Του Χρήστου Χωμενίδη *
"Ήταν τόσο όμορφη που φωσφόριζε…" γράφει ο Διονύσης Σαββόπουλος για τη γυναίκα της ζωής του, την Άσπα. Το ανάλογο θα μπορούσε να ειπωθεί για τον Αναστάσιο. "Ήταν τόσο… τόσο… τόσο… ώστε έλαμπε. Και φώτιζε τους ανθρώπους γύρω του."
Ήταν, αλήθεια, τόσο τι; Τόσο σίγουρος για τον δρόμο του σε έναν κόσμο όπου κυριαρχεί η αβεβαιότητα και η ανασφάλεια, όπου οι περισσότεροι αμφιταλαντεύονται αενάως, βασανίζονται από διχογνωμίες και απωθημένα, φτάνουν στο χείλος της κατάθλιψης ή βουλιάζουν σε αυτήν; Τόσο ηγετικός, χαρισματικός, μαγνητικός; Τόσο αργασμένος από άμεση και έμμεση εμπειρία - από άοκνη, εξουθενωτική συχνά προσφορά στο πεδίο, στην Αφρική και αργότερα στην Αλβανία, κι από διαβάσματα και μελέτες, που σε κατέπλησσε με το εύρος και το βάθος της γνώσης του; Τόσο επικοινωνιακός -το φτηναίνω μα ευθύς αμέσως το αποκλείω-, βιρτουόζος στο να προβάλλει τον εαυτό του και το έργο του;
Τίποτα από τα παραπάνω δεν τον χαρακτήριζε κυρίως. Θα έλεγα ότι πρωταρχικά, στον πυρήνα του, ήταν καλός. Καλός. Καλός σημαίνει να νοιάζεσαι για τον άλλον περισσότερο από όσο για τον εαυτό σου. Να μπαίνεις στη θέση του, να του απλώνεις το χέρι σου, να σηκώνεις τον σταυρό του, αυθόρμητα, αγόγγυστα. Να γίνεσαι ένα μαζί του. Η καλοσύνη συνιστά έτσι μια μορφή έρωτα, που παρακάμπτει -σύμφωνοι- τη σάρκα, που δεν προϋποθέτει καν την πνευματική συγγένεια και επικοινωνία αλλά χαρίζεται αδιακρίτως, απεριορίστως σε όποιον στέκει κάθε στιγμή απέναντί σου.
Μετά την Ανάσταση, ο Χριστός παρουσιάστηκε -λένε- στους μαθητές "εν ετέρα μορφή". Διαφορετικός στην όψη, αγνώριστος σχεδόν. Πώς το καταλαβαίνω αυτό; Ότι Χριστός γίνεται εφεξής ο οποιοσδήποτε άλλος άνθρωπος. Μέτρο της πίστης σου η στάση σου απέναντί του. Το είχε προείπει εξάλλου ο ίδιος ο Ιησούς. Καταγράφεται στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου. " "Πείνασα και μού δώσατε να φάω, δίψασα και με ποτίσατε, ξένος ήμουν και με φιλοξενήσατε, γυμνός και με ντύσατε, αρρώστησα και με επισκεφθήκατε, στη φυλακή βρισκόμουν και ήρθατε κοντά μου…” "Πότε;” ρωτούν οι άνθρωποι. "Αφού το κάνατε σε έναν από τους αδελφούς μου, τους ελάχιστους, σε μένα το κάνατε”."
Πώς πορεύεται ο καλός; Η αυθόρμητη επιλογή του είναι να μείνει σε όσο γίνεται μεγαλύτερη απόσταση από την εξουσία, που όταν δεν τον καταδιώκει, τον θωπεύει ύπουλα. Επιδιώκει να τον προσεταιριστεί, να τον εκμεταλλευτεί. Το ράσσο του καλόγερου φαντάζει ασφαλές κουκούλι. Το "λάθε" έστω "βιώσας", η ζωή μακριά από τα φώτα κι από τα συμφέροντα.
Τέτοιο καιρό πριν από εικοσιένα κιόλας χρόνια, ο πατέρας ενός αδελφικού μου φίλου αρρώστησε βαριά. Ήταν στενά συνδεδεμένος με τον Αναστάσιο από τα παιδικά τους χρόνια, είχαν μεγαλώσει μαζί, είχαν μοιραστεί τις πρώτες τους ανησυχίες. Όταν αρχές Μαρτίου η κατάστασή του επιδεινώθηκε ραγδαία, όταν μετρούσε πλέον μέρες, ο φίλος μου τηλεφώνησε στον Αναστάσιο. "Ο μπαμπάς θα’θελε" του είπε "να χωροστατήσετε στην κηδεία του…" "Για ποια κηδεία μιλάς;" τον έκοψε ο Αναστάσιος. "Οι γιατροί λένε…" "Ό,τι κι αν λένε, όσο ο άνθρωπος ζει. Μέχρι την τελευταία του πνοή, συγκαταλέγεται στους ζωντανούς. Δεν ασχολούμαστε με το επέκεινά του."
Ο άνθρωπος πέθανε. Ο Αναστάσιος μπήκε στο πρώτο αεροπλάνο και ήρθε στην Αθήνα. Και ξεπροβόδισε τον φίλο της νιότης του πλήρης ευλάβειας και προσωπικής οδύνης.
Ύστερα από την κηδεία, μαζευτήκαμε στο σπίτι για το νεκρόδειπνο. Τη μακαριά. Ο Αναστάσιος στην κεφαλή του τραπεζιού, σηκώθηκε όρθιος. "Υπάρχει μια έκφραση στα αλβανικά" μας είπε "που σημαίνει συνάμα και "πέθανε” και "ταξίδεψε”. Ας προτιμήσουμε τη δεύτερη έννοια. Ο αγαπημένος μας ταξίδεψε σε έναν ωραιότερο κόσμο. Στον ωραιότερο…"
Κοιταχτήκαμε. Ανάμεσα στους συνδαιτημόνες υπήρχαν και άθεοι και ανεκκλησίαστοι και τυπικά μόνον ορθόδοξοι χριστιανοί, της Μεγάλης Παρασκευής και του "Χριστός Ανέστη". Η ηγεσία της Ελλάδικης Εκκλησίας είχε εξάλλου πρόσφατα απογοητεύσει με την εμμονή της στην αναγραφή του θρησκεύματος στις αστυνομικές ταυτότητες, με τις μισαλλόδοξες "λαοσυνάξεις", την απαίτηση να διεξαχθεί δημοψήφισμα. Οι ιεράρχες δεν μάς ήταν γενικά προσφιλείς. Κι όμως, αυτός ο παπάς, που οι περισσότεροι δεν τον είχαμε ξαναδεί, απέπνεε κάτι εντελώς διαφορετικό.
"Θα σας ζητήσω μια χάρη" συνέχισε. "Επειδή απόψε είναι οι Δεύτεροι Χαιρετισμοί κι επειδή βρίσκομαι μακριά από το ποίμνιό μου και μου λείπει, θα σας παρακαλούσα να τελέσουμε εδώ, μαζί τη Θεία Λειτουργία." "Μα πώς; Εδώ δεν είναι εκκλησία!" "Ου γαρ εισί δύο ή τρεις συνηγμένοι εις το εμόν όνομα, εκεί ειμί εν μέσω αυτών…" λέει ο Κύριος. "Εδώ -ζωή να’χουμε- ξεπερνάμε τους είκοσι! Ας ξεκινήσουμε λοιπόν!"
* Ο Χρήστος Χωμενίδης είναι συγγραφέας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου