Αύξηση των νοσοκομειακών λοιμώξεων από πολυανθεκτικά μικρόβια, ένα μείζον πρόβλημα δημόσιας υγείας που τα τελευταία δύο χρόνια «επισκιάστηκε» από την COVID-19, παρατηρούν οι ειδικοί επιστήμονες στη χώρα μας
Αύξηση των νοσοκομειακών λοιμώξεων από πολυανθεκτικά μικρόβια, ένα μείζον πρόβλημα δημόσιας υγείας που τα τελευταία δύο χρόνια «επισκιάστηκε» από την COVID-19, παρατηρούν οι ειδικοί επιστήμονες στη χώρα μας. Η αρχική εκτίμηση ότι η λήψη αυστηρών μέτρων για την αποφυγή διασποράς του κορωνοϊού θα συντελούσε στη μείωση των νοσοκομειακών λοιμώξεων, όχι μόνο δεν επιβεβαιώθηκε, αλλά αντίθετα υπάρχουν ενδείξεις ότι το πρόβλημα εν μέσω πανδημίας επιδεινώθηκε. Είναι ενδεικτικό ότι στο Λαϊκό Νοσοκομείο η χορήγηση αντιβιοτικών στους νοσηλευόμενους αυξήθηκε έως και 40%, ενώ συνολικά στα νοσοκομεία της χώρας παρατηρήθηκε αύξηση άνω του 50% στις θετικές αιμοκαλλιέργειες σε μικρόβια που προκαλούν νοσοκομειακές λοιμώξεις.
Ο καθηγητής Παθολογικής Φυσιολογίας – Λοιμωξιολογίας του ΕΚΠΑ, υπεύθυνος Μονάδας Λοιμώξεων της Κλινικής Παθολογικής Φυσιολογίας και πρόεδρος της Επιτροπής Νοσοκομειακών Λοιμώξεων στο Λαϊκό Νοσοκομείο, Νίκος Σύψας, σημειώνει στην «Κ»: «Οι νοσοκομειακές λοιμώξεις από μικρόβια ανθεκτικά στα αντιβιοτικά είναι ένα παγκόσμιο πρόβλημα. Δεν είναι μόνο ελληνικό. Απλώς η Ελλάδα έχει το θλιβερό προνόμιο να είναι πρωταθλήτρια στη συχνότητα αυτών των λοιμώξεων. Επιδημιολογική μελέτη που έγινε από το ECDC (σ.σ. Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου Πρόληψης Νοσημάτων) πριν από τουλάχιστον πέντε χρόνια έδειξε ότι το 6% των ασθενών που νοσηλεύονται σε νοσοκομεία της Ε.Ε. εκδηλώνουν λοίμωξη από ανθεκτικά στα αντιβιοτικά μικρόβια. Στην Ελλάδα το ποσοστό αυτό ήταν κατά μέσο όρο 9%, αλλά υπήρχαν πολλά νοσοκομεία –και μάλιστα μεγάλα της Αττικής και της Θεσσαλονίκης– όπου έφτανε και το 12%. Εχει υπολογιστεί ότι στην προ COVID-19 εποχή, περίπου 3.000 άνθρωποι χάνονταν κάθε χρόνο στη χώρα μας από νοσοκομειακές λοιμώξεις. Επομένως, είχαμε μια κακή κατάσταση, η οποία στη διάρκεια της πανδημίας φαίνεται ότι επιδεινώθηκε».
– Πώς επηρέασε η πανδημία την εξέλιξη των νοσοκομειακών λοιμώξεων;
– Το ECDC έχει δημοσιεύσει πρόδρομα στοιχεία για τις λοιμώξεις στα νοσοκομεία των χωρών της Ε.Ε., σύμφωνα με τα οποία έχει αυξηθεί ο αριθμός των θετικών αιμοκαλλιεργειών σε συγκεκριμένα μικρόβια που προκαλούν νοσοκομειακές λοιμώξεις εν μέσω πανδημίας. Για την Ελλάδα αυξήθηκε ο δείκτης αυτός με εκρηκτικό τρόπο, σε ποσοστό πάνω από 50%. Αυτά τα πρόδρομα στοιχεία αποτελούν ισχυρό δείκτη ότι έχουμε αύξηση των νοσοκομειακών λοιμώξεων. Στο Λαϊκό, ένα νοσοκομείο με πολύ ισχυρό πρόγραμμα ελέγχου λοιμώξεων και επιτήρησης της συνταγογράφησης αντιβιοτικών, μετρήσαμε την αύξηση αυτή. Συγκρίναμε τα δύο χρόνια της πανδημίας με τα δύο προηγούμενα χρόνια και παρατηρήσαμε αύξηση της κατανάλωσης αντιβιοτικών από 20% έως 40% –ανάλογα με το αντιβιοτικό– και των νοσοκομειακών λοιμώξεων κατά 10%.
– Για ποιο λόγο αυξήθηκαν οι νοσοκομειακές λοιμώξεις;
Στα νοσηλευτικά ιδρύματα της χώρας παρατηρήθηκε αύξηση άνω του 50% στις θετικές αιμοκαλλιέργειες σε μικρόβια που προκαλούν νοσοκομειακές λοιμώξεις.
– Ενας από τους βασικούς λόγους στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς είναι ότι οι καθ’ ύλην αρμόδιοι για τον έλεγχο των λοιμώξεων και την επιτήρηση της συνταγογράφησης στα νοσοκομεία ασχολήθηκαν στο 100% του χρόνου τους με την COVID-19. Επομένως τα προγράμματα όλα ατόνησαν. Ενας δεύτερος λόγος είναι ότι τα νοσοκομεία μέσα στην πανδημία κατακλύστηκαν από ασθενείς και τα μέτρα αποφυγής της μετάδοσης των παθογόνων από τον ένα νοσηλευόμενο στον άλλο δεν τηρήθηκαν. Μπορεί στις πτέρυγες COVID-19 να είχαν ληφθεί αυστηρά μέτρα, ωστόσο στις υπόλοιπες κλινικές δεν εφαρμόζονταν ιδιαίτερα, ειδικά όταν αυτές έμειναν με λιγότερο προσωπικό. Αλλος ένας παράγοντας είναι ότι προσλήφθηκαν πολλοί νέοι γιατροί χωρίς μεγάλη εμπειρία στον έλεγχο λοιμώξεων. Επιπροσθέτως εισήχθησαν στα νοσοκομεία ασθενείς με COVID-19 σε βαριά κατάσταση και γινόταν υπερσυνταγογράφηση αντιβιοτικών από τους θεράποντες ιατρούς.
O Candida auris
Εκτός από τα ανθεκτικά στα περισσότερα, αν όχι σε όλα, αντιβιοτικά βακτήρια –κλεμπσιέλλα, ασινετομπάκτερ, ψευδομονάδα και E-coli–, τα τελευταία τρία χρόνια έχει εμφανιστεί στα ελληνικά νοσοκομεία και ο μύκητας Candida auris, η θνησιμότητα από τον οποίο, σύμφωνα με διεθνείς αναφορές, φτάνει το 60%. Ο Candida auris αφορά βαρέως πάσχοντες ή ασθενείς που νοσηλεύονται για μεγάλο διάστημα. Σύμφωνα με τον κ. Σύψα, «το πρόβλημα είναι ότι εάν μπει σε μια μονάδα, πολύ δύσκολα βγαίνει, είναι πολύ δύσκολο να τον ξεριζώσουμε απολυμαίνοντας τον χώρο. Πολύ φοβάμαι ότι στην Αττική είναι πλέον ενδημικό. Ολα τα νοσοκομεία έχουν καταγράψει ένα ή περισσότερα κρούσματα. Και να θυμηθείτε ότι το πρώτο περιστατικό λοίμωξης από Candida auris σε ελληνικό νοσοκομείο αναφέρθηκε το 2019».
Στη χώρα μας είναι σε εξέλιξη δύο προγράμματα για τον έλεγχο των νοσοκομειακών λοιμώξεων. Το ένα υλοποιείται με δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος και αφορά, μεταξύ άλλων, την εκπαίδευση νοσηλευτών λοιμώξεων και την ανάπτυξη εθνικού συστήματος παρακολούθησης των λοιμώξεων. Το δεύτερο χρηματοδοτείται με πόρους της Ε.Ε. Συμμετέχουν έξι νοσοκομεία όπου γίνεται καταγραφή του προβλήματος, και –βάσει αυτής– θα εφαρμοστούν παρεμβάσεις στην κατανάλωση αντιβιοτικών και τον έλεγχο των λοιμώξεων. «Θα πρέπει και η πολιτεία να εγκύψει στο πρόβλημα», τονίζει ο κ. Σύψας και εξηγεί: «Αυτή τη στιγμή οι επιτροπές νοσοκομειακών λοιμώξεων στηρίζονται κυρίως σε νοσηλευτές. Στην κάθε επιτροπή συμμετέχει και λοιμωξιολόγος ή μικροβιολόγος, ο οποίος όμως δεν ασχολείται αποκλειστικά με αυτό το αντικείμενο. Αυτό λειτούργησε τα προηγούμενα δέκα χρόνια, όμως πλέον χρειαζόμαστε ένα καινούργιο μοντέλο που θα έχει κάθε νοσοκομείο αυτόνομη Μονάδα Λοιμώξεων, δηλαδή δεν θα υπάγεται σε κλινική, με λοιμωξιολόγους που θα έχουν συγκεκριμένο καθηκοντολόγιο το οποίο θα περιλαμβάνει έλεγχο των λοιμώξεων, επιτήρηση της χορήγησης αντιβιοτικών και την αντιμετώπιση δύσκολων λοιμώξεων, κυρίως από πολυανθεκτικά μικρόβια. Επίσης θα πρέπει να έχουμε σωστή καταγραφή με ποιοτικά δεδομένα για την κατάσταση που επικρατεί στα ελληνικά νοσοκομεία σε σχέση με τις νοσοκομειακές λοιμώξεις». Ο κ. Σύψας είναι από τους ειδικούς που πρωτοστάτησαν στο χτίσιμο της γραμμής άμυνας της χώρας μας έναντι της πανδημίας. Ετσι, μιλώντας μαζί του η ερώτηση βγήκε αβίαστα.
– Περιμένατε στη δική σας «βάρδια» ότι θα ζούσατε μια πανδημία;
– Ως καθηγητής διδάσκω τους φοιτητές και για τις πανδημίες. Είναι στην ύλη τους, εάν θέλετε. Στην παρουσίαση που κάνω εδώ και 20 χρόνια κλείνω λέγοντας ότι το ερώτημα δεν είναι εάν θα έχουμε άλλη πανδημία, αλλά πότε θα έρθει η επόμενη πανδημία. Και η τελευταία διαφάνεια της παρουσίασης ήταν –έως πριν από την COVID-19– ότι έχει ήδη αργήσει. Αρα δεν με εξέπληξε ότι εμφανίστηκε στη διάρκεια της δικής μου καριέρας. Περιμένουμε κάθε περίπου 40 χρόνια μια μεγάλη πανδημία. Το μεσοδιάστημα αυτό θα μειώνεται όσο αλλάζουν οι περιβαλλοντικοί όροι και ο άνθρωπος ζει πλέον σε συνθήκες όπου έρχεται σε στενότερη επαφή με παθογόνα τα οποία προέρχονται από ζώα. Ετσι, ενδεχομένως να δούμε συντομότερα την επόμενη πανδημία.
Μία παραίτηση…
«Πριν από περίπου έξι μήνες στο Ηνωμένο Βασίλειο ο διοικητής ενός νοσοκομειακού κέντρου του NHS παραιτήθηκε γιατί παρατηρήθηκε αύξηση των νοσοκομειακών λοιμώξεων σε νοσοκομείο δικής του ευθύνης. Ο έλεγχος των νοσοκομειακών λοιμώξεων είναι πολύ σημαντικός για τους Αγγλους. Είναι αποτυχία του διοικητή εάν δεν επιτευχθεί. Κάτι ανάλογο πρέπει να γίνει και στη χώρα μας, δηλαδή μεταξύ των ποιοτικών δεικτών που πρέπει να ελέγχονται τακτικά σε ένα νοσοκομείο θα πρέπει να είναι και οι λοιμώξεις», επισημαίνει ο κ. Σύψας. Από το 2013, με διάταξη που ψηφίστηκε στη Βουλή, ο έλεγχος των λοιμώξεων αποτελεί βασική ευθύνη των διοικήσεων των νοσοκομείων και κριτήριο αξιολόγησής τους. «Εχει θεσμοθετηθεί, αλλά δεν λειτούργησε ποτέ. Δεν έχει τύχει ποτέ κάποιος διοικητής να απολογηθεί γιατί στο νοσοκομείο του έχει πολλές νοσοκομειακές λοιμώξεις», σημειώνει.
πηγη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου