Επιχειρηματίας στον χώρο της επικοινωνίας- Διδάκτωρ Κλασικής Αρχαιολογίας
Η είδηση δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Αθηνά» της 7ης Ιουνίου 1854 (αρ. φύλλου 2116). «Την προσεχή Πέμπτην ο στρατηγός Καλλέργης δίδει μεγαλοπρεπές γεύμα εν τω Παρθενώνι της Ακροπόλεως, παιανιζούσης της στρατιωτικής μουσικής του Ελληνικού, του Αγγλικού και του Γαλλικού στρατού. Είναι δε προσκεκλημένοι εις το γεύμα τούτο 150 άτομα της υψηλής περιωπής, εν οις και οι αξιωματικοί του Αγγλογαλλικού στρατού. Το γεύμα θέλει δωθή κατά την 2 μ.μ. ώραν και θέλει διαρκέσει μέχρι της εσπέρας, ότε η είσοδος της Ακροπόλεως θέλει επιτραπή ελευθέρας εις πάντας».
Δύο ημέρες αργότερα, ο «Αιών» (9 Ιουνίου 1854, αρ. φύλλου 1497) δημοσιοποίησε την κριτική του: «Αύριον γίνεται το συμπόσιον εν τω Παρθενώνι, της Ακροπόλεως. Έπρεπεν, ώστε επί της ξενικής κατοχής να προσγίνη μεθ' όσων άλλων ύβρεω της εθνικής τιμής και η βεβήλωσις αύτη των λειψάνων των προγόνων ημών, έπρεπεν, ώστε τινες εξ ημών να δεχθώσι και των Τούρκων χειρότεροι, κραιπαλούντες και μεθύοντες εν τόπω, όπου άλλοτε οι πρόγονοι ημών ελάτρευον τον Θεόν των... Έπρεπεν, ώστε Έλληνες λεγόμενοι να συμποσιάσωσιν εν τόπω, τον οποίον αύτοι οι Τούρκοι εσεβάσθησαν, διότι και αυτοί τόπον προσκυνήσεως του Θεού αυτών τον εξέλεξαν, οικοδομήσαντες τσαμίον εν αυτώ. Αλλά ποία περί ημών ιδέαν θέλουσι συλλάβει οι Άγγλοι αξιωματικοί και οι Γάλλοι, βλέποντες ημάς τους Έλληνας, συνευωχούντας μετ' αυτών εν τόπω, τον οποίον ελήστευσαν και τα στολίσματα του εισέτι κρατούσιν εις τας πόλεις των;..». Η κριτική ήταν, χωρίς αμφιβολία, δριμύα. Μα αυτό δεν πτόησε τις αρχές ούτε άλλαξε τον προγραμματισμό τους.
Η χρήση των αρχαίων μνημείων για ποικίλες εκδηλώσεις ξεκίνησε στην Ελλάδα σχεδόν μαζί με τη δημιουργία του νεοελληνικού κράτους. Η αρχή έγινε το 1829, όταν η Δ΄Εθνοσυνέλευση συγκλήθηκε στο αρχαίο θέατρο του Άργους. Από το 1837 ως το 1849, οι ετήσιες συνελεύσεις της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας πραγματοποιούνταν στον Παρθενώνα, τον οποίο οι ιδρυτές της Εταιρείας θεωρούσαν τρόπον τινά «το σπίτι τους». Εκεί πραγματοποιήθηκε χρόνια αργότερα, το 1905, η έναρξη του Α΄ Διεθνούς Αρχαιολογικού Συνεδρίου. Ακολούθησαν κι άλλες εκδηλώσεις, καθώς επί μακρόν δεν υπήρχαν σταθερά κριτήρια για τη χρήση των μνημείων.
Μα η φανταχτερή γιορτή του Καλλέργη ήταν μοναδική. Η χρήση του Παρθενώνα ως εστιατορίου και αίθουσας γλεντιού για Αγγλογάλλους στρατιωτικούς και ορισμένους φουστανελάδες ήταν αναμφισβήτητα ένα ασυνήθιστο θέαμα που προκαλούσε διπλά. Καταρχάς, η χρήση του χώρου για αναψυχή θεωρούνταν μεγάλη ασέβεια, υπερβαίνουσα ακόμα και τις απρέπειες των κατά καιρούς κατακτητών. Ακόμα περισσότερο βάραινε στη συνείδηση των πολιτών το γεγονός πως στο «επί του εμβαδού του ναού του Παρθενώνος κραιπαλώδες συμπόσιον» συμμετείχαν ο ίδιος ο Υπουργός και η συνοδεία του. Έπειτα, ήταν οι λεπτομέρειες που ενοχλούσαν ιδιαιτέρως. Στο συμπόσιο, το οποίο παρατέθηκε «επί εκτεταμένης τραπέζης, υπό σκηνήν και δαπάναις του Ελληνικού Δημοσίου», έγιναν και προπόσεις, όπως ζητήθηκε από τους πρέσβεις της Αγγλίας και της Γαλλίας στην Αθήνα. Από αυτές, η πρώτη έγινε υπέρ του Αυτοκράτορα των Γάλλων, η δεύτερη υπέρ της Βασίλισσας της Αγγλίας, η τρίτη υπέρ της Αγγλο-Γαλλο-Τουρκικής συμμαχίας και η τέταρτη «υπέρ του εξευγενισμού της Ανατολής», υπονοώντας, βεβαίως, την Ελλάδα με ιδιαίτερα άκομψο τρόπο.
Πίσω από την εύλογη κριτική για το μεγαλοπρεπές συμπόσιο σοβούσε η οργή των Ελλήνων για το πρόσωπο και τα κίνητρα του στρατηγού Καλλέργη. Το γεύμα στον Παρθενώνα λογιζόταν ως μια εμβληματική εκδήλωση σε μια σειρά πρόσφατων εθνικά μειωτικών πράξεων.
Ας θυμηθούμε την ιστορία. Λίγο νωρίτερα, στις 13 Μαΐου, στρατιωτικές δυνάμεις της Γαλλίας και της Αγγλίας είχαν θέσει υπό τον έλεγχό τους την Αθήνα και τον Πειραιά, ως αντίποινα για τη στάση του Όθωνα, ο οποίος, στο πλαίσιο της ρωσοτουρκικής σύραξης, ενθάρρυνε την εξέγερση των Ελλήνων σε περιοχές που βρίσκονταν υπό Οθωμανική κατοχή, όπως η Θεσσαλία, η Ήπειρος και η Μακεδονία. Η ελληνική στάση, υποκινημένη από τη «Μεγάλη Ιδέα», αντιστρατευόταν τα συμφέροντα των Ευρωπαίων καθώς κρατούσε καθηλωμένες στην Ελλάδα σημαντικές δυνάμεις των Οθωμανών. Παρά τα επανειλημμένα διαβήματα για την απόσυρση των ελληνικών στρατευμάτων από τα εδάφη της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, ο Όθων δεν άλλαξε στάση. Οι πρεσβευτές της Αγγλίας και της Γαλλίας επέδωσαν στον βασιλιά τελεσίγραφο και μετά τη λήξη του αποβιβάστηκαν στον Πειραιά 2.000 στρατιώτες. Ο Όθων αναγκάσθηκε να αποσύρει τα ελληνικά στρατιωτικά σώματα από τα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και να διακηρύξει την ουδετερότητα της Ελλάδας στον πόλεμο.
Μεταξύ άλλων, οι ξένες δυνάμεις έπαυσαν την Κυβέρνηση του Αντωνίου Κριεζή και επέβαλλαν νέα υπό τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Επέβαλλαν, επίσης, να δοθεί το Υπουργείο Στρατιωτικών στον Δημήτριο Καλλέργη, πολιτικό αντίπαλο του Μαυροκορδάτου από τα γεγονότα της 3ης Σεπτεμβρίου 1843. Η κυβέρνηση αυτή, γνωστή και ως «Υπουργείο Κατοχής», παρέμεινε στην εξουσία ως τα τέλη Σεπτεμβρίου του 1855, οπότε αντικαταστάθηκε από την κυβέρνηση του Δημητρίου Βούλγαρη.
Σε αυτές τις συνθήκες, ο Καλλέργης αναζητούσε τρόπους να ικανοποιήσει τους Αγγλογάλλους. Προς τούτο προσκάλεσε στο εντυπωσιακό γεύμα τους αξιωματικούς του στρατού κατοχής που είχε καταλάβει τον Πειραιά. Όπως ανέφερε σχετική εγκύκλιος, δημοσιοποιημένη στις 2 Ιουνίου, ο Υπουργός κήρυσσε «πρὸς ἁπάσας τὰς Στρατιωτικὰς Ἀρχάς, ὅτι κύριον ἔργον τῆς πολιτικῆς τοῦ Ὑπουργείου, τοῦ ὁποίου ἀποτελεῖ μέρος, εἶναι νὰ ἑλκύσῃ ὑπὲρ τῆς Ἑλλάδος τὴν συμπάθειαν καὶ τὴν ὑπόληψιν ὅλων ἀνεξαιρέτως τῶν μεγάλων τῆς Εὐρώπης Δυνάμεων». Ήταν μια από τις πρώτες ενέργειες «δημοσίων σχέσεων» της νέας κυβέρνησης που δεν είχε κλείσει ούτε μήνα στην εξουσία ωστόσο έδειχνε τις επιλογές της. Και, όπως έμελλε να γίνει αρκετές φορές στα επόμενα χρόνια - αν και συνήθως με κομψότερο τρόπο- επιστρατεύονταν προς τούτο η αρχαιότητα και τα μνημεία της.
Ο φιλοκυβερνητικός Τύπος υπερθεμάτιζε. Στο ρεπορτάζ της επόμενης μέρας, η «Αθηνά» (11 Ιουνίου 1854, αρ. φ. 2120) αναφέρει πως οι 250 καλεσμένοι έμειναν ιδιαιτέρως ευχαριστημένοι, τα εδέσματα ήταν «εκλεκτά και σπάνια», το χώρο φώτισαν 1.000 πυρσοί που παρείχε ο δήμαρχος, ο στρατηγός φορούσε την επίσημή του στολή -όλα ήταν εξαιρετικά. Όσο για το σκοπό της εκδήλωσης, γράφει χαρακτηριστικά: «Με ευχαρίστησίν μας δε είδομεν ότι δια του συμποσίου τούτου οι αξιωματικοί του ημετέρου στρατού συναδελφώθησαν στενώτατα μετά των αγγλογάλλων αξιωματικών, μεθ' ων κατήλθον εις την πόλιν και συνδιασκέδασαν εις τα καφενεία της πρωτευούσης».
Όμως αυτή ήταν η μία όψη του νομίσματος. Οι περισσότερες από τις αθηναϊκές εφημερίδες αντανακλούσαν τις αρνητικές αντιδράσεις των πολιτών για τον ευτελισμό του μνημείου. Διότι ναι μεν ο Παρθενώνας δεν υπέστη καμία φθορά, επλήγησαν όμως η ιδέα του μνημείου και οι αξίες που αυτό αντιπροσώπευε. Κι αυτό βάρυνε σημαντικά το κλίμα των ημερών.
Το γεύμα στον Παρθενώνα ήταν ένα από τα πρώτα υποτιμητικά γεγονότα μιας δύσκολης περιόδου για την Ελλάδα. Εκτός από την -ενοχλητική αφ΄εαυτής- παραμονή τους στην Αθήνα, οι ξένοι στρατιωτικοί αναμίχθηκαν στην εσωτερική πολιτική, παρέλασαν θριαμβευτικά μπροστά από τα ανάκτορα, συνέλαβαν αντικαθεστωτικούς δημοσιογράφους και κατέστρεψαν τις εγκαταστάσεις αντιπολιτευόμενων εφημερίδων, όπως ο «Αιών». Με άλλα λόγια, έκαναν πολλά για να προκαλέσουν την αντιπάθεια των Αθηναίων. Η χαριστική βολή ήρθε όταν ένα από τα γαλλικά μεταγωγικά έφερε από την Κριμαία στην Αθήνα τη χολέρα που κυριολεκτικά «θέρισε» την πόλη, προκαλώντας το θάνατο 3.000 κατοίκων της. Όλα αυτά όξυναν την αντιπάθεια των πολιτών, συρρίκνωσαν την όποια δημοφιλία μιας κυβέρνησης που ουδέποτε υπήρξε αγαπητή και συνέβαλαν στην αλλαγή της έναν χρόνο αργότερα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Β. Χ. Πετράκος, «Γεύμα στον Παρθενώνα (Πέμπτη, 10 Ιουνίου 1854)», Ο Μέντωρ, τ.2.6 (1989), 30-32
- Β.Χ. Πετράκος, Πρόχειρον Αρχαιολογικόν 1828 - 2012 (Αθήνα 2012)
- E. Richardson, Classical Victorians: Scholars, Scoundrels and Generals in Pursuit of Antiquity (Καίμπριτζ 2013)
- Π. Τουρνικιώτης, Παρθενώνας, η ακτινοβολία του στα νεώτερα χρόνια (Αθήνα 1994)
- «Military Fête at Athens», Illustrated London News, 15 Ιουλίου 1854, σελ. 2
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου