«Παρά τις προόδους της Ιατρικής», λέει ο φίλος μου ο Τζέισον, «το ποσοστό θνησιμότητας έχει παραμείνει σταθερό: ένας θάνατος ανά άνθρωπο».
Mε τον Τζέισον σπουδάζαμε μαζί Ιατρική στα 1980s. Όπως όλοι οι συμφοιτητές μας, περάσαμε έξι δύσκολα χρόνια απομνημονεύοντας οτιδήποτε μπορούσε να πάει στραβά στο ανθρώπινο σώμα. Επιμελώς διαβάσαμε από την αρχή έως το τέλος ένα εκπαιδευτικό βιβλίο που λέγεται Παθολογοανατομική Βάση των Νοσημάτων και περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια κάθε νόσο που μπορεί να χτυπήσει ένα ανθρώπινο ον. Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι οι περισσότεροι φοιτητές της Ιατρικής γίνονται υποχόνδριοι, αποδίδοντας το παραμικρό εξάνθημα ή κύστη που μπορεί να βρουν στο σώμα τους σε δυσοίωνα αίτια.
Αυτή η φράση που επαναλάμβανε ο Τζέισον μου θυμίζει ότι ο θάνατος (και η νόσος) είναι αναπόφευκτα κομμάτια της ζωής. Καμιά φορά όμως μοιάζει σαν στη Δύση να έχουμε αναπτύξει μια παράλογη άρνηση τους. Ξοδεύουμε δισεκατομμύρια για την παράταση της ζωής με ολοένα πιο ακριβές ιατρικές και χειρουργικές επεμβάσεις, οι περισσότερες στα τελευταία, πιο δύσκολα μας χρόνια. Αν δει κανείς τη μεγάλη εικόνα, μοιάζει με σπατάλη πολύτιμων ιατρικών κονδυλίων.
Μην με παρεξηγείτε. Αν με χτυπήσει καρκίνος ή καρδιακό ή κάποια από τις μυριάδες επικίνδυνες ασθένειες που μελέτησα στο Πανεπιστήμιο, θέλω όλες τις ακριβές ιατρικές και χειρουργικές επεμβάσεις που είναι διαθέσιμες. Πιστεύω ότι έχει αξία η ζωή μου. Μάλιστα, όπως για τους περισσότερους ανθρώπους, το να μείνω ζωντανός είναι αυτό που έχει μεγαλύτερη αξία για μένα. Όμως, και πάλι όπως οι περισσότεροι, υπολογίζω τη ζωή μου μόνο όταν έρχομαι αντιμέτωπος με την πιθανότητα να τη χάσω.
Ένας άλλος φίλος μου, ο Ρος, σπούδαζε Φιλοσοφία όταν εγώ σπούδαζα Ιατρική. Έγραψε μια έκθεση με τίτλο «Ο δάσκαλος θάνατος» που με επηρέασε πολύ. Υποστήριζε ότι ο καλύτερος τρόπος να εκτιμήσουμε τη ζωή μας είναι να διατηρούμε τη σκέψη της θνητότητας μας πανταχού παρούσα στην σκέψη μας.
- Μακάρι να είχα το κουράγιο να ζήσω μια ζωή όπως την ήθελα εγώ, κι όχι με βάση αυτά που περίμεναν οι άλλοι από εμένα
- Μακάρι να μην είχα εργαστεί τόσο σκληρά
- Μακάρι να είχα το κουράγιο να εκφράσω τα συναισθήματα μου
- Μακάρι να μην είχα χαθεί με τους φίλους μου
- Μακάρι να είχα επιστρέψει στον εαυτό μου να είναι πιο ευτυχισμένος.
Παρά τα ελαττώματα του χαρακτήρα του, οι ιδέες του θα συνέχιζαν να επηρεάζουν ένα ευρύ φάσμα φιλοσόφων, καλλιτεχνών, θεολόγων και λοιπών στοχαστών. Ο Χάιντεγκερ πίστευε ότι η αντίληψη του Αριστοτέλη για το Είναι –η οποία είχε διαπεράσει όλη τη δυτική σκέψη για πάνω από 2.000 χρόνια, και ήταν καθοριστική στην ανάπτυξη της επιστημονικής σκέψης– ήταν ελλιπής στη βάση της. Ενώ ο Αριστοτέλης έβλεπε ολόκληρη την ύπαρξη, συμπεριλαμβανομένων των ανθρώπινων όντων, ως πράγματα που μπορούμε να ταξινομήσουμε και να αναλύσουμε για να καταλάβουμε καλύτερα τον κόσμο, στο Είναι και Χρόνος (1927) ο Χάιντεγκερ υποστήριξε ότι, προτού αρχίσουμε να ταξινομούμε το Είναι, θα πρέπει πρώτα να θέσουμε το ερώτημα: «Ποιος ή τι κάνει τις ερωτήσεις για όλα αυτά;»
Ο Χάιντεγκερ επεσήμανε ότι εμείς που κάνουμε ερωτήσεις για το Είναι διαφέρουμε ποιοτικά από την υπόλοιπη Πλάση: τους βράχους, τους ωκεανούς, τα δέντρα, τα πουλιά και τα έντομα για τα οποία ρωτάμε. Επινόησε μια ειδική λέξη για αυτό το Είναι που ρωτά, παρατηρήσει και νοιάζεται. Το ονόμασε Dasein, το οποίο μεταφράζεται χαλαρά ως «να είσαι εκεί». Επινόησε τον όρο επειδή πίστευε ότι για εμάς δεν είχαν πια νόημα οι λέξεις «άτομο», «άνθρωπος» και «ανθρώπινη ύπαρξη», έχοντας χάσει το αίσθημα της αγωνίας για τη συνείδηση μας. Σύμφωνα με τον Χάιντεγκερ, αυτή η επίγνωση του δικού μας αναπόφευκτου τέλους μας κάνει, σε αντίθεση με τους βράχους και τα δέντρα, να θέλουμε διακαώς να ζήσουμε μια ζωή που αξίζει τον κόπο, να της δώσουμε νόημα, σκοπό και αξία.
Πριν από δέκα χρόνια, διαγνώστηκα με μελάνωμα. Ως γιατρός, ήξερα πόσο επιθετικός και θανατηφόρος μπορούσε να αποδειχθεί αυτός ο καρκίνος. Ευτυχώς για μένα, το χειρουργείο φάνηκε να πήγε καλά (χτύπα ξύλο). Ήμουν όμως τυχερός και από μια άλλη άποψη. Συνειδητοποίησα, με τρόπο που δεν είχα ξαναβιώσει, ότι επρόκειτο να πεθάνω – ίσως όχι από μελάνωμα, αλλά σίγουρα από κάτι. Είμαι πολύ πιο ευτυχισμένος έκτοτε. Για μένα, αυτή η συνειδητοποίηση, αυτή η αποδοχή, αυτή η επίγνωση ότι πρόκειται να πεθάνω είναι τόσο σημαντική για την ευζωία μου μου όσο όλα τα επιτεύγματα της Ιατρικής καθώς μου θυμίζει να ζω τη ζωή μου στο έπακρο κάθε μέρα. Δεν θέλω να μετανιώσω, όπως οι άνθρωποι που μίλησαν στη νοσηλεύτρια Μπρόνι Γουέρ που δεν έζησα «τη ζωή που μου έλεγε η καρδιά μου να ζήσω».
Οι περισσότερες ανατολικές φιλοσοφικές θέτουν ως προϋπόθεση την επίγνωση του θανάτου για μια ευτυχισμένη ζωή. Το Θιβετιανό Βιβλίο των Νεκρών, για παράδειγμα, είναι κεντρικό κείμενο της θιβετιανής κουλτούρας. Οι Θιβετιανοί περνούν πολύ χρόνο ζώντας με τον θάνατο, όσο οξύμωρο κι αν ακούγεται αυτό.
Το τελευταίο πράγμα που είπε ο Βούδας στους οπαδούς του ήταν: «Η φθορά είναι εγγενής σε όλα τα συστατικά πράγματα! Δουλέψτε για τη σωτηρία σας με επιμέλεια!» Ως γιατρός, καθημερινά η ζωή μού υπενθυμίζει την ευθραυστότητα του ανθρώπινου σώματος, πόσο παραμονεύει η θνησιμότητα στη γωνία. Ως ψυχίατρος και ψυχοθεραπευτής, ωστόσο, συνειδητοποιώ καθημερινά και πόσο άδεια μπορεί να είναι η ζωή αν δεν έχουμε αίσθηση νοήματος ή σκοπού. Η επίγνωση της θνητότητας μας, της πολύτιμης περατότητας μας, μπορεί, παραδόξως, να μας παρακινήσει να αναζητήσουμε – και, αν χρειαστεί, να δημιουργήσουμε – το νόημα που τόσο απεγνωσμένα λαχταρούμε.
Ο Γουόρεν Γουορντ είναι αναπληρωτής καθηγητής Ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Κουίνσλαντ και συγγραφέας του βιβλίου Lovers of Philosophy που θα κυκλοφορήσεις στις αρχές του 2022.
To άρθρο δημοσιεύτηκε στις 6 Μαΐου 2020 στο aeon και αναδημοσιεύεται με άδεια Creative Commons.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου