Τετάρτη 6 Ιανουαρίου 2021

Τα Θεοφάνια αποτελούσαν μεγάλη Θρησκευτική Εορτή στους Αρχαίους Δελφούς,πολύ πρίν τον Χριστιανισμό!!

 Τα Θεοφάνια γιορτάζονταν την 7η του μηνός Βυσίου μόνο στους Δελφούς. Με τη γιορτή αυτή άρχιζε το Δελφικό Έτος και οι θρησκευόμενοι γιόρταζαν την επάνοδο του Απόλλωνα από τη Χώρα των Υπερβορίων.


Κάποιοι προτιμούν το «Θεοφάνεια», άλλοι το «Θεοφάνια». Τελικά, ποια είναι η σωστή ορθογραφία;Διαβάζουμε στο Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής: Θεοφάνια τα [θeofánia] O40: η γιορτή της βάφτισης του Χριστού, τα Φώτα [λόγ. < ελνστ. ἡ Θεοφάνεια (γιορτή της γέννησης και της βάφτισης του Χριστού, κατά το παλιότερο ἡ Ἐπιφάνεια) > μσν. τα Θεοφάνια (γιορτή της βάφτισης του Χριστού), με αλλαγή γένους και αριθμού αναλ. προς το η Χριστού γέννα > τα Χριστούγεννα (πρβ. αρχ. τά Θεοφάνια 'γιορτή στους Δελφούς, όπου έδειχναν αγάλματα θεών')]. Δηλαδή, το Λεξικό δέχεται τη λόγια γραφή Θεοφάνεια, αλλά στο θηλυκό: Η Θεοφάνεια (όπως αναλόγως και η Επιφάνεια).

Αλλά και στο Λεξικό Ετυμολογίας του Γιώργου Μπαμπινιώτη διαβάζουμε τα εξής: «Διάφορες εορτές εκφέρονται σε πληθυντικό ουδετέρου, όπως συμβαίνει με τα Επιφάνια και τα Θεοφάνια (πβ. επίσης Ίσθμια, Πύθια, ακόμη και Χριστούγεννα). Επειδή οι λέξεις αυτές προέρχονται απευθείας από θέμα τού ρ. φαίνομαι και όχι από το αντίστοιχο επίθ. (επιφανής), είναι ορθό να γράφονται με -ι- (Επιφάνια, Θεοφάνια), πράγμα που τις διαχωρίζει από τα παράγωγα τού επιθέτου (π.χ. επιφανής – η επιφάνεια)».

Για να το δούμε και χρονικά, στα αρχαία χρόνια υπήρχε η γιορτή Θεοφάνια. Τα Θεοφάνια γιορτάζονταν την 7η του μηνός Βυσίου μόνο στους Δελφούς. Με τη γιορτή αυτή άρχιζε το Δελφικό Έτος και οι θρησκευτές γιόρταζαν την επάνοδο του Απόλλωνα από τη Χώρα των Υπερβορίων. Η γιορτή αυτή συνέπιπτε με την έναρξη της άνοιξης και την εαρινή ισημερία, ήταν όμως καθαρά τοπικού χαρακτήρα. Η εαρινή ισημερία σε άλλες πόλεις γιορταζόταν με την ονομασία «Ιλάρια», όπου οι θρησκευτές φορούσαν στο κεφάλι στεφάνι και στο πρόσωπο κωμικά προσωπεία, δείγματα χαράς και ευθυμίας.


Παρεμφερής γιορτή ήταν και τα Θεοξένια, και μάλιστα πιο μεγάλη από τα Θεοφάνια και όχι μόνο στους Δελφούς. Τα Θεοξένια γιορτάζονταν την 7η του μηνός Θεοξενίου και ο εορταζόμενος θεός φιλοξενούσε και τους άλλους θεούς. Και οι δύο γιορτές ανήκουν στον Απολλώνιο Κύκλο και έχουν ως έδρα τους Δελφούς.

Αργότερα, όμως, η λέξη Θεοφάνια κατέλαβε περίοπτη θέση στο λεξιλόγιο της θρησκείας μας, καθώς χρησιμοποιήθηκε προκειμένου να δηλώσει το μυστήριο της ενανθρωπήσεως του Θεού, αλλά και την ίδια τη  γέννηση του Χριστού, καθώς μάλιστα τα Χριστούγεννα είχαν διπλή ονομασία, γεγονός που επιβεβαιώνεται και  από το ότι στις 6 Ιανουαρίου τιμούσαν κάποτε και τις δύο μεγάλες γιορτές. Κι αυτό μέχρι τον 4ο αιώνα, όταν οι δύο αυτές γιορτές πήραν τον δρόμο τους, καθώς πλέον τα Χριστούγεννα εορτάζονταν στις 25 Δεκεμβρίου, ημέρα αφιερωμένη στον Θεό Ήλιο από τους εθνικούς. Από εκείνο το σημείο, λοιπόν, και έπειτα άρχισε να χρησιμοποιείται η λέξη Θεοφάν(ε)ια για τη Βάπτιση του Κυρίου (εμφάνιση  της Αγίας Τριάδος, εορτή των Φώτων), παράλληλα με τη λέξη Επιφάνια.


Ετυμολογικά, η γραφή με -ει- δικαιολογείται εν μέρει ως δήλωση της ιδιότητας του επιθέτου «θεοφανής». Όμως πρόκειται για γιορτή σε ουδέτερο γένος, οπότε και κρίνεται προτιμότερο να τηρείται η γραφή με -ι- (όπως τα Πύθια, τα Ίσθμια κ.λπ.).


Ακολουθεί μία προσπάθεια Ιστορικής προσέγγισης, της προσαρμογής των Αρχαιοελλληνικών (Εθνικών) Εθίμων στον Χριστιανισμό.

Θεοφάνια και η επίδραση της ειδωλολατρίας στον Χριστιανισμό. 

Εκτός από τις ημέρες που τιμούνται οι άγιοι υπάρχουν και αυτές που τιμούνται τα σημαντικότερα γεγονότα του χριστιανικού βίου, όπως τα Χριστούγεννα και τα Θεοφάνια , που καθιερώθηκαν τον 4ο μ.Χ. αιώνα περίπου.

Από την πλευρά του χριστιανικού δόγματος η βάπτιση του Ιησού έχει πολύ μεγάλη σημασία, γιατί συμβολίζει την παλιγγενεσία του ανθρώπου. Γι’ αυτό έως τα μέσα του 4ου αιώνα οι χριστιανοί, αντίθετα προς τους ειδωλολάτρες, ως αρχή του χρόνου γιόρταζαν όχι την 1η, αλλά την 6η Ιανουαρίου γιατί σ’ αυτήν τοποθετούσαν τη βάπτιση του Χριστού και τη θεία του Επιφάνεια. Τα Θεοφάνια είναι και για το λαό μεγάλη γιορτή, θεότρομη, επειδή τότε αγιάζονται τα νερά και φεύγουν τα παγανά»…

Η γιορτή των Θεοφανίων αποκαλύπτει τις επιδράσεις του χριστιανισμού από την ειδωλολατρία και εξηγεί γιατί ο Χριστός άργησε πολύ να βρει τη θέση του στο χριστιανικό εορτολόγιο. Είναι και ενδεικτική για την τάση της Εκκλησίας να υιοθετεί τις ειδωλολατρικές γιορτές προκειμένου να πετύχει τη διάδοση της πίστης στους λαούς της Μεσογείου. Χαρακτηριστική είναι η τοποθέτηση του Πάπα Γρηγορίου του Μέγα (6οςαιώνας): «Πρέπει οι εορταί των εθνικών να μετατραπώσι βαθμιαίως εις χριστιανικάς»…

Η «υιοθέτηση» των Χριστουγέννων

Η παλαιστινιακή και ανατολική παράδοση τα είχε μπερδέψει πολύ τα πράγματα στο ζήτημα της γέννησης του Χριστού. Δεν ήξεραν την καταγωγή του, πότε και πού γεννήθηκε. Οσο ο χριστιανισμός καθορίζεται από τις ιουδαϊκές παραδόσεις δεν τίθεται ζήτημα γιορτασμού των γενεθλίων του Χριστού, γιατί οι Ιουδαίοι δε γιόρταζαν τα γενέθλια κανενός. Δεν είχαν τέτοια γιορτή για τους προφήτες τους. Θεωρούσαν ασέβεια να γιορτάζουν τα γενέθλια βασιλιάδων και άλλων προσώπων. Η γιορτή των γενεθλίων όμως συνηθιζόταν στις εξωπαλαιστινιακές περιοχές. Ο ελληνορωμαϊκός κόσμος γιόρταζε τα γενέθλια όχι μόνο των μεγάλων ανδρών και επίσημων προσώπων, αλλά και θεών και ηρώων.

Από το 2ο μ.Χ. αιώνα που ο χριστιανισμός αρχίζει να βγαίνει από τα όρια της Παλαιστίνης, πολλαπλασιάζονται οι αδελφότητες στους λαούς της Μεσογείου, υποχωρεί ο ιουδαϊσμός και επικρατεί ο εθνικοχριστιανισμός στις αδελφότητες. Ετσι άρχισαν να διαμορφώνονται νέες αντιλήψεις που συνέδεαν το χριστιανισμό με τις λατρευτικές συνήθειες του ασιατικού και μεσογειακού κόσμου και καθιέρωσαν τα γενέθλια του Χριστού σαν επίσημη γιορτή του χριστιανισμού.

Αρχικά, σύμφωνα με την παλαιστινιακή παράδοση, γιόρταζαν τη Γέννηση του Χριστού στις 6 Γενάρη, ημέρα που, όπως πίστευαν, ο Γιάχβε (ο Κύριος, ο Θεός) έπλασε τον Αδάμ. Αφού δεν ήξεραν πότε γεννήθηκε ο Ιησούς παραδέχτηκαν πως γεννήθηκε την ίδια ημέρα με τον πρωτόπλαστο και την είπανε Επιφάνια ή Θεοφάνια , δηλαδή φανέρωση του Ιησού. Την έκφραση αυτή, με την οποία αντικαθιστούσαν τη λέξη γέννηση την είχαν και άλλοι λαοί. Υπήρχε στην αρχαιότητα η γιορτή των Θεοφανίων στους Δελφούς και περιλάμβανε τα αποκαλυπτήρια αγαλμάτων του Απόλλωνα και άλλων θεών. Τον 3ο αιώνα βρίσκουμε στην Αλεξάνδρεια, κέντρο της ελληνικής σκέψης, τη γιορτή των Επιφανίων αναφερόμενη στην εμφάνιση του θεού στη Γη χωρίς καμία σχέση όμως με τη γέννηση ή τη βάπτιση του Χριστού. Οι Αιγύπτιοι τιμούσαν την 6η Γενάρη σα γιορτή «επιφανείας του Οσιρι».

Οι πρώτοι χριστιανοί, μέχρι τον 4ο αιώνα, στις 6 Γενάρη γιόρταζαν τα Χριστούγεννα. Με τον καιρό και υπό την επίδραση του ρωμαϊσμού η γιορτή μετατέθηκε στις 25 Γενάρη. Οι Ρωμαίοι στις 25 Γενάρη γιόρταζαν τη γιορτή Natalis Solis Invicti (γενέθλια γιορτή του νικητή Ηλιου). Πάνδημη γιορτή συμποσίων και εύθυμων συγκεντρώσεων πολύ αγαπητή στο λαό. Και οι Πέρσες την ίδια μέρα γιορτάζανε τιμώντας τον Ηλιο και τον Μίθρα. Ετσι υπό την επίδραση Ρωμαίων και Περσών οι χριστιανοί δέχτηκαν την 25η Δεκέμβρη ως ημέρα γέννησης του Χρίστου, προσωποποιώντας στον Ηλιο τον Ιησού, με όλα τα έθιμα του εθνικού πανηγυρισμού: ο ανθοστολισμός των οικιών, το χριστουγεννιάτικο δέντρο, η διανομή δώρων στα παιδιά, οι χοροί και οι οικογενειακές συγκεντρώσεις. Πιθανότατα περί τα τέλη της βασιλείας του Κωνσταντίνου καθιερώθηκε η 25η Δεκέμβρη ως ημέρα γέννησης του Χριστού.

Η αποδοχή της 25ης Δεκέμβρη συνοδεύτηκε και από την υιοθέτηση εκ μέρους των χριστιανών της 25ης Μάρτη ως γιορτή του Ευαγγελισμού. Οι Ρωμαίοι αυτή την ημέρα τιμούσαν με χαρές και γλέντια τη «μητέρα των θεών» – ήταν μια μεγάλη ρωμαϊκή γιορτή. Από τις 25 Μάρτη έως τις 25 Δεκέμβρη είναι ακριβώς εννέα μήνες και έτσι η 25η Μάρτη καθιερώθηκε σαν ημέρα του Ευαγγελισμού της Παναγιάς (η σύλληψη και ενσάρκωση του Χριστού) και τη «μητέρα των θεών» διαδέχτηκε η «μητέρα του θεού».

Οι πρώτοι χριστιανοί γιόρταζαν μόνο τις παλιές εβραϊκές γιορτές. Λίγο αργότερα, με την επέκταση του χριστιανισμού, γιόρταζαν «χριστιανικά» το Πάσχα (την ανάσταση του Κυρίου και όχι το εβραϊκό, που αναφερόταν στη διάβαση της Ερυθράς Θάλασσας) και την Πεντηκοστή (όχι πλέον τις δέκα εντολές που παρέλαβε ο Μωυσής, αλλά την κάθοδο – επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος). Επί μεγάλου Κωνσταντίνου η Εκκλησία έλαβε αυστηρά μέτρα να μη συνεορτάζουν οι χριστιανοί με τους εβραίους.

Η τακτική της Εκκλησίας να υιοθετεί προχριστιανικές γιορτές δίνοντάς τους χριστιανικό περιεχόμενο συνέχισε μέχρι τον 6οαιώνα. Οι εκχριστιανισμένοι εθνικοί συνέχιζαν να πανηγυρίζουν τις παλιές γιορτές και έτσι η Εκκλησία αναγκάστηκε να τις αποδεχτεί εκχριστιανίζοντάς τις. Αλλά και να ταυτίσει ήρωες, ημίθεους και θεούς με χριστιανούς μάρτυρες. Π.χ. ο Περσέας έγινε άγιος Γεώργιος, ο Ηλιος έγινε προφήτης Ηλίας, ο θεός Διόνυσος άγιος Τρύφωνας, ο Ποσειδώνας άγιος Νικόλαος κλπ.


Α πηγη 

Β πηγη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου