του Γραββάνη Ευάγγελου
Ο
Μιλτιάδης Γ. Λιδωρίκης, γεννήθηκε στο Κροκύλειο Φωκίδας σύμφωνα με την
βιβλιογραφία, το 1871. Ο ίδιος σε ένα χρονικό του αναφέρει: «Γεννήθηκα
τον Μάρτιο του 1872. ατυχώς για μένα, ούτε ο πατέρας μου ούτε η καλή μου
μάνα ζουν για να το πιστοποιήσουν. μια όμως που το αναφέρω, θα πει πως
λέω την αλήθεια», ενώ [ένα πιστοποιητικό της Κοινότητος Κροκυλείου
(30-12-1933), αναφέρει ως έτος γέννησης το 1873 (αριθμός μητρώου αρρένων
182)].
Το Κροκύλειο υπήρξε o τόπος καταγωγής της οικογένειας
Λιδωρίκη σύμφωνα με το βιβλίο "Βίοι παράλληλοι των επί αναγεννήσεως της
Ελλάδος διαπρεψάντων ανδρών" του Αναστάσιου Γούδα (1816-1882). Σύμφωνα
με τον Τάκη Λάππα, συγγραφέα και ιστορικό (1904-1955), στην επαρχία
Λιδωρικίου καταγράφονται δύο οικογένειες Λιδωρίκη, της μίας το σωστό
όνομα είναι Σκαρλάτος (απ’ όπου προέρχεται και ο Μίλτος Γ. Λιδωρίκης)
και της άλλη Τούντας ή Παπαδογεωργόπουλος. Οι δύο οικογένειες συγγένεψαν
όταν μία κόρη από τους Σκαρλάτους παντρεύτηκε γιο της άλλης, των
Τούντα. Στα χρόνια εκείνα από το όνομα του τόπου προσδιοριζόταν και το
επώνυμο των ανθρώπων, έτσι οι οικογένειες αυτές έμειναν γνωστές με το
όνομα Λιδωρίκη.
Παππούς του υπήρξε ο φιλικός Παναγιώτης Λιδωρίκης (1800-1861), πρώτος Υπουργός Οικονομικών επί Καποδίστρια, γερουσιαστής επί Όθωνα και αδελφός του γνωστού Αθανάσιου Λιδωρίκη(ή Σκαρλάτου) (1788-1868), σφραγιδοφύλακα του Αλή-Πασά, που διατηρούσε και στενούς δεσμούς με τον Μακρυγιάννη (1797-1864). Η δε γιαγιά του, Ρηγίνη Λογοθέτη από τη Λειβαδιά, ήταν φημισμένη για την ομορφιά της. Πατέρας του ήταν ο Γεώργιος Λιδωρίκης, ανώτερος υπάλληλος του Υπουργείου Οικονομίας που συνδέθηκε στενά με τον Χαρίλαο Τρικούπη και παραιτήθηκε προκειμένου να τον ακολούθησε μέχρι τέλους εκλεγόμενος βουλευτής Δωρίδας σε πολλές κοινοβουλευτικές περιόδους. Η μητέρα του η Ερατώ (κόρη του Σταμάτη Δάρα, προέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου), μεσολάβισε για να φτιαχτεί ο δρόμος που συνέδεσε το επίνειο της Δωρίδας (λεγόταν τότε Χάνι) με το Λιδωρίκι και προς τιμήν του ονόματός της, οι Δωριείς το μετονόμασαν σε Ερατεινή. Τα αδέρφια του ήταν η Ιουλία, ο Παναγιώτης και η Ρεγγίνα.
Παντρεύτηκε την Ελένη Καράλη, που προερχόταν από αρχοντική οικογένεια της Χίου και έκαναν δύο παιδιά, τον Γεώργιο και τον Αλέξανδρο, (μετέπειτα διάσημος δημοσιογράφος και συγγραφέας γνωστός ως Αλέκος Λιδωρίκης). Μένουν σε ένα σπίτι που έκτισε το 1840, ο παππούς του Σταμάτης Δάρας στην οδό Πανεπιστημίου και από το οποίο πέρασαν δεκάδες προσωπικότητες όπως Μ. Δραγούμης, Χ. Τρικούπης, Δ. Ράλλης, Γ. Θεοτόκης, Α. Μαυροκορδάτος, Σ. Σκουλούδης, Α. Ζαΐμης, Εμ. Ροΐδης και πάρα πολλοί ακόμα.
Γνωστός στην εποχή του ως Μίλτος Λιδωρίκης, υπήρξε μία πολυσχιδής προσωπικότητα που διακρίθηκε με πολλές ιδιότητες, θεατρικός συγγραφέας, σκηνοθέτης, λογοτέχνης, δημοσιογράφος, ακόμα και πολιτικός. Πέρα όμως και πάνω απ’ όλα αυτά, υπήρξε μεγάλος πατριώτης ενώ παράλληλα ήταν κι ένας κοσμικός άνθρωπος, ιδιαίτερα αγαπητός στην Αθήνα των «ωραίων ημερών».
Σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο των Αθηνών και πολιτικές επιστήμες στο Παρίσι, προοριζόμενος από την οικογένειά του να γίνει πολιτικός. Γόνος οικογένειας αγωνιστών του ’21, μυημένων στη φιλική εταιρία, είχε γαλουχηθεί με το όραμα της Μεγάλης Ιδέας και έτσι στον "ατυχή πόλεμο" του 1897 αν και δεν είναι στρατεύσιμος, κατατάσσεται ως εθελοντής στο ευζωνικό.
Παππούς του υπήρξε ο φιλικός Παναγιώτης Λιδωρίκης (1800-1861), πρώτος Υπουργός Οικονομικών επί Καποδίστρια, γερουσιαστής επί Όθωνα και αδελφός του γνωστού Αθανάσιου Λιδωρίκη(ή Σκαρλάτου) (1788-1868), σφραγιδοφύλακα του Αλή-Πασά, που διατηρούσε και στενούς δεσμούς με τον Μακρυγιάννη (1797-1864). Η δε γιαγιά του, Ρηγίνη Λογοθέτη από τη Λειβαδιά, ήταν φημισμένη για την ομορφιά της. Πατέρας του ήταν ο Γεώργιος Λιδωρίκης, ανώτερος υπάλληλος του Υπουργείου Οικονομίας που συνδέθηκε στενά με τον Χαρίλαο Τρικούπη και παραιτήθηκε προκειμένου να τον ακολούθησε μέχρι τέλους εκλεγόμενος βουλευτής Δωρίδας σε πολλές κοινοβουλευτικές περιόδους. Η μητέρα του η Ερατώ (κόρη του Σταμάτη Δάρα, προέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου), μεσολάβισε για να φτιαχτεί ο δρόμος που συνέδεσε το επίνειο της Δωρίδας (λεγόταν τότε Χάνι) με το Λιδωρίκι και προς τιμήν του ονόματός της, οι Δωριείς το μετονόμασαν σε Ερατεινή. Τα αδέρφια του ήταν η Ιουλία, ο Παναγιώτης και η Ρεγγίνα.
Παντρεύτηκε την Ελένη Καράλη, που προερχόταν από αρχοντική οικογένεια της Χίου και έκαναν δύο παιδιά, τον Γεώργιο και τον Αλέξανδρο, (μετέπειτα διάσημος δημοσιογράφος και συγγραφέας γνωστός ως Αλέκος Λιδωρίκης). Μένουν σε ένα σπίτι που έκτισε το 1840, ο παππούς του Σταμάτης Δάρας στην οδό Πανεπιστημίου και από το οποίο πέρασαν δεκάδες προσωπικότητες όπως Μ. Δραγούμης, Χ. Τρικούπης, Δ. Ράλλης, Γ. Θεοτόκης, Α. Μαυροκορδάτος, Σ. Σκουλούδης, Α. Ζαΐμης, Εμ. Ροΐδης και πάρα πολλοί ακόμα.
Γνωστός στην εποχή του ως Μίλτος Λιδωρίκης, υπήρξε μία πολυσχιδής προσωπικότητα που διακρίθηκε με πολλές ιδιότητες, θεατρικός συγγραφέας, σκηνοθέτης, λογοτέχνης, δημοσιογράφος, ακόμα και πολιτικός. Πέρα όμως και πάνω απ’ όλα αυτά, υπήρξε μεγάλος πατριώτης ενώ παράλληλα ήταν κι ένας κοσμικός άνθρωπος, ιδιαίτερα αγαπητός στην Αθήνα των «ωραίων ημερών».
Σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο των Αθηνών και πολιτικές επιστήμες στο Παρίσι, προοριζόμενος από την οικογένειά του να γίνει πολιτικός. Γόνος οικογένειας αγωνιστών του ’21, μυημένων στη φιλική εταιρία, είχε γαλουχηθεί με το όραμα της Μεγάλης Ιδέας και έτσι στον "ατυχή πόλεμο" του 1897 αν και δεν είναι στρατεύσιμος, κατατάσσεται ως εθελοντής στο ευζωνικό.
Αγαπούσε πολύ την
φουστανέλα και με αυτή πήγαινε στο Λιδωρίκι και χόρευε στην πλατεία του
Λιδωρικίου που μέχρι πριν λίγα χρόνια ονομαζόταν Γεωργίου Λιδωρίκη.
Πρωτοεμφανίστηκε στο θέατρο το 1898 με το έργο "Ιουλία" και στη συνέχεια
μετέφρασε θεατρικά έργα για το Βασιλικό θέατρο (έκλεισε το 1908 και
επαναλειτούργησε το 1932 ως Εθνικό θέατρο). Εκλέχτηκε βουλευτής Δωρίδας
το 1906 και επανεξελέγη το 1910 στην Α' Αναθεωρητική βουλή ως βουλευτής
Φθιώτιδος και Φωκίδας. Η πολιτική όμως δεν τον εμπνέει.
Λαμβάνει μέρος στον πόλεμο του 1912, ξανά ως εθελοντής και ήταν αυτός μάλιστα που ύψωσε την ελληνική σημαία στο Λευκό Πύργο στη Θεσσαλονίκη την 29η Οκτωβρίου του 1912, όπως περιγράφει στο ιστορικό του βιβλίο με τίτλο «Πολεμικαί εντυπώσεις Ευζώνου» που κυκλοφόρησε το 1914 από τον εκδοτικό οίκο Γ.Δ. Φέξη. Οι αναμνήσεις από τους Βαλκανικούς πολέμους, θα αποτυπωθούν με γλαφυρότητα αργότερα στα έργα του.
Μετά τον πόλεμο, εγκαταλείπει οριστικά την πολιτική, χωρίζει φιλικά με τη γυναίκα του και ξεκινάει μία ζωή «επαναστατική» για την κοινωνική τάξη στην οποία ανήκει. Υπήρξε ιδρυτής του Πανελλήνιου Μουσικού Συλλόγου (1916), από τους ιδρυτές της Εταιρίας Ελληνικού Θεάτρου (1918) και καθηγητής της αντίστοιχης θεατρικής σχολής και ιδρυτής της Εταιρίας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων (1908) και αργότερα Πρόεδρος (1930-31). Τότε περίπου ξεκινά και την λειτουργία του το Εθνικό Θέατρο στο οποίο εργάζεται ως προσωπάρχης (1932) μέχρι και τον θάνατό του. Εργάστηκε ως χρονικογράφος εφημερίδων και έγραψε πολλά θεατρικά έργα – δράματα, κωμωδίες και επιθεωρήσεις – καθώς και δύο μυθιστορήματα.
Λαμβάνει μέρος στον πόλεμο του 1912, ξανά ως εθελοντής και ήταν αυτός μάλιστα που ύψωσε την ελληνική σημαία στο Λευκό Πύργο στη Θεσσαλονίκη την 29η Οκτωβρίου του 1912, όπως περιγράφει στο ιστορικό του βιβλίο με τίτλο «Πολεμικαί εντυπώσεις Ευζώνου» που κυκλοφόρησε το 1914 από τον εκδοτικό οίκο Γ.Δ. Φέξη. Οι αναμνήσεις από τους Βαλκανικούς πολέμους, θα αποτυπωθούν με γλαφυρότητα αργότερα στα έργα του.
Μετά τον πόλεμο, εγκαταλείπει οριστικά την πολιτική, χωρίζει φιλικά με τη γυναίκα του και ξεκινάει μία ζωή «επαναστατική» για την κοινωνική τάξη στην οποία ανήκει. Υπήρξε ιδρυτής του Πανελλήνιου Μουσικού Συλλόγου (1916), από τους ιδρυτές της Εταιρίας Ελληνικού Θεάτρου (1918) και καθηγητής της αντίστοιχης θεατρικής σχολής και ιδρυτής της Εταιρίας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων (1908) και αργότερα Πρόεδρος (1930-31). Τότε περίπου ξεκινά και την λειτουργία του το Εθνικό Θέατρο στο οποίο εργάζεται ως προσωπάρχης (1932) μέχρι και τον θάνατό του. Εργάστηκε ως χρονικογράφος εφημερίδων και έγραψε πολλά θεατρικά έργα – δράματα, κωμωδίες και επιθεωρήσεις – καθώς και δύο μυθιστορήματα.
Υπερήφανος πάντα για
την καταγωγή του, θα λέει ως το τέλος της ζωής πως "είμαστε
Ρουμελιώτες". Απεβίωσε από περιτονίτιδα στις 2 Φεβρουαρίου του 1951 και
κηδεύτηκε με δαπάνες του Εθνικού Θεάτρου. Στην εποχή του, τιμήθηκε για
την προσφορά του στη θέση του προσωπάρχη του Εθνικού Θεάτρου και
γενικότερα στην καλλιτεχνική ζωή του τόπου, στην συνέχεια όμως το έργο
του λησμονήθηκε μέχρι πρόσφατα, που κυκλοφόρησαν δύο βιβλία:
• «ΜΙΛΤΟΣ Γ. ΛΙΔΩΡΙΚΗΣ, ο Εύζωνας, Ο Ρουμελιώτης, ο Αθηναίος, ο θεατράνθρωπος», που έγραψε ο εγγονός του Μίλτος Α. Λιδωρίκης και επιμελήθηκε ο δισέγγονός του Αλέκος Μ. Λιδωρίκης (2016) και το
• Μίλτος Λιδωρίκης: «Έζησα την Αθήνα της Μπελ Επόκ», εκδόσεις Polaris (2018), ένα είδος αυτοβιογραφίας που περιλαμβάνει και ανέκδοτο υλικό αντλημένο από τα αρχεία της οικογένειας Λιδωρίκη. Η εικονογράφηση είναι με φωτογραφίες και σκίτσα της εποχής (σε επιλογή του ίδιου του Λιδωρίκη) και ο πρόλογος του Γιώργου Χατζηδάκη.
Οι πληροφορίες για το παρών βιογραφικό αντλήθηκαν κυρίως από το πρώτο βιβλίο που έγραψε ο εγγονός του Μίλτος Α. Λιδωρίκης, προκειμένου και τα δικά του εγγόνια να γνωρίσουν τις ρίζες τους. Στην συγκινητική του επιστολή προς αυτά, με την οποία κλείνει το βιβλίο του, αναφέρει:
Αγαπημένα μου εγγόνια,
Καθώς θα μεγαλώνετε και θα διαβάζετε την ιστορία τούτης της χώρας να την περπατάτε με αγάπη και κάποια φορά ας πάτε και στο Παλαιοκάτουνο από όπου ξεκίνησε η οικογένειά σας.
• «ΜΙΛΤΟΣ Γ. ΛΙΔΩΡΙΚΗΣ, ο Εύζωνας, Ο Ρουμελιώτης, ο Αθηναίος, ο θεατράνθρωπος», που έγραψε ο εγγονός του Μίλτος Α. Λιδωρίκης και επιμελήθηκε ο δισέγγονός του Αλέκος Μ. Λιδωρίκης (2016) και το
• Μίλτος Λιδωρίκης: «Έζησα την Αθήνα της Μπελ Επόκ», εκδόσεις Polaris (2018), ένα είδος αυτοβιογραφίας που περιλαμβάνει και ανέκδοτο υλικό αντλημένο από τα αρχεία της οικογένειας Λιδωρίκη. Η εικονογράφηση είναι με φωτογραφίες και σκίτσα της εποχής (σε επιλογή του ίδιου του Λιδωρίκη) και ο πρόλογος του Γιώργου Χατζηδάκη.
Οι πληροφορίες για το παρών βιογραφικό αντλήθηκαν κυρίως από το πρώτο βιβλίο που έγραψε ο εγγονός του Μίλτος Α. Λιδωρίκης, προκειμένου και τα δικά του εγγόνια να γνωρίσουν τις ρίζες τους. Στην συγκινητική του επιστολή προς αυτά, με την οποία κλείνει το βιβλίο του, αναφέρει:
Αγαπημένα μου εγγόνια,
Καθώς θα μεγαλώνετε και θα διαβάζετε την ιστορία τούτης της χώρας να την περπατάτε με αγάπη και κάποια φορά ας πάτε και στο Παλαιοκάτουνο από όπου ξεκίνησε η οικογένειά σας.
Σας σφίγγω το χέρι με δύναμη. Σας αγαπώ.
Ο παππούς Μίλτος
Ο παππούς Μίλτος
Πηγή: http://www.krokilio.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου