Τρίτη 18 Απριλίου 2023

18 Απριλίου 1932, Η Ελλάδα κηρύσσει χρεοστάσιο – Ύστατη προσπάθεια από την κυβέρνηση Ελευθερίου Βενιζέλου για τη διάσωση της δραχμής.

Σαν σήμερα, στις 18 Απριλίου του 1932 η Ελληνική κυβέρνηση, υπό τον Ελευθέριο Βενιζέλο, κηρύσσει προσωρινό χρεοστάσιο και αναστολή εξυπηρέτησης των εξωτερικών της δανείων, ενώ η χώρα αποσυνδέει τη δραχμή από το χρυσό και το εθνικό νόμισμα στρέφεται στις κυμαινόμενες ισοτιμίες . Περί τα μέσα Οκτωβρίου του 1929 η Γουόλ Στριτ στη Νέα Υόρκη άρχισε να κλονίζεται. Οι αξίες των μετοχών υπέστησαν κάθετη πτώση στο χρηματιστήριο. Η παγκόσμια οικονομική κρίση άρχισε να απλώνεται και οι συνέπειές της δεν άργησαν να φανούν και στην Ελλάδα. Η οικονομική κρίση μειώνοντας το εισόδημα των Αμερικανών και Ευρωπαίων πολιτών είχε αρνητικές συνέπειες στις ελληνικές εξαγωγές, που ήταν κατά κύριο λόγο ο καπνός, το ελαιόλαδο και η σταφίδα. 



Λόγω της κρίσης μειώθηκε η ναυτιλιακή δραστηριότητα και κατά συνέπεια, μειώθηκε το συνάλλαγμα που έστελναν οι Έλληνες ναυτικοί στις οικογένειές τους. Το ίδιο συνέβη και με το μεταναστευτικό συνάλλαγμα που έφτανε στην Ελλάδα από τους μετανάστες στις Ηνωμένες Πολιτείες, που πρώτες είχαν πληγεί από την κρίση. Σε μια εποχή όπου το μεταναστευτικό και το ναυτιλιακό συνάλλαγμα εξισορροπούσαν το έλλειμμα του ελληνικού ισοζυγίου πληρωμών.


Αν και η κατάσταση είχε αρχίσει να επιδεινώνεται η Δημοσιονομική Επιτροπή της Κοινωνίας των Εθνών, που με βάση το πρωτόκολλο του 1927 επέβλεπε τις ελληνικές οικονομικές εξελίξεις, σε έκθεσή της του Μαΐου του 1930 έγραφε σχετικά: «Η επιτροπή υπήρξεν ευτυχής διαπιστούσα ότι η οικονομική καχεξία ήτις εγένετο αισθητή και εν Ελλάδι όπως εις πάσαν άλλην χώραν, δεν επηρέασε την ισχυράν θέσιν της Εκδοτικής Τραπέζης της Ελλάδος. Αντιθέτως, διαγράφεται σαφής βελτίωσις από του δευτέρου ημίσεως του Φεβρουαρίου 1930».


Ολα έδειχναν να προχωρούν σχετικά καλά, και δεν ήταν λίγοι εκείνοι που υποστήριζαν ότι η Ελλάδα θα περνούσε την κρίση με μικρές απώλειες ,αν η Μεγάλη Βρετανία δεν εγκατέλειπε το χρυσό κανόνα. Η εγκατάλειψη από τη Βρετανία του κανόνα χρυσού συναλλάγματος δημιούργησε ένα κύμα πανικού στην Ελλάδα λόγω της στενής σύνδεσης της δραχμής με τη στερλίνα .



Ο Ελευθέριος Βενιζέλος ήταν καθησυχαστικός και σε μήνυμά του προς τους Ελληνες, στις 27 Σεπτεμβρίου 1931, δήλωσε: «Δίδω προς τον ελληνικόν λαόν την προσωπικήν διαβεβαίωσιν ότι έχω απόλυτον την πεποίθησιν ότι ημπορούμεν να διατηρήσωμεν την ακεραιότητα του εθνικού μας νομίσματος και να αποφύγωμεν επομένως τας συμφοράς που θα επηκολούθουν την ανατροπήν της σταθεροποιήσεως». Ομως εντός ολίγων ημερών πριν το διάγγελμα Βενιζέλου είχε αποσυρθεί από την Τράπεζα της Ελλάδος συνάλλαγμα ύψους 3.419.301 χρυσών δολαρίων.



Στις 28 Σεπτεμβρίου η κυβέρνηση δημοσίευσε τον Α. Νόμο «Περί προστασίας του εθνικού νομίσματος» που έδειχνε ότι προσπαθούσε να σταθεροποιήσει την κατάσταση. Μερικές μέρες αργότερα δημοσιεύθηκε και νέος νόμος που απαγόρευε την εξαγωγή χρηματογράφων,τοκομεριδίων,τραπεζογραμματίων αλλά και δραχμών, χωρίς άδεια της Τραπέζης της Ελλάδος. Γενικότερα ελήφθησαν σοβαρά μέτρα για τη διατήρηση των συναλλαγματικών αποθεμάτων της χώρας. Στην όλη υπόθεση επέδρασε αρνητικά στον ψυχολογικό τομέα και η παραίτηση του διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος Αλέξανδρου Διομήδη.


Τον Δεκέμβριο του 1931, ο παλιός διοικητής της Εθνικής Τραπέζης Δημήτριος Μάξιμος, υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση Π. Τσαλδάρη που διαδέχθηκε αργότερα τον Βενιζέλο, πρότεινε την άμεση αντιμετώπιση των κινδύνων της οικονομικής κρίσης που οδηγούσαν στην εξάντληση των συναλλαγματικών αποθεμάτων της Τραπέζης της Ελλάδος, με την αναστολή πληρωμών των τοκοχρεολυσίων των σε χρυσό δανείων. Ο Μάξιμος πρότεινε την εξόφληση των ελλήνων κατόχων ομολόγων σε χρυσό του Δημοσίου με δραχμές, ενώ στους αντίστοιχους ξένους κατόχους να δοθούν νέα τοκοφόρα ομόλογα πληρωτέα στο απώτερο μέλλον. Το ελληνικό χρέος σε χρυσό επιβάρυνε το ισοζύγιο πληρωμών με ποσό που έφτανε περί τα 9 εκατομμύρια χρυσές λίρες και ισοδυναμούσε στο 43% των εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού του έτους 1931-1932.


Η Ελλάδα είχε άμεση ανάγκη ενός νέου δανείου που θα χρησιμοποιούνταν για την παραγωγική ανάπτυξη. Υπήρχε η πεποίθηση ότι μόνο με την ανάπτυξη θα μπορούσε η χώρα να αντιμετωπίσει με επιτυχία τις δανειακές της υποχρεώσεις. Στις αρχές του 1932 ο Βενιζέλος επισκέφτηκε τη Ρώμη όπου συναντήθηκε με το Μουσολίνι, όπως και το Λονδίνο και το Παρίσι όπου συναντήθηκε με την αγγλική και γαλλική ηγεσία αντίστοιχα. Ο Βενιζέλος εξέθεσε στους ξένους συνομιλητές του τις οικονομικές δυσκολίες της Ελλάδας προτείνοντας πενταετή αναστολή πληρωμής των τοκοχρεολυσίων των εξωτερικών δανείων της χώρας και παράλληλα τη χορήγηση ενός δανείου ύψους 50 εκατομμυρίων δολαρίων.

Η εξυπηρέτηση του εξωτερικού χρέους (δημόσιου και ιδιωτικού) είχε φτάσει το 1932 να απορροφά το 81,08% των ελληνικών συναλλαγματικών εισπράξεων. Για το λόγο αυτό η ελληνική κυβέρνηση προσέφυγε στην Κοινωνία των Εθνών (ΚΤΕ) και ζήτησε από τη Διεθνή Οικονομική Επιτροπή (Δ.O.E.) στην Ελλάδα πενταετή αναστολή των χρεολυσίων σε ξένο νόμισμα δανείων και τη σύναψη νέου δανείου 50.000.000 δολαρίων. 



Τελικά, η Δημοσιονομική Επιτροπή της Κοινωνίας των Εθνών, ανακοίνωσε ότι κατόπιν υποβολής του ελληνικού αιτήματος, αποφάσισε να στείλει στην Αθήνα τον άγγλο τραπεζίτη σερ Οτο Νιμάγερ να μελετήσει την κατάσταση. Το Φεβρουάριο ο Νιμάγερ έφτασε στην Αθήνα όπου έμεινε για δύο εβδομάδες συντάσσοντας σχετική έκθεση για την οικονομική κατάσταση της Ελλάδας. Την τελική απόφαση για τα αιτήματα της Ελλάδας θα έπαιρνε το Συμβούλιο της Κοινωνίας των Εθνών που συνήλθε τον Απρίλιο στη Γενεύη. Οι Βρετανοί διαμαρτύρονταν για την ελληνική θέση αναστολής των πληρωμών.

Στο μεταξύ ο Βενιζέλος έκανε προσπάθεια σχηματισμού οικουμενικής κυβέρνησης, που όμως απορρίφθηκε από τον αρχηγό του Λαϊκού Κόμματος Π. Τσαλδάρη. Η τελική απόφαση του Συμβουλίου της ΚΤΕ για το ελληνικό αίτημα υπήρξε αρνητική. Για το αίτημα της Ελλάδας να της χορηγηθεί ένα νέο δάνειο, το Συμβούλιο δεν έδινε καμία απάντηση. Προφανώς, ήταν αρνητική. Η διεθνής οικονομική κρίση δεν το επέτρεπε. Το Συμβούλιο επίσης σιώπησε για το ελληνικό αίτημα όπως ανασταλεί η εξόφληση των οφειλομένων τοκομεριδίων της 1ης Μαΐου ύψους 500.000 χρυσών λιρών. Η απόφαση του Συμβουλίου έκανε αποδεκτή την πρόταση της Δημοσιονομικής Επιτροπής της ΚΤΕ για αναστολή της πληρωμής των χρεολυσίων των ελληνικών εξωτερικών δανείων, υπό τον όρο ότι το χρεωστούμενο ποσό θα κατατεθεί σε δραχμές σε λογαριασμό δεσμευτικό της Τραπέζης της Ελλάδος.

Στις 15 Απριλίου ο Βενιζέλος αποφάσισε -λόγω πραγματικής οικονομικής αδυναμίας- να κηρυχτεί προσωρινό χρεοστάσιο που θα ίσχυε από 1ης Μαΐου 1932. Τα συναλλαγματικά αποθέματα της χώρας είχαν εξαντληθεί. Η Ελλάδα είχε κηρύξει πτώχευση.

Στην Ελλάδα μετά την πτώχευση του 1932 ξεκινά μια περίοδος ισχυρού κρατικού παρεμβατισμού στον οικονομικό τομέα και ιδιαίτερα στις εξωτερικές συναλλαγές. Ξεκινά, επίσης, μια πολιτική προστατευτισμού με σκοπό την αυτάρκεια της χώρας επιβάλλοντας δασμούς στα εισαγόμενα προϊόντα και ενισχύοντας την εσωτερική αγορά. Μπαίνει επίσης στο χώρο της κλειστής οικονομίας. Συγκεκριμένα, οι συναλλαγές δεν γίνονται πλέον με βάση το συνάλλαγμα αλλά με βάση διακρατικές συμφωνίες ενώ τα προς ανταλλαγή προϊόντα κοστολογούνται και ισοσκελίζεται η αξία των εισαγωγών με την αξία των εξαγωγών.

Αυτό είχε, εκτός από αρνητικές, και θετικές συνέπειες αφού μέχρι τότε οι συναλλαγές με το εξωτερικό ήταν ελλειμματικές από τη στιγμή που οι εισαγωγές ήταν περισσότερες από τις εξαγωγές. Από το 1933 εξάλλου άρχισε ένα ρεύμα επιστροφής κεφαλαίων από το εξωτερικό λόγω υψηλών ελληνικών επιτοκίων. Αυξήθηκε έτσι και το σε χρυσό αποθεματικό του εκδοτικού πιστωτικού ιδρύματος, της Tράπεζας της Eλλάδος, από 7,6 εκατομμύρια δολάρια το 1932 σε 44,7 εκατομμύρια το 1934. Η αύξηση αυτή είχε ανάλογο αποτέλεσμα στη νομισματική κυκλοφορία.

Σχετικά σύντομα, το 1935, το ελληνικό κράτος άρχισε την αποπληρωμή και πάλι του δημόσιου χρέους.

Npress.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου