Βόρειο Αιγαίο. Μελέτη ιδιωτικής εταιρείας επιχειρεί να ανάψει πράσινο φως για την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων της Χίου που προωθεί η κυβέρνηση, σε αντίθεση με τις αντιδράσεις των κατοίκων και τις απόψεις επιστημόνων που επισημαίνουν τις δραματικές συνέπειες στην Υγεία από το τοξικό μέταλλο
Υπερκέρασε ακόμη και το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας η Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη (ΕΠΜ) της Natura Βορείου Αιγαίου, όπως παρουσιάστηκε χθες από τους μελετητές της Enviroplan Α.Ε. στην Ειδική Ημερίδα που διοργανώθηκε στη Μυτιλήνη, στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης.
Απαντώντας σε σχετικό ερώτημα του φορέα που δρα στη Χίο, υπό τον τίτλο Επιμελητείο Περιβάλλοντος και Πολιτισμού, και ο οποίος έχει πρωτεύοντα ρόλο στον συντονισμό των αντιδράσεων έναντι του σχεδίου εξόρυξης αντιμονίου στη Βόρεια Χίο, ο πρόεδρος της Enviroplan Α.Ε., Χρήστος Τσομπανίδης, ήταν κατηγορηματικός. «Είναι μια δράση που δεν την απαγορεύουμε. Και δεν την απαγορεύουμε για δύο βασικούς λόγους. Κατ’ αρχάς η είσοδός της είναι εκτός των ορίων Natura. Και, κατά δεύτερον, είναι υπόγεια. Δηλαδή έχουμε τα προστατευόμενα “αντικείμενα”, π.χ., πανίδα ή θηλαστικά. Αλλά οι εργασίες θα γίνονται υπόγεια. Αρα δεν μας φαίνεται ότι θα πρέπει να απαγορευτεί αυτή η δραστηριότητα με βάση την παρούσα μελέτη», τόνισε, παραπέμποντας παράλληλα τις όποιες εξελίξεις και συζητήσεις στη διαβούλευση που θα ακολουθήσει επί της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων του συγκεκριμένου έργου, όταν και όποτε παρουσιαστεί.
Χαρακτηριστικό, πάντως, είναι ότι εδώ οι μελετητές μάλλον πιάστηκαν αδιάβαστοι. Και αυτό γιατί ούτε από το ίδιο το υπουργείο, κατά την πρώτη παρουσίαση της πρότασης στη Χίο, απέκλεισαν το ενδεχόμενο της επιφανειακής εξόρυξης του «κρίσιμου» αυτού μεταλλεύματος, πόσο μάλλον όταν είναι γνωστό ότι η πιθανότητα εμφάνισης κοιτασμάτων ακόμα και επιφανειακά όχι μόνο δεν μπορεί να αποκλειστεί, αλλά αντίθετα συγκεντρώνει μεγάλες πιθανότητες.
Εννοείται δε ότι το κόστος της επιφανειακής εξόρυξης με αυτό της υπόγειας είναι αντιστρόφως ανάλογο, ενώ βέβαια, σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά, αναλογικά μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος μόλυνσης της περιοχής, τόσο από το ίδιο το τοξικό αυτό υλικό όσο και από τα υποπροϊόντα του που μπορούν να μολύνουν συνολικά το περιβάλλον.
Χαρακτηριστική ως προς αυτό ήταν η τοποθέτηση του κ. Αλέξη Μπένου, ομότιμου καθηγητή Υγιεινής και Κοινωνικής Ιατρικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, σε ημερίδα που διοργανώθηκε στη Χίο προ ολίγων ημερών και αφορούσε τις επιπτώσεις των εξορύξεων. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι επιπτώσεις μιας τέτοιας εξέλιξης μπορούν να αποδειχθούν «δραματικές» και προέρχονται κυρίως από τη σκόνη που προκαλεί η εξόρυξη και η κατεργασία του μεταλλεύματος και η οποία κατά πάσα βεβαιότητα θα περιέχει μέχρι και αρσενικό.
«Η σκόνη μπορεί να φτάσει παντού. Πάει όπου την πάει ο αέρας», τόνισε και, περιγράφοντας τις συνέπειες, έκανε λόγο για μόλυνση του αέρα, του εδάφους και των υπόγειων και επιφανειακών υδάτων. «Καρκίνοι, πνευμονοπάθειες και άλλα σοβαρά προβλήματα υγείας» θα πρέπει να θεωρούνται βεβαιότητες, περιέγραψε ο ίδιος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου