Τα Μικρά και τα Μεγάλα Μυστήρια – Οι ιεροφάντες και οι μύστες – Οι γεφυρισμοί – Η βαθύτερη σημασία τους
Μιχάλης Στούκας
Τα Ελευσίνια Μυστήρια ήταν τα πιο φημισμένα και τα μακροβιότερα της αρχαιότητας. Η πρώτη εμφάνιση τους σύμφωνα με το «Πάριον Χρονικόν» χρονολογείται γύρω στο 1.500 π.Χ., η καταγωγή τους ωστόσο έχει τις ρίζες της στο προϊστορικό παρελθόν, αν και η έρευνα την έχει συνδέσει κατά καιρούς με την Αίγυπτο, την Κρήτη, τη Θεσσαλία και τη Θράκη. Η οργανωμένη τέλεση τους και η αναδιοργάνωση τους από τοπική σε αθηναϊκή καΙιστη συνέχεια σε πανελλήνια γιορτή τοποθετείται στις αρχές του 6ου π.Χ. αιώνα και ανήκε στη δικαιοδοσία των δύο ιερατικών γενών της Ελευσίνας: τους Ευμολπίδες και τους Κήρυκες.
Παρά την εξάπλωση των Ελευσινίων Μυστηρίων σε όλο τον Ελληνικό κόσμο και τον μεγάλο αριθμό των πιστών που συμμετείχαν σε αυτά, οι γνώσεις μας για αυτά είναι περιορισμένες. Αυτό οφείλεται στη σιωπή που επέβαλαν οι ιερείς στους μύστες αλλά και στον χαρακτήρα της διδασκαλίας, που μεταδιδόταν προφορικά και δεν καταγραφόταν πουθενά. Η απόλυτη μυστικότητα τηρούνταν ευλαβικά και σπάνιες ήταν οι περιπτώσεις παραβατών που τιμωρούνταν αυστηρότατα, ακόμα και με την ποινή του θανάτου. Οι βασικές πληροφορίες που έχουμε προέρχονται από τα κείμενα των Πατέρων της Εκκλησίας που βασίζονται στα λεγόμενα Χριστιανών που νωρίτερα είχαν μυηθεί στα Ελευσίνια Μυστήρια (τα οποία τελούνταν ως το 396 μ.Χ.). Έτσι οι πληροφορίες που έχουμε δεν είναι απόλυτα σαφείς και ακριβείς.
Μεγάλη ήταν η συνεισφορά των ευρημάτων που ήρθαν στο φως μετά το 1882 και τις ανασκαφές που διενήργησε η «Εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία». Τέλος, μια άλλη πηγή γνώσεων αποτελούν τα αγγεία, τα ανάγλυφα και οι σαρκοφάγοι, με διακόσμηση σχετική με την προετοιμασία για τα Μυστήρια. Αυτά προέρχονται κυρίως από περιοχές που είχαν εξαπλωθεί οι Έλληνες (Κάτω Ιταλία και Κριμαία) και υπήρχαν κοινότητες μυημένων. Σε αυτά όμως απεικονίζονται σκηνές που τελούνταν με την παρουσία πολύ κόσμου. Αντίθετα απόλυτη σιωπή καλύπτει τις τελετές που γίνονταν μέσα στο Τελεστήριο.
Η θεά Δήμητρα και η Ελευσίνα
Σύμφωνα με την Ελευσίνια παράδοση που έχει αποτυπωθεί στον λεγόμενο ομηρικό ύμνο στη Δήμητρα, η θεά σταμάτησε να ενδιαφέρεται για την ευφορία της γης όταν ο Άδης χωρίς τη συγκατάθεση ή τη γνώση της πλησίασε την κόρη της Περσεφόνη που έπαιζε στους Κάμπους με τις Ωκεανίδες και την έκανε βασίλισσα του κάτω κόσμου. Η Δήμητρα αφού περιπλανήθηκε για εννιά μέρες στη γη νηστική και μαυροφορεμένη έμαθε τη δέκατη μέρα με τη βοήθεια του Ήλιου και της Εκάτης τι είχε συμβεί και αποτραβήχτηκε από τους άλλους θεούς. Μεταμορφώθηκε σε ξεπεσμένη γερόντισσα και βρήκε φιλοξενία στο αρχοντικό του Κελεού και της Μετάνειρας.
Εκεί ανέλαβε να αναθρέψει τον μικρό γιο τους Δημοφώντα. Η Δήμητρα δεν δέχθηκε το ακριβό κάθισμα και τα πλούσια φαγητά που προσφέρθηκαν. Αρκέστηκε ν’ αναπαυθεί σ’ ένα σκαμνί σκεπασμένο με προβιά και να πιει κριθαροζούμι, τον κυκεώνα. Όλο το υπηρετικό προσωπικό με πρώτη την Ιάμβη προσπαθούσε να την κάνει να ξεχάσει τη θλίψη της με χοντροκομμένα αστεία, πειράγματα και αισχρολογίες ακόμα και με ξεδιάντροπες χειρονομίες και ξεγυμνώματα κατά την ορφική παράδοση, που γι’ αυτό τον λόγο βάζει τη Βαυβώ στη θέση της Ιάμβης. Κατά την παραμονή της στην Ελευσίνα, η Δήμητρα θέλοντας να κάνει αθάνατο τον μικρό Δημοφώντα τον έτρεφε με αμβροσία και τον βάφτιζε στις φλόγες της εστίας του σπιτιού. Η μητέρα του τρόμαξε και άρχισε να βάζει τις φωνές όταν είδε τι γινόταν καθώς νόμιζε πως το παιδί θα καιγόταν.
Τότε η θεά αποκάλυψε την πραγματική της υπόσταση και οι Ελευσίνιοι θέσπισαν τη λατρεία της. Ωστόσο η θλίψη της θεάς και η ακαρπία της γης σταμάτησαν μόνο αφού ο Δίας για να συμβιβάσει τα πράγματα αποφάσισε να μένει η Περσεφόνη τα 2/3 του χρόνου κοντά στη μητέρα της και το 1/3 κοντά στον Πλούτωνα. Πριν επιστρέψει στον Όλυμπο η Δήμητρα δίδαξε στους κατοίκους της Ελευσίνας τα μυστήρια της λατρείας της και όρισε έναν από αυτούς, τον Τριπτόλεμο, να δείξει στους ανθρώπους να αφοσιώνονται στη γη τους και την καλλιέργειά της.
Τα Μικρά Μυστήρια
Τα Μικρά Μυστήρια αποτελούσαν τη μύηση, το προπαρασκευαστικό στάδιο των Μεγάλων Μυστηρίων. Τελούνταν μια φορά τον χρόνο, στα τέλη του Ανθεστηριώνα (αρχές Μαρτίου), στο Μητρώο εν Άγραις που βρισκόταν στη δεξιά όχθη του Ιλισού. Η παράδοση αναφέρει ότι τα ίδρυσαν οι Αθηναίοι για να μπορέσει να μυηθεί ο Ηρακλής που δεν ήταν αθηναϊκής καταγωγής, αλλά πελοποννησιακής. Αρχικά στα Μυστήρια λάμβαναν μέρος μόνο οι Αθηναίοι. Για να πάρουν μέρος στα Μικρά Μυστήρια οι υποψήφιοι πλήρωναν 15 (αρχαίες) δραχμές ενώ το ίδιο ποσό πλήρωναν και στα Μεγάλα. Οι υποψήφιοι που είχαν υποβληθεί σε μια προκαταρκτική εξέταση και είχαν δώσει στοιχεία για την καταγωγή τους, την εκπαίδευση και την εντιμότητα τους γίνονταν δεκτοί στην είσοδο του κλειστού περιβόλου από τον ιερέα της Ελευσίνας που ονομαζόταν ιεροκήρυκας ο οποίος φορούσε στο κεφάλι όπως ο Θεός Ερμής, τον πέτασο, ενώ κρατούσε και το κηρύκειο.
Αυτός ήταν ο «οδηγός», ο «μεσάζων», ο ερμηνευτής των Μυστηρίων. Οδηγούσε τους υποψήφιους σ’ έναν μικρό ναό με ιωνικούς κίονες αφιερωμένο στην Κόρη την Περσεφόνη. Το ιερό της θεάς ήταν κρυμμένο στο βάθος μιας μικρής ήσυχης κοιλάδας, στην καρδιά ενός ιερού δάσους, ανάμεσα σε συστάδες από κωνοφόρα δέντρα και λεύκες. Τότε οι ιέρειες της Περσεφόνης έβγαιναν από τον ναό με άσπιλα πέπλα, γυμνά μπράτσα και στεφανωμένες με νάρκισσους. Παρατάσσονταν σε γραμμή και έψελναν μια βαθιά μελωδία με δωρικό τρόπο. Η ιεροφάντισσα με φωνή και βλέμμα που προκαλούσαν τρόμο πρόφερε την ακόλουθη βαριά κατάρα: «Δυστυχία όμως να πέσει σ’ αυτούς που ίσως ήρθαν για να βεβηλώσουν τα Μυστήρια. Γιατί η θεά θα καταδιώκει τις φαύλες αυτές καρδιές για όλη τους τη ζωή και δεν θ’ αφήσει τη λεία της ούτε και στο βασίλειο των σκιών ακόμα».
Ακολουθούσαν πολλές μέρες για του υποψήφιους μύστες με καθαρμούς, νηστείες, προσευχές και οδηγίες. Το βράδυ της τελευταίας μέρας συγκεντρώνονταν στο πιο απόκρυφο μέρος του ιερού δάσους για να βρεθούν στην «αρπαγή της Περσεφόνης» που γινόταν από τις ιέρειες του ναού. Επρόκειτο για ένα πολύ παλιό έθιμο που η κυρίαρχη ιδέα του παρέμεινε ίδια αν και η μορφή του εμφάνισε πολλές παραλλαγές στο πέρασμα των αιώνων. Με την ανάπτυξη της τραγωδίας, η παλιά ιερατική αυστηρότητα είχε υποχωρήσει υπέρ ενός πιο εκλεπτυσμένου αισθήματος και μιας συγκινησιακής τάσης. Με το τέλος της «αρπαγής της Περσεφόνης», τα Μικρά Μυστήρια είχαν τελειώσει και οι νεοφώτιστοι είχαν γίνει μύστες (κεκαλυμμένοι).
Τα Μεγάλα Μυστήρια
Τα Μεγάλα Μυστήρια τελούνταν κάθε χρόνο στην Ελευσίνα κατά τον μήνα Βοηδρομιώνα (Σεπτέμβριο-Οκτώβριο). Διαρκούσαν εννιά μέρες σε ανάμνηση της εννιαήμερης περιπλάνησης της Δήμητρας. Κάθε τέσσερα χρόνια όμως γιορτάζονταν με ιδιαίτερη λαμπρότητα και σπουδοφόροι στέλνονταν στις ελληνικές πόλεις για να κηρύξουν την ιερή εκεχειρία και να καλέσουν τις θεωρίες (πρεσβείες σε εθνικές θρησκευτικές γιορτές) όπως και στα Ολύμπια.
Στις 14 Βοηδρομιώνος γινόταν η «κομιδή των ιερών εις το άστυ» η μεταφορά δηλαδή των άγνωστων μέχρι σήμερα ιερών αντικειμένων από την Ελευσίνα στην Αθήνα μέσω της Ιεράς Οδού. Προηγούνταν τα πρώτα τη τάξει μέλη του ιερατείου, ο Ιεροφάντης και ο Δαδούχος και ακολουθούσαν οι «παναγείς ιέρειαι» που μετέφεραν τα ιερά σε «κίστες» (καλάθια ή κιβώτια). Τη δεύτερη μέρα γινόταν ο «Αγυρμός», η συγκέντρωση του λαού που ήθελε να μετάσχει στα Μυστήρια, στην Ποικίλη Στοά που βρισκόταν στην Αγορά των Αθηνών, «εκκλησία και παν το αγυρόμενον» κατά τον Ησύχιο.
Εκεί ακολουθούσε η «Πρόρρησις» η επίσημη προκήρυξη των όρων συμμετοχής στα Μεγάλα Μυστήρια στα οποία δεν μπορούσαν να συμμετάσχουν όσοι δεν είχαν κατηχηθεί στα «Μικρά». Αποκλείονταν επίσης οι φονιάδες και οι ιερόσυλοι («χείρας μη καθαροί») καθώς και όσοι δεν γνώριζαν την ελληνική γλώσσα («φωνήν αξύνετοι»). Την ίδια μέρα ο Ιεροκήρυξ ,ο νεότερος από τους τέσσερις ιερείς του ναού της Δήμητρας στην Ελευσίνα, οι άλλοι ήταν ο Ιεροφάντης, ο Δαδούχος και ο Επιβώμιος, ανήγγειλε το «εκάς, εκάς βέβηλοι», δηλαδή «μακριά, μακριά οι μη καθαροί». Την τρίτη μέρα (16 Βοηδρομιώνος) γινόταν η «Άλαδε Έλεσις» («πορεία προς τη θάλασσα») με την επίκληση «άλαδε μύσται» («εμπρός για τη θάλασσα μύστες»).
Οι μύστες έμπαιναν στη θάλασσα μαζί με τους χοίρους που προορίζονταν για θυσία για να καθαρθούν. Την τέταρτη μέρα γινόταν η θυσία των ζώων στο αθηναϊκό Ελευσίνιο ,ενώ η πέμπτη ήταν αφιερωμένη στον Ασκληπιό,Ασκληπιεία ή Επιδαύρια: τα ιερά μεταφέρονταν στον ναό του Θεού στη νότια κλιτύ της Ακρόπολης. Την ίδια μέρα γινόταν η κατ’ εξαίρεση μύηση όσων είχαν καθυστερήσει να είναι παρόντες στον «Αγυρμό» όπως είχε συμβεί κατά το παρελθόν με τον Ασκληπιό που ερχόταν από την Επίδαυρο αλλά δεν κατάφερε να φτάσει έγκαιρα. Την έκτη μέρα, στις 19 Βοηδρομιώνος άρχιζαν οι επίσημες γιορτές των Μυστηρίων. Στη διάρκειά της οι μύστες μέσω της Ιεράς Οδού μετέβαιναν από την Αθήνα στην Ελευσίνα (22 χιλιόμετρα).
Στην πομπή προπορευόταν το ξύλινο ομοίωμα του Ίακχου. Ξεκινούσε από το Δίπυλο του Κεραμεικού, περνούσε από τα ιερά του Απόλλωνα και της Αφροδίτης (στο σημερινό Δαφνί), τη γέφυρα των Ρειτών (στη σημερινή λίμνη Κουμουνδούρου) όπου οι Κροκωνίδες (ιερατικό γένος της αρχαίας Αθήνας το οποίο σχετιζόταν με τα Ελευσίνια Μυστήρια) έδεναν στο δεξί χέρι και το αριστερό πόδι τον κρόκο (μάλλινη κορδέλα στο χρώμα του ομώνυμου φυτού). Η ενέργεια αυτή που λεγόταν κρόκωσις συνδέεται πιθανώς με καθαρτήριες τελετές ή την αποτροπή του κακού. Όταν η πομπή έφτανε στη γέφυρα του Ελευσινιακού Κηφισού (σήμερα Σαρανταπόταμου) συναντούσε μασκοφόρους καθισμένους στην κουπαστή της που έβριζαν επώνυμους πολίτες που συμμετείχαν στην πομπή.Επρόκειτο για τους λεγόμενους «γεφυρισμούς». Ο σκοπός τους παραμένει ασαφής. Θεωρήθηκαν διαβατήριες τελετές στις οποίες υπάρχει το στοιχείο της απελευθέρωσης.
Η πομπή όπου κάποιες φορές συμμετείχαν περισσότεροι από 40.000 έφτανε στο ιερό της Ελευσίνας τις πρώτες ώρες της 20ης Βοηδρομιώνος. Στο καλλίχορον φρέαρ οι μύστες χόρευαν κρατώντας δάδες και τραγουδούσαν ενώ στη συνέχεια τοποθετούσαν το ξύλινο ομοίωμα του Ίακχου στο ιερό του. Η έβδομη ήταν ημέρα ευχών, θυσιών και αυστηρώς νηστείας σε ανάμνηση της αποχής της Δήμητρας από κάθε τροφή μέχρι την ανεύρεση της Περσεφόνης.
Στη διάρκεια της οι μύστες έτρωγαν μόνο πέλανο (ειδικά παρασκευασμένο άρτο από σιτάρι και κριθάρι) και σησαμίτας (τα γνωστά μας σήμερα κουλούρια). Παράλληλα έπιναν κυκεώνα, ειδικό ποτό που κατά πολλούς περιείχε οπιούχες παραισθησιογόνες ουσίες (στη διασωζόμενη εικονογραφία των Ελευσινίων συχνά αναπαρίστανται παραρούνες) που οδηγούσαν τους μύστες σε συνδυασμό και με την αυστηρή νηστεία σε έκσταση στην οποία έπεφταν το βράδυ της ίδιας μέρας (της έβδομης) όταν έμπαιναν στο Τελεστήριο όπου κατά την ολονύκτια τελετή μύησης παρακολουθούσαν τα «δρώμενα» και τα «λεγόμενα» τις ιεροπραξίες, αναπαραστάσεις και ομιλίες σχετικές με τις περιπέτειες της Δήμητρας (που λεγόταν και Δηώ) και της Περσεφόνης (Κόρης).
Γράφει ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς (περ. 150-211 έως 216): «Δηώ δε και Κόρη δράμα ήδη εγενέσθην μυστικόν και την πλάνην και την αρπαγήν και το πένθος αυτών Ελευσίς δαδουχεί» (δαδουχώ= αναπαριστώ υπό το φως των δαδών, των πυρσών). Αυτή ήταν η πρώτη «μυστηριώτης νυξ». Την επόμενη νύχτα (8η) γινόταν η «Εποπτεία», το ανώτατο στάδιο μύησης, με «δρώμενα», «λεγόμενα» και «δεικνύμενα» (την επίδειξη των ιερών αντικειμένων, σκευών και συμβόλων) με επίκεντρο τον ιερό γάμο της Δήμητρας (ιερογαμία) με τον Δία.
Η όλη τελετουργία ολοκληρωνόταν την 9η μέρα που έφερε το όνομα «Πλημοχόες» από ένα ειδικό αγγείο την πλημοχόη που χρησιμοποιούσαν για να προσφέρουν χοές (σπουδές) στους χθόνιους θεούς και τους νεκρούς. Αυτές όπως και η μύηση, τελείωναν με μία μυστική φράση από ακατάληπτες ξενικές λέξεις (φοινικικής ή πελασγικής προέλευσης): «κονξ ομ φατ» ή «κονξ ομ παξ» που σήμαιναν «γρηγορείτε και καθαροί γίνεσθε» ή «άκου-βλέπε-σιώπα». Μετά και από αυτό το στάδιο οι μύστες επέστρεφαν στις πατρίδες τους (23 του Βοηδρομιώνα).
Την επόμενη μέρα η Βουλή των 500 συνεδρίαζε στο αθηναϊκό Ελευσίνιο για να ακούσει την αναφορά του άρχοντα-βασιλέα και των παρέδρων του σχετικά με τη συμπεριφορά όσων συμμετείχαν στην πομπή και τα πιθανά παραπτώματα τους για να τιμωρηθούν.
Το τέλος των Ελευσινίων Μυστηρίων
Τα Ελευσίνια Μυστήρια επιβίωσαν ως το τέλος του 4ου αιώνα. Το 170, οι Σαρμάτες κατέστρεψαν το Ναό της Δήμητρας, ο οποίος όμως ανοικοδομήθηκε από το Μάρκο Αυρήλιο, που μυήθηκε κι ο ίδιος στα Μυστήρια. Ο Αυτοκράτορας Ουαλεντινιανός Α΄ προσπάθησε να τα καταργήσει, αλλά συνάντησε πολλές αντιδράσεις, οπότε συνεχίστηκαν μέχρι την εποχή του Θεοδοσίου Α΄.,ο οποίος με διάταγμα το 392 διέταξε το κλείσιμο όλων των αρχαίων ιερών. Τα τελευταία απομεινάρια των Μυστηρίων εξαλείφθηκαν το 396, όταν ο βασιλιάς των Γότθων Αλάριχος κατέστρεψε το ιερό της Ελευσίνας και θανάτωσε όλο το ιερατείο. Το τέλος των Ελευσινίων αναφέρεται από τον ιστορικό Ευνάπιο, που είχε μυηθεί κι ο ίδιος στα Μυστήρια κι είχε γίνει ιεροφάντης. Τελευταίος νόμιμος ιεροφάντης των Μυστηρίων φαίνεται από τις πηγές να είναι ο Ευμολπίδης Νεστόριος, ο οποίος «ανήγγειλε την αρχή της μεγάλης πνευματικής νύχτας για την ανθρωπότητα»(Πηγή: Βικιπαίδεια).
Ποια ήταν η ουσία των Ελευσινίων Μυστηρίων;
Τα Ελευσίνια Μυστήρια ήταν αρχικά μια ευετηριακή αγροτική γιορτή που αποσκοπούσε στη γονιμοποίηση της Γης ενώ αργότερα συνδέθηκαν με τη γενικότερη διαδικασία γέννησης, θανάτου και αναγέννησης, δηλαδή την ανανέωση και διαιώνιση της ζωής. Ο Rudolf Steiner γράφει σχετικά: «Τα Ελευσίνια Μυστήρια αποτελούσαν μια εύγλωττη ομολογία της πίστης στην αθανασία της ανθρώπινης ψυχής. Αυτή η ομολογία βρήκε τη συμβολική της έκφραση στο μύθο της Περσεφόνης. Στην Ελευσίνα μαζί με τη Δήμητρα και την Περσεφόνη τιμώνταν και ο Διόνυσος. Όπως η Δήμητρα τιμώνταν ως η θεϊκή δημιουργός του αιώνιου στον άνθρωπο έτσι και ο Διόνυσος τιμώνταν ως το διαρκώς μεταβαλλόμενο στοιχείο στον κόσμο. Το θεϊκό που εισέρρευσε στον κόσμο και διεσπάρθη προκειμένου να ξαναγεννηθεί πνευματικά έπρεπε να τιμάται μαζί με τη Δήμητρα».
Πηγές: protothema
Χρίστος Γούδης «ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ», Εκδόσεις ΚΑΚΤΟΣ, 2018
Edouard SCHURE «ΤΡΕΙΣ ΜΕΓΑΛΟΙ ΜΥΣΤΕΣ-ΟΡΦΕΑΣ-ΠΥΘΑΓΟΡΑΣ-ΠΛΑΤΩΝ», Εκδόσεις PRINTA, 2017
Rudolf Steiner, «Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ», Εκδόσεις PRINTA, 2002
Paul Foucart, «ΤΑ ΕΛΕΥΣΙΝΙΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ», Εκδόσεις ΕΝΑΛΙΟΣ, 5η Έκδοση, 2000
Εγκυκλοπαίδεια ΠΑΠΥΡΟΣ-ΛΑΡΟΥΣ-ΜΠΡΙΤΑΝΙΚΑ, τόμος 44
Παγκόσμια Μυθολογία, ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου