Κυριακή 21 Μαρτίου 2021

Η ΤΡΑΓΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ( του Γ. Σ. Γκανάσου )

 Φιλοσοφικός στοχασμός σημαίνει πολιτισμός. Ο πολιτισμός προϋποθέτει την πόλη των ανθρώπων που την κατοικούν. Οι οικίες και οι οδοί συνιστούν το άστυ. Η πόλη των ελευθέρων Ελλήνων πολιτών έχει ως κέντρο της την αγορά. Η αγορά είναι ο χώρος όπου εντός της συναθροίζονται οι Άνθρωποι. Ανταλλάσσουν αγαθά αλλά και σκέψεις, ιδέες και απόψεις συνιστώντας δημοκρατία και την αρχή της φιλοσοφίας.


Με την συν+ζήτηση - την από κοινού αναζήτηση - προσπαθούν και δίνουν λύσεις στα προβλήματά τους, αναπτύσσουν τέχνες, επιστήμες και φιλοσοφία. Όλα όμως αυτά μαζί συνιστούν την λεγομένη παιδεία.

Παιδεία κατά τον Werner Jaeger (1888-1961) σημαίνει μόρφωση. Στο τρίτομο έργο του περί του ελληνικού πολιτισμού, ΠΑΙΔΕΙΑ, ο Werner Jaeger (1888-1961), θέτει τον επεξηγηματικό υπότιτλο: «Η Μόρφωσις του Έλληνος Ανθρώπου». Αποκτά δηλαδή παιδεία αυτός που έλαβα ελληνική Μόρφωση.

Εξικνούμενοι υπό της ιδίας αφετηρίας και της ενδοσκόπησης του ανθρώπου υπό των μεγάλων τραγωδών μας, του Αισχύλου, του Σοφοκλέους και του Ευριπίδους θα αναφερθούμε στην Τραγικότητα του Έλληνος Ανθρώπου, και η τραγωδία δεν είναι δράμα.

Ένα εύγλωττο παράδειγμα μας παρέχει ο Οιδίπους του Σοφοκλέους. Πρόκειται για το παμπάλαιο και γνωστότατο αίνιγμα της Σφίγγας, στο οποίο, όπως μας πληροφορεί ο Σοφοκλής, δόθηκε η πρώτη λύση από τον Οιδίποδα. Παρατηρούμε, ότι και όταν ακόμη λυθεί, παραμένει ως αίνιγμα του οποίου η λύση έχει απλώς μετατεθεί σε ένα άλλο, συνήθως, ανώτερο νοητικό επίπεδο.

Να υπενθυμίσω ότι η Σφίγγα, στα πέριξ της βοιωτικής Θήβας, έθετε στους διερχομένους, το εξής ερώτημα:

«Ποιο είναι εκείνο το ον, που όταν γεννηθεί περπατά με τα τέσσερα, όταν μεγαλώσει περπατά με τα δύο και όταν γεράσει περπατά με τα τρία».

Όποιος δεν απαντούσε τον θανάτωνε, και αν κάποιος κατόρθωνε κάποτε να λύσει το αίνιγμα τότε η ίδια θα αυτοκτονούσε.

Ο Οιδίπους, ανακαλύπτει την λύση, απαντώντας ότι το όν αυτό είναι ο άνθρωπος. Ως νεογέννητο περπατά με τα τέσσερα, μεγαλώνοντας με τα δύο και ως γέρων στα τρία με την βοήθεια βακτηρίας, εμμέσως όμως πλην σαφώς γεννάται ένα νέο αίνιγμα το οποίο εμπλέκει πλέον τον ίδιο τον Οιδίποδα αλλά και όλους εμάς με την ανακύψασα φιλοσοφία της ζωής του ανθρώπου, έμπροσθεν του θείου, και τον άνθρωπο ως «παίγνιο του κόσμου εντός του παιγνίου του κόσμου», κατά τον Κώστα Αξελό (1924-2010), παραφράζοντας την φράση του Πλάτωνος (427-347 π.Χ.)

«ἄνθρωπον δε, θεοῦ τι παίγνιον εἶναι μεμηχανημένον»

(Πλάτωνος Νόμοι 803c7).

Ο άνθρωπος είναι ένα παιχνίδι που επινόησε ο θεός.

 Η λύση του αινίγματος της Σφίγγας, μπορεί να επέφερε την συνειδητή διά του λόγου θανάτωση ή αυτοκτονία του τετραμόρφου τέρατος της Σφίγγας, όμως δεν περατώθηκε εκεί, όπως δεν περαίνεται κανένα αίνιγμα με την δήθεν λύση του, η οποία μάλλον αποτελεί το πρώτο επίπεδο ερμηνείας του.

Η ευφυΐα του Οιδίποδος κατέστη ταυτοχρόνως και ύβρις, ήτοι υπέρβαση, επισύροντας μύρια όσα προβλήματα στον ίδιο, με το αποκορύφωμα της μακράς και επίπονης πορείας του έως το άλσος των Ευμενιδών, στον Κολωνό των Αθηνών, μετά την αποπομπή του από την Θήβα, και τούτο όχι τυχαίως, αφού εκεί βρήκε εν μέσω μυστηριώδους φωτός, με μόνη την παρουσία του βασιλέως των Αθηνών, Θησέως, την γαλήνη του, με αφανή και ανεξακρίβωτο θάνατο.

Μία μυστηριώδης και φαντασμαγορική «Ἀνάληψις», στην τότε πόλη του φωτός, Αθήνα. Ένα ακόμη αίνιγμα εντός του μυστηρίου του αρχικού αινίγματος.

Ο Οιδίπους (Τύραννος) αφήνοντας την Θήβα του μύθου, την πόλη της κατάρας και της ύβρεως, των δυναστικών θρησκευτικών υπερβολών, της ακρότητας των παθών, αφήνοντας, μεταφορικώς, την αισθητή επικράτεια του πάθους και της οδύνης, πέρασε (ἐν Κολονῷ) με την υπερβατική του αποχώρηση, ήτοι μέσω της αναλήψεώς του, στην εξιλέωση ή μάλλον στην κάθαρση και στο αιώνιο σέβας των ανθρώπων.

Η Αθήνα τον δέχθηκε με αντάλλαγμα, την από καιρό προφητευμένη διασφάλιση, της υπεσχημένης ειρήνης. Μια μυστική προφητεία την οποία γνώριζε μόνον ο άρχων των Αθηνών, Θησεύς.

Ο Οιδίπους μέσω της μακαρίας και ευδαίμονος Αθήνας του Θησέως και του Ερεχθέως, περνά στον χώρο της ιδεατής επικρατείας.

Εγκαταλείπει τον αισθητό κόσμο των τεσσάρων στοιχείων (πύρ, αήρ, ύδωρ και γη), τα οποία αντιπροσωπεύει η τετράμορφη Σφίγγα με σώμα βοδιού (πυρ), πτερά αετού (αήρ), πρόσωπο και στήθος γυναικός (ύδωρ), πόδια και ουρά λέοντος (γη), και ανέρχεται στον νοητό κόσμο της πεμπτουσίας του αιθέρος, το πέμπτο στοιχείο και σύμβολο του ουρανού, όπου η μυστηριώδης Σφίγγα φαίνεται να είναι ο σιωπηλός φύλακας στην είσοδο του αγνώστου και του αϊδίου παρόντος.

Τα δρώμενα επί σκηνής, ήτοι η διδασκαλία της τραγωδίας, θα επιφέρουν τελικώς και την δική μας γαλήνη, την κάθαρση δι’ ελέου και φόβου, κατά τον ορισμό του Αριστοτέλους, εάν και εφ’ όσον βεβαίως, ως θνητά όντα, αποδεχθούμε την πραγματικότητα και αντέξουμε θυμόσοφα τα παθήματά μας και δεν αμυνθούμε έναντι αυτών με την άρση ή την επικάλυψη του πόνου ο οποίος τα προκάλεσε. Το «ἀνέχου και ἀπέχου», του στωικού Επικτήτου, ήτοι την επίδειξη υπομονής και εγκράτειας. Όχι φόβο, όχι πανικό και κυρίως όχι αγωνία.

Και αυτό διότι, εμείς οι άνθρωποι, πρέπει να γνωρίζουμε ότι δεν είμεθα έρμαιοι κάποιας περίεργης διαρχίας, του απολύτου καλού και του απολύτου κακού, αλλά τραγικά πρόσωπα και τραγικές προσωπικότητες έμπροσθεν της μοίρας μας, της υπάτης και απροσώπου αυτής νομιμότητας, η οποία επιβάλλεται, ανεξαιρέτως, σε θεούς και ανθρώπους εντός του συμπαντικού γίγνεσθαι.

Είμεθα Τραγικοί, του «πεπρωμένου»της ειμαρμένης και της μοίρας, με την έννοια του μεριδίου που έχει παραχωρηθεί στον καθένα μας εδώ στον κόσμο που ήρθαμε, αλλά και σε κάθε όν, το οποίο με την σειρά του βρίσκεται σε μία ατέρμονη πάλη με τον εαυτόν του, μη μπορώντας ποτέ να υπερβεί τα όριά του.

Η συντελεσθείσα ύβρις ( υπέρβαση), το ουσιαστικό και ύψιστο κακό του ελληνικού στοχασμού, συνιστά την στιγμιαία παραβίαση ή μάλλον την επικίνδυνη προσέγγιση των ορίων του, τα οποία η θνητή του ύπαρξη αγνοεί ποιός και πότε τα όρισε ώστε να προβεί, αν τα κατανοήσει, στον αναμενόμενο αυτοπεριορισμό του.

Αλλιώς, μόνον η ίδια η παραβίαση των ορίων θα αναδείξει το περίγραμμά τους και τότε ο άνθρωπος θα οπλιστεί με ένα ακόμη υπέρτατο, του βίου αυτού, μάθημα, ως παρακαταθήκη της αιωνίας ζωής του και της επίσπευσης της λήξεως των κύκλων του.

Δυστυχώς, η παρεχομένη σύγχρονη λανθασμένη εκπαίδευση, μας διδάσκει και μας ωθεί να αντιμετωπίζουμε τα συναισθήματά μας όπως η ιατρική αντιμετωπίζει τα συμπτώματα του θνητού σώματός μας. Τι κάνουμε δηλαδή; Τα αρνούμαστε, τα απορρίπτουμε, τα εξαφανίζουμε. Και ορθώς βεβαίως, όταν αφορά το σώμα μας, με την χρήση των μέσων της ιατρικής και των φαρμάκων.

Όταν όμως αφορά τα συναισθήματα, στερούμαστε τα σημάδια εκείνα που έχουμε στη διάθεσή μας για να γνωρίζουμε με βεβαιότητα τι είναι καλό για μας και τι δεν είναι.

Η έλλειψη αυτών των επισημάνσεων μας οδηγεί στην απογοήτευση και στην στέρηση της κάθαρσης, και πρέπει να ξέρουμε ότι: απελπισμένος δεν μπορεί να είναι παρά μόνον αυτός που κάποτε ήλπισε.

 Στο βωμό μιας απατηλής ειρήνης, με τους ανθρώπους που βρεθήκαμε κάποτε σε σύγκρουση και σε τεταμένες δύσκολες και δυσάρεστες καταστάσεις, δεν τολμήσαμε να πούμε τα πράγματα με σεβασμό, θάρρος και παρρησία. Στραγγαλίσαμε τα λόγια μας για να αποφύγουμε την σύγκρουση. Δεν είπαμε δυσάρεστα πράγματα για να διατηρήσουμε μια επίπλαστη ειρήνη. Μένοντας όμως με την ελπίδα δεν αυτενεργούμε αλλά περιμένουμε την έξωθεν βοήθεια που δεν θα έρθει.

Πόσο απατηλή ήταν όμως αυτή η ειρήνη αφού ούτως ή άλλως γεννιόταν μέσα μας ένα ισχυρό και βίαιο συναίσθημα.

Λανθασμένος ήταν και ο υπολογισμός μας ότι θα αποφεύγαμε την σύγκρουση με το να μην πούμε τίποτε από αυτά που θα έπρεπε να ειπωθούν. Κακώς όμως δεν εξωτερικεύσαμε τα συναισθήματά μας.

Μη λέγοντας όμως τίποτε, αυξήσαμε την αίσθηση της απογοήτευσης και της μνησικακίας, που θέριευε μέσα μας, με αποτέλεσμα είτε να ξεσπάσουμε βίαια στους άλλους, πράγμα που θέλαμε να αποφύγουμε είτε να καταπιούμε, για άλλη μια φορά, τα συναισθήματά μας και να οδηγηθούμε πλέον στην πιο βαρειά του σώματος ασθένεια.

Μόνον μέσω της φιλοσοφικής μελέτης του θανάτου, με τον τρόπο που μας την δίδαξε ο Σωκράτης διά στόματος του Πλάτωνος, ο άνθρωπος, αναγνωρίζει κατανοεί και συμβιβάζεται με την τραγικότητα της ύπαρξής του, και ως άλλος Σωκράτης, δύναται να εγκαταλείψει τον κόσμο του γίγνεσθαι νηφάλιος και χωρίς καμμιά οδύνη και αγωνία, έχοντας αποκτήσει ή έστω προσεγγίσει την αυτογνωσία του.

Στο δεσμωτήριο οι φίλοι και μαθητές του Σωκράτους προσπαθούν να τον πείσουν ότι είναι όλα μιλημένα και έτοιμα για την απόδρασή του.

Ο πάντα νηφάλιος Σωκράτης απαντά:

Σε όλη μου την ζωή σας δίδαξα να υπακούετε στους νόμους, ακόμη και όταν οι νόμοι είναι άδικοι. Υπακούμε και φροντίζουμε ειρηνικά να αλλάξουμε τα κακώς κείμενα μέσω του διαλόγου.

Εκείνο που είχα εγώ να σας πω, σας το είπα, στα εβδομήντα μου τελείωσα τους κύκλους μου.

Δώστε μου το κώνειο.

Είμαι θνητός.

Αυτή είναι η ελληνική διάσταση του θανάτου, κι αν θέλουμε να κατανοήσουμε την ελληνική ψυχολογία πρέπει να δυσπιστούμε έναντι εκείνων οι οποίοι ερμηνεύουν την ελληνικότητα ως προϋπόθεση άλλων κοσμοθεάσεων. Ο ελληνικός στοχασμός είναι πλήρης και αυτόνομος.

Ο αρχαίος Έλληνας παίρνει στα σοβαρά τον θάνατο και ως εκ τούτου ζει μια εύθραυστη διάσταση που δεν είναι συνδεδεμένη με τον θάνατο, αλλά συνδέεται με μία διάσταση αρκούντως πιο επίβουλη, παγιδευτική, δυναμική και αξιοπρεπή. Είναι αυτή η διάσταση την οποία, μεταξύ των άλλων διανοητών, κατόρθωσε να απεικονίσει αρκετά καλά ο Νίτσε (1844-1900) στο έργο του «Η Γέννηση της Τραγωδίας», και συνίσταται στο εξής: Ο άνθρωπος για να ζήσει χρειάζεται να παραγάγει μια υστεροφημία, μια μετά θάνατον αγαθή φήμη, ένα Νόημα, εν όψει μάλιστα του θανάτου που είναι η κατάρρευση κάθε νοήματος.

Οι προγονοί μας είχαν εντοπίσει με εξαιρετική σαφήνεια ότι ο καθένας από εμάς φέρει μέσα του μία διπλή υποκειμενικότητα.

Την υποκειμενικότητα του «Εγώ», γύρω από την οποία οργανώνουμε την ζωή μας, τα σχέδια μας, φτιάχνουμε στα μέτρα μας το νόημα της ζωής μας, προσπαθούμε να δημιουργήσουμε εντός της ζωή μας ένα νόημα και ένα σύνολο σημασιών.

Και την υποκειμενικότητα του είδους, στην περίπτωσή μας του ανθρωπίνου είδους, η οποία προβλέπει μόνον πως θα λειτουργήσει το είδος και η αθανασία του μέσω της αναπαραγωγής κατά τον Αριστοτέλη.

Αυτή η δεύτερη υποκειμενικότητα παρέχει την σεξουαλικότητα και την επιθετικότητα κατά την περίοδο της νεότητας που ο άνθρωπος είναι σε κατάσταση αναπαραγωγής.

Την σεξουαλικότητα ως προϋπόθεση για την τεκνοποίηση και την επιθετικότητα για την υπεράσπιση των τέκνων.

Στη συνέχεια, και μετά από κάποια ηλικία, αυτές οι δύο συνιστώσες καταρρέουν, επειδή ένεκα της οικονομίας του είδους, ο θάνατός μας είναι απαραίτητος για την συνέχιση της ζωής της φύσεως μετά των άλλων όντων. Έτσι, στην ελληνική σκέψη, ο ενικός άνθρωπος, το άτομο, ξέρει ότι θα πεθάνει και δεν μεμψιμοιρεί. Κατά τον Αναξίμανδρο πληρώνει το χρέος της ζωής του που οφείλει να επιστρέψει στην φύση, γιατί την συγκεκριμένη στιγμή γεννήθηκε αυτός και μόνον αυτός.

Και ο θάνατος είναι απαραίτητος γιατί η ζωή της φύσεως συνεχίζεται. Ο Σοπενχάουερ (1788-1860), στο βιβλίο του: «Ο Κόσμος ως βούληση και ως παράσταση» έγραφε ότι «το μεγάλο όνειρο της ζωής είναι μόνον ένα: η θέληση για ζωή». Η φύση, το είδος ως σύνολο, μπορεί να συνεχίσει την ζωή του υπό την μόνη προϋπόθεση να θυσιάζει τα άτομα, να γεννά και να χρησιμοποιεί τα άτομα τα οποία γεννά για να παράγει άλλα άτομα. Και αυτή είναι η διαιώνιση του είδους.

Βεβαίως, από την άποψη του Εγώ, αυτό κρίνεται ως κάτι το παράλογο, διότι είναι η κατάρρευση όλων των νοημάτων που εμείς ως άτομα μπορέσαμε να παραγάγουμε.

Από την άποψη όμως της οικονομίας της φύσεως και της διαιώνισης του είδους, ήτοι της Αριστοτελικής αθανασίας, ο θάνατός μας είναι αυτό το οποίο είναι αναγκαίο να συμβεί. Και ο ελληνικός στοχασμός το είχε αποδεχθεί.

ΠΗΓΗΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 17.3.2021.

Δεν υπάρχουν σχόλια: