Εορτάζοντας τα Ελληνικά Γράμματα, εορτάζουμε δύο πράγματα: την ελληνική γλώσσα και τους πολιτιστικούς θησαυρούς που δημιούργησε.
Της Πολυβίας Παραρά*
Η γλώσσα αυτή γεννήθηκε και διαμορφώθηκε ακριβώς στον ίδιο χώρο που γέννησε ένα μοναδικό φαινόμενο για τον πολιτισμό: την ανθρωποκεντρική πολιτεία εν ελευθερία, ενώ περιστοιχιζόταν από δεσποτικές επικράτειες.
Ο ελληνικός κόσμος εξελισσόμενος προς την ελευθερία και την δημοκρατία βάθαινε και πλάταινε την σκέψη του για την κατάσταση του ανθρώπου και αυτός ο βαθύς στοχασμός και το αγωνιστικό ήθος αποτυπώνονταν στην γλώσσα του.
Για τον λόγο αυτό τα κείμενα της ελληνικής λογοτεχνίας αποτελούν απαράμιλλους πνευματικούς θησαυρούς για την μελέτη του φαινομένου του ελεύθερου ανθρώπου. Πρέπει να κατανοήσουμε ότι τα αστείρευτα αυτά κείμενα για την ανθρώπινη κατάσταση σε καθεστώς ελευθερίας δεν δημιουργήθηκαν επειδή τυχαία εμφανίστηκαν διάνοιες στο συγκεκριμένο χωροχρόνο. Είναι πιο λογικό να υποθέσουμε ότι στο ελληνικό ιστορικό γίγνεσθαι ελευθερίας και δημοκρατίας, οι άνθρωποι αυτοί στοχάζονταν βιώνοντάς το, το παρατηρούσαν και παρήγαγαν ποιητικό, ιστορικό και φιλοσοφικό λόγο, προκειμένου να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του και να το βιώσουν.
Στα κείμενα της ελληνικής γλώσσας καταγράφονταν οι υπαρξιακές αγωνίες του ελεύθερου ανθρώπου, η αυτόνομη υπόστασή του και κυρίως οι προκλήσεις που υψώνονταν μπροστά του. Η ελληνική γλώσσα από τις πολιτικές κοινωνίες του Ομήρου μέχρι την γέννηση της δημοκρατίας δημιουργεί πολιτισμό και διαμορφώνεται από αυτόν, βαθαίνοντας και πλαταίνοντας τις διαστάσεις της εκεί που φτάνει η διερεύνηση της υπόστασης του ελεύθερου αυτοθεσμιζόμενου ανθρώπου, του ανθρώπου της δημοκρατίας.
Δεν είναι τυχαίο ότι μετέπειτα το χριστιανικό δόγμα γράφτηκε στην ελληνική γλώσσα. Αυτό έγινε γιατί η ελληνική γλώσσα ήταν η μόνη που διέθετε την πνευματική δύναμη να εκφράσει τα βαθιά υπαρξιακά και μεταφυσικά νοήματα της νέα θρησκείας, όπως για παράδειγμα « Ἐν ἀρχή εἶναι ὁ Λόγος» , αμετάφραστο στην βαθιά και πολλαπλή νοηματική διάσταση του όρου «Λόγος» , ή το « ἄναρχος Θεός», επίσης αμετάφραστο, και τόσα άλλα υψηλά νοήματα που μεταφράζονται ελλιπώς ή μερικώς σε οποιαδήποτε άλλη γλώσσα.
Η Ελληνική Γλώσσα είναι μία απαράμιλλη γλώσσα που εξελισσόμενη δημιουργούσε πνευματικά εργαλεία σε μια αμοιβαία πολιτισμική ανατροφοδότηση με την εξελικτική πορεία του ελληνικού κόσμου, προκειμένου να αποδώσει υψηλές έννοιες για τον αυτόνομο άνθρωπο που προσπαθούσε να ανταπεξέλθει στην υψηλή ευθύνη της αυτοκυβερνούμενης πολιτείας. Πολλές από αυτές τις έννοιες δεν τις χρησιμοποιούμε σήμερα, όπως για παράδειγμα « ὑψίπολις» ή «ἄπολις», γιατί δεν συνάδουν με την πραγματικότητα των σύγχρονων πολιτειών.
Αλλά το απαράμιλλο της ελληνικής γλώσσας τεκμηριώνεται και από το γεγονός ότι το σημαίνον (τα φωνήματα της λέξης) και το σημαινόμενο ( το νόημα της λέξης) ταυτίζονται στο μέγιστο βαθμό στην ελληνική γλώσσα. Για παράδειγμα, στα ελληνικά η λέξη «λεωφορείο» είναι το όχημα που μεταφέρει τον λαό, ενώ η λέξη «bus» είναι μία σύμβαση ότι τα φωνήματα b-u-s δηλώνουν την έννοια « λεωφορείο» . Αυτό συμβαίνει στην πλειοψηφία των ελληνικών λέξεων. Η λέξη «δημοκρατία» είναι το κράτος του δήμου, δηλαδή η πολιτεία που η πολιτική αρμοδιότητα ασκείται από τους ίδιους τους πολίτες. Η εκφορά της λέξης διαυγάζει και το εννοιολογικό περιεχόμενο του όρου.
Αλλά δεν κάνει μόνο αυτό η ελληνική γλώσσα, δηλαδή να είναι ακριβής και περιγραφική στο νοηματικό επίπεδο. Η ελληνική γλώσσα έχει την δύναμη να ηθικοποιεί τον ομιλούντα. Για παράδειγμα, η λέξη « φθόνος» προέρχεται από το ρήμα « φθείνω» που σημαίνει εξασθενώ, γίνομαι κάτι λιγότερο, παρακμάζω. Η ίδια η λέξη μάς προειδοποιεί να μην κάνουμε αυτήν την επιλογή. Στα αγγλικά η λέξη «envy» , δεν είναι και περιγραφική των επιπτώσεων αυτής της επιλογής στην προσωπικότητα του ανθρώπου. Κατά τον ίδιο τρόπο, η λέξη «εκδίκηση» είναι στον αντίποδα των ένδικων μέσων, μας προειδοποιεί ότι κινείται έξω από την περιοχή του δικαίου, άρα μας αποτρέπει. Η αγγλική λέξη «revenge» δεν λειτουργεί αποτρεπτικά στο ηθικό επίπεδο.
Τέλος, η ελληνική γλώσσα είναι μία λέξη που κινεί την φαντασία. Ας πάρουμε τη λέξη « άγαλμα» που προέρχεται από το ρήμα «αγάλλω», που σημαίνει ευχαριστιέμαι ψυχικά. Συγκρίνετε αυτή την λέξη με την αντίστοιχη αγγλική « statue» που προέρχεται από το λατινικό ρήμα « στέκομαι» ( στα λατινικά (sto/statum). Η εκφορά της μιας λέξης σε σχέση με την άλλη είναι ποιοτικά διαφορετική: η λέξη « άγαλμα» υποδηλώνει την κίνηση της ψυχής από την ευχαρίστηση, ενώ η λέξη «statue» υποδηλώνει την ακινησία.
Συμπερασματικά, αυτό που συνιστά το απαράμιλλο της ελληνικής γλώσσας είναι ότι αποτελεί αφ εαυτή ένα εργαλείο δημιουργίας πολιτισμού που ορίζει αυθεντικά και σαφώς τις έννοιες, βαθαίνει και διαμορφώνει το ήθος του ανθρώπου, κινητοποιεί την φαντασία του. Οι λέξεις δεν είναι μόνο λέξεις, είναι κάτι πολύ περισσότερο: η κάθε γλώσσα είναι τρόπος σκέψης, έκφρασης και αντίληψης του κόσμου. Και η ελληνική γλώσσα ως προς αυτό είναι αποκαλυπτική ως ένας θησαυρός ήθους και νοημάτων που δημιουργεί πολιτισμό. Σήμερα το πολιτιστικό παράδειγμα του ελληνικού κόσμου, όπως αποτυπώνεται στα κείμενα της ελληνικής γλώσσας είναι πιο επίκαιρο και πιο μοντέρνο από ποτέ, ώστε να αφυπνίσει και να νοηματοδοτήσει τον πολιτισμό μας, για να καταστεί ο άνθρωπος αυτοσκοπός και να πάψει να αποτελεί ένα μέσο στο βωμό της κερδοσκοπίας. Η παρακαταθήκη της ελληνικής γλώσσας προτείνει την κοινωνία της αιδούς και της δικαιοσύνης και όχι αυτήν της ύβρεως. Έχει να μας διδάξει σήμερα πολλά.
*Η Πολυβία Παραρά διδάσκει στο τμήμα Κλασσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Μαίρυλαντ, ΗΠΑ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου