Τρίτη 30 Απριλίου 2019

Τι σχέση έχει το Κάστρο της Άμφισσας με τη Σαλονίκη...




Το κάστρο της Άμφισσας που ιστορικά είναι πιο γνωστό σαν κάστρο των Σαλώνων ή κάστρο της Ωριάς, βρίσκεται σε βραχώδη λόφο ύψους 225μ πάνω από τη σύγχρονη πόλη της Άμφισσας, στη θέση μιας σημαντικής αρχαίας ακρόπολης. Αργότερα η ακρόπολη μετασχηματίστηκε σε Βυζαντινό οχυρό.
Θα πρέπει να θεωρείται πάντως κυρίως Φράγκικο κάστρο, αφού, κατά το μεγαλύτερο μέρος, ό,τι σώζεται σήμερα είναι απομεινάρι του κάστρου που κτίστηκε τα πρώτα χρόνια της φραγκοκρατίας.

Το Όνομα του Κάστρου

Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, ο οποίος αναφέρει πως «Άμφισσα ονομάσθη δια το όρεσιν περιέχεσθαι», η ονομασία της Άμφισσας προέρχεται από το ρήμα αμφιέννυμι, που σημαίνει «περιβάλλω», επειδή η πόλη περιβάλλεται από βουνά (Γκιώνα και Παρνασσό). Κατά τη μυθολογία, η πόλη οφείλει το όνομά της στην Άμφισσα, κόρη του Μάκαρος και ερωμένη του θεού Απόλλωνα.

Στις αρχές του 13ου αιώνα και με την έναρξη της Φραγκοκρατίας στην Ελλάδα, η Άμφισσα μετονομάστηκε από τους Φράγκους σε La Sole και στα ελληνικά (τα) Σάλωνα. Για την προέλευση της ονομασίας αυτής υπάρχουν διαφορετικές εκδοχές. Μία από αυτές υποστηρίζει πως το όνομα αποτελεί παραφθορά της λέξης Σαλονίκη και δόθηκε στην Άμφισσα από τον Φράγκο «Βασιλιά της Θεσσαλονίκης» Βονιφάτιο Μομφερατικό, ο οποίος είχε γίνει κύριος της Άμφισσας. 
Σύμφωνα με μία άλλη εκδοχή, η ονομασία προέρχεται από τη συνεκφορά έσω αλώνια, με την οποία αναφέρονταν οι κάτοικοι σε περιοχή της Άμφισσας, η οποία παρεφθάρη σε «εσάλωνα» και «σάλωνα». 

Τέλος, υπάρχει η άποψη πως η νέα ονομασία της πόλης προέρχεται από τη λέξη σάλος που σημαίνει 'τράνταγμα', εξαιτίας των πολλών σεισμών που έπλητταν την περιοχή. 

Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας, η πόλη ξαναπήρε επίσημα το αρχαίο όνομα Άμφισσα το 1833. 

Το κάστρο πάντως αναφέρεται και σαν «κάστρο της Ωριάς» μετά από ένα περιστατικό του 1394, όταν την πόλη εξουσίαζε ο παπα-Στράτος ένας Φράγκος ιερέας, ο οποίος, άρπαξε την ωραία ανιψιά του Επισκόπου Σεραφείμ και τη φυλάκισε.

Ο Σεραφείμ τότε ξεσήκωσε τους χριστιανούς εναντίον του παπά και κάλεσε τους Τούρκους να έρθουν σε βοήθεια.
Όταν πληροφορήθηκε ο παπά-Στράτος ότι οι Τούρκοι έρχονται με πρόσκληση του επισκόπου, σκότωσε την Αρετή πετώντας την από το κάστρο. 
Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, όταν οι Τούρκοι πήραν το κάστρο (το 1397), η βασιλοπούλα Μαρία Φαντρίκ αυτοκτόνησε πέφτοντας από τα βράχια του κάστρου για να γλυτώσει.

Έτσι δημιουργήθηκε ο θρύλος του« Κάστρου της Ωριάς». Δεν είναι ξεκάθαρο τελικά αν η «Ωριά» ήταν η ανιψιά του δεσπότη Αρετή ή η βασιλοπούλα Μαρία.


Ιστορία

Το κάστρο έχει σπουδαία και πολυκύμαντη ιστορία που ξεκινάει από τους Πελασγούς και την κλασική αρχαιότητα και φτάνει έως την Ελληνική Επανάσταση.
Στη διάρκεια των αιώνων το κάστρο καταστράφηκε, ανακατασκευάστηκε, πολιορκήθηκε ή κατακτήθηκε από τον Φίλιππο Β’, τους Γαλάτες, τους Ρωμαίους, τους Βούλγαρους, τους Σλάβους, τους Φράγκους, τους Καταλανούς και τους Οθωμανούς.

Αρχαιότητα
Η Άμφισσα κατοικείται από τους πανάρχαιους χρόνους όπως μαρτυρούν τα Κυκλώπεια Τείχη της Ακρόπολης. Αποτελούσε μεγάλη πόλη-κράτος και πρωτεύουσα των Εσπερίων ή Οζολών Λοκρών. Ο Ηρόδοτος την αναφέρει ως ύπερθεν του Κρισαίου πεδίου.

Το 338 π.Χ. η Άμφισσα καταστράφηκε από τον Φίλιππο Β' της Μακεδονίας, ο οποίος ως επικεφαλής του Αμφικτυονικού Συνεδρίου των Δελφών, κατά τον Δ’ Ιερό Πόλεμο, κατέφθασε στη Φωκίδα με 30000 πεζούς και 2000 ιππείς και την κατέσκαψε εκ θεμελίων γκρεμίζοντας την ακρόπολή της. Η Άμφισσα είχε θεωρηθεί βέβηλος πόλις και της είχε επιβληθεί πρόστιμο που οι Φωκείς αρνήθηκαν να πληρώσουν. Όλα αυτά, επειδή θέλησαν να βάλουν χέρι στην περιουσία του Μαντείου των Δελφών που το θεωρούσαν «Φωκική Κώμη». 

Η πόλη μετά από λίγο ανοικοδομήθηκε και αποτέλεσε μέρος της πανίσχυρης Αιτωλικής Συμπολιτείας.
Το 190 π.Χ. ο Ρωμαίος ύπατος Μάνιος Ακίλιος Γλαβρίωνας απέτυχε να εκπορθήσει την πόλη, ενώ αργότερα η Άμφισσα συνήψε ειρήνη με τη Ρώμη παραμένοντας ανεξάρτητη χωρίς να πληρώνει φόρους.
Η απαλλαγή από τους φόρους ίσως να έγινε λόγω των Δελφών, αλλά μάλλον οφείλεται στο γεγονός ότι η Αιτωλική Συμπολιτεία ήταν ανέκαθεν σύμμαχος των Ρωμαίων και ήταν αυτή που τους προσκάλεσε αρχικά να επέμβουν στην Ελλάδα για να βοηθήσουν στον πόλεμο εναντίον των Μακεδόνων.

Μεσαιωνικοί χρόνοι
Κατά την πρώιμη Βυζαντινή περίοδο, διάφοροι βάρβαροι επιδίδονται σε σκληρές επιδρομές στη Στερεά Ελλάδα. Η Άμφισσα κυριεύεται και καταστρέφεται από τους Βησιγότθους του Αλάριχου (το 396) και αργότερα και από τους Ούννους του Αττίλα, το 448.
Ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός τον 6ο αιώνα, στο πλαίσιο των οχυρωματικών του έργων σε ολόκληρη την αυτοκρατορία, επισκεύασε και το Κάστρο της Άμφισσας.

Τον 10ο μ.Χ. αιώνα η Άμφισσα και η ακρόπολή της υπέστη μεγάλη καταστροφή από τους Βούλγαρους που υπό την ηγεσία του τσάρου Σαμουήλ, την πολιόρκησαν και την κατέλαβαν, εξαιτίας της προδοσίας ενός ντόπιου με το όνομα Κουτσοθόδωρος (996 μ.Χ). Ακολούθησε σφαγή με λίγους διασωθέντες που κατέφυγαν στα γύρω βουνά. Παρόμοια καταστροφή σημειώθηκε και το 1059 μετά από επίθεση Πετσενέγκων.

Το 1204 ήρθαν οι Φράγκοι, και αυτή ήταν η αρχή μιας περιόδου γρήγορων και δραματικών αλλαγών που διήρκεσε πάνω από δυο αιώνες.
Στις αρχές του 13ου αιώνα ξεκινά η περίοδος της Φραγκοκρατίας. Στη μοιρασιά που έγινε μετά την άλωση του 1204, η πόλη αποδόθηκε στον «Βασιλιά της Θεσσαλονίκης», Βονιφάτιο Μομφερατικό. Οι Φράγκοι μετονόμασαν την Άμφισσα σε La Sole ιδρύοντας την Αυθεντία των Σαλώνων. Πρώτος αυθέντης ορίστηκε ο Θωμάς Α΄ ντ’ Ωτρεμενκούρ (Thomas d’Autremencourt), ο οποίος έχτισε το πανίσχυρο Κάστρο των Σαλώνων πάνω στα θεμέλια της αρχαίας ακρόπολης. Ο Ωτρεμενκούρ είναι γνωστός εκ παραφθοράς και σαν ντε Στρομονκούρ.

Το 1210, προσπάθησε να επεκτείνει τη βαρονία του προς τα δυτικά και επιτέθηκε στο λιμάνι του Γαλαξιδίου. Οι κάτοικοί του τότε ζήτησαν τη βοήθεια του Δεσπότη της Ηπείρου Μιχαήλ Α΄ Κομνηνού Δούκα ο οποίος άρπαξε την ευκαιρία. Ο στρατός του Δεσποτάτου κατέλαβε τα Σάλωνα το 1210 και ο Ωτρεμενκούρ σκοτώθηκε σε μάχη το 1212. <.p>

Το 1215 ο γιος του, Θωμάς Β΄ Ωτρεμενκούρ, κατόρθωσε να ανακαταλάβει τα Σάλωνα και παρέμεινε για πολλά χρόνια άρχοντας, μέχρι το 1258. Και αυτός επίσης ήταν γνωστός ως ντε Στρομονκούρ.
Αρχικά η Αυθεντία των Σαλώνων ήταν υπό την επικυριαρχία του Πριγκιπάτου της Αχαΐας. Ο Στομονκούρ ανακατεύτηκε στις διενέξεις μεταξύ των φράγκικων ηγεμονιών και πήρε το μέρος του Άρχοντα των Αθηνών Γουίδων Δελαρός (Guy de la Roche ). Όμως οι σύμμαχοι ηττήθηκαν στη Μάχη του Καρυδίου (1258) και η εξουσία του Πριγκιπάτου αποκαταστάθηκε, για να κλονιστεί ξανά τον επόμενο χρόνο, μετά την ιστορική ήττα από τους Βυζαντινούς στη Μάχη της Πελαγονίας. 

Το επόμενο διάστημα οι Φράγκοι ηγεμόνες των Σαλώνων προσπάθησαν να διατηρήσουν τα κεκτημένα ισορροπώντας μεταξύ των αντιμαχόμενων δυνάμεων που διεκδικούσαν την κεντρική Στερεά Ελλάδα (τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, το Δεσποτάτο της Ηπείρου, το Φράγκικο Δουκάτο των Αθηνών). Μετά το 1264 η Άμφισσα πρέπει να βρισκόταν σε μια σχέση χαλαρής εξάρτησης από το Βασίλειο της Θεσσαλίας (ή της Μεγάλης Βλαχίας) του Ιωάννη Α΄ Δούκα Κομνηνού (Δούκα Νέων Πατρών). Μετά το 1278 τα Σάλωνα εμφανίζονται να είναι υπό την επικυριαρχία του Δουκάτου των Αθηνών, το οποίο εκείνη την εποχή χάρη και στη συμμαχία του με τον Ιωάννη Α΄ της Μεγάλης Βλαχίας, βρισκόταν στο απόγειο της δύναμής του.

Τελευταίος Φράγκος αυθέντης των Σαλώνων ήταν ο Θωμάς Ωτρεμενκούρ ο Γ΄ που σκοτώθηκε στη μάχη του Κηφισού (ή του Αλμυρού), το 1311, μεταξύ Φράγκων και Καταλανών. Η μάχη του Κηφισού σήμανε την κατάλυση του Δουκάτου των Αθηνών από τους Καταλανούς, ενώ ο θάνατός του Θωμά σήμανε το τέλος της δυναστείας των Φράγκων ιπποτών στα Σάλωνα.

Το 1311 λοιπόν, η Αυθεντία των Σαλώνων περνάει στα χέρια των Καταλανών. Πρώτος Καταλανός Κόμης ήταν ο Ρογήρο Ντε Λορ (Roger Deslaur ή Desllor), που πήρε τα Σάλωνα σαν φέουδο και τη χήρα του Ωτρεμενκούρ για γυναίκα. Είναι ενδιαφέρον ότι ο Ντε Λόρ στη μάχη του Κηφισού ήταν με το μέρος της αντίπαλης παράταξης, ως έμπιστος του Δούκα των Αθηνών Γκωτιέ Ε΄ του Μπριέν (Gautier V de Brienne). Οι Καταλανοί όμως τον προσεταιρίστηκαν αφενός επειδή δεν είχαν στις τάξεις τους πολλούς ευγενείς που θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν ως στελέχη και αφετέρου επειδή Ο Ντε Λορ ήταν αυτός που είχε προσλάβει την Καταλανική Εταιρεία στην υπηρεσία του Γκωτιέ Ε΄ του Μπριέν (μεγάλη ιστορία που δεν είναι της παρούσης). 

Μετά τοn θάνατο του Ντε Λορ, αυθέντης των Σαλώνων έγινε ο Αλφόνσος Φαντρίκ ή Φαδρίγος (Alfonso Federico de Sicilia) ένας από τους πιο ισχυρούς άντρες της εποχής του, που είχε διατελέσει αρχηγός της Καταλανικής Εταιρείας, τριτημόριος της Εύβοιας και Γενικός Βικάριος του Δουκάτου των Αθηνών. Αυτός οργάνωσε την κομητεία και επισκεύασε —ξανά— το κάστρο.
Το 1362 η κομητεία περνά στον Λουδοβίκο Φαδρίγο (Lluís Frederic d'Aragó), εγγονό του Αλφόνσο που έμελλε να είναι ο τελευταίος κόμης.

Τον Μάιο του 1380 το κάστρο καταλήφθηκε από την Εταιρεία των Ναβαρραίων για λίγο, αλλά ο Φαδρίγος το ανακατέλαβε σύντομα.

Ο Λουδοβίκος Φαντρίκ φαίνεται να ήταν αγαπητός στους Έλληνες. Παντρεύτηκε την Ελληνίδα πριγκίπισσα Ελένη Καντακουζηνή με την οποία απέκτησε μια κόρη, τη Μαρία Φαντρίκ.

Πέθανε νέος, το 1382, και η διοίκηση της κομητείας πέρασε στη χήρα Ελένη Φαντρίκ - Καντακουζηνή, που ασκούσε καθήκοντα επιτρόπου της θυγατέρας της Μαρίας, και στην αρχή τα πήγαινε πολύ καλά. 

Η κόμισσα όμως ερωτεύτηκε παράφορα κάποιον παπά-Στράτο, ο οποίος, σαν άλλος Ρασπούτιν, δεν άργησε να πάρει de facto στα χέρια του την εξουσία.
Ο παπα-Στράτος, άπληστος, ακόλαστος και τυραννικός, άρπαξε το 1394 την Αρετή, ανιψιά του δεσπότη των Σαλώνων, Σεραφείμ, γεγονός που δημιούργησε το επεισόδιο που περιγράφηκε πιο πάνω στα περί ονόματος για το κάστρο της Ωριάς, και έγινε αφορμή να καλέσει ο Σεραφείμ τους Τούρκους σε βοήθεια.

Έτσι το 1397 η κομητεία πέρασε στα χέρια του Τούρκου σουλτάνου Βαγιαζήτ Α΄. Η Ελένη Καντακουζηνή οδηγήθηκε στο χαρέμι του Σουλτάνου ενώ η κόρη της προτίμησε να δώσει τέλος στη ζωή της πηδώντας από το κάστρο.

Το 1402 έγινε νέα αλλαγή φρουράς: το κάστρο περιήλθε στον Δεσπότη του Μυστρά, Θεόδωρο Α΄ Παλαιολόγο, ο οποίος όμως δεν είχε τη δύναμη να το κρατήσει και το πούλησε στους Ιωαννίτες Ιππότες.

Τέλος, το 1410 περιήλθε οριστικά στους Οθωμανούς Τούρκους. 


Νεότεροι χρόνοι
Την περίοδο της Τουρκοκρατίας, έγιναν διάφορες εξεγέρσεις στην περιοχή της Παρνασσίδας, με κυριότερη αυτή του 1687, όταν ο επίσκοπος Σαλώνων Φιλόθεος και ο αρματωλός Κούρμας απελευθέρωσαν την περιοχή η οποία τέθηκε, τυπικά, υπό την επικυριαρχία των Ενετών. (Ήταν η εποχή του Έκτου Ενετοτουρκικού πολέμου και ανάλογα περιστατικά είχαν σημειωθεί σε πολλλές περιοχές, ιδίως σε Αιτωλοακαρνανία και Πελοπόννησο, με την υποστήριξη των Ενετών.) Αυτό κράτησε μέχρι το 1698 οπότε οι Τούρκοι επέστρεψαν.
Κατά την Επανάσταση του '21, τα Σάλωνα έγιναν το επίκεντρο του ξεσηκωμού στη Ρούμελη λόγω της γειτνίασης με τα γύρω βουνά όπου δρούσαν πολλοί κλέφτες. Το Πάσχα του ‘21, ο Πανουργιάς, επικεφαλής των Ελλήνων αγωνιστών, πάτησε το κάστρο και η φρουρά των 600 Τούρκων εξοντώθηκε. Τα Σάλωνα έγιναν το πρώτο κάστρο που έπεσε σε ελληνικά χέρια.
Το 1825 οι Τούρκοι ανακατέλαβαν ξανά τα Σάλωνα, για μερικούς μήνες, ενώ το ίδιο συνέβη και το 1826, από τον Κιουταχή. Τη δεύτερη φορά, κράτησαν την πόλη μέχρι το 1829, οπότε την παρέδωσαν στον Δημήτριο Υψηλάντη.

Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά Στοιχεία

Το κάστρο χωρίζεται σε δυο μέρη στο πάνω και στο κάτω.
Η πύλη του πάνω Κάστρου, της πρωταρχικής ακρόπολης, είναι κτισμένη με ογκόλιθους τεραστίων διαστάσεων και παραπέμπει σε προελληνικά και μυκηναϊκά κτίσματα, 1100-750 π.Χ. Απέναντι ακριβώς από την πύλη υπάρχει ένα οχύρωμα προστασίας της. Στο πάνω κάστρο υπάρχουν ερείπια δυο τετράγωνων και δυο στρογγυλών πύργων καθώς και τμήματα άλλων κτιρίων.
Το ΒΑ τμήμα αποτελείται από κατακόρυφο βράχο και ονομάζεται «Το πήδημα της Βασιλοπούλας», όπου η Βασιλοπούλα λογικά ήταν η Μαρία Φαντρίκ.
Το κάτω κάστρο είναι προσπελάσιμο από δυο μεριές, τη δυτική πύλη και τη ΒΑ δίοδο που ενώνει το κάστρο με τη σημερινή πόλη με σκαλοπάτια.
Η δυτική πύλη είναι τοποθετημένη κατά τέτοιο τρόπο ώστε για να την πλησιάσει κανείς πρέπει να βαδίσει παράλληλα στο τείχος εκτεθειμένος στους αμυνόμενους 60 μ. περίπου.
Το κάτω κάστρο έχει σχεδόν σχήμα τριγωνικό, διάμετρο 460 περίπου μέτρα και διαθέτει τέσσερις προμαχώνες. 

Διακρίνονται τρεις τρόποι δόμησης:
1. Η χρήση αυτούσιων αρχαίων Ελληνικών κατασκευών.
2. Η σκύλευση και επαναχρησιμοποίηση των αρχαίων Ελληνικών υλικών με πρόσθετη ύλη, μικρές πέτρες ή κεραμίδια και συνδετική ύλη.
3. Αμιγώς μεσαιωνική δόμηση, δηλαδή με χρήση λίθων κεραμιδιών τούβλων και κονιάματος.

Όπως παρατηρείται και σε άλλα κάστρα που είναι κτισμένα επάνω σε αρχαίες κατασκευές, τα αρχαιοελληνικά τμήματα υπερέχουν σε στατική αντοχή και αισθητική των υπολοίπων αν και έχουν χίλια σχεδόν χρόνια περισσότερης ζωής..

Πηγές

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου