεδο χαρακτηρίζεται ως ετεροκαθοριζόμενος.  Από μικρό παιδί του έχουν επιβάλλει έτοιμες λύσεις και απόψεις για όλα, με αποτέλεσμα να έχουν ατονίσει οι κριτικές του ικανότητες και οι πνευματικές του δυνατότητες να έχουν περιορισθεί στην αρχή της ζωής του στην όσο το δυνατόν καλύτερη απομνημόνευση του μαθήματός του και αργότερα στην αποστήθιση των απόψεων των καθοδηγητών και των πολιτικών διαφωτιστών κάθε κόμματος.  Η πρωτοβουλία, η ευθύνη, η δημιουργικότητα και η ανακάλυψη γνώσης μέσω μελέτης και έρευνας έχουν μερικώς ατροφήσει, δίνοντας τη θέση τους σε προκατασκευασμένες λύσεις.  Η κατάκτηση όμως της ελευθερίας της βούλησης επιβάλλει να αμφιβάλεις, να μελετάς και να ερευνάς για τα πάντα πριν να καταλήξεις σε λογικά συμπεράσματα.  Δεν πρέπει να ξεχνάμε την προτροπή του Οράτιου: “Sapere Aude” (τόλμησε να γνωρίζεις), που χρησιμοποίηση ο Kant για  να υποδηλώσει την τόλμη  που χρειάζεται για να διαμορφώνουμε αυτόνομη σκέψη, η οποία μπορεί να μας οδηγήσει στην αλήθεια μέσω της γνώσης.


Ο φόβος μπροστά στις ευθύνες της ελευθερίας (Fromm) και ο πανικός αδυναμίας καθοδήγησης από έναν ικανό ηγέτη οδηγεί σε ανασφάλεια, σε απροθυμία αυτόνομης σκέψης και σε αδυναμία ελεύθερης βούλησης, γιατί χρειάζεται μεγάλη τόλμη  για να διαφοροποιηθεί ή να απελευθερωθεί κανείς από πολιτικούς φανατισμούς και εθνικές, φυλετικές, θρησκευτικές ή ταξικές προκαταλήψεις που βασίζονται πάνω σε στερεότυπα, κομματικές γραμμές και την αυθεντία κάθε πατερναλιστή «χαρισματικού ηγέτη».  Όπως είναι γνωστό, σύμφωνα με τον Ανδρέα Κάλβο: «Όσοι το χάλκεον χέρι βαρύ του φόβου αισθάνονται, ζυγόν δουλείας ας έχωσιν.  Θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία».  Επίσης ο εθνομάρτυρας Ρήγας Φεραίος διεκύρησσε ότι: «Όποιος ελεύθερα συλλογάται, συλλογάται καλά».

Η ΑΥΤΟΝΟΜΗΜΕΝΗ ΒΟΥΛΗΣΗ

Όταν η ηθική μου και η βούλησή μου καθορίζονται από τον φόβο του θεού ή του νόμου ή από την προσδοκία κάποιας υλικής ή ηθικής αμοιβής ή την ελπίδα κάποιας μετά θάνατον ανταμοιβής, τότε μπορούμε να τις θεωρήσουμε ετερονομούμενες.  Αυτονομούμενες θα ήταν εάν τη συνείδηση, τη βούληση ή τις πράξεις μου δεν τις καθόριζαν νόμοι, θεσμοί, εξουσίες ή κάποιο πραγματικό ή μυθικό πρόσωπο, αλλά εγώ ο ίδιος (Παπανούτσος).  Το αυτονομούμενο άτομο μας θυμίζει τον αυτοπραγματούμενο άνθρωπο του Maslow, ο οποίος, αφού έχει καλύψει τις βιολογικές του ανάγκες και τις ανάγκες του για ασφάλεια, αγάπη, αποδοχή και διάκριση,  θέλει να ασχολείται με ό,τι τον ενδιαφέρει πραγματικά, καθώς και για την προσωπική του καλλιέργεια, εξέλιξη και ανάπτυξη έχοντας  τον δικό του ηθικό κώδικα.

Ελεύθερη βούληση, σύμφωνα με τον Παπανούτσο είναι να ενεργείς από σεβασμό προς το νόμο που έχεις ο ίδιος καθορίσει και να αισθάνεσαι την υποχρέωση πρώτος εσύ να τον τηρείς, αλλοιώς θα πέσεις σε ηθική αναξιότητα και ανυποληψία απέναντι στον εαυτό σου.  

O νόμος αυτός συμβαδίζει με το τρίτο χρέος που περιγράφεται στην «Ασκητική» του Καζαντζάκη: «Πολεμούμε γιατί έτσι μας αρέσει, τραγουδούμε κι’ ας μην υπάρχει αυτί να μας ακούσει.  Δουλεύουμε κι’ ας μην υπάρχει αφέντης σα βραδιάσει να μας πλερώσει το μεροκάματό μας».  Επίσης, ο Καζαντζάκης πίστευε, όπως και ο αρχαίος Δημώναξ πολλούς αιώνες πριν, ότι η ελευθερία είναι συνυφασμένη με την απουσία κάθε φόβου και ελπίδας.

Ιδανικά θα έπρεπε κάθε άνθρωπος να μη δεσμεύεται από εξωτερικούς καταναγκασμούς και δεσμεύσεις, αλλά η ελευθερία της βούλησής του να περιορίζεται  μόνο από τη φυσική του νομοτέλεια, τους κανόνες λογικής και τις ανάγκες αρμονικής συμβίωσης.  Η φυσική νομοτέλεια καθορίζει το πλαίσιο ολοκλήρωσης και τελειοποίησης κάθε ανθρώπου, που σύμφωνα με την αριστοτελική έννοια της εντελέχειας προσδιορίζει τις προϋποθέσεις μετάβασής του από το «εν δυνάμει ον» (π.χ. σπόρος) στο «εν ενεργεία ον» (π.χ. φυτό).  Κατά τον Καζαντζάκη όταν «λευτερώνεται ο μέσα του Θεός».  Ολοκληρωμένο μπορεί να χαρακτηρισθεί το άτομο που έχει εκπληρώσει το σκοπό  (τέλος) της ύπαρξής του, σύμφωνα με τα δικά του πρότυπα, τα οποία του δίνουν τη δυνατότητα να πραγματοποιήσει όλα του τα όνειρα, τις φιλοδοξίες και τις ελπίδες.

Σύμφωνα με τον Επίκουρο: «Δεν μπορείς να είσαι ευτυχής χωρίς να είσαι συνετός, αγαθός και δίκαιος.  Και δεν μπορείς να είσαι συνετός, αγαθός και δίκαιος χωρίς να είσαι ευτυχής».  Το αποτέλεσμα της ελευθερίας της βούλησής μας, είναι η αρετή που μας ανταμείβει με ευτυχία και μπορεί να μας οδηγήσει στην αίσθηση της ευδαιμονίας (πληρότητα και γαλήνη).    

Ελευθερία λοιπόν δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι η έλλειψη οποιουδήποτε φραγμού, αλλά η ορθολογική δράση μέσα στο πλαίσιο ενός νομικού και ηθικού κώδικα που έχει καθιερώσει κάθε κοινωνία για να διευκολύνεται η συνεργατική συνύπαρξη, η  αλληλεπίδραση και η ευημερία των ανθρώπων. 



*τ. Καθηγητής Πανεπιστημίου Αιγαίου


Δημοσιεύθηκε στο CAPITAL.GR στις 04/01/22

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΚΑΤΑΛΗΞΑΜΕ ???
..ΣΑΝΤΑΛΑ ΜΑΝΤΑΛΑ ΚΟΥΦΙΑ ΚΑΡΥΔΙΑ ...ΔΗΛΑΔΗ ΣΕ ΛΟΓΙΑ ΝΑ ΒΡΙΣΚΟΜΑΣΤΕ !!!! ΜΑΧΑΜΕ ΝΑ ΛΕΓΑΜΕ ΝΑΧΑΜΕ ΝΑ ΠΟΥΜΕ ...