Ήταν νύχτα της 30ης Σεπτεμβρίου 1942 και στον ελληνικό ουρανό άνοιγαν τα αλεξίπτωτα, της αποστολής σαμποτέρ στην κατεχόμενη Ελλάδα. Από τα αεροπλάνα της RAF που απογειώθηκαν από το αιγυπτιακό αεροδρόμιο Φαγίντ και έριξαν στην περιοχή των Καρουτών της Δωρίδας, τους αλεξιπτωτιστές – σαμποτέρ, ξεκινούσε η «Επιχείρηση Χάρλιγκ».
Στόχος τους, που επετεύχθη με τη συνεργασία ανταρτών του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ, ήταν η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου, που έγινε τη νύχτα 25 προς 26 Νοεμβρίου και είχε σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία προβλημάτων στον ανεφοδιασμό του Ρόμελ στη Βόρεια Αφρική. Λίγες ημέρες νωρίτερα η μάχη του Ελ Αλαμέιν, ήταν επιτυχής για τη συμμαχική πλευρά, αλλάζοντας τη ροή των εξελίξεων στο μέτωπο της Αφρικής.
Οι κατακτητές όταν έπεσαν στην περιοχή οι αλεξιπτωτιστές, το αντελήφθησαν και οι Καρούτες πλήρωσαν βαρύ τίμημα. Άλλωστε έχουν χαρακτηριστεί μαρτυρικό χωριό, κάηκαν και καταστράφηκαν τέσσερις φορές από τους κατακτητές και είχαν και ανθρώπινα θύματα.
Να συμπληρώσουμε ότι στις 5 Αυγούστου του 1944, οι αντάρτες του ΕΛΑΣ, σε συνεργασία με Άγγλους και Αμερικανούς σαμποτέρ, παγίδεψαν στις Καρούτες ένα Τάγμα 250 επίλεκτων Γερμανών στρατιωτών και το εξολόθρευσαν. Στη φονική αυτή μάχη σκοτώθηκαν περισσότεροι από 100 Γερμανοί με το Διοικητή τους. Περισσότεροι από τους νεκρούς υπήρξαν οι αιχμάλωτοι. Σκοτώθηκαν και 29 αντάρτες και τρεις Καρουτιανοί πολίτες.
Ας γυρίσουμε όμως στην πρώτη ρίψη αλεξιπτωτιστών στην Ελλάδα.
Ο μη ευρισκόμενος στη ζωή Γιώργος Κατσίμπας (αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού, λογοτέχνης, αντιστασιακός, κλπ), έγραψε μία επιστολή για τα γεγονότα εκείνων των ημερών, η οποία δημοσιεύτηκε από τον επίσης μη ευρισκόμενο στη ζωή, σημαντικό ιστοριοδίφη και λαογράφο της περιοχής Κώστα Καψάλη, που αρθρογραφούσε και συντηρούσε το Blog lidoriki.com
Αναδημοσιεύουμε ένα μέρος της:
«Ήταν ένα όμορφο χωριό της Γκιώνας με 1150 μέτρα υψόμετρο και με 150 περίπου σπίτια. Είχε περί τους 800 κατοίκους και παλιότερα είχε δημοτικό σχολείο με έξι τάξεις. Πριν από το ’21 είχε λίγα σπίτια στη θέση Παλιοχώρι. Κατοικήθηκε στη σημερινή τοποθεσία μετά την έξοδο του Μεσολογγιού από αγωνιστές που σώθηκαν.
Έχει μεγάλη περιφέρεια πολλά χωράφια κι’ αμπέλια ακόμα και στη Βελά. Ο κόσμος, καλά αχαμνά τα ψευτοπόριζε και ζούσε ειρηνικά. ‘Ηρθε όμως ο πόλεμος το ’40 και στη συνέχεια η Κατοχή.
Οι Ιταλοί του Λιδορικιού, δυό ώρες απ’ την Καρούτα, την πρωτοχρονιά του ’41 παίζοντας χαρτιά στο σπίτι του Προέδρου Γ.Ασημακόπουλου του είπα κοιτάζοντας τη φωτογραφία του Βίκτορα Εμμανουήλ, που κρεμόταν στον τοίχο: «Θα ‘ρθουν οι Ιταλοί , θα κάψουν το χωριό αλλά το δικό σου σπίτι θα γλυτώσει, μπάρμπα Γιώργο». Προφητεία ; Έτσι κι έγινε, μόνο το σπίτι του προέδρου έμεινε καθώς και του Αρβανίτη, το χωριό έγινε στάχτη. Τη νύχτα της 30ης Σεπτεμβρίου 1942, είχαν πέσει οι πρώτοι Εγγλέζοι αλεξιπτωτιστές, επικεφαλής ο Μάγιερς Χάρυ (Έντυ) Ο Χάμψον Ντένις (Έλληνας) ο Νεοζηλανδός Τομ και ο ασυρματιστής Λεν. Άλλοι τρεις με τον Γουνντχάους (Κρις) έπεσαν ψηλότερα, προς τη Γκιώνα, ενώ οι πρώτοι κοντά στο χωριό.
Πρωτοστάτησα στη συγκέντρωση των αλεξιπτωτιστών και των πραγμάτων τους με τους Θόδωρο και Θύμιο Ασημακόπουλο, Χαράλαμπο Μπαιρακτάρη, Νίκο Ζωγράφο κι’ άλλους. Έφερα σε επαφή τους Εγγλέζους (όπως το ζήτησαν) με τους Καραλίβανο, Πιλάφα, και λοιπούς και με το Θύμιο Νασόπουλο, τους συνάντησα στα Τρανά Ρόγκια για να κατεβούμε και να συναντηθούμε χαμηλότερα στα Καραούλια με τους 4 Εγγλέζους.
Είπα στον Έντυ ότι η Καρούτα θα καεί απ’ τους Ιταλούς. «Δεν πειράζει, μ’ απάντησε, θάρθει η ώρα να φάτε με χρυσά κουτάλια». Με κανένα κουτάλι δεν έφαγαν οι Καρουτιανοί. Θυμάμαι βρέθηκα στην Άμφισσα και η Ούνρα μοίραζε διάφορα είδη στα χωριά, στην Καρούτα δεν έδωσαν τίποτα. Για να καεί, λέγαν, δεν ήταν Εθνικόφρονη ! Οι Ιταλοί, δώσαν εντολή μετά το κάψιμο, να μη δέχονται Καρουτιανούς στ’ άλλα χωριά. Κάποιος Σκαλιώτης κατάγγειλε στους Ιταλούς ότι χωριανοί του περιποιήθηκαν Καρουτιανούς, τον βρήκα στην Κατοχή, δεν του πήρα το κεφάλι, μόνο κατακεφαλιές του έδωσα.
Έτσι κυνηγημένοι κι’ έρμοι, πολλοί δυστυχισμένοι Καρουτιανοί, δεν πρόφτασαν τη λευτεριά. Ο Γιωργαντώνης δε θέλησε να βγει απ’ το σπίτι του, τον έκαψαν ζωντανό οι Ιταλοί. Τον αείμνηστο Παπαδάσκαλο Γιώργο Ασημακόπουλο, τον έσυραν απ’ τα γένια για να γλυτώσει το κάψιμο με το σπίτι του. Κάποιος Γερμανός που γλύτωσε στη μάχη και ήρθε τον Αύγουστο του 1977 στο χωριό, μου έλεγε πως αν ήταν πλούσιος θάχτιζε ο ίδιος τις Καρούτες.
Ας είναι, τις έχτισαν οι «σύμμαχοι» Εγγλέζοι, αυτοί που τις έκαψαν, γιατί τον Αύγουστο του 1942 δεν υπήρχε αντάρτικο σαν δικαιολογητικό των Ιταλών. Η πτώση των Άγγλων των αλεξιπτωτιστών ήταν ο μόνος λόγος της συμφοράς. Όσο για την Ελληνική Πολιτεία δεν έχω να προσθέσω τίποτα. Είναι γνωστή η πολιτεία της …
«Τι σας φταίγαν; έλεγε Έλληνας Ταγματάρχης το 1945 στους συγχωριανούς μου Καρουτιανούς, αυτά τα εκλεκτά παιδιά των Γερμανών και τα σκοτώσατε; Ευχαρίστως θα φορούσα εφτά Γερμανικά καπέλα για να σας πολεμάω».
ΣΗΜ: Όνομα ταγματάρχη, Γκέκας.
Αυτά αγαπητό «ΛΙΔΩΡΙΚΙ » και ζητάω συγγνώμη αν δεν τα λέω καλά κι’ όπως..πρέπει…»
Eπιμέλεια αφιερώματος: Νάσος Μπράτσος
Ποιός θα μπορούσε να κάνει τα νέα παιδιά να διαβάσουν αυτή την αφήγηση; Να καταλάβουν πόσο κορόιδα έχουμε πιαστεί τόσα χρόνια. Πώς μας έβαλαν στον εμφυλιο και μεχρι σήμερα κοιτάμε με εχθρά ο ένας τον άλλο και ολοι μαζί δεν βλέπουμε ποιοί είναι αυτοί που μας εκμεταλλεύονται, που μας ρουφάνε το αίμα και που διατάζουν μέχρι σήμερα τους Έλληνες πολιτικούς να κάνουν όλα αυτά τα ακατανόητα για εμάς αλλά πολύ κατανοητά για τα συμφέροντα των αφεντικών τους.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚ αντί για την ιστορία το δηλητήριο...φταίει κ ο Μεταξάς που κάψανε το χωριό,αν δεν έλεγε το ΟΧΙ θαχανε γλυτώσει κ οι Καρούτες κ όλα τα χωριά...
ΑπάντησηΔιαγραφήΠροσκυνήσανε οι νεοελληνικές κυβερνήσεις τους Γερμανούς και βλέπουμε την προκοπή μας. Ευτυχώς έχουμε και έμπρακτα αποτελέσματα για να αντιμετωπίσουμε το δηλητήριο αλλιώς οι δωσίλογοι θα είχαν ακόμα να λένε. Σήμερα μπορεί να έχουν και να εναλλάσσονται ακόμα στην εξουσία, δήθεν δεξιοί αριστεροί κεντρώοι, εθνικόφρονες, αλλά ξεμένουν όλο και περισσότερο απο δηλητήριο. Που θα πάει. Κάτι πρέπει να έχει μείνει απο υπερηφάνεια και αξιοπρέπεια στον Ελληνικό λαό. Κάτι πρέπει να υπάρχει και αρκεί να ξυπνήσει.
ΑπάντησηΔιαγραφή