Οι ψαράδες, στην Κάλυμνο, μου διαμαρτυρήθηκαν ότι χάνουν τα
ιστορικά τους δικαιώματα στον τόνο. «Έχουμε ιστορικά δικαιώματα και στον
τόνο;», ήταν το αυθόρμητο ερώτημά μου, για να εισπράξω ένα υποτιμητικό βλέμμα.
Ναι, έχουμε! «Και ενώ οι Ιταλοί και οι Ισπανοί διατηρούν το δικαίωμα να
ψαρεύουν 3.000 τόνους, οι Έλληνες, πλέον, μπορούν να ψαρεύουν μόνο 150 τόνους».
Αυτό υποστηρίζουν οι Καλύμνιοι ψαράδες. Τα νούμερα δεν είναι απολύτως ακριβή,
αλλά αυτό δεν αλλάζει την ουσία της διαμαρτυρίας τους. Οι άλλοι ψαρεύουν
τόνους, εμείς μαρίδα. Γιατί έχασαν, λοιπόν, οι δεξιοτέχνες Έλληνες ψαράδες τα
ιστορικά τους δικαιώματα επί του τόνου;
Η ιστορία έχει ως
εξής: Στα
τέλη της δεκαετίας του ’90, οι χώρες που ψαρεύουν στη Μεσόγειο και στον
Ανατολικό Ατλαντικό, κλήθηκαν να δηλώσουν πόσους τόνους ψάρευαν, με σκοπό να
οριστεί πόσους τόνους θα συνεχίζουν να ψαρεύουν, καθότι το είδος έβαινε προς
εξαφάνιση και έπρεπε να περιοριστεί η αλιεία του.
Και το 1998, στο Vigo της Ισπανίας, η Διεθνής Επιτροπή για
τη Διατήρηση του Τόνου του Ατλαντικού (ICCAT), επέβαλε τις ποσοστώσεις στην
αλιεία και εμπορία του τόνου με βάση τα ιστορικά δικαιώματα των κρατών. Η
Ευρωπαϊκή Ένωση από τότε κάθε χρόνο καθορίζει με την σειρά της «τα ποσοστιαία
μερίδια των κρατών μελών» και κάπως έτσι βρέθηκαν οι Έλληνες να ψαρεύουν μόνο
το 1.7% της ποσότητας που έχει δοθεί στην Ε.Ε. Ποσοστό, μάλλον, εξευτελιστικό
αν λάβουμε υπ’ όψιν μας ότι μέχρι το 1998 η Ελλάδα ήταν η δεύτερη χώρα στην
Ευρώπη σε εξαγωγές τόνου και τα έσοδά της, μόνο για τις εξαγωγές προς την
Ιαπωνία, ξεπερνούσαν τα 10 εκατομμύρια δολάρια.
Τι είχε συμβεί, λοιπόν; Άλλη μια συνωμοσία του
βορειοευρωπαϊκού κονκλάβιου απέναντι στους αδούλωτους Έλληνες;
Η Μαρία Δαμανάκη, επίτροπος Αλιείας της Ε.Ε., έχει μια άλλη
εκδοχή: «Κάποιος ξύπνιος είχε πείσει τους Έλληνες ψαράδες να δηλώσουν πολύ
μικρότερες ποσότητες τόνου από αυτές που πραγματικά ψάρευαν, για να μην τους
φορολογήσει η Εφορία»! Δήλωσαν, λοιπόν, ότι ψάρευαν λίγους τόνους, αποκτώντας
έτσι αντιστοίχως μικρά δικαιώματα στα μελλοντικά τους ψαρέματα. Ψαράδες και
παράγοντες των νησιών που αναζήτησα αυτές τις μέρες δεν ήταν σε θέση να με
διαφωτίσουν ποιος ήταν αυτός ο ξύπνιος που διέσπειρε τη φήμη για την Εφορία
«που θα έρθει να μας χαρατσώσει».
Άκρη δεν βρήκα. Αντιθέτως, κάποιοι επέμειναν ότι ο λόγος που
δεν πήραμε τα ποσοστά που έπρεπε να πάρουμε, ήταν ότι η χώρα μας δεν έστειλε
καν εκπρόσωπο στον Vigo, το 1998. Γιατί «ποιος είναι αυτός που θα πει στους
Έλληνες πόσους τόνους θα ψαρεύουν;». Δεν μετείχαμε, δηλαδή, καν στη
διαπραγμάτευση, με αποτέλεσμα να θεωρηθούμε οι παρακατιανοί της υπόθεσης.
«Καμία διαπραγμάτευση δεν κάναμε, ούτε στην Ευρώπη όταν συζητείτο η κατανομή
των ποσοστών στον Ευρωπαϊκό νότο», επέμειναν οι συνομιλητές μου.
Τρεις υπουργοί που μίλησα (υπουργοί από το 1998 έως το 2005)
δεν μπορούσαν να θυμηθούν τι έγινε στην Ισπανία, αλλά και τι έγινε στις
Βρυξέλλες και το Στρασβούργο. «Αυτά τα θέματα τα χειρίζονταν οι υπηρεσιακοί
παράγοντες», ήταν η μόνιμη σχεδόν επωδός. Κάποια στιγμή σταμάτησα να ρωτάω. Η
αλήθεια είναι ότι φοβήθηκα ότι θα βρεθώ μπροστά σε μια τρίτη εκδοχή. Να πήρε τα
ιστορικά μας δικαιώματα κάποιος πολιτικός, αλλά να τα πούλησε σε κάποια άλλη
χώρα ή σε όποιον έδωσε μια καλή τιμή τέλος πάντων και να γύρισε πίσω με τόνους
μαύρο χρήμα.
Σταύρος Θεοδωράκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου