Πέμπτη 15 Οκτωβρίου 2020

Σταθερά άνω των 3 ευρώ το κιλό από τη νέα σεζόν η αγορά ελαιολάδου

Όψιµη δείχνει ότι είναι η χρονιά στους ελαιώνες της χώρας, µε τις πρώτες λαδιές του βασικού όγκου παραγωγής να αναµένονται το δεύτερο δεκαπενθήµερο του Νοεµβρίου, δίνοντας έτσι χρόνο σε συνεταιρισµούς και εµπόριο για µεγαλύτερη απορρόφηση των περσινών αποθεµάτων, τώρα που η αγορά εµφανίζει κινητικότητα σε βελτιωµένες τιµές παραγωγού.


Με την πρώτη πράξη της χρονιάς στα 3,80 ευρώ το κιλό στους Αγίους Αποστόλους, στην παρούσα φάση, τα «καθαρά» περσινά ελαιόλαδα της Λακωνίας, που έχουν διατηρήσει οξύτητα και ποιότητα, εµφανίζοντας παράλληλα χαµηλή υπολειµµατικότητα, έχουν σταθεροποιηθεί στα 2,75 ευρώ, διατηρώντας δυναµική για τα 2,80 ευρώ όσο οι δεξαµενές αδειάζουνΆνοδο στην τιµή παραγωγού καταγράφουν τα ελαιόλαδα σε γειτονικές της Λακωνίας περιοχές, που προσεγγίζουν τα 2,50 ευρώ.

Την κινητικότητα στην αγορά και το ενδιαφέρον των Ευρωπαίων εµπόρων για τα ελληνικά αποθέµατα αλλά και για την επερχόµενη σοδειά, υπερτονίζει και η παραγωγή της Ιταλίας, η οποία φέτος είναι µικρή και δείχνει να είναι ελλειµµατική και από άποψη ποιότητας, ενισχύοντας έτσι τις ανάγκες της ιταλικής βιοµηχανίας για ποιοτικά ελληνικά ελαιόλαδα που θα βελτιώσουν τα χαρµάνια τους. Παράλληλα η παραγωγή της Τυνησίας φαίνεται πως είναι τέτοια που δεν θα αφήσει πολλά περιθώρια ώστε χώρες της Βορείου Αφρικής να λειτουργήσουν ως δεκανίκι του ισπανικού εµπορίου. Άλλωστε, φηµολογείται ότι και εκεί οι παραγωγοί ελαιολάδου έχουν αρχίσει να «κλωτσάνε» αφού οι χαµηλές τιµές στις οποίες πουλάνε -προκειµένου να είναι ανταγωνιστικοί- τους φορτώνουν χρέη που δεν ξεπληρώνει η τιµή του προϊόντος.  

Συγκεκριµένα, η περαιτέρω ενίσχυση της κατανάλωσης ελαιολάδου στην ΕΕ στο 3,5% κατά τη νέα ελαιοκοµική περίοδο σε συνδυασµό µε τη χαµηλή παραγωγή της Ελλάδας (280.000 τόνοι) και της Ιταλίας (290.000 τόνοι) παρά την αργή ανάκαµψη του τουρισµού και των υπηρεσιών τροφίµων αναµένεται ότι θα στηρίξουν την αγορά. Επιπλέον, το καλοκαίρι οι καιρικές συνθήκες στην Ιβηρική χερσόνησο δεν ευνόησαν την καλλιέργεια µε αποτέλεσµα χαµηλότερες εκτιµήσεις παραγωγής για το 2020-2021 που στην Ισπανία δεν ξεπερνούν τους 1,5 εκατ. τόνους και στην Πορτογαλία τους 100.000.

Η παραγωγή ελαιολάδου υπολογίζεται ότι θα είναι περίπου 2,2 εκατ. τόνοι, ενώ  οι εισαγωγές στην Ευρωπαϊκή Ένωση αναµένεται ότι θα µειωθούν κατά 58%λόγω της χαµηλότερης διαθεσιµότητας σε χώρες εκτός ΕΕ.

πηγή

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Το μακρινό 1984 η τιμή του ελαιολάδου/λίτρο ήταν 217 δρχ, και η τιμή της φέτας/κιλό την ίδια χρονιά ήταν 273 δρχ.

Το 2020 το ελαιόλαδο έχει περίπου 3 ευρώ / λίτρο και η φέτα 8 ευρώ/κιλό.

Το ίδιο μπορούμε να παρατηρήσουμε συγκρίνοντας και άλλα εγχώρια προιόντα ως προς την αυξομείωση των τιμών τους σε σχέση με αυτή του ελαιολάδου.

Τι φταίει; Η γραμμή της κάθε κυβέρνησης; Οι συνεταιρισμοί; Το γεγονός ότι υπάρχουν πολλοί παραγωγοί που δεν είναι κατ' επάγγελμα αγρότες; Άλλοι παράγοντες;

Όπως και να έχει, δυστυχώς , θεωρώ ότι η τιμή του θα έπρεπε να διαμορφώνεται σε σχέση με την ποιότητα, κόστος παραγωγής και ζήτησης. Κάτι που για πολλούς λόγους δεν ισχύει.