Πέμπτη 5 Μαΐου 2022

Ο θυμός της μεσαίας τάξης.

 Ούτε πλούσιοι είναι, ούτε όμως αδύναμοι. Είναι εκείνοι που επωμίστηκαν το κύριο βάρος της υπερφορολόγησης των προηγουμένων ετών και πλέον λυγίζουν υπό το κύμα ακρίβειας. Στην κυβέρνηση ακούει κανείς;



Περίπου προ μηνός, από το βήμα του Φόρουμ των Δελφών, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης είχε δεσμευτεί ότι σε περίπτωση που οι Ευρωπαίοι εταίροι μας δεν συναινέσουν σε μία κοινή γραμμή αντιμετώπισης του αυξανόμενου ενεργειακού κόστους, η Ελλάδα θα προχωρήσει αυτόνομα σε μέτρα στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων και σε πλαφόν στην τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος.

Πλέον, πέραν των ψιχίων που ήδη προσμετρώνται στους λογαριασμούς ρεύματος, αντιλαμβανόμαστε ότι η όποια “παρέμβαση” γίνει από την κυβέρνηση – που ακόμη δεν έχει αποσαφηνιστεί- δρομολογείται για τον επόμενο μήνα. Στο μεταξύ, βεβαίως, νοικοκυριά και επιχειρήσεις συνεχίζουν να στέκουν άναυδα ενώπιον τερατωδών λογαριασμών ρεύματος.

Πρόκειται, βεβαίως, για την συντριπτική πλειονότητα όσων διαβιούν σε αυτόν τον τόπο και ανήκουν, ελέω επιλογών που έγιναν επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, στην λεγόμενη “μεσαία τάξη”, (εισόδημα άνω των 30.000 ετησίως, όπως έλεγε ο φίλτατος Γ. Κατρούγκαλος) η οποία υπερφορολογήθηκε και επωμίστηκε το κύριο βάρος της δημοσιονομικής προσαρμογής, των προηγουμένων ετών.

Με άλλα λόγια, πρόκειται για τους λεγόμενους “νοικοκυραίους”, μισθωτούς και άλλους συνεπείς φορολογουμένους, οι οποίοι δεν ωφελήθηκαν από κανένα μέτρο στήριξης των χαμηλών εισοδημάτων - δίχως να είναι οι ίδιοι εύποροι – αλλά ρύθμισαν τις υποχρεώσεις τους προς την εφορία και τις τράπεζες και προχώρησαν…

Ανήκουν δε αυτοί οι άνθρωποι, κατά τεκμήριο, στο τμήμα του εκλογικού σώματος το οποίο αποφάσισε να οδηγήσει τον ΣΥΡΙΖΑ στα έδρανα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και τη ΝΔ, του φίλτατου κ. Κυρ. Μητσοτάκη, στην κυβέρνηση, ακριβώς ώστε να απαλλαγεί από τον βραχνά της υπερφορολόγησης και των υψηλών ασφαλιστικών εισφορών.

Τρία χρόνια μετά, που ακριβώς βρισκόμαστε με αυτήν την υπόθεση; Κατά πόσον έχει καταγραφεί η όποια φορολογική ελάφρυνση υπήρξε, στη συλλογική συνείδηση;

Πόσο είδε ο “μεσαίος” ή ακριβέστερα ο “μικρομεσαίος” την τσέπη του να “φουσκώνει”;  Πόσο πρόθυμες στάθηκαν οι τράπεζες να προσφέρουν πραγματικά βιώσιμες λύσεις με τα στεγαστικά δάνεια της μέσης ελληνικής οικογένειας; Κατά πόσον “λειτούργησε” το νέο θεσμικό πλαίσιο του εξωδικαστικού μηχανισμού; Τέλος, κατά πόσον μειώθηκε το συνολικό φορολογικό βάρος στην μεσαία τάξη; Κριτήριο δε ως προς αυτό δεν είναι μόνον οι ελαφρύνσεις στον ΕΝΦΙΑ…

Έτσι, λοιπόν, όταν μετά από μία τριετία κατά την οποία οι “κάνουλες” της στήριξης άνοιξαν κυρίως για την επιχειρηματική κοινότητα και η συντριπτική πλειονότητα των μισθωτών παρέμεινε εκτός αυτού του πλέγματος, έρχονται λογαριασμοί ρεύματος με μυθώδη ποσά οφειλής, ας μην απορούμε ως προς την οργή της “μεσαίας τάξης”.

Κατά πρώτον, διότι δεν είναι “μεσαία” όταν το εισόδημά της αναλώνεται μεταξύ τράπεζας και εφορίας και κατά δεύτερον, διότι εάν έως τώρα κατόρθωνε να αντιμετωπίσει το τρίτο μεγάλο μηνιαίο κονδύλι υποχρεώσεων, τους λογαριασμούς διαβίωσης, πλέον, με το κύμα ακρίβειας, απλά αδυνατεί. Είναι δε απολύτως αναμενόμενο, να θυμώνει.

Ο θυμός, φίλτατοι, είναι κατά κανόνα, κακός σύμβουλος και οδηγεί σε αποφάσεις που ενδεχομένως να μην λαμβάνονταν υπό άλλες περιστάσεις. Αποτελεί, όμως, και στις ημέρες μας μία πραγματικότητα. Υπ’ αυτό το πρίσμα, η προτροπή περί επιτάχυνσης του κυβερνητικού έργου που απηύθυνε πρόσφατα ο πρωθυπουργός προς τα μέλη της κυβέρνησής του, δεν άργησε ούτε... μία ημέρα. Όσο περισσότερο παρατείνεται η καθημερινή αγωνία του μέσου νοικοκυριού, τόσο μεγαλύτερο γίνεται αυτό το κύμα θυμού, το οποίο αποτυπώνεται, πλέον, με κάθε μεγαλοπρέπεια και στις... δημοσκοπήσεις.


πηγη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου