Μια δίωρη σύσκεψη του Στρος-Καν με τη Μέρκελ φαίνεται ότι καθόρισε τη συνταγή του ελληνικού προγράμματος. Η Γερμανίδα καγκελάριος επεξεργάστηκε το σχέδιο B του ΔΝΤ για «κούρεμα» χρέους τον Σεπτέμβριο του 2010, το οποίο τελικά απέρριψε. Η κριτική που δέχεται ο τότε διευθυντής του Ταμείου είναι ότι έκανε πίσω σε μια στιγμή η οποία έκρινε τη μοίρα της ελληνικής υπόθεσης. [ΑFP]
Ο Χάρολντ Τζέιμς είναι καθηγητής Οικονομικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Πρίνστον. Οσοι τον ξέρουν διακρίνουν έναν ακαδημαϊκό με αμείωτο ενδιαφέρον για την Ελλάδα. Ως επίσημος ιστορικός του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, ανέλαβε να εκπονήσει μελέτη με τίτλο: «Το ΔΝΤ και η ευρωπαϊκή κρίση χρέους». Για τον σκοπό αυτό μίλησε με περισσότερους από 100 πρωταγωνιστές και μελετητές της κρίσης, που κατοικοεδρεύουν στην Ευρώπη, στην Ελλάδα και στις ΗΠΑ.
Σε ένα έργο 300 σελίδων, το οποίο αναρτήθηκε στην ψηφιακή βιβλιοθήκη του Ταμείου, ο Τζέιμς παρουσιάζει αναλυτικά το χρονικό της «ελληνικής τραγωδίας», φωτίζοντας γεγονότα που εκτυλίχθηκαν στο παρασκήνιο. Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι περιγραφές του για την ευκαιρία που χάθηκε ακριβώς στην εκδήλωση της κρίσης και η οποία θα είχε δώσει μάλλον διαφορετική τροπή στα γεγονότα που σημάδεψαν το ελληνικό story.
Κωδικός «Etan»
Ηταν Απρίλιος του 2010. Είχαν περάσει μόλις λίγες μέρες μετά το διάγγελμα του Γιώργου Παπανδρέου στο Καστελλόριζο για την ενεργοποίηση του μηχανισμού στήριξης με στόχο τη διάσωση της ελληνικής οικονομίας. Ευρώπη και ΗΠΑ είχαν σκύψει πάνω από το ελληνικό ζήτημα, υπό τον φόβο ότι η οικονομική κατάρρευση μιας χώρας-μέλους της Ευρωζώνης θα είχε διεθνείς συνέπειες. Μέσα σ’ αυτό το σκηνικό, μια πολύ συγκεκριμένη οπτική άρχισε να λαμβάνει σάρκα και οστά στην έδρα του ΔΝΤ, στην Ουάσιγκτον.
Δύο στελέχη του Ταμείου, οι Ρέζα Μογκαντάμ και Σον Χάγκαν, επιδίωξαν να εμπλακεί στις ζυμώσεις ένας διάσημος δικηγόρος της Νέας Υόρκης, ονόματι Λι Μπουχάιτ. Στόχος τους ήταν να πείσουν τον τότε γενικό διευθυντή του ΔΝΤ, Ντομινίκ Στρος-Καν, για τα οφέλη μιας έγκαιρης αναδιάρθρωσης χρέους. Μέσα από τα διδάγματα σε άλλες περιοχές του πλανήτη, όπως η Αργεντινή, είχαν οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι μια πρώιμη αναδιάρθρωση είναι πιο αποτελεσματική από μια καθυστερημένη αναδιάρθρωση, η οποία αυξάνει το κόστος για τη χώρα που αντιμετωπίζει την κρίση και παρατείνει τη ζημιά στη φήμη της. Διαπραγματευτής σε αναδιαρθρώσεις χρεών, ο επιφανής δικηγόρος ήταν γνωστός ως σκληρός αντίπαλος των funds, που κερδοσκοπούσαν πάνω στα χρέη αδύναμων πιστοληπτών. Ο Μπουχάιτ, ο οποίος διακρινόταν για τις ρητορικές του δεξιότητες, ταξίδεψε πράγματι στην Ουάσιγκτον.
Χρησιμοποιώντας ένα κλειστό ασανσέρ, ανέβηκε στον όροφο όπου συνάντησε τον Στρος-Καν. Εκεί του παρουσίασε ένα σχέδιο το οποίο είχε ονομάσει «Etan», εμπνευσμένο από την προσταγή που απηύθυναν οι μητέρες της αρχαίας Σπάρτης στους γιους τους όταν αναχωρούσαν για τον πόλεμο: «Ή ταν ή επί τας». Και μόνο η ονομασία του σχεδίου υποδήλωνε τις διαθέσεις του Μπουχάιτ, ο οποίος προχώρησε στην παρουσίαση χρησιμοποιώντας δραματικούς –αν όχι μελοδραματικούς– τόνους:
«Τα ρουθούνια της αγοράς έχουν ανοίξει διάπλατα από τη μυρωδιά της αναδιάρθρωσης του χρέους που κυριαρχεί στον αέρα. (…) Το χειρότερο σενάριο εδώ είναι να εξαντληθούν τα χρήματα του προγράμματος διάσωσης απλώς και μόνο για να διαπιστωθεί ότι δεν μπορεί να αποφευχθεί μια αναδιάρθρωση χρέους. (…) Να δαπανηθούν τα χρήματα του προγράμματος διάσωσης για την εξόφληση των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του χρέους, έως ότου εξαντληθούν; Ή να εξαντληθούν προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για την υποστήριξη κάποιας μορφής αναδιάρθρωσης χρέους; (…) Θυμάται κανείς την ετυμηγορία του Τσώρτσιλ για τις πολιτικές του Τσάμπερλεν το 1939; “Σας δόθηκε η επιλογή μεταξύ πολέμου και ατιμίας. Διάλεξες την ατιμία και τώρα θα έχεις πόλεμο”».
Η ζωηρή απεικόνιση του διλήμματος στην ελληνική περίπτωση φάνηκε να πείθει τον Στρος-Καν και τα στελέχη του ΔΝΤ θεωρούσαν ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να προσλάβει τον Μπουχάιτ ως επίσημο σύμβουλο. Σύμφωνα με το σκεπτικό της πρότασης, οι φήμες για το ενδεχόμενο χρεοκοπίας θα ήταν χρήσιμες, όμως ο υπερβολικός πανικός θα ήταν καταστροφικός.
Το σχέδιο «Etan» πρότεινε την αναδιάρθρωση ομολογιακού χρέους ύψους 302,7 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του, οι γαλλικές τράπεζες ήταν εκτεθειμένες με 55 δισ. ευρώ ελληνικού χρέους και οι γερμανικές με 30 δισ. ευρώ – ποσά που αντιστοιχούσαν σε 3% και 1,2% του ΑΕΠ, αντίστοιχα. Πάντως, η εισήγηση δεν έθιγε το ζήτημα της –αναλογικά υψηλότερης– έκθεσης των ελληνικών τραπεζών στα ελληνικά κρατικά ομόλογα: 17% στην Εθνική Τράπεζα, 14% στην Τράπεζα Πειραιώς, 12% στην Αγροτική Τράπεζα. Το αρμόδιο τμήμα του ΔΝΤ προχώρησε άμεσα στους υπολογισμούς. Στο πιο ρεαλιστικό σενάριο, ένα «κούρεμα» κατά το 1/3 θα οδηγούσε το χρέος στο 112% του ΑΕΠ το 2010. Στο πιο τολμηρό σενάριο, ένα «κούρεμα» κατά τα 2/3 θα οδηγούσε το χρέος στο 87% του ΑΕΠ. Το δίλημμα ήταν ότι ένα μικρό «κούρεμα» δεν θα ήταν τόσο αποτελεσματικό, αλλά ένα μεγάλο «κούρεμα» θα ενίσχυε τον κίνδυνο διεθνούς μετάδοσης των επιπτώσεων.
Το ΔΝΤ κατάρτισε τελικά δύο σχέδια τα οποία ο Στρος-Καν θα παρουσίαζε στους Ευρωπαίους. Το πρώτο είχε προετοιμαστεί από το ευρωπαϊκό τμήμα του Ταμείου και περιλάμβανε το συμβατικό πλάνο ενός bailout, δηλαδή διάσωση χωρίς αναδιάρθρωση χρέους, το οποίο θα απαιτούσε δραματικές προσαρμογές από την Ελλάδα. Το δεύτερο βασιζόταν στην παραδοχή ότι το πρώτο σχέδιο δεν θα είχε πιθανότητες επιτυχίας και πρότεινε «κούρεμα» χρέους. Μεταξύ των επιχειρημάτων, στη φαρέτρα του Στρος-Καν υπέρ του δεύτερου σχεδίου θα ήταν τα συμπεράσματα από προηγούμενες αναδιαρθρώσεις χρεών, οι οποίες είχαν φέρει ανάκαμψη σε σχήμα V, αντί για σχήμα L που συνόδευε την πρόταση για το πρώτο σχέδιο.
Τις διχογνωμίες εκείνης της εποχής, ακόμη και στο εσωτερικό του ΔΝΤ, φανερώνει η πληροφορία ότι το σχέδιο για «κούρεμα» του ελληνικού χρέους δεν είχε γίνει γνωστό στο ευρωπαϊκό τμήμα του Ταμείου, το οποίο θεωρούσε ότι η μείωση του χρέους θα πυροδοτούσε μεταδοτικό πανικό στην ευρωπαϊκή περιφέρεια. Ετσι, ο Στρος-Καν και ένας μικρός αριθμός συνεργατών του δεν μοιράστηκαν την πρόταση με τον Μάρεκ Μπέλκα, που ήταν διευθυντής του ευρωπαϊκού τμήματος, ούτε με τον Πολ Τόμσεν, που θα οριζόταν επικεφαλής της αποστολής στην Αθήνα.
Σημειωτέον, με βάση τη μελέτη του Χάρολντ Τζέιμς, το ευρωπαϊκό τμήμα του ΔΝΤ είχε μεν δουλέψει με χώρες που εφάρμοσαν πρόγραμμα προσαρμογής –βλ. Τουρκία–, αλλά κυρίως στο σκέλος της εποπτείας. Σε αντίθεση με το τμήμα του Ταμείου για τις αναδυόμενες αγορές, δεν είχε βαθιά εμπειρία στην εκπόνηση και κατάρτιση ενός προγράμματος διάσωσης. Από την προετοιμασία της πρότασης για «κούρεμα» είχε αποκλειστεί και ο αναπληρωτής γενικός διευθυντής του Ταμείου Τζον Λίπσκι, καθώς ήταν στέλεχος που «έτρεμε» τις αναδιαρθρώσεις λόγω της εμπειρίας του από την JPMorgan.
Η κρίσιμη στιγμή
Ο Στρος-Καν παρουσίασε το σχέδιο σε έναν Γάλλο και έναν Γερμανό αξιωματούχο, στο πλαίσιο μιας άκρως μυστικής συνάντησης στο ξενοδοχείο Sofitel, λίγα τετράγωνα μακριά από τα κεντρικά γραφεία του ΔΝΤ. Ο Γάλλος εκπρόσωπος τήρησε μια αταλάντευτη στάση, η οποία προσέγγιζε το κρατικό χρέος περίπου ως ιερή έννοια, εξ ου και αποχώρησε από τη συζήτηση. Η γαλλική τοποθέτηση ήταν μια προέκταση του δόγματος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας υπό την τότε διοίκηση του Ζαν-Κλοντ Τρισέ.
Ομως, ο Γερμανός εκπρόσωπος έδειξε μεγαλύτερο ενδιαφέρον, σε σημείο που κάποια από τα στελέχη του ΔΝΤ πίστεψαν ότι τον είχαν πείσει. Ακολούθησε 2ωρη σύσκεψη του Στρος-Καν με την καγκελάριο Μέρκελ. Επειτα από εκείνη τη συνάντηση, ο επικεφαλής του Ταμείου άρχισε να υπαναχωρεί από την πρόταση για αναδιάρθρωση. Ορισμένοι από τους συνεντευξιαζόμενους στην έρευνα του Χάρολντ Τζέιμς μίλησαν για την πιο μοιραία στιγμή στη διαχείριση της ελληνικής κρίσης, παρομοιάζοντας τη Μέρκελ με την Εύα τη στιγμή που προσφέρει το δηλητηριώδες μήλο στον Αδάμ.
Η στροφή στην ευρωπαϊκή λύση και ο φόβος των ΗΠΑ
Σε αντίθεση με τη μακρά συζήτηση που είχε ο Στρος-Καν με τη Γερμανίδα καγκελάριο, η αντίστοιχη συνομιλία με τον πρόεδρο της Γαλλίας διήρκεσε μόλις 15 λεπτά. Ο επικεφαλής του ΔΝΤ παραπονέθηκε μάλιστα ότι ο Νικολά Σαρκοζί, ο οποίος έβλεπε τον Στρος-Καν ως πολιτικό του αντίπαλο στη γαλλική πολιτική σκηνή, εμφανίστηκε «αποσπασμένος και μη συγκεντρωμένος». Ομως δεν ήταν μόνο η Ευρώπη.
Καθοριστική θεωρείται και η τοποθέτηση των ΗΠΑ διά στόματος του τότε υπουργού Οικονομικών Τίμοθι Γκάιτνερ, ο οποίος ανησυχούσε έντονα για το ενδεχόμενο ένα «κούρεμα» του χρέους να προκαλέσει διεθνές ντόμινο, που θα απειλούσε ακόμη και την αμερικανική οικονομία. Οταν κοίταζε την Ελλάδα εκείνη την περίοδο, ο Αμερικανός αξιωματούχος έβλεπε μια νέα Lehman Brothers. Ως εκ τούτου, η πρόταση για αναδιάρθρωση του χρέους «με το καλημέρα» της ελληνικής κρίσης πρακτικά παρεμποδίστηκε, συνειδητά παραγκωνίστηκε και προσωρινά ξεχάστηκε.
Χρειάστηκε να περάσουν δύο χρόνια για να υλοποιηθεί τελικά το «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων, με το πρόγραμμα PSI το 2012. Το διάστημα που μεσολάβησε θεωρείται καταλυτικός χρόνος, ο οποίος παρέτεινε την κρίση, αύξησε το κόστος για την οικονομία και δημιούργησε επιπρόσθετες επιπλοκές στη διαχείριση της ελληνικής υπόθεσης. Από την άλλη, έδωσε χρόνο στους ευρωπαϊκούς θεσμούς να δημιουργήσουν αποτελεσματικότερους μηχανισμούς διαχείρισης της κρίσης και μείωσε το ρίσκο μιας διεθνούς μετάδοσης με δυνητικά καταστροφικές συνέπειες. Και, φυσικά, πρόσφερε χρονικό παράθυρο στις ευρωπαϊκές τράπεζες να απαλλάξουν τους ισολογισμούς τους από τα αποθέματα των ελληνικών τίτλων χρέους – παρά τις φερόμενες αντίθετες παραινέσεις της Μέρκελ, οι γερμανικές τράπεζες το αξιοποίησαν περισσότερο από τις γαλλικές, εξοργίζοντας τους Γάλλους αξιωματούχους, οι οποίοι επέκριναν τους Γερμανούς τραπεζίτες για παραβίαση αντίστοιχης δέσμευσης το 2010.
Μέχρι να γίνει το PSI το 2012, οι ευρωπαϊκές τράπεζες βρήκαν χρόνο να απαλλαγούν από τους ελληνικούς τίτλους.
Στελέχη του ΔΝΤ θεωρούν ότι το Ταμείο θα έπρεπε να επιμείνει στην ανάγκη για αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους το 2010. Αναγνωρίζουν μεν το ρίσκο για ντόμινο, αλλά ταυτόχρονα τονίζουν ότι το τίμημα της καθυστέρησης ήταν ιδιαίτερα υψηλό τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Ευρωζώνη. Σημειωτέον, την άνοιξη του 2010, μόλις λίγες μέρες αφότου –κατά τα άλλα– ενέκρινε το ελληνικό πρόγραμμα, ο Στρος-Καν φέρεται να διεμήνυσε στις ελληνικές αρχές ότι θεωρούσε επείγουσα μια άμεση αναδιάρθρωση του χρέους, ιδανικά τον Σεπτέμβριο του 2010, και πως ήταν στο χέρι της Αθήνας να υποβάλει αίτημα προς αυτή την κατεύθυνση.
Σε αντιδιαστολή με τη στάση του Στρος-Καν, ο Πολ Τόμσεν φέρεται να ζητούσε από τους Ελληνες συνομιλητές του να μην αναφέρουν καν το ενδεχόμενο μιας αναδιάρθρωσης χρέους, διότι δεν θα γινόταν ποτέ. Μέχρι και τα μέσα του 2011 το ευρωπαϊκό τμήμα του ΔΝΤ θεωρούσε επικίνδυνη και μόνο τη συζήτηση για το θέμα, θεωρώντας ότι το πρόγραμμα μπορούσε να δουλέψει χωρίς «κούρεμα».
Το σημείο καμπής
Ωστόσο, οι συνθήκες είχαν αρχίσει σταδιακά να ωριμάζουν. Τα πρώτα σημάδια στροφής στην ευρωπαϊκή προσέγγιση εκδηλώθηκαν στη συνάντηση Μέρκελ – Σαρκοζί στην Ντοβίλ τον Οκτώβριο του 2010, κατά την οποία η ελληνική κρίση έγινε αντιληπτή ως ευρύτερο ευρωπαϊκό πρόβλημα, γεγονός που έστρωσε το έδαφος για μελλοντική συμβολή του ιδιωτικού τομέα στον επιμερισμό του κόστους. Τον Απρίλιο του 2011 έγινε σαφές ότι το ΔΝΤ δεν θα εκταμίευε τη δόση του Ιουνίου προς την Ελλάδα, εν μέσω αμφιβολιών –τόσο της Ουάσιγκτον όσο και των Βρυξελλών– για την υλοποίηση του προγράμματος.
Τον Ιούνιο του 2011 ο Μάριο Ντράγκι αντικατέστησε τον Ζαν-Κλοντ Τρισέ στην ΕΚΤ, φέρνοντας μια διαφορετική προσέγγιση της Φρανκφούρτης στο θέμα της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους. Στο μεταξύ, τον Μάιο ο Στρος-Καν είχε παραιτηθεί από το ΔΝΤ λόγω της κατηγορίας για σεξουαλική επίθεση. Στο τέλος Ιουνίου ανακοινώθηκε ότι τον αντικαθιστά η Κριστίν Λαγκάρντ, την οποία ο Νικολά Σαρκοζί δεν έβλεπε ως απειλή, όπως τον Στρος-Καν. Τελικά, τον Ιούλιο του 2011 η Σύνοδος Κορυφής της Ε.Ε. αποδέχθηκε επί της αρχής το πρόγραμμα ανταλλαγής ομολόγων PSI, γεγονός που άνοιξε τον δρόμο για το «κούρεμα» του ελληνικού χρέους.
Σε ό,τι αφορά την κριτική στο ΔΝΤ για την αστοχία των δημοσιονομικών πολλαπλασιαστών, η μελέτη του Τζέιμς επισημαίνει ότι είναι κοινός τόπος σε όλα τα προγράμματα που έχει εφαρμόσει το ΔΝΤ, για παράδειγμα σε περιοχές όπως η Λατινική Αμερική και η Ασία. Ο ίδιος αναγνωρίζει τη δυσκολία να μετρηθεί με ακρίβεια η έκταση της ύφεσης στο μέσον μιας κρίσης.
Αλλωστε, οι πιο αισιόδοξες προβλέψεις θεωρητικά διευκολύνουν τις εκάστοτε εθνικές αρχές να «πουλήσουν» ένα πρόγραμμα στο εκλογικό τους σώμα και, εξάλλου, μια απαισιόδοξη πρόβλεψη έχει τον κίνδυνο να λειτουργήσει ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Η πιο κακόπιστη ερμηνεία, στην περίπτωση της Ελλάδας, είναι ότι το ΔΝΤ προέβη σκόπιμα σε αισιόδοξες προβολές για να καταστήσει το προφίλ του χρέους πιο βιώσιμο, δεδομένης της αρχικής απόφασης των Ευρωπαίων να μην προχωρήσουν σε «κούρεμα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου