Η Silicon Valley βρίσκεται σε μια άνευ προηγουμένου κούρσα, καθώς κολοσσοί της τεχνολογίας και νεοφυείς εταιρείες, με την υποστήριξη επενδύσεων τρισεκατομμυρίων, ανταγωνίζονται ποιος θα φτάσει πρώτος στην δημιουργία ενός συστήματος τεχνητής νοημοσύνης που θα μπορεί να εκτελεί ό,τι και ο πιο καταρτισμένος άνθρωπος, ίσως και περισσότερο.
Είναι ένας στόχος που υπόσχεται να αλλάξει τα πάντα: την οικονομία, την εργασία, την ασφάλεια, ακόμη και τον ίδιο τον τρόπο που λειτουργούν οι κοινωνίες, γράφει η βρετανική εφημερίδα The Guardian σε εκτενές άρθρο της.
Στη Silicon Valley, οι νεαροί coders γράφουν κώδικα με ιλιγγιώδη ρυθμό για εταιρείες όπως η Google DeepMind, η Meta, η OpenAI, η Anthropic και η Nvidia.
Εκεί χτίζεται η επόμενη μεγάλη εποχή της τεχνολογίας, σε έναν αγώνα που εξελίσσεται τόσο μέσα στις ΗΠΑ όσο και απέναντι στην Κίνα.
Οι επενδύσεις είναι γιγαντιαίες. Μόνο για κέντρα δεδομένων που θα υποστηρίξουν την ανάπτυξη των συστημάτων, οι προβλέψεις για τη δεκαετία φτάνουν τα 2,8 τρισ. δολάρια.
Οι νέες εγκαταστάσεις της Meta, της Google ή της Microsoft είναι τεράστιες ενεργειακές μηχανές. Στο εσωτερικό τους, επεξεργαστές δισεκατομμυρίων «ουρλιάζουν» μέσα σε ατσάλινα κλουβιά, με θόρυβο που θυμίζει αεροπλάνο σε απογείωση, ενώ ψύχονται ασταμάτητα για να εκπαιδεύουν μοντέλα που απαντούν σε δισεκατομμύρια ερωτήματα την ημέρα.
Παράλληλα, η ταχύτητα των εξελίξεων είναι εκρηκτική.
Κάθε εβδομάδα εμφανίζεται μια νέα δυνατότητα: Αυτοματισμοί που γράφουν κώδικα για 30 ώρες, συστήματα που παράγουν βίντεο, νέα εργαλεία παραγωγής περιεχομένου.
Ο συνιδρυτής της Anthropic, Ντάριο Αμοδέι, πιστεύει ότι η τεχνητή νοημοσύνη «γενικού τύπου» μπορεί να επιτευχθεί μέσα στο 2026–2027.
Ο επικεφαλής της OpenAI, Σαμ Άλτμαν, δηλώνει πως η πρόοδος είναι τόσο γρήγορη, που σύντομα μπορεί να δημιουργήσει ένα μοντέλο αρκετά ικανό ώστε να αντικαταστήσει ακόμα και τον ίδιο.
Πίσω από τη φρενίτιδα βρίσκεται η εξάντληση
Στελέχη εταιρειών, όπως της Google DeepMind, περιγράφουν μια κουλτούρα ασταμάτητης δουλειάς, χωρίς διαλείμματα και χωρίς «φρένο». Οι περισσότεροι δεν έχουν χρόνο ούτε για φίλους ούτε για την προσωπική τους ζωή.
Ταυτόχρονα, αυξάνονται οι φόβοι για τους κινδύνους. Οι ίδιες οι εταιρείες παραδέχονται ότι τα μοντέλα τους μπορεί να παρουσιάσουν επικίνδυνες συμπεριφορές, να δώσουν παραπλανητικές πληροφορίες ή, στο μέλλον, να δείξουν «στρατηγική» δράση εναντίον ανθρώπινων εντολών.
Η OpenAI έχει δεχθεί αγωγές, μεταξύ άλλων και από οικογένεια 16χρονου που αυτοκτόνησε έπειτα από μηνύματα ενθάρρυνσης από το ChatGPT.
Η Anthropic αποκάλυψε ότι σύστημά της χρησιμοποιήθηκε από ομάδα υποστηριζόμενη από το κινεζικό κράτος σε κυβερνοεπίθεση σχεδόν χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση.
Η συζήτηση για ρύθμιση βρίσκεται στα αρχικά στάδιά της. Η Ουάσινγκτον υπό τον Τραμπ ακολουθεί χαλαρή γραμμή, ενώ ειδικοί όπως ο Γιοσούα Μπενζιό σημειώνουν ειρωνικά ότι «ένα σάντουιτς έχει περισσότερους κανόνες από την τεχνητή νοημοσύνη».
Οι εταιρείες ξέρουν ότι στην πράξη εκείνες καθορίζουν τα όρια. Στελέχη της DeepMind τονίζουν ότι πρέπει να υπάρχει ισχυρή αυτορρύθμιση, αλλά χωρίς να υπονομεύεται η ανταγωνιστικότητα των «καλών» παικτών απέναντι σε επιθετικά κράτη ή επικίνδυνους αντιπάλους.
Στο Stanford, νέοι ερευνητές – πολλοί κάτω των 30 – αναλαμβάνουν κρίσιμους ρόλους στη διαμόρφωση των συστημάτων που θα είναι ικανά να μαθαίνουν, να θέτουν στόχους και να εκτελούν δράσεις μόνα τους.
Η ταχύτητα με την οποία οι μεγάλες εταιρείες απορροφούν ταλαντούχους επιστήμονες δημιουργεί ανισορροπία απέναντι στην ακαδημαϊκή κοινότητα, η οποία αδυνατεί να συμβαδίσει. Ερευνητές του Stanford προτείνουν τη δημιουργία ενός διεθνούς, δημόσιου κέντρου – αντίστοιχου του CERN – για ανεξάρτητη έρευνα.
Ωστόσο, η καθημερινότητα στη Silicon Valley δείχνει πως κανείς δεν επιθυμεί επιβράδυνση. Νέοι επιχειρηματίες δηλώνουν ανοιχτά ότι δεν υπάρχει χρόνος για «ηθικές παύσεις».
Η πίεση της αγοράς, ο φόβος ότι ο ανταγωνιστής θα προχωρήσει γρηγορότερα και οι τεράστιες προσδοκίες δημιουργούν ένα μικροκλίμα όπου κάθε αντίσταση μοιάζει μάταιη.
Όσο προχωρά αυτή η κούρσα, οι ανησυχίες της κοινωνίας μεγαλώνουν. Η OpenAI αντιμετωπίζει συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας για τον κίνδυνο απώλειας θέσεων εργασίας και για το ενδεχόμενο τα συστήματα να εξελιχθούν σε απειλή.
Ακόμη και κορυφαία στελέχη παραδέχονται ότι νιώθουν όπως οι επιστήμονες του Μανχάταν Πρότζεκτ πριν από τις πυρηνικές δοκιμές: Ενθουσιασμός και τρόμος ταυτόχρονα.
Κι όμως, η κούρσα όχι μόνο συνεχίζεται – επιταχύνεται. Οι εταιρείες χτίζουν ολοένα μεγαλύτερα, ακριβότερα και ισχυρότερα κέντρα δεδομένων, όπως το γιγαντιαίο «Stargate» των 500 δισ. δολαρίων της OpenAI στο Τέξας. Και όσοι εγκαταλείπουν τον χώρο προειδοποιούν ότι οι εσωτερικές δικλίδες ασφαλείας διαφέρουν από εταιρεία σε εταιρεία, χωρίς κοινά πρότυπα.
Καθώς οι προειδοποιήσεις πολλαπλασιάζονται, η Silicon Valley σπρώχνει προς ένα μέλλον που ούτε οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές της μπορούν να προβλέψουν.
Κι όπως παραδέχονται πολλοί ερευνητές, «είναι πολύ αργά για να κάνουμε πίσω» – αλλά κρίσιμα νωρίς για να αναρωτηθούμε πού ακριβώς οδηγεί αυτή η ασταμάτητη ταχύτητα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου