Σάββατο 8 Μαρτίου 2025

Πρόταση Δυσπιστίας: Η πραγματική πίεση ασκήθηκε από τους διαδηλωτές και όχι από την αντιπολίτευση

Η χθεσινή ψηφοφορία δεν έριξε την κυβέρνηση, αλλά ανέδειξε τα λάθη της και την αμηχανία της αντιπολίτευσης.
Πρόταση Δυσπιστίας: Η πραγματική πίεση ασκήθηκε από του διαδηλωτές και όχι από την αντιπολίτευση
Τις μέρες που η Βουλή συζητούσε την πρόταση δυσπιστίας, το κέντρο της Αθήνας γέμιζε καθημερινά από κόσμο -κυρίως νέους- που κατέβαιναν να διαδηλώσουν εναντίον της κυβέρνησης απαιτώντας δικαιοσύνη. Φωτογραφία: Eurokinissi

 


ΜΠΟΡΕΙ Η ΠΡΟΤΑΣΗ  δυσπιστίας να απορρίφθηκε, με 157 ψήφους κατά, αλλά η κυβέρνηση βγαίνει από τη διαδικασία αυτή με νέα φθορά. Οχι επειδή τα κόμματα της αντιπολίτευσης που κατέθεσαν την πρόταση δυσπιστίας αποκάλυψαν κάτι που δεν ξέραμε ή κατάφεραν να «απειλήσουν» την κυβέρνηση, αλλά επειδή η ίδια δεν μπόρεσε να υπερασπιστεί τον εαυτό της και δεν έπεισε με όσα είπαν στις ομιλίες τους τα κυβερνητικά στελέχη

Τις μέρες που η Βουλή συζητούσε την πρόταση δυσπιστίας, το κέντρο της Αθήνας γέμιζε καθημερινά από κόσμο -κυρίως νέους- που κατέβαιναν να διαδηλώσουν εναντίον της κυβέρνησης απαιτώντας δικαιοσύνη. 

Η κυβέρνηση ακόμα και μετά από όλα αυτά και τις δημοσκοπήσεις να καταγράφουν συνεχιζόμενη καθοδική πορεία, μοιάζει να μην ξέρει τι πρέπει να κάνει και διαπιστώνοντας ότι το δεύτερο κόμμα βρίσκεται ακόμα σε μεγάλη απόσταση, εξακολουθεί να αισθάνεται ότι δεν απειλείται άμεσα, παρά τον πανικό που προκάλεσαν στο Μέγαρο Μαξίμου οι πρωτοφανούς μαζικότητας και πάθους διαδηλώσεις. 

Αν παρακολουθούσε κανείς τις ομιλίες στη Βουλή αυτές τις μέρες θα αντιλαμβανόταν γιατί η κυβέρνηση συνεχίζει να καταγράφει  καθοδική πορεία στις δημοσκοπήσεις και γιατί ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ δεν κερδίζουν τίποτα από την κυβερνητική φθορά.

Πώς αλλιώς να εξηγήσει κανείς άλλωστε, ότι το κοινοβουλευτικό βάρος της αντιπαράθεσης για τα Τέμπη το ανέθεσαν στον Μάκη Βορίδη, έναν πολιτικό ο οποίος αφενός  δεν φημίζεται για την κοινωνική του ευαισθησία που απαιτεί το θέμα, αφετέρου ήταν εκείνος που μαζί με τον Άδωνι Γεωργιάδη καταφέρονταν εναντίον των συγγενών των θυμάτων των Τεμπών, αφήνοντας ιδιαίτερα αρνητικές εντυπώσεις και βλάπτοντας συνολικά την ήδη κακή εικόνα της κυβέρνησης για την πλειοψηφία της κοινής γνώμης, η οποία αποδοκιμάζει τους κυβερνητικούς χειρισμούς.  

Η κυβέρνηση δεν εμφανίστηκε στη Βουλή με ταπεινό και σεμνό ύφος δίνοντας πειστικές απαντήσεις και δείχνοντας ότι έχει καταλάβει τα λάθη της. Έκανε κάτι σαν αυτοκριτική, αλλά χωρίς γενναιότητα και τόλμη, με τα περισσότερα στελέχη της να κουνάνε το δάχτυλο στην αντιπολίτευση, την οποία ειρωνεύονταν για το ποιοι και πώς θα κυβερνούσαν αν έπεφτε η κυβέρνηση Μητσοτάκη όπως ζήτησαν με την πρόταση δυσπιστίας.

Αν παρακολουθούσε κανείς τις ομιλίες στη Βουλή αυτές τις μέρες θα αντιλαμβανόταν γιατί η κυβέρνηση συνεχίζει να καταγράφει  καθοδική πορεία στις δημοσκοπήσεις και γιατί ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ δεν κερδίζουν τίποτα από την κυβερνητική φθορά. Ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε κοινότοπες διαπιστώσεις σε υψηλούς τόνους διανθισμένες με αντιπολιτευτικές κορώνες και χρησιμοποιώντας έναν ξύλινο λόγο, χωρίς να προσφέρει τίποτα το ουσιαστικό στη διαδικασία. Υπήρχαν βουλευτές του που κατηγόρησαν την κυβέρνηση για την ιδιωτικοποίηση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ, παρότι αυτή υλοποιήθηκε πρόθυμα από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και με χαμηλότερο αντίτιμο από αυτό που συζητούσε η κυβέρνηση Σαμαρά, ενώ άλλοι ανέφεραν ότι ο ο πρώην υπουργός Μεταφορών του ΣΥΡΙΖΑ δέχθηκε να παραπεμφθεί στη δικαιοσύνη, όπως ζήτησε η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, αλλά ξέχασαν να αναφέρουν ότι τα αδικήματα για τα οποία ζητά  η Ευρωπαία Εισαγγελέας να παραπεμφθεί, έχουν παραγραφεί για τον Χρήστο Σπίρτζη, βάσει του νόμου περί ευθύνης υπουργών, όπως αυτός ίσχυε στην Ελλάδα πριν το 2019. 

Οι πολιτικοί που διαχειρίστηκαν το Μάτι, (το οποίο δικάζεται αυτές τις μέρες σε δεύτερο βαθμό) και έβαλαν στο συρτάρι τις δικογραφίες για τους δικούς τους υπουργούς, δεν μπορούν να πείσουν ούτε αυτοί όταν μιλάνε για τα Τέμπη. Πολύ περισσότερο που (και αυτό προκύπτει και από το πόρισμα του ΕΟΔΑΣΑΑΜ) η κατάσταση του ελληνικού σιδηροδρόμου ήταν στην ίδια κακή κατάσταση και επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, η οποία φέρει κι αυτή μεγάλη ευθύνη για τη μη υλοποίηση της σύμβασης 717 η οποία θα εκσυγχρόνιζε τον ελληνικό σιδηρόδρομο και θα τον έκανε πιο ασφαλή.  

Ούτε το ΠΑΣΟΚ όμως κατάφερε να κερδίσει τις εντυπώσεις, πέρα από την αρκετά στοιχειοθετημένη παρέμβασή του για την εμπλοκή του Χρήστου Τριαντόπουλου στο θέμα της αλλοίωσης του χώρου του σιδηροδρομικού δυστυχήματος. Υψηλοί τόνοι και διαπιστώσεις, χωρίς ιδιαίτερες προτάσεις και σχέδιο για το πως θα αλλάξει η χώρα, ενώ φανερή ήταν και η αμηχανία στις επιθετικές ερωτήσεις της κυβέρνησης για το τι θα έκαναν αν έπεφτε η κυβέρνηση Μητσοτάκη με την πρόταση δυσπιστίας τους. Το ΠΑΣΟΚ επέδειξε επίσης αρκετά αργά αντανακλαστικά στο ζήτημα των Τεμπών και άργησε πολύ να καταλάβει ότι η κοινωνία από κάτω έβραζε για το θέμα αυτό. 'Ενας από τους γονείς των θυμάτων, μάλιστα, τους είπε ότι δεν τους έβλεπε να ασχολούνταν με τα Τέμπη πριν από τις διαδηλώσεις. Στο μεταξύ, όσο η κοινωνία εξεγείρονταν για τα Τέμπη και την απουσία της δικαιοσύνης, το ΠΑΣΟΚ υποδεχόταν πανηγυρικά  ως μεταγραφικά αποκτήματα δύο βουλευτές που εξελέγησαν με τον ΣΥΡΙΖΑ και στη συνέχεια υποστήριζαν τον Στέφανο Κασσελάκη. Είναι αυτό το νέο ύφος που ζητά η κοινωνία που αποδοκιμάζει το παλιό; 

Ή μήπως (και) για αυτούς τους λόγους οι πολίτες αποδοκιμάζουν συνολικά το πολιτικό σύστημα και δεν κερδίζει κανείς την εμπιστοσύνη τους; 

Η Ζωή Κωνσταντοπούλου και ο Κυριάκος Βελόπουλος, που εμφανίζονται στις δημοσκοπήσεις ως οι μοναδικοί κερδισμένοι από το κλίμα που έχει διαμορφωθεί τελευταία, δεν προσελκύουν όσους θέλουν λύσεις, αλλά μοιράζονται αυτούς που δεν πείθονται από τα κόμματα εξουσίας και επιλέγουν κόμματα διαμαρτυρίας για να εκφραστούν. 

Ιδιαίτερη αίσθηση έκανε εχθές με όσα είπε στην ομιλία του για τα Τέμπη, ο πρώην πρωθυπουργός και πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, Αντώνης Σαμαράς, ο οποίος αν και δεν χειροκροτήθηκε από τους βουλευτές της Ν.Δ, καθώς έχει διαγραφεί, αρκετοί του είπαν μετά ότι τους εξέφρασε με όσα είπε. Ο Αντώνης Σαμαράς δεν χρησιμοποίησε υψηλούς τόνους και απευθύνθηκε περισσότερο στο συναίσθημα όταν μίλησε για τα Τέμπη, αλλά άσκησε κριτική στην κυβέρνηση για τους χειρισμούς της και είπε ότι οι γονείς είχαν δίκιο. «… η Κυβέρνηση, αντί να αγκαλιάσει τις οικογένειες των θυμάτων, αντιδικούσε μαζί τους! Προειδοποίησα να μην το κάνει. Ζήτησα δημόσια να τους αγκαλιάσει. Ακόμα κι αν έλεγαν μια κουβέντα παραπάνω - να τους αγκαλιάσει! Να νοιώσει τον πόνο τους...». 

Ορισμένοι γονείς πάντως, θα επιμείνουν στη σκληρή γραμμή και θα κάνουν τα πάντα για να κρατήσουν το κίνημα των Τεμπών ζωντανό και το επόμενο διάστημα. Ο λόγος που καταφέρονται εναντίον της κυβέρνησης είναι ότι θεωρούν πως καλύπτει τον πρώην υπουργό Μεταφορών, Κώστα Α. Καραμανλή, καθώς δεν επέτρεψε να διερευνηθούν τυχόν ποινικές ευθύνες του, όπως και τον Χρήστο Τριαντόπουλο, για τον οποίο κυβερνητικά στελέχη προεξόφλησαν ότι δεν έχει ευθύνες. Επίσης η κρίση που εξέφρασε ο πρωθυπουργός για θέματα που ερευνά η δικαιοσύνη, όπως η αιτία της πυρκαγιάς και η αλλοίωση του πεδίου, τους έκανε ακόμα πιο καχύποπτους για το αν θα αποδοθεί η δικαιοσύνη. Για αυτό και κάποιοι από του συγγενείς θυμάτων ήταν αντίθετοι με τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής για τον Χρ. Τριαντόπουλο, καθώς θεωρούν ότι με τη σημερινή πλειοψηφία της ΝΔ στη Βουλή δεν πρόκειται να τιμωρηθεί κανένας υπουργός και για αυτό θα έπρεπε, όπως λένε κάποιοι από αυτούς,  να περιμένουν να αλλάξει η πλειοψηφία για να βρουν δικαίωση οι άνθρωποι τους. Με αυτό βεβαίως (την αλλαγή της πλειοψηφίας) συμφωνούν και τα κόμματα της αντιπολίτευσης, τα οποία θα βασίσουν την στρατηγική του επόμενου διαστήματος πάνω σε αυτό. 

Θεωρητικά η κυβέρνηση έχει ακόμα χρόνο για να σταματήσει τη φθορά. Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί με δυσκολία και μόνο αν κυβέρνηση αντιλαμβανόταν τα λάθη της κάποια στιγμή, σύντομα, και τα διόρθωνε με λόγια και με έργα. Για την ώρα μοιάζει να βρίσκεται πολύ μακριά από αυτό, καθώς δεν εστιάζει στην ουσία, αλλά στην επικοινωνία, αναζητώντας τον τρόπο με τον οποίο τα Τέμπη θα ξεχαστούν και όχι τον τρόπο με τον οποίο θα αλλάξει η χώρα. 
 

ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια: